O Caruso στο ρόλο του Lionell από την όπερα "Μάρθα" του F.Flotow |
Γεννήθηκε το 1873.
Υπήρξε ο δημοφιλέστερος τενόρος στην ιστορία του λυρικού θεάτρου στις δυο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Τον είπαν "θρύλο", τον είπαν "γίγαντα"!
Από τα φετίχ του, ήταν τα φιλέτα αντζούγιας, που τα κρεμούσε στο λαιμό του σαν φυλαχτό για να προστατεύει τη φωνή του, καθότι αθεράπευτα προληπτικός!
Αυτοδημιούργητος, χωρίς διασυνδέσεις και "μεγάλες" γνωριμίες, στηριζόμενος μόνο στο ταλέντο του κατάφερε από φτωχόπαιδο στη Νάπολη, που για να επιβιώσει έκανε τον "τραγουδιστή του δρόμου", να γίνει ο διασημότερος οξύφωνος της εποχής του!
Ο Καρούζο είναι αυτός, που αγόρασε καινούργια παπούτσια στα δεκαοχτώ του με το χρηματικό έπαθλο από διαγωνισμό τραγουδιού, κατάφερε να αποκτήσει απαράμιλλη δόξα και χρήματα, τόσα, που ανέθεσε στο Tiffany να φτιάξει ένα ολόχρυσο μετάλλιο 24 καρατίων με το προφίλ του στη μια πλευρά και στην άλλη τη μούσα Ευτέρπη με την άρπα της, προστάτιδα της Μουσικής!
Κάποιος, μπορεί να σκεφτεί πράξη ματαιοδοξίας...Ίσως...
'Ομως το ίδιο μετάλλιο το έκανε δώρο στον ιμπρεσσάριό του για να του εκφράσει την τεράστια ευγνωμοσύνη του για τις υπέρογκα αμειβόμενες παραστάσεις στη Μετροπόλιταν Όπερα!
Πλούσια, ώριμη φωνή!Μια φωνή που ανέσυρε τη Ναπολιτάνικη φλόγα και σπιρτάδα!
Καρριέρα, δόξα και φήμη!
Αν και κάποτε διαταράχθηκε η αγάπη και η λατρεία , που του έδειχνε το κοινό, όταν κατηγορήθηκε πως τσίμπησε τα οπίσθια μια παντρεμένης κυρίας!
Ήπιος σαν χαρακτήρας, πράος, σχεδόν άνευρος, τόσο, που στο μεγάλο σεισμό του Σαν Φραντσίσκο το 1906 δείπνησε μετά το συμβάν ατάραχος, γλείφοντας το πιάτο του και αφήνοντας στο σερβιτόρο γερό φιλοδώρημα!!!
Λάτρης του στυλ και της άψογης εμφάνισης, πάντα κόντρα ξυρισμένος με το μεσάτο κοστούμι του, το ασορτί μαντηλάκι στο πέτο, το περίτεχνο μπαστούνι του και το χαρακτηριστικό καβουράκι!
Με το ωραίο φύλλο τα πήγαινε περίφημα, αν και δεν ήταν εξαιρετικά εμφανίσιμος, ιδιαίτερα στις νυμφευμένες αιθέριες υπάρξεις!
Και πώς να γινόταν το αντίθετο, φίλοι μου;
Μάλλον είχε τον τρόπο του...
Μην ξεχνάμε και το "τσίμπημα στα οπίσθια", που είχε προηγηθεί κάποια χρόνια νωρίτερα!
Δέκα χρόνια σχέση και δυο γιοί με την κατά μια δεκαετία μεγαλύτερή του σοπράνο Anta Giachetti, που για χάρη του παράτησε τον βιομήχανο σύζυγό της!
Δεν παντρεύτηκαν ποτέ!
Αντίθετα στα σκαλιά της εκκλησίας ανέβηκε με μια 25χρονη, με την οποία απέκτησε μια κόρη και μαζί της έμεινε ως το τέλος της ζωής του.
Το χόμπυ, που είχε από μικρός να συλλέγει γραμματόσημα και κέρματα το συνέχισε και μεγάλος.
Επίσης του άρεσε να ζωγραφίζει και να φτιάχνει καρικατούρες των φίλων, των συναδέλφων του, ακόμα και δικές του.
Στη διπλανές εικόνες ο Καρούζο, στο ρόλο του Δον Χοσέ στην Κάρμεν του Μπιζέ. (Σκίτσο, που έκανε ο ίδιος)
Enrico Caruso's caricature as Don José in "Carmen" από: artsandcultute |
"La Fleur Que Tu M’avais Jetée - Το άνθος που μου πέταξες", γνωστή και ως: "Το Τραγούδι του Άνθους".
Ακούγεται στη 2η πράξη, ακριβώς μετά τον εξωτικό χορό της Κάρμεν, με τον οποίο η τσιγγάνα σαγηνεύει για μια ακόμη φορά το Δον Χοσέ. Την έκσταση που έχουν προκαλέσει οι χορευτικές φιγούρες της τσιγγάνας στον ερωτοχτυπημένο νέο, διακόπτει το σάλπισμα από το στρατώνα. Το καθήκον καλεί τον Δον Χοσέ...Πρέπει να φύγει. Εκείνη, χλευάζει τη στάση του και τον περιγελά.
Ο ευαίσθητος Χοσέ τής δείχνει το μαραμένο λουλούδι που τού είχε πετάξει στην πλατεία. Τής εκμηστυρρεύεται πως ήταν εκείνο που τον εμψύχωνε τις δύσκολες στιγμές του εγκλεισμού του στη φυλακή. Απ' αυτό αντλούσε δύναμη κι απαντοχή...
Πρόκειται για άρια έντονης ευαισθησίας και ποιητικότητας, ερμηνευμένη από τον αγνό ηρωά της, αντίθετα από όλες τις υπόλοιπες της όπερας, που ναι μεν είναι σπάνιας εκφραστικής έντασης, όμως πρωτεύει το ρεαλιστικό στοιχείο...
Bizet: "Carmen-La Fleur Que Tu M’avais Jetée", Enrico Caruso:
Η δεύτερη έκανε πρεμιέρα στο Μιλάνο το 1902.Λίγες βδομάδες μετά, ο μεγάλος τενόρος ηχογράφησε την άρια "No, piú nobile".
Στο πιάνο τον συνοδεύει ο συνθέτης Cilea.Μια ηχογράφηση, ΙΣΤΟΡΙΚΗ!!
Στο ρόλο του Canio |
Ο Καρούζο ήταν ο πρώτος σταρ στην ιστορία ηχογραφήσεων, τις οποίες ξεκίνησε το 1902.
Από τις εγγραφές του, που άφησαν εποχή, η άρια "Vesti Le gubba" από τους "Παλιάτσους".
Δίσκος, που πούλησε 1.000.000 αντίτυπα, νούμερο υπερβολικότατο για κείνη την περίοδο!
"Βάλε το κοστούμι"!
Ισως η πιο συγκινητική άρια στο οπερατικό ρεπερτόριο!
Τραγουδιέται, όταν ο Canio ανακαλύπτει την απιστία της γυναίκας του, αλλά παρ 'όλα αυτά θα πρέπει να προετοιμαστεί για την απόδοσή του ως κλόουν, επειδή "η παράσταση αρχίζει"!
Ο πόνος του αποτυπώνεται βαθιά στην άρια αυτή, που εξηγεί έντονα την έννοια της "τραγικότητας ενός παλιάτσου"..., που χαμογελά εξωτερικά αλλά η ψυχή κλαίει γοερά!
"Vesti la giubba e la faccia infarina.
La gente paga, e rider vuole qua...
[...]
Tramuta in lazzi lo spasmo ed il pianto..."
"Βάλε το κοστούμι!
Οι άνθρωποι πληρώνουν, και θέλουν να γελούν.
Μετατρέπεται σ' αστείo, το δάκρυ κι ο λυγμός..."
Αγαπούσε το καλό φαγητό και τα βαριά τσιγάρα.
Κάπνιζε εξήντα τσιγάρα την ημέρα!
Κάτι, που τα τελευταία χρόνια της ζωής του επιδείνωσε το ήδη επιβαρυμένο αναπνευστικό του.
Πέθανε το 1921 σε ηλικία 48 ετών από βρογχοπνευμονία, σαν σήμερα 2 Αυγούστου στη Νάπολη.
Ο τραγουδοποιός Λούτσιο Ντάλα αφιερώνει τη σύνθεσή του , που έχει τίτλο το όνομά του στον αείμνηστο τενόρο-γίγαντα της ιταλικής όπερας, "Καρούσο"!
Το τραγούδι, με έντονο λυρισμό, εκφράζει πόνο και μελαγχολία για απραγματοποίητες επιθυμίες, ίσως για να ταυτιστεί και να αποδώσει τη σκληρή ζωή του μεγάλου τενόρου...
Στο ρεφραίν, το ρομαντικό "σ'αγαπώ", αόριστο ως προς τον αποδέκτη, αφού δεν καθορίζεται αν ο μουσικός αναφέρεται στη γυναίκα ή την κόρη του.
Στο βίντεο βλέπουμε τρία μεγαθήρια επί σκηνής!
Δύο ορατοί και ένας αόρατος.
Αείμνηστος Παβαρότι, Λούτσιο Ντάλα και ο μύθος-ερέθισμα γι'αυτό το τραγούδι Ενρίκο Καρούσο.
Μόντενα 1992."Caruso" / Λούτσιο Ντάλλα-Λουτσιάνο Παβαρότι
"Qui dove il mare luccica E tira forte il vento
Sulla vecchia terazza Davanti al golfo di surriento
Un uomo abbraccia una ragazza Dopo che aveva pianto
Poi si schiarisce la voce E ricomincia il canto
Sent il dolore della musica E si alzo dal pianoforte
Ma quando vide uscire la luna da una nuvola
Gli sembro piu dolce anche la morte
Te voglio bene assai!Ma tanto tanto bene sai!..."
"Εδώ, που η θάλασσα λάμπει και κραυγάζει ο άνεμος
στην παλιά βεράντα, στον κόλπο του Σορρέντο
Ενας άντρας αγκαλιάζει μια κοπέλα δακρυσμένη
Καθαρίζει τη φωνή του και αρχίζει το τραγούδι...
Νοιώθει της θλίψης μουσική κι είπε να σηκωθεί απ'το πιάνο
αλλ'όταν είδε να προβάλει το φεγγάρι απ'το σύννεφο
του φάνηκε γλυκιά η όψη του θανάτου!
Σ'αγαπώ, τόσο, μα τόσο πολύ!..."
To κείμενο δημοσιεύτηκε και στο ηλεκτρονικό περιοδικό iporta.gr
Hara Nastou25 February 2015 at 08:09
Υπέροχη αφιερωματική δημοσίευση στον Καρούζο, που η φωνή του διασχίζει τον αέρα και φθάνει διθυραμβικά μέσα μας, να τη συνταράζει σε όλες της τις πτυχές! Είχε όμορφες παραξενιές, συγχωρεμένες, πλην των 60 τσιγάρων! Ευχαριστούμε, Ελπίδα, και για τούτη τη μουσική ευωχία, στην οποία προσκλήθηκαν τρεις αθάνατοι!!
Reply
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου