Translate

fb

Πέμπτη 30 Μαρτίου 2023

Βαν Γκογκ: ένας κρυμμένος Σοπέν στις επιστολές του...

 



H συλλογή επιστολών του Βαν Γκογκ περιλαμβάνει σχεδόν μια χιλιάδα γράμματα, από αυτά στα 700 είναι αποστολέας και στα υπόλοιπα αποδέκτης. Τα περισσότερα είναι γράμματα προς τον αδερφό του, αλλά υπάρχουν κι ορισμένα προς τον Γκωγκέν, τον Εμίλ Μπερνάρ κ.α.

Καθώς ο ζωγράφος υπήρξε μανιώδης φιλαναγνώστης, οι επιστολές του αντικατοπτρίζουν τις λογοτεχνικές του αναζητήσεις, όπως κι ένα μοναδικά αυθεντικό λογοτεχνικό ύφος.

Το στυλ του Ζολά, του Μπαλζάκ ή του Φλωμπέρ, αλλά και οι ποιητικές περιγραφές του Ντίκενς, της Σαρλότ Μπροντέ ή του Τζων Κητς, που διάβαζε τη νύχτα, όταν το φυσικό φως δεν ήταν αρκετό ώστε να ζωγραφίζει, είναι εμφανείς στην επιστολογραφία του.

Κάποτε ο Γκωγκέν διαβάζοντας τα γράμματα του Βαν Γκογκ τού είπε: "Πώς φαίνεται πως διαβάζεις συνεχώς!!"

Οι μελετητές των επιστολών του ισχυρίζονται πως "εκφράζεται υπέροχα, πως το ταλέντο του στη συγγραφή είναι αξιοθαύμαστο και κάλλιστα η συναρπαστική γραφή του θα τού εξασφάλιζε περίοπτη θέση στην παγκόσμια λογοτεχνία"

Στις επιστολές του Βίνσεντ αντικατοπτρίζεται η πολύπτυχη προσωπικότητά του. Κάθε φορά και για κάθε περίσταση, υιοθετεί τον κατάλληλο τόνο να απευθυνθεί. Την εποχή που το ενδιαφέρον του για τη θρησκεία ήταν έντονο, (επηρεασμένος εμφανώς και από τον πάστορα πατέρα του, σπούδασε και θεολογία), ο τόνος του είναι σοβαρός, μεγαλοπρεπής, σχεδόν ρητορικός. Αργότερα, που ζει και κινείται στη φύση, απολαμβάνοντας το κάλλος της, υιοθετεί ύφος λιτό, όλο κομψότητα και χάρη, γλυκό και ανάλαφρο, αντικατοπτρίζοντας πλήρως τις σκέψεις και τα συναισθήματά του.

Η επιστολή με το σκίτσο
(wikimedia)
Αρχές του καλοκαιριού του 1890 ο Βαν Γκογκ γράφει από την Ωβέρ στον αδερφό του:


"28 Ιουνίου, 1890

Χθες και προχθές ζωγράφιζα το πορτρέτο της δεσποινίδος Γκασέ, το οποίο πιστεύω ότι θα δεις σύντομα. Το φόρεμά της είναι ροζ. Ο τοίχος στο φόντο, πράσινος με πορτοκαλί κηλίδες. Το χαλί κόκκινο με πράσινο. Το πιάνο, σκούρο βιολετί. Οι διαστάσεις του πιάνου είναι 1 μ. ύψος επί 50 εκ. πλάτος.
Τη ζωγράφισα με μεγάλη χαρά, αν και ήταν δύσκολη δουλειά. Μου υποσχέθηκε ότι την άλλη φορά θα πόζαρε με ένα μικρότερο όργανο...
[...]

Πάντα δικός σου,

Βικέντιος"


 

Η δεσποινίς Μαργκερίτ Γκασέ, στην οποία αναφέρεται στην επιστολή του ο Βαν Γκογκ, είναι η κόρη του Μεσιέ Γκασέ,  γιατρού, φιλότεχνου και συλλέκτη έργων τέχνης και φίλου κορυφαίων ζωγράφων της εποχής. Ο Πωλ Γκασέ είχε αναλάβει τη φροντίδα του ζωγράφου μας, όταν βγήκε από το άσυλο στο Σαιν Ρεμί. Είχε φροντίσει ο Τεό γι' αυτό, όταν έμαθε το ενδιαφέρον του Γκασέ να εργάζεται με καλλιτέχνες.
Και παρά την πρώτη αρνητική εντύπωση του Βαν Γκογκ για το γιατρό, στη συνέχεια έγιναν καλοί φίλοι. Αμέσως με την ευφράδεια, που τον διέκρινε έγραψε γι' αυτόν στον Τεό:

"Τελικά, δεν σου κρύβω πως στο πρόσωπο του Δρ. Γκασέ βρήκα έναν αληθινό φίλο. Κάτι σαν έναν άλλο αδελφό. Μοιάζουμε τόσο μεταξύ μας, και  σωματικά, μα κυρίως ψυχικά"


Van Gogh: "Marguerite Gachet am Klavier"
Το εικαστικό της Μαργκερίτ ολοκληρώθηκε λίγο αργότερα..


Η κοπέλα, η κόρη του γιατρού, αγαπούσε και κείνη πολύ τη ζωγραφική. Όμως αγαπούσε και τη μουσική.
Ήταν αυτοδίδακτη πιανίστα, ταλέντο που είχε κληρονομήσει από τη μητέρα της. Το πιάνο στο σπίτι ήταν εκείνης, όπως και οι παρτιτούρες...Η μητέρα λάτρευε την αέρινη, ρομαντική μουσική του Σοπέν, όπως και του Σούμπερτ ...
"Ο Σοπέν,...πολύ ανώτερος απ' τους άλλους, πλήττω με τους σύγχρονους συνθέτες", έλεγε συχνά.
Τής άρεσε να παίζει τα έργα του. Βαλς, Πρελούδια και Νυχτερινά. Όλα συνθέσεις του τρυφερού ποιητή των ήχων, του "Ραφαήλ" του πιάνου! Να παίζει μπαλάντες, αλλά και τις Σπουδές του. Κυρίως όμως απολάμβανε τις Μαζούρκες του. Κι έπαιζε με τόσο πάθος! Σε κάθε νότα ένοιωθε τον πόνο του νόστου, την ελπίδα και την κραυγή του μουσουργού. Κάθε φράση του ξεχείλιζε ιλαρό λυρισμό, αβρή τρυφερότητα, χάρη, μα και ορμή.


Αυτό είναι το πιάνο της... Εκεί ζωγράφισε ο Βίνσεντ τη δεσποσύνη Μαργκερίτ Γκασέ. Κι αυτές, είναι οι παρτιτούρες της, με δικές της σημειώσεις επάνω.
Όλες στοιβαγμένες και παρατημένες εδώ και πολύ καιρό, χωρίς ποτέ να ενδιαφερθεί κανείς γι'αυτές.

"Τής πήρα εγώ. Από δω και πέρα μού ανήκουν", σκέφτεται η 19χρονη κοπέλα.
"Μπορεί να είναι μικρής αξίας, αλλά είναι το πολυτιμότερο δώρο που θα μπορούσα να έχω από τη μητέρα μου... Οι ερμηνείες της -όσοι τις θυμούνται- λένε πως ήταν ονειρεμένες. Την συνέπαιρναν οι τρυφερές μελωδίες του ποιητή Σοπέν..  Ο πλούτος στις αποχρώσεις και το εκφραστικό τους βάθος, σαγήνευε...Οπότε και γω παίζω μόνο Σοπέν, τον αγαπημένο της...Και δεν κουράζομαι ποτέ..."

Όση ώρα πόζαρε στον κ. Βίνσεντ για να τη ζωγραφίσει, τα δάκτυλά της έτρεχαν πάνω στα ασπρόμαυρα πλήκτρα. Ο ζωγράφος φαινόταν να μην έδινε σημασία γιατί ήταν προσηλωμένος στη δουλειά του. Ήθελε να προλάβει να ολοκληρώσει τον καμβά πριν τη δύση του ήλιου. Προτιμούσε το φυσικό φως, που είναι αυτό που ωριμάζει χρωματικά το έργο. Όμως ο Βίνσεντ "χόρευε" με τα πινέλα του -θαρρείς- στο ρυθμό της μελωδίας, που το κορίτσι εκτελούσε. Σκεφτόταν πως ο γαλλοπολωνός πιανίστας και συνθέτης είχε πεθάνει τριάμισι χρόνια πριν γεννηθεί εκείνος...Κι ήταν μόλις 39 χρονών...Τόσο νέος!... Η καρδιά του φτεροκόπησε. Πήρε αρκετό από το σκούρο μωβ στην παλέτα του κι άρχισε τις πλατιές, βίαιες πινελιές. Ράπιζε τον καμβά με θυμό. Με κοφτές κινήσεις έβαφε με το σκούρο χρώμα το σκιτσαρισμένο πιάνο. Μωβ, χρώμα πένθιμο για το όργανο που έπαιρνε πνοή κάθε που ο Σοπέν άγγιζε τα πλήκτρα του. 

- Τριανταεννιά χρονών; φώναξε αγανακτισμένη η εσωτερική του φωνή. Πόσο άδικο να φεύγουν ιδιοφυίες σαν τον Σοπέν, τόσο νέοι! 
Χωρίς να σταματήσει τις πινελιές, ούτε καν να στρέψει το βλέμμα του, ρώτησε τη Μαργκερίτ ποιο έργο του έπαιζε.

- Tη Μαζούρκα σε φα μινόρε, του είπε, χωρίς και κείνη να γυρίσει προς το μέρος του, αφού τής είχε ζητήσει μη χάσει την πόζα της αν πρώτα δεν τής έδινε την άδεια. 

- Η φυματίωση έτρωγε τον Σοπέν κι ήταν πολύ αδύναμος όταν έγραφε τη Μαζούρκα αυτή, συνέχισε η κοπέλα. Η μουσική του έρεε γάργαρα στη φαντασία του και μόνο. Δεν μπορούσε να σηκωθεί να κάτσει στο πιάνο του δωματίου του για να παίξει. Είναι μια μαζούρκα, που δεν χορεύεται, και δεν χρειάζεται κανείς να πασχίσει για ν' ακούσει τη μελαγχολία της. Μοτίβα, που εκφράζουν τη φλόγα, το πάθος και τον πατριωτισμό του πολωνικού λαού. Η Μαζούρκα σε Φα είναι το τελευταίο τιτίβισμα του Σοπέν, είπε το κορίτσι, καθώς ολοκλήρωνε την τελευταία μουσική φράση.
Λίγους μήνες αργότερα η καρδιά του έπαψε να χτυπά...

- Μια τελευταία πινελιά μωβ στο πιάνο και τέλειωσα, είπε -φανερά απρόθυμος- ο Βαν Γκογκ, προσπαθώντας στη σιγή που ακολούθησε να κρύψει τις μελαγχολικές σκέψεις του. Μάζεψε το καβαλέτο. Κοιτούσε τη δύση, που κι αυτή βαφόταν μαβιά...Σκούρα και τα χρώματα στην ψυχή του, έδεναν με το μαύρο της νύχτας, που ερχόταν...


Η μοίρα είχε γραφτεί κοινή για τους δυο τους, συνθέτη και ζωγράφο. Ελάχιστους μήνες αργότερα θα έπαυε και του Βαν Γκογκ η καρδιά να χτυπά. Κι ήταν μόλις τριανταεπτά χρονών...

Πολύ λίγο μετά το θάνατό του, όλοι -ως άλλοι Σούμαν για Σοπέν- θα αναφωνούσαν για Βαν Γκογκ: "Κύριοι, αποκαλυφθείτε! Μπροστά σας είναι μια μεγαλοφυΐα!

(Ε.Ν)

Chopin: "Mazurka Op. 68 no. 4, F minor":


Ερέθισμα για τη γραφή της ιστορίας έδωσε η γενέθλια επέτειος του Ολλανδού ζωγράφου. Σήμερα συμπληρώνονται 170 χρόνια από τη γέννησή του στο χωριό Ζούντερτ στις 30 Μαρτίου 1853. Ήταν γιος του πάστορα Θεόδωρου βαν Γκογκ, το πρώτο από τα επτά παιδιά της οικογένειας.


Για τον Βαν Γκογκ υπάρχουν πολλά κείμενα στο μπλογκ. Περιηγηθείτε!






Τετάρτη 29 Μαρτίου 2023

Για την ΗΜΕΡΑ του ΠΙΑΝΟΥ, με δύναμη στο αριστερό....

 



"Parfois, je ne peux que gémir, souffrir et vider mon désespoir au piano"

"Kάποιες φορές γκρινιάζω, υποφέρω και  ξεχύνω όλη την απελπισία μου στο πιάνο", θα εκμυστηρευτεί ο Φρεντερίκ Σοπέν, γνωστός ως "ποιητής του πιάνου"..

Είναι βλέπετε που το πιάνο έχει ψυχή..

H "ψυχή" του κλείνεται μέσα στα 88 πλήκτρα του.  Τα πατήματά τους μπορούν να προκαλέσουν δάκρυα, ξεχειλίσματα χαράς, ανακουφιστικής αγαλλίασης...


"ΗΜΕΡΑ του ΠΙΑΝΟΥ" σήμερα, η 88η μέρα του χρόνου, που καθιερώθηκε με σκεπτικό τα 88 μαγικά ασπρόμαυρα πλήκτρα του. Την έκτασή του δηλαδή που είναι 7 κ 1/3 οκτάβες ήτοι 88 πλήκτρα, (αν και ορισμένα πιάνα, όπως της Bοsendorfer έχουν έκταση 8 οκτάβων).


"Το πιάνο ως μέσο έκφρασης είναι ένας ολόκληρος κόσμος από μόνος του.
Κανένα άλλο όργανο δεν μπορεί να γεμίσει ή να αντικαταστήσει τo δικό του αποτύπωμα στον κόσμο των συναισθημάτων, της ποίησης, της εικόνας και της φαντασίας" 

Leopold Godowsky
Τάδε έφη περί πιάνου, ο βιρτουόζος του οργάνου, Leopold Godowsky, γνωστός ως "Βούδας του πιάνου". 

Ένας από τους γίγαντες του πληκτρολογίου, δημοφιλής για την εξαιρετική τεχνική του. Ήταν ο τελευταίος στην κάστα μουσικών που συνέβαλαν ουσιαστικά στην ανάπτυξη της μουσικής για πιάνο(μαζί με τους Ραχμάνινοφ και Μπουσόνι).


Εξαιτίας του πολύ δυνατού αριστερού του χεριού,  χαρακτηρίστηκε "απόστολος του αριστερού".

Mετέγραψε τις Σπουδές για πιάνο του Φρ. Σοπέν("Studies on Chopin's Études"),  γνωστές για την τεχνική τους δυσκολία, που έκαναν τον μουσικοκριτικό Harold Schonberg να  τις αποκαλέσει "ως τις πλέον δυσκολότερες συνθέσεις, που γράφτηκαν ποτέ για πιάνο."

Οι διασκευές των Σπουδών από τον Γκοντόφσκι εκτός από εξαιρετικά δύσκολες είναι και  πολύ περίπλοκες.
Πχ. συνδυάζει δυο Σπουδές σε μία, φέρνει προς εκτέλεση το μέρος του αριστερού χεριού  στο δεξί ή μεταγράφει τη Σπουδή για το αριστερό χέρι μόνο. 


Με αφορμή την Ημέρα του Πιάνου, θα ακούσουμε την 9η Σπουδή από το Op.10 του Σοπέν, μια σύνθεση υψηλής ερμηνευτικής δυσκολίας λόγω των ταχύτατων αλμάτων στο αριστερό χέρι, για την οποία ο βιρτουόζος "Βούδας του πιάνου" συνέθεσε τρεις διαφορετικές εκδοχές.
Στην τρίτη εκδοχή αναθέτει την εκτέλεσή της μόνο στο αριστερό, επιβεβαιώνοντας το χαρακτηρισμό "απόστολος του αριστερού χεριού".

Leopold Goowsky: "Study on Étude Op.10 No.9, for left hand alone"


Για την Piano Day μπορείτε να διαβάσετε παλαιότερα άρθρα εδώεδώ και εδώ.






Τρίτη 28 Μαρτίου 2023

"Ο Βιολιστής": Marc Chagall - George Crumb"

 

Marc Chagall: "The Fiddler"

Οι πίνακές του γεμίζουν ανθρώπους και ζώα που αιωρούνται...Αγγέλους, βιολιστές, ψάρια και αγελάδες. Η ζωγραφική του έχει μια παιδικότητα και την χαρακτηρίζει το φανταστικό και ποιητικό στοιχείο.

Ο Μαρκ Σαγκάλ, στη μνήμη του οποίου(πέθανε σαν σήμερα, 28 Μαρτίου 1985) γίνεται η σημερινή αναφορά, είχε γεννηθεί στο Βιτέμπσκ της Ρωσίας το 1887 από Εβραίους γονείς.


"Μια ωραία μέρα, καθώς η μητέρα μου έβαζε το ψωμί στο φούρνο, πήγα κοντά της και πιάνοντάς την από τον αλειμμένο με αλεύρι αγκώνα της, της είπα: "Μαμά, θέλω να γίνω ζωγράφος", θυμάται ο ρώσος καλλιτέχνης.


Θεωρείται πρωτοποριακός, νεωτεριστής ζωγράφος, όπου προσωπικά βιώματα, θρησκεία, μυστικισμός και νοσταλγία επηρεάζουν το έργο και τη θεματολογία του.

Ο Γκιγιόμ Απολλιναίρ  θα  χαρακτηρίσει  την τέχνη του "άκρως αισθησιακή και τον καλλιτέχνη εξαιρετικά ταλαντούχο κολορίστα, που καταπιάνεται με πάθος με όλα όσα του υπαγορεύει η μυστικιστική ειδωλολατρική φαντασία του"

Ο Πικάσο θα δηλώσει πως ο Σαγκάλ είναι ο "μοναδικός ζωγράφος που ξέρει τι είναι χρώμα", ενώ ο δικός μας Δημήτρης Μυταράς θα υπογραμμίσει πως "ζωγραφίζει με ακρίβεια ό,τι βλέπει γύρω του, αγελάδες στα κεραμίδια, κοκόρια στην αυλή του χωριού του, τη γυναίκα του να πετάει μαζί του στον ουρανό, και τον βιολιστή στη στέγη".


Το βιολί από τα μουσικά όργανα, είναι από τα αγαπημένα του μοτίβα και το επαναλαμβάνει συχνά. Εκτός από τα γίντις(εβραϊκή μουσική) απολάμβανε τη μουσική των Μπαχ και Μότσαρτ.

 Ο καλλιτέχνης ζούσε στη Γαλλία όταν ζωγράφισε τον "Πράσινο Βιολιστή", μια εικαστική αποτύπωση από τις πλέον δημοφιλείς, καθώς ο τιμώμενος ζωγράφος έχει δώσει αρκετές εκδοχές του ίδιου θέματος. 

Πρόκειται για τεραστίων διαστάσεων έργο, όπου ένας εκτελεστής βιολιού καταλαμβάνει το κεντρικό τμήμα του...Ο μουσικός στέκει πάνω σε σπίτι, ενώ πίσω του απεικονίζεται το χωριό που μεγάλωσε ο ζωγράφος, Βιτέμπσκ.Τα χρώματα είναι έντονα. Κυριαρχούν το λευκό στις χιονισμένες στέγες των σπιτιών, μαύρο και καφετί στο φόντο, στις προσόψεις των κτιρίων και των εκκλησιών, ενώ το πρόσωπο του βιολιστή είναι μπλε και πράσινο. Στο καπέλο του εμφανίζονται κόκκινες απαλές πινελιές και το βιολί χρωματίζεται με  πορτοκαλί και κίτρινο.

Η μορφή του βιολιστή φωτίζει το πολιτιστικό και θρησκευτικό υπόβαθρο του Σαγκάλ. Καθότι Εβραίος, πίστευε ότι ήταν δυνατόν να επιτευχθεί ουσιαστική κοινωνία με τον Θεό μέσω της μουσικής και του χορού, έτσι η παρουσία των βιολιστών ήταν ζωτική σε γιορτές και άλλες τελετές. Στα έργα του η μουσική είναι το σύμβολο που συνδέεται με σημαντικά γεγονότα στην ανθρώπινη ζωή, γέννηση, γάμο η θάνατο...

Λέγεται πως ο πίνακας  αποτέλεσε έμπνευση για τον τίτλο του μιούζικαλ: "Βιολιστής στη στέγη".


Όμως είναι και το έργο που ενθουσίασε τον Τζωρτζ Κραμπ και το συμπεριέλαβε στον κύκλο του για ενισχυμένο πιάνο με τη βοήθεια  πρόσθετων μηχανισμών:  "Μεταμορφώσεις", Βιβλίο 1ο, όπου πατώντας στα χνάρια του Μουσόργκσκυ και το "Εικόνες από μια Έκθεση" εμπνέεται από πίνακες ζωγραφικής.
Λάτρης της εικαστικής τέχνης, δεν είναι η πρώτη φορά που ζωγραφικές δημιουργίες αποτελούν ερέθισμα για τον Κραμπ...

Στη σύνθεση συνυπάρχουν Σαγκάλ, Κλέε, Βαν Γκογκ, Καντίνσκυ, Νταλί και άλλοι καλλιτέχνες.

Η αλήθεια της μουσικής του αμερικανού αβανγκαρντ δημιουργού βασίζεται σε ένα πραγματικά διαφορετικό βίωμα, μία διαφορετική αντίληψη του χρόνου, ή μία αντίληψη  ενός διαφορετικού τρόπου καλλιτεχνικής ύπαρξης.

Ετσι, δίνει ένα πρωτοποριακό γοητευτικό έργο στο οποίο  εξερευνά τις δυνατότητες του εκτεταμένου πιάνου (εμπλουτισμένου δηλ. και με νέες, ασυνήθιστες τεχνικές εκτέλεσης). Για τον Κραμπ καθένας από τους πίνακες αντιμετωπίζεται ως βάση- ερέθισμα για τη "μεταμόρφωσή" του σε νέα αλλά σχετική δημιουργία. Ο συνθέτης προσδιορίζει στη δομή, τη διάθεση ή την τεχνική κάθε πίνακα, το στοιχείο εκείνο που θα χρησιμοποιήσει  ως "θέμα" του, προκειμένου να αναδείξει την ερμηνεία του συμβόλου. 

Όπως στην περίπτωση του "Βιολιστή", που στην έναρξή του εντυπωσιάζoυν  τα γρήγορα glissandos "απευθείας" στις χορδές του πιάνου και όχι στα πλήκτρα. Στη συνέχεια αναδύονται μελωδικά  τμήματα με τα οποία ο συνθέτης επικαλείται τον ήχο των ρωσικών-εβραϊκών λαϊκών μελωδιών .Η μουσική του Κραμπ παραπέμπει σε μηχανικούς ήχους, δημιουργεί ένα πρωτόγνωρο ηχητικό σύμπαν, παράγει ένα παράδοξο όνειρο γιατί πατάει πάνω στα χνάρια του ζωγράφου που "μεταμορφώνει", καθώς "όταν ζωγραφίζει ο Σαγκάλ υπάρχει κάποιος άγγελος στο κεφάλι του...Δεν ξέρεις αν είναι ξύπνιος ή αν κοιμάται...", όπως χαρακτηριστικά έλεγε για κείνον ο Πάμπλο Πικάσο.


George Crumb: Metamorphoses, Book 1, Ν. 4. The Fiddler  (Marc Chagall):


Για τον Μαρκ Σαγκάλ υπάρχουν και άλλα κείμενα στο μπλογκ. Περιηγηθείτε!









Δευτέρα 27 Μαρτίου 2023

Αριστοφανική Κωμωδία για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου...

Αρχαίος υποκριτής (ή ποιητής) με προσωπεία κωμωδίας

"Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας, το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος και ακέραιος πολιτισμός"
(Κάρολος Κουν)


Κάθε χρόνο στις 27 Μαρτίου γιορτάζει το Θέατρο, μια τέχνη σύνθετη και ανυπέρβλητης αξίας. 
Το Θέατρο χαρακτηρίζεται η πιο κοινωνική απ' όλες τις τέχνες, κατά την οποία η σύνδεση καλλιτέχνη-θεατή είναι άμεση.
Ηθοποιός και θεατής συνυπάρχουν μαγικά βιώνοντας μια εσωτερική ελευθερία... Συναίσθημα και νους δένονται, δημιουργώντας δυνατούς συντονισμούς εντός, οδηγώντας μεγαλειωδώς στο πέρασμα από το "εγώ" στο "εμείς" με τους πρωταγωνιστές (και της σκηνής και της πλατείας) να αλλάζουν σχεδόν συνείδηση μετέχοντας στο δρώμενο.


Στην αρχαιότητα το οικοδόμημα του δράματος στήριξαν δύο βασικοί πυλώνες, η τραγωδία και η κωμωδία.
Σήμερα με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου αναφερόμαστε στη δεύτερη και τον αρχαίο Έλληνα πατέρα της, Αριστοφάνη.
Στην αρχαία κωμωδία παρουσιάζονταν επί σκηνής επίκαιρα κοινωνικά και πολιτικά θέματα με τον ποιητή να ασκεί οξύτατη κριτική σε όλα τα σημαντικά πρόσωπα στοχεύοντας μεν στην ψυχαγωγία των θεατών, συμβάλλοντας δε στη βελτίωση της πολιτείας, στηλιτεύοντας κάθε παρανομία...

Ο αθηναίος κωμωδιογράφος, Αριστοφάνης γεννήθηκε στην Αθήνα το 445 π.Χ. και για τη ζωή του γνωρίζουμε ελάχιστες, πληροφορίες. Όμως στοιχεία για τη βιογραφία του, αντλούνται από τις ίδιες τις κωμωδίες του. Συνέγραψε 46 κωμικά έργα από τα οποία σώζονται 11. 

Τέταρτο κατά σειρά στα σωζόμενα έργα του μετά τους "Αχαρνείς", "Ιππείς" και "Νεφέλες" είναι οι "Σφήκες".

Πρόκειται για κωμωδία που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στα Λήναια το 422 π.Χ. στην οποία ο ποιητής σατιρίζει με καυστικό τρόπο τη δικομανία των αρχαίων Αθηναίων.
Προκειμένου να δελεάσει τους πολίτες να συμμετάσχουν στα λαϊκά δικαστήρια ως δικαστές, ο Περικλής είχε θεσμοθετήσει ημερήσια αποζημίωση. Όμως, το 425 π.Χ, ο Κλέων αύξησε το ποσό της αποζημίωσης με τους υπερήλικες πολίτες να προσέρχονται καθημερινά στην Ηλιαία, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν "επαγγελματίες" μισθωτοί δικαστές, αμφιβόλου δικαστικής προσφοράς...

Ο κωμικός ποιητής θέτει στο επίκεντρο το Αθηναϊκό δικαστικό σύστημα, πραγματεύεται και σατιρίζει τη φιλοδικία των Αθηναίων και τις άμεσες συνέπειες για την εσωτερική κατάσταση.


"Προς τους θεατές:
Θα μιλήσουμε τώρα σ᾽ εσάς,
τις χιλιάδες που κάθεστ᾽ εδώ,
θα σας πούμε δυο λόγια σωστά,
μα το νου σας, μην πάει και χαθούν
και του κάκου σκορπίσουν στη γη.
Τέτοιο πράμα οι αμόρφωτοι μόνο θεατές
το παθαίνουν· σ᾽ εσάς δεν ταιριάζει.
Όσοι λόγια σταράτα αγαπούνε ν᾽ ακούν,
ας προσέξουν σ᾽ αυτά που τους λέω.
Στους θεατές ο ποιητής λαχταρά πια να πει
το παράπονο που είχε κρυμμένο.
Ενώ τόσα τους είχε προσφέρει καλά,
τ᾽ άδικο είδε απ᾽ αυτούς δίχως λόγο...."
("Σφήκες", Αριστοφάνη, μτφ: Θρ. Σταύρου)


Κωμικός ηθοποιός με προσωπείο (ειδώλιο από τερακότα)
Επίσης μέσα από αυτή την κωμωδία του, ο Αριστοφάνης βρίσκει ευκαιρία να εκφράσει το προσωπικό του παράπονο για την αποτυχία που είχαν οι "Νεφέλες" του... 
Γι' αυτό και όπως μαρτυρά το παραπάνω απόσπασμα, από την αρχή του έργου ο ποιητής προετοιμάζει ψυχικά το θεατή, τονίζοντας πως το έργο του είναι έργο ποιότητος κι όχι φτηνή κωμωδία, από τις τόσες που παρουσίαζαν συνήθως οι συνάδελφοί του.


Ο ταλαντούχος κωμικός ποιητής πραγματεύεται το θέμα με ευρηματικότητα και πρωτοτυπία εμφανίζοντας με κάθε συμβολισμό ζωόμορφο το χορό (Σφήκες), όπως θα κάνει αργότερα στις κωμωδίες "Όρνιθες" και "Βάτραχοι".




"Αν σκεφτείς και το ξετάσεις, θά᾽ βρεις ότι σε όλα εμείς,
στις συνήθειες και στη γνώμη, σφήκες είμαστε σωστές.
Πρώτα πρώτα, δεν υπάρχει ζωντανό πιο αράθυμο,
μόλις πας και το ξαγγρίσεις, πιο τσινιάρικο από μας·
αλλά οι τρόποι μας και σε όλα τ᾽ άλλα είναι όμοιοι των σφηκών.
Μαζεμένοι σμάρια σμάρια, σάμπως σε σφηκοφωλιές,
πάνε και δικάζουν όπου ο άρχοντας, παν άλλοι εκεί
που ᾽ναι οι έντεκα, ή στο Ωδείο· στριμωγμένοι και σκυφτοί
άλλοι κολλητά στα τείχη, δύσκολα σαλεύοντας,
όμοιοι με σφηκών σκουλήκια στης φωλιάς τους τα κελιά.
Κι όσο για συντήρησή μας, τα βολεύουμε εύκολα·
δίνουμε κεντιές αράδα κι έτσι βγαίνει το ψωμί..."
("Σφήκες", Αριστοφάνη, μτφ: Θρ. Σταύρου)



Το 1909, ο άγγλος συνθέτης, Ραλφ Βον Ουίλιαμς, θα συνθέσει σκηνική μουσική για την παράσταση της Αριστοφανικής κωμωδίας που θα ανέβαζαν οι φοιτητές στο Trinity College του Πανεπιστημίου του Κέημπριτζ. 
Τονίζουμε πως η παράσταση ενός αρχαίου ελληνικού έργου και μάλιστα στην πρωτότυπη γλώσσα είναι μια μακρόχρονη παράδοση στο βρετανικό Παν/μιο.

Ο Βον Ουίλιαμς(ο οποίος είχε σπουδάσει στο Trinity) μόλις έχει επιστρέψει από το Παρίσι που είχε μεταβεί προκειμένου να μαθητεύσει με τον Μωρίς Ραβέλ γι' αυτό και ακούγοντας προσεκτικά τη μουσική δημιουργία του "Τhe Wasps-Σφήκες" για βαρύτονο, ανδρική χορωδία και ορχήστρα διακρίνει κανείς Ραβελικές, ιμπρεσιονιστικές ανταύγειες, φέροντας όμως την προσωπική σφραγίδα του δημιουργού του.
Eίναι αξιοσημείωτο ότι κατά δήλωση του Ραβέλ, ο Βον Ουίλιαμς ήταν "ο μόνος μαθητής του που δεν "έγραφε" τη μουσική του", με τον ίδιο τον Βον Ουίλιαμς να παραδέχεται ότι ο γάλλος συνθέτης τον "βοήθησε να ξεφύγει από το βαρύ αντιστικτικό τευτονικό ύφος".

Ralph Vaughan Williams: "The Wasps - Aristophanes":



Τρία χρόνια αργότερα και εξαιτίας της μεγάλης διάρκειας του έργου, ο συνθέτης το παρουσίασε σε μορφή σουίτας δομημένη σε πέντε μέρη από τα οποία στις μέρες μας εκτελείται αυτόνομα η ουβερτούρα, σύνθεση χαριτωμένη, με την πολύβουη μελωδική κίνηση να θυμίζει κυριολεκτικά τις σφήκες (τα έντομα) με τις οποίες ο Αριστοφάνης χαρακτήρισε τους γέροντες δικαστές!
Η έμπνευση διαμορφώνεται σύμφωνα με τα στοιχεία της Αριστοφανικής δημιουργίας, ανάλαφρη, ενθουσιώδης, δυναμική.
 Πλούσια η ενορχήστρωση με τα έγχορδα σε πρωταγωνιστικό ρόλο να οδηγούν τα μοτίβα, παραδίδοντάς τα ενίοτε στα λαμπρά, θορυβώδη πνευστά. Ευκίνητες φιγούρες αποδίδουν το πέταγμα των εντόμων, ενώ ξεχωρίζουν τα σολιστικά, σπινθηροβόλα τμήματα(ιδιαίτερα στο 4ο μέρος-Εμβατήριο των κουζινικών-) γεμάτα εκφραστικότητα και λυρισμό.


Τα μέρη:

1. Overture
2. Entr'acte
3. March past of the Kitchen utensils
4. Entr'acte
5. Ballet and final tableau


Ralph Vaughan Williams: "The Wasps, Aristophanic Suite":
Διευθύνει ο Sir Adrian Boult




Ο Vincent d’ Indy κι ο μύθος της Ιστάρ ...


 
"Ishtar or Astarte", Dante Gabriel Rossetti


Στη μυθολογία των Σουμερίων, η κυριότερη θηλυκή θεότητα ήταν η Ινάννα, αντίστοιχη της θεάς Αφροδίτης των Αρχαίων Ελλήνων. Πίστευαν ότι είχε δυο πλευρές. Από τη μια ήταν θεά της ομορφιάς, της ηδονής, της γονιμότητας και του αισθησιασμού, συγχρόνως όμως ήταν θεά του πολέμου και είχε τη δύναμη να καταστρέφει τα πάντα και να στερεί τη γονιμότητα από όλα τα γήινα πλάσματα.

Η Ινάννα ή για τους Φοίνικες Αστάρτη και τους Βαβυλώνιους Ιστάρ, πρωταγωνιστεί σε αρκετούς μύθους, με σημαντικότερο την "Κάθοδό της στον Κάτω Κόσμο".
Στο μύθο αυτό κατεβαίνει στο Βασίλειο των Νεκρών για να διεκδικήσει τον αγαπημένο της Ταμούζ που είχε πεθάνει στον ανθό της νεότητάς του.

Από τον σκοτεινό τόπο των Νεκρών, γνωστό ως Ιρκάλλα, δεν υπάρχει επιστροφή. Εκεί, βασιλεύει η αδελφή της Ιστάρ, θεά Ερεσκιγκάλ, και είναι τόπος, που περιβάλλεται από επτά πύλες.

Ο μύθος αναφέρει ότι περίλυπη η Ιστάρ αποφάσισε να ξανασμίξει με τον αγαπημένο της σύζυγο. Φόρεσε τα πιο κομψά της ενδύματα, στολίστηκε με τα διαμαντικά της και μπήκε στο σπήλαιο που οδηγεί στον Κάτω Κόσμο.

Για να περάσει, ο φύλακας κάθε πύλης τής ζητούσε κι από ένα κόσμημα ή ρούχο της. Κατάφερε κι έφτασε στην έβδομη Πύλη ολόγυμνη, έτοιμη πια να σμίξει με τον αγαπημένο της. Εκεί όμως συνάντησε τη ζηλόφθονη αδερφή της, που διέταξε τον θάνατό της. Τότε, λένε μαράζωσε και η φύση, τα πουλιά έπαψαν να κελαηδούν, τα ζώα σταμάτησαν να ζευγαρώνουν...

Η κατάσταση θα άλλαζε μόνο, αν κάποιο άλλο πρόσωπο έπαιρνε τη θέση της Ιστάρ, στοιχείο που παραπέμπει στον αντίστοιχο μύθο της Δήμητρας και της Περσεφόνης, συμβολισμοί του θανάτου και της αναγέννησης της φύσης.




Από την κάθοδο της Ιστάρ στον Άδη είναι εμπνευσμένη η σύνθεση του γάλλου Vincent d'Indy που ολοκλήρωσε το 1896. Πρόκειται για Συμφωνικές παραλλαγές, με τίτλο: "Ishtar", που παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά την επόμενη χρονιά στις Βρυξέλλες.


Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που οι Γάλλοι -κυρίως- καλλιτέχνες ακολουθούν την τάση του οριενταλισμού, με τις εξωτικές χώρες να πυροδοτούν τη φαντασία τους. Μέχρι το 1896 ο d'Indy δεν είχε δείξει το παραμικρό ενδιαφέρον και επιθυμία να συνθέσει "ανατολίτικης" έμπνευσης δημιουργία.
Κάποιοι ισχυρίζονται πως άλλαξε γνώμη μετά τη δημοσίευση του έργου "Istar" του "Πρίγκιπα των Ροδόσταυρων", Joséphin Péladan, ο οποίο αναφέρεται στην Aσσύρια βασίλισσα όπως αυτή περιγράφεται στο έπος Γκιλγκαμές.


Ο d'Indy εντυπωσιάστηκε από την Ιστάρ, που σαν θηλυκός Ορφέας, κατεβαίνει στον Άδη, αψηφώντας νόμους και κανόνες της φύσης και των θεών για να ξανασμίξει με τον άντρα της..

Ο Ντ'Ιντύ αποτυπώνει με μουσική φιλοσοφικό-αποκρυφιστικής αίσθησης το πέρασμα της Ιστάρ από τις Επτά Πύλες του Άδη, στην κάθε μια από τις οποίες παραδίδει και κάτι από την αμφίεσή της. Μετά την έβδομη πύλη, ολόγυμνη πια, εισέρχεται στο σκοτεινό βασίλειο…

Ο γάλλος συνθέτης για να ακολουθήσει τη δραματική εξέλιξη, συνέθεσε ένα θέμα και παραλλαγές, ξεδιπλώνοντάς τα όμως αντίστροφα.
Δηλαδή ξεκινώντας με παραλλαγές στις οποίες το θέμα είναι δύσκολο να αναγνωριστεί. Μετά την έβδομη πύλη, το βασικό θέμα παρουσιάζεται σε μια λιτή εκτέλεση χωρίς συνοδεία, αντανακλώντας έτσι τη γύμνια της ηρωίδας.

books.Istar
Ακολουθεί ένα φωτεινό, αισθησιακότατο θέμα, πλαισιωμένο από πλούσιες αρμονικές αναζητήσεις αποκρυφιστικών διαθέσεων, υπογραμμίζοντας τον θρίαμβο των επανενωμένων εραστών.

Αν και παραμένει σύνθεση γαλλικού τύπου μεταρομαντικής αισθητικής, η εξωτική φύση της πλοκής δηλώνεται από ασυνήθιστα μελωδικά μοτίβα, τολμηρές αρμονίες και ιδιαίτερα ορχηστρικά χρώματα, που σκιαγραφούν την ένταση του πάθους και τη μυστηριακή ατμόσφαιρα.

Από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες της παρισινής μουσικής κοινωνίας ο Vincent d’ Indy δημιουργεί στο μεταίχμιο ρομαντισμού και ιμπρεσιονισμού, ανάμεσα στις στέρεες δομές του πρώτου και την ποτισμένη με εξωτικά αρώματα ελευθεριότητα του δεύτερου.
Ο συμπατριώτης συνάδελφός του, Κλωντ Ντεμπισί εκτιμούσε ιδιαίτερα την "Ιστάρ", όπως και τον δημιουργό της αφάνταστα: "Τιμώ τον Vincent d’ Indy, για τη γαλήνια τόλμη του να ξεπερνά τον εαυτό του", συνήθιζε να δηλώνει.

Στην πρεμιέρα των " Συμφωνικών Παραλλαγών, "Ishtar" καθοδηγούσε από το πόντιουμ ο Eugène Ysaÿe, στον οποίο και αφιέρωσε ο δημιουργός τη σύνθεση.

Vincent d'Indy: "Istar,  Variations Symphoniques, Op. 42"
(Την SFO διευθύνει ο 
Pierre Monteux)



(Ο Vincent d’ Indy γεννήθηκε στο Παρίσι στις 27 Μαρτίου 1851)







Τρίτη 21 Μαρτίου 2023

"Ο Νέγρος μιλάει για ποτάμια" / Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού...

 

Aaron Douglas: "The Negro Speaks of Rivers"(1941)
inspired by Langston Hughes’s poem
(πηγή: digitalhistory.uh.edu)


(Με αφορμή την 21η Μαρτίου, Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων


Langston Hughes
Ο ποιητής Langston Hughes  ανήκει στο καλλιτεχνικό κίνημα της "Αναγέννησης του Χάρλεμ", που στόχευε στην πνευματική και πολιτιστική αναβίωση της αφροαμερικανικής τέχνης, λογοτεχνίας, ποίησης, μουσικής, χορού και θεάτρου, με επίκεντρο το Χάρλεμ της Ν. Υόρκης, κατά τις δεκαετίες 1920-1930.

Ήταν μόλις 17 ετών, όταν κατά τη διάρκεια ταξιδιού του, έγραψε ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά ποιήματά του με τίτλο: "Ο Νέγρος μιλάει για ποτάμια".

 
Ταξίδευε με την αμαξοστοιχία, που διέσχιζε τον ποταμό Μισισιπή, πηγαίνοντας προς το Μεξικό να συναντήσει τον πατέρα του. Τότε τον δόνησε η έμπνευση και μέσα σε 15 λεπτά είχε ολοκληρώσει το ποίημά του, που το κατέγραψε στο πίσω μέρος ενός φακέλου.
Το ποίημα εξετάζει τον σύγχρονο αφροαμερικανό παράλληλα με τις αρχαίες, κοινές αναμνήσεις των αφρικανικών λαών, εντοπίζοντας τη σύνδεσή τους με ποτάμια και στις δύο ηπείρους.


"Έχω γνωρίσει ποτάμια:
Έχω γνωρίσει ποτάμια παλιά όσο ο κόσμος και ακόμα περισσότερο
Απ’ τη ροή του αίματος μέσα στις φλέβες των ανθρώπων.

Η ψυχή μου βάθυνε σαν τα ποτάμια.
Λούστηκα στον Ευφράτη όταν οι αυγές βρίσκονταν στην αρχή.
Έχτισα την καλύβα μου κοντά στον Κονγκό που με νανούρισε για να κοιμηθώ.

Αγνάντεψα το Νείλο και σήκωσα τις πυραμίδες πάνω απ’ αυτόν.
Άκουσα το τραγούδι του Μισισιπή όταν ο Έιμπ Λίνκολν
κατέβηκε στη Νέα Ορλεάνη, και έχω δει το λασπωμένο
του κόρφο να γίνεται ολόχρυσος στο ηλιοβασίλεμα.

Έχω γνωρίσει ποτάμια:
Αρχαία, σκοτεινά ποτάμια.
Η ψυχή μου βάθυνε σαν τα ποτάμια."


Η ποίησή του Xιουζ συνδυάζοντας λυρική φωνή και ρεαλισμό, αποτελεί διαμαρτυρία,  σιγανό παράπονο, ναρκωμένη ελπίδα.

Λέγεται πως όταν ο Λίνκολν επισκέφτηκε την Νέα Ορλεάνη μέσω του Μισισιπή, διαπίστωσε τις σκληρές και απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας των αφροαμερικανών σκλάβων στον αμερικανικό Νότο και αποφάσισε ότι ο θεσμός της δουλείας θα έπρεπε να καταργηθεί.


Το "The Negro Speaks of Rivers’, είναι ένα βαθιά στοχαστικό και τεράστας δύναμης ποίημα, όπου στο πέρασμα της ιστορίας Νέγρος και ποτάμια, ταυτίζονται. Η νέγρικη φυλή δανείζεται απ’ τα ποτάμια την αθανασία της. Ο ποιητής αναφέρεται στη μεταμόρφωση του Μισισιπή από λάσπη σε χρυσό που λάμπει κάτω απ' τον ήλιο, παραπέμποντας στο μετασχηματισμό των μαύρων δούλων σε ελεύθερους άνδρες.
Όπως τα νερά των ποταμών ρέουν ακατάπαυστα, έτσι αδιάκοπα αντέχει και η μαύρη ψυχή. 
Είναι ευφάνταστος ο λόγος του Χιουζ μέσα απ' τον οποίο ανιχνεύεται η ιστορία των μαύρων από την αρχή του ανθρώπινου πολιτισμού μέχρι σήμερα, που περιλαμβάνει τόσο θριάμβους (όπως η κατασκευή των πυραμίδων) όσο και φρίκη (όπως η δουλεία).
Το ποίημα υποδηλώνει επίσης την συνέχεια της πολιτιστικής ταυτότητας της φυλής και της παραμελημένης (από τους λευικούς) συνεισφοράς της στον ανθρώπινο πολιτισμό.


Στη ΜΟΥΣΙΚΗ:

Margaret Bonds
Ι. Πρώτη δασκάλα της αφροαμερικανής συνθέτιδας, Margaret Bonds ήταν η σπουδαία, Florence Price ... Με εξαιρετικές επιδόσεις στο πιάνο και τη σύνθεση ήταν φυσικό να ασχοληθεί με τη μουσική τέχνη. Στο Πανεπιστήμιο ήταν από τους λίγους μαύρους φοιτητές και παρότι τής είχε επιτραπεί η φοίτηση, ωστόσο τής απαγορευόταν η διαμονή στην πανεπιστημιούπολη.
Ετσι, βίωνε ένα περιβάλλον εχθρικό, ρατσιστικό, σχεδόν αφόρητο. 

Μετά το πέρας των σπουδών της ταξίδεψε στο Παρίσι προκειμένου να παρακολουθήσει μαθήματα με τη Νάντια Μπουλανζέ. 
Η περίφημη Γαλλίδα μουσικολόγος και παιδαγωγός μελετώντας τη δουλειά της Μποντς, εντυπωσιάστηκε τόσο, που απεφάνθη πως δεν χρειαζόταν πρόσθετη διδασκαλία και αρνήθηκε να τη διδάξει. Το έργο που μελέτησε η Μπουλανζέ ήταν μια σύνθεση για φωνή και πιάνο, βασισμένη στο παραπάνω ομότιτλο ποίημα "The Negro Speaks of Rivers" του Langston Hughes...
στο οποίο όπως δήλωσε η Μποντς την έσπρωξε το ρατσιστικό περιβάλλον του Πανεπιστημίου: 

"Περνώντας τόσες ώρες μέσα σε έναν εκπαιδευτικό χώρο γεμάτο προκατάληψη και ρατσιστικές συμπεριφορές σκέφτηκα να καταφύγω στην ποίηση. Οι Νέγροι ποιητές ήταν καταχωνιασμένοι στο υπόγειο της Δημόσιας Βιβλιοθήκης. Εκεί, ανακάλυψα το υπέροχο ποίημα, "The Negro Speaks of Rivers", και πλέον είμαι πεπεισμένη ότι αυτό ήταν που με βοήθησε να αισθανθώ ασφαλής. Γιατί το ποίημα του Χιουζ υπογραμμίζει το πόσο σπουδαίος είναι κάθε νέγρος".

Ο Χιουζ και η Μποντς συναντήθηκαν το 1936 και τους ένωσε μια ειλικρινής και βαθιά φιλία. Εκείνη δε, μελοποίησε μεγάλο μέρος της δουλειάς του αφροαμερικανού ποιητή...

Στη συγκεκριμένη μουσική σύνθεση ένα επίμονο, ανατριχιαστικό οστινάτο από το πιάνο μεταφέρει στ' αυτιά του ακροατή τη συνεχή κίνηση και ροή του ποταμού...Λέξεις και νότες ζωγραφίζουν τα σύμβολα, τους παραλληλισμούς και τα στοχαστικά νοήματα...
Μετατροπίες από μείζονες σε ελάσσονες τονικότητες υπονοούν τη φύση της μνήμης, που μεταφέρεται από τη μια, στην άλλη εικόνα, αστραπιαία. Τέλος, το στοχαστικό θέμα που ακούγεται στην έναρξη του τραγουδιού, επιστρέφει για να κλείσει η σύνθεση ήρεμα και γαλήνια.
Το απολαμβάνουμε στη χορωδιακή του εκδοχή:

Margaret Bonds: "The Negro Speaks of Rivers"
poem: Langston Hughes



ΙΙ. Mαθητής της Μπουλανζέ και φίλος του ποιητή 
Langston Hughes ήταν επίσης ο αφροαμερικανός Howard Swanson, του οποίου η μουσική επαινέθηκε για την αυθεντικότητα της.
Ο Μητρόπουλος(αριστερά) με τον Σουάνσον(δεξιά)
(flickr)
Οι συνθέσεις του χαρακτηρίζονται ευαίσθητες και υποβλητικές, που ακολουθούν μια εκλεπτυσμένη μελωδική γραμμή, με έμφαση στο στοχαστικό ύφος και απόδοση της έντασης των συναισθημάτων, που θυμίζει τον Γκαμπριέλ Φωρέ...
Ο Σουάνσον πάσχισε και ξεπέρασε την κοινωνική προκατάληψη και τον ρατσισμό με αρωγό την τέχνη του, στην οποία υπήρξε πλήρως αφοσιωμένος και για την οποία πάντα δήλωνε:
"Το μόνο πράγμα για το οποίο ζω είναι η μουσική μου".


Ο Σουάνσον αν και εργάστηκε σύμφωνα με τις συμβατικές φόρμες της κλασικής μουσικής, ωστόσο μπόρεσε να εμφυσήσει στις δημιουργίες του ένα προσωπικό στυλ βασισμένο στις αφροαμερικανικές παραδόσεις, κάτι που ενθουσίασε και τον δικό μας Δημήτρη Μητρόπουλο, ο οποίος πολλές φορές παρουσίασε έργα του αφροαμερικανού με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης την οποία διηύθυνε.

Marion Anderson
Θα ακούσουμε την προσέγγισή του στο ίδιο ποίημα του Χιουζ ερμηνευμένο από τη σπουδαία αφροαμερικανή 
μέτζο σοπράνο, Marion Anderson, που και κείνη έδωσε αξιοθαύμαστο αγώνα για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δη για την άρση των φυλετικών διακρίσεων και των απαγορεύσεων στους Αφροαμερικανούς καλλιτέχνες.


Ας θυμηθούμε πως όταν κάποτε την άκουσε ο Arturo Toscanini δήλωσε: 
"Η φωνή της είναι από κείνες που εμφανίζονται μία φορά στα εκατό χρόνια!"




Howard Swanson: "The Negro Speaks of Rivers":
poem: Langston Hughes
Ερμηνεύει η Marion Anderson


To εικαστικό έργο που συνοδεύει το κείμενο είναι του σπουδαίου αφροαμερικανού ζωγράφου-εικονογράφου, Aaron Douglas, που το φιλοτέχνησε το 1941 για το συγκεκριμένο ποίημα του Langston Hughes. 
Ο Ντάγκλας υπήρξε μια σημαντική προσωπικότητα στην "Αναγέννηση του Χάρλεμ", όπως και ο ποιητής
.







Τετάρτη 15 Μαρτίου 2023

Σικελιανός - Μητρόπουλος σε σχέση αλληλεπίδρασης...




Υπήρξε ποιητής, που διακρίθηκε για τον έντονο λυρισμό του και τον ιδιαίτερο γλωσσικό πλούτο του.

"Αυτός δεν είναι ποιητής, αλλά φιλόσοφος", ξεστόμισε κάποτε όλο θαυμασμό ο Παλαμάς για τη γόνιμη, στοχαστική σκέψη του μεγάλου μας ποιητή, Άγγελου Σικελιανού, που τον μνημονεύουμε με αφορμή τη γενέθλια επέτειό του. (Γεννήθηκε στη Λευκάδα στις 15 Μαρτίου 1844)

Για τη μεγαλόπνοη ποιητική γραφή του, ο Σεφέρης αποκάλεσε το Σικελιανό: "Άρχοντα της λαλιάς μας" και ο Καζαντζάκης θα δήλωνε πως "ήταν ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε ν' αναπνέει, να μιλά, να γελά και να σωπαίνει μαζί του"...


Φαίνεται πως η ποίηση του Άγγελου Σικελιανού συγκίνησε και τον σπουδαίο μας μαέστρο και συνθέτη Δημήτρη Μητρόπουλο, ο οποίος στο σύνολο των συνθέσεών του για φωνή και πιάνο συγκαταλέγονται και κάποιες, βασισμένες σε ποίηση του Λευκαδίτη ποιητή μας.

Οι δυο τους σχετίστηκαν μέσω της πρώτης συζύγου του Σικελιανού, Εύας Πάλμερ η οποία όπως καταγράφει στο ημερολόγιό της είχε προσκαλέσει και φιλοξενήσει πολλάκις το Μητρόπουλο στο σπίτι τους στη Συκιά Κορινθίας.

Αναφερόμενη στη νεαρή Ινδή μουσικό Kurshed Naoroji, της οποίας την ερμηνεία θαύμαζε, αφηγείται για την άνοιξη του 1924:
"Τη φιλοξενούσαμε στη Συκιά. Τα βράδια τραγουδούσε τραγούδια του Ραβέλ, με τον Μητρόπουλο στο πιάνο. Έμενε κι αυτός μαζί μας εκείνο το καλοκαίρι, μετά την κουραστική δουλειά του ως βοηθού διευθυντή της Όπερας του Βερολίνου. Τον επόμενο χειμώνα έγινε δ/ντής της Συμφωνικής Ορχήστρας Αθηνών. Από τότε, προς μεγάλη μας χαρά, βάδισε από τον έναν θρίαμβο στον άλλο, πρώτα σε διάφορες πόλεις στο εξωτερικό και μετά στην Αμερική ως δ/ντής της Ορχήστρας της Μιννεάπολης και ως προσκεκλημένος δ/ντής της Φιλαρμονικής της Ν. Υόρκης."


Ο Σικελιανός ενθουσιάστηκε από τη νεωτερική μουσική του Μητρόπουλου που άκουσε σε κάποια συναυλία εκείνη τη χρονιά. Ιδίως εντυπωσιάστηκε από το είδος της φούγκας, -φόρμας της μπαρόκ περιόδου- και πώς μετασχηματίζεται στο πλαίσιο του νεοκλασικού μοντερνισμού, που αποτελούσε το τρίτο μερος της σύνθεσης: "Passacaglia, Intermezzo e Fuga"... Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη συγγραφή του ποιήματος "Fuga", το οποίο όπως μαρτυρά η ιδιόγραφη σημείωση "Του Τάκη", αφιέρωσε στο Μητρόπουλο.
Η προσφώνηση "Τάκης" από τον ποιητή, αποτελεί και ένδειξη της οικειότητας και φιλικής διάθεσης μεταξύ τους.

FUGA

"To χέρι στο σγουρόπλοκον αυχένα
Κρατώντας και στον μελαψόν της ώμο.
με τα μάτια στο πέλαο καρφωμένα
του πόθου μου έδινα καινούργιο δρόμο.

Κι αυτή γυρνούσε κάποτε το βλέμμα
το μαύρο και το υπάκουο προς εμένα
Σαν ν'άλεε: Πως σ'ανοίγουν τα ρουθούνια,
στην πνοή της πεθυμιάς και της αβύσσου

Και γω σαν άτι κάτω απ'τα σπιρούνια
παντού, παντού θα ρχόμουνα μαζί Σου
στη δύναμή Σου δίπλα και τη γλύκα
που τον αέρα τρεμάμενη μυρίζει

Καθώς στο λόγγο μέσα η λαγωνίκα
κάτου απ' τα θάμνα ή πάνω από τα βάτα
ή στ' ορθό τ' ανηφόρου μετερίζι
Ακολουθώντας σε, τ' άγρια μου τα νιάτα"
(πηγή: library.upatras)



Ένα ποίημα που 
χαρακτηρίζεται από μετρική δεξιοτεχνία η "Fuga", μια δημιουργία διάχυτου λυρισμού στην οποία δεσπόζει η εσωτερική ποιητική φωνή που σαν λαγωνικό κοιτάζει 
τον ποιητή με το "υπάκουό της βλέμμα" και τον ακολουθεί....Μια μορφή που δεν κατονομάζεται, όμως παραπέμπει στην τέχνη όποιας μορφής, ποίηση ή μουσική, που σαν έρωτας δημιουργίας ακολουθεί τον επιδέξιο τεχνίτη, κι αυτός αυτήν...

Δ.Μητρόπουλος: "Passacaglia, Intermezzo e Fuga"
(H Fuga στο 13:44)


Στη Συκιά το καλοκαίρι του 1924 ο Μητρόπουλος θα μελοποιήσει και το ποίημα του Σικελιανού "Αφροδίτη Ουρανία", τηρώντας την υπόσχεση που είχε δώσει στην Εύα Πάλμερ-Σικελιανού πως "θα προσπαθήσει να δημιουργήσει μερικά έργα παραπάνω στην Ελληνική Μουσική Τέχνη":

"Ά ! σαν ο πρώτος ήχος ανατείλει,
Με την πρώτη, ανεκύμαντη πνοή,
Που ως σε φιλί ιερό, μου ανεί τα χείλη,
Σα φύλλο που σαλεύει, μα δε θροεί


Εικόνα ατάραχη θεϊκή, που μέσα
Στα φρένα μου, αναφαίνεις ξαφνικά,
Όλη γυμνή, στη γαληνήν ανέσα,
Με σαλέμματα, αργά και μυστικά!


Του πόθου ως λυέται ολόγυρά μου η ζώνη,
Του λυτρωμού μου η μυστική ποριά,
Βρίσκει το μάγο πνεύμα, οπού με ζώνει
Την ηδονή, σαν πέλαο τη στεριά,


Και πια, τη ζωή τριγύρα μου δεν ψάχνω,
Μα ολάκερος, σα ρίζα σε πηγή
Δροσολογάω σ’ ωκεανό το σπλάχνο,
Κρυφή γιομάτο γλύκα και σιγή !


Και να, σαν ο περίστερος, που γρούζει
Στον ήλιο, με το στήθος φουσκωτό,
Η ευτυχιά, η αθάνατη ως με λούζει
Χαρά, η χαρά που μήτε τη ζητώ,


Καθώς χυμάνε μέσα μου τα μύρα
Κι’ αναρροεί βαθιά μου ο γλυκασμός,
Από τα πλάσματα που νιώθω γύρα,
Μου γιομίζει, όλος άξαφνα, ο λαιμός !


Τέλος, ξεσπάει, στην πλάση, η πιθυμιά μου !
Να με ισκιάσει ένας κόσμος, δε βολεί !
Ήλιος, φωτάει δεξά, ήλιος, ζερβά μου,
Από παντού, με ζώνει ανατολή !


Της θεότητας, ως διάπλατη τη θύρα,
Τού νου μου ανοίγει, Ολύμπιος ο σεισμός,
Ξάφνου το στήθος μου, ώ γαλήνια λύρα,
Και το τραγούδι μου, άγριος ποταμός !"

(πηγή:library.upatras)


Ο Σικελιανός ως άλλος "αρχαίος ποιητής" που έπλεξε εγκώμιο προς τη θεά της ομορφιάς, επαινεί τη θεόπνευστη δημιουργική έμπνευση, τη μυστική λυτρωτική πορεία προς το πνευματικό...Προς τα κει που η ανθρώπινη ψυχή υψώνεται...
Μια ιεροτελεστία όπου το σαρκικό αποβάλλεται και κυριαρχεί η πνευματική ηδονή και μέθεξη.

Ο Μητρόπουλος για να μελοποιήσει το ποίημα του Σικελιανού κινείται στην ατονική μουσική γλώσσα με εμφανή την επίδρασή του από τη Δεύτερη Σχολή της Βιέννης του Σαίνμπεργκ καταφέρνοντας να αποτυπώσει τον ποιητικό λυρισμό της δημιουργίας σε μια μοντέρνου και εξπρεσιονιστικού ύφους, παρτιτούρα.

Η έμπνευση του Μητρόπουλου αποτελεί έναν συνθετικό νεωτερισμό, απελευθερωμένο από δεσμεύσεις και μπροστά από την εποχή του, με πηγαίο αισθησιασμό και πρωτοπόρα μουσική δομή, με κυρίαρχο ένα
 επίμονο, επαναληπτικό κυμάτισμα, ένα αδάμαστο και ακατάβλητο oστινάτο...

 Δημήτρης Μητρόπουλος: "Αφροδίτη Ουρανία"
Ποίηση: Άγγελος Σικελιανός



Τετάρτη 1 Μαρτίου 2023

"Γιαντβίγκα της Πολωνίας", ένα ιστορικό πρόσωπο σε μια ξεχασμένη παρτιτούρα...

 

Γιαντβίγκα oνομάζεται η πρώτη γυναίκα μονάρχης του βασιλείου της Πολωνίας.
Οταν πέθανε ο πατέρας της Λουδοβίκος του Οίκου των Ανζού το 1382, οι Πολωνοί ευγενείς ανακοίνωσαν ότι θα υπάκουαν την κόρη του Λουδοβίκου, που θα έμενε στην Πολωνία. Ετσι η μητέρα της πρότεινε να στεφθεί βασίλισσα το μόλις δέκα χρόνων κορίτσι.
Η Εδβίγη -όπως ελληνοποιημένα αποκαλείται- στέφθηκε "βασιλιάς" την 16η Οκτωβρίου 1384.
Η στέψη της με αυτόν τον "αρσενικό" τίτλο έγινε για να υπογραμμισθεί ότι ήταν κυρίαρχη βασίλισσα (και όχι σύζυγος βασιλιά).
Ήταν ένα δεκάχρονο παιδί, κι όμως άντεξε το βάρος των περιστάσεων στους ώμους της γιατί γνώριζε πως από τη στέψη της κι έπειτα ​​η μοίρα της χώρας εξαρτιόταν από κείνη. Γι' αυτό άκουγε με μεγάλη προσοχή τους έμπιστους πολιτικούς της και  αφοσιωμένους στην πολωνική υπόθεση.

Η 10χρονη Γιαντβίγκα πριν το γάμο
(kronikidziejow)
Οι σύμβουλοί της την παρότρυναν, παρότι η βασίλισσα με λόγο είχε -απ' όταν βρέφος- αρραβωνιαστεί με τον Γουλιέλμο των Αψβούργων, να παντρευτεί τον παγανιστή Γιαγγέλ
ωνα, Μέγα Δούκα της Λιθουανίας, όπως κι έγινε.
Ο Γιαγγέλωνας προσηλυτίστηκε στον Καθολικισμό και βαπτίστηκε Λαδίσλαος. Αμέσως μετά το γάμο τους η Λιθουανία προσαρτήθηκε στα Πολωνικά εδάφη και οι κάτοικοί της εκχριστιανίστηκαν.

Ευαίσθητη με τους φτωχούς, ενάρετη και αφοσιωμένη στη χριστιανική πίστη, η Εδβίγη συμμετείχε σε πολιτιστικές δραστηριότητες και εράνους και ίδρυσε νοσοκομεία, σχολεία και εκκλησίες. Επίσης, επανασύστησε το Πανεπιστήμιο της Κρακοβίας, ζητώντας από τον Πάπα να ιδρυθεί θεολογική σχολή, όπως κι έγινε.
Για την δράση και την προσφορά της αγιοποιήθηκε το 1997, από τον πάπα Ιωάννη Παύλο Β', και η Καθολική Εκκλησία την τιμά στις 28 Φεβρουαρίου.


Στη ΜΟΥΣΙΚΗ:


Στη ζωή της Βασίλισσας Εδβίγης  βασίζεται η τρίπρακτη όπερα του πολωνού, Karol Kurpinski με τίτλο: "Jadwiga, η Βασίλισσα της Πολωνίας", που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Εθνικό Θέατρο της Βαρσοβίας το 1814.

Η επιλογή του θέματος για την όπερα δεν ήταν τυχαία. Το λιμπρέτο, που εστιάζει στα διλήμματα της Γιαντβίγκα, που μόλις είχε φτάσει στην Κρακοβία και ετοιμαζόταν να ανέβει στον θρόνο, παραλληλίζεται εύκολα με την πολιτική κατάσταση στην Πολωνία της εποχής. Η νέα τάξη στη μετα-Ναπολεόντεια Ευρώπη εξέταζε σχέδια για τη δημιουργία του Βασιλείου της Πολωνίας και την επέκτασή του στα Λιθουανικά εδάφη. Ως εκ τούτου η αναφορά σε μια παρόμοια ιστορία που διαδραματίστηκε τέσσερις αιώνες νωρίτερα, θα υπογράμμιζε το σκοπό, δηλαδή τη δημιουργία μιας ισχυρής πολιτικά και στρατιωτικά Δημοκρατίας της Πολωνίας με την προσάρτηση σ'αυτήν εδαφών της Λιθουανίας....


Karol Kurpiński
Ο πολωνός Karol Kurpinski, γράφοντας την όπερα "Γιαντβίγκα", γνωστή και με τον τίτλο: "Η ένωση της Λιθουανίας και του Στέμματος", είναι εκείνη που χάρισε άπλετη δημοτικότητα στο συνθέτη της, Karol Kurpinski, που αυτή τη φορά έφερε επί σκηνής ένα ιστορικό γεγονός, που από μόνο του δεν αποτελεί καινοτομία στην Πολωνία, όμως πρωτότυπος είναι ο τρόπος ανάπτυξής του με τη μορφή μιας σπουδαίας όπερας.

Σύμφωνα με τον αντίπαλο του Kurpiński, πολωνό συνθέτη, Józef Elsner  η "Γιαντβίγκα" υπήρξε η καλύτερη όπερά του.

Το λιμπρέτο γράφτηκε από τον Γιούλιαν Ούρσιν Νιεμτσέβιτς, έναν εξαιρετικό ποιητή, θεατρικό συγγραφέα, πολιτικό και ακτιβιστή. 

Ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του προέδρου του Εθνικού Θεάτρου σε συγγραφείς, "να προσπαθήσουν να εμπλουτίσουν την εθνική σκηνή με νέα έργα", καθώς υποστήριζε ότι "είναι όμορφο να υπηρετείς τη χώρα με όπλα, συμβουλές και υποδείξεις, όμως είναι εξίσου τιμητικό να προβάλλεις καλλιτεχνικές δημιουργίες, που εκθειάζουν θαυμαστά κατορθώματα προγόνων, όλων εκείνων που με τη στάση τους ποτίζουν την ψυχή με φιλοπατρία".

Τη βραδιά της πρεμιέρας το θέατρο είχε κατακλυστεί με πλήθος κόσμου, που στριμωγμένοι στο φουαγιέ περίμεναν υπομονετικά. "Οι θεατές-ακροατές εντυπωσιάστηκαν από τα φαντασμαγορικά σκηνικά και κοστούμια", θα γράψουν οι εφημερίδες την επομένη.

Ο Κουρπίνσκι είχε εξασφαλίσει τους δημοφιλέστερους ερμηνευτές στο κοινό της Βαρσοβίας, με το ρόλο της Γιουντβίγκα να υποδύεται η περίφημη, Konstancja Dmuszewska, με τους κριτικούς να δηλώνουν ότι "καμμιά άλλη ερμηνεύτρια δεν θα μπορούσε να αποδώσει το ρόλο πιστότερα και εκφραστικότερα".

Υπόθεση Όπερας:

Η βασιλική σφραγίδα της Γιαντβίγκα 
Η όπερα ξεκινά με την άφιξη της δεκάχρονης πριγκίπισσας Γιαντβίγκα στην Κρακοβία, την οποία υποδέχεται ο λαός, που σύσσωμος την επευφημεί. Είναι Οκτώβριος του 1384 και το μικρό κορίτσι πρόκειται να πάρει  τον τίτλο του "Βασιλιά" της Πολωνίας. 


Τρεις είναι οι υποψήφιοι για το χέρι της Γιαντβίγκα.
Ο πρώτος είναι
ο Αυστριακός πρίγκιπας Γουλιέλμος των Αψβούργων, στον οποίο έχουν υποσχεθεί γάμο μαζί της από την παιδική τους ηλικία.
Τον πολωνικό θρόνο φιλοδοξεί και ο δούκας της Μασοβίας, Σιέμοβιτ, που σύμφωνα με μεσαιωνικό έθιμο ετοιμάζει την απαγωγή του κοριτσιού. 
Ο τρίτος υποψήφιος είναι ο Μέγας Δούκας της Λιθουανίας, Γιαγγέλωνας και σύμμαχος του Στέμματος στον αγώνα ενάντια στην αυξανόμενη δύναμη του Τευτονικού Τάγματος.

Η κοπέλα, αν και αρχικά ήταν αποφασισμένη να παντρευτεί τον Γουλιέλμο, αλλάζει γνώμη προκειμένου η Λιθουανία να μεταστραφεί στον Καθολικισμό. Θέτει πάνω απ' την αγάπη το καθήκον προς την πατρίδα και παντρεύεται τον Γιαγγέλωνα.

Πριν το γάμο ομολογεί τον έρωτά της στο Γουλιέλμο και η όπερα ολοκληρώνεται με τη σκηνή της στέψης, συνοδεία θριαμβικών χορωδιακών που εγκωμιάζουν τους νεόνυμφους και τη νέα τάξη πραγμάτων στη χώρα.


Józef Simmler: "Ο όρκος της βασίλισσας  Γιαντβίγκα"
Η όπερα ανοίγει με μια πανηγυρική ουβερτούρα, με τη μορφή μιας γαλλικής εισαγωγής, η οποία, όπως έγραψε ο τύπος της εποχής: "προϊδεάζει τον χαρακτήρα της σύνθεσης. Της προσδίδει λάμψη και επισημότητα".  

Η όπερα περιλαμβάνει επίσης βιρτουόζικες μελισματικές άριες, ντουέτα και χορωδιακά που αναδεικνύουν τις δεξιότητες των σολιστών και τη μουσική ιδιοφυία του συνθέτη. 

Οι σύγχρονοι μουσικολόγοι αξιολογούν την όπερα του  Κουρπίσνκι ως "εξαιρετικό έργο για το οποίο ο συνθέτης άντλησε ιδέες από τα έργα σκηνικής μουσικής του Μότσαρτ και θαυμάστηκε για την ευρηματικότητα του δημιουργού του στη σκιαγράφηση χαρακτήρων..."

Όμως, όπως και σε άλλες όπερες του Πολωνού μουσουργού, η ουβερτούρα είναι ένα από τα πιο δυνατά σημεία της όπερας, αποτελώντας παράδειγμα συμφωνίας του 19ου αι, ενδιαφέρουσα από άποψη συνδυασμού οργάνων με στόχο την εκφραστική απόδοση.

Τον τόνο σε αυτήν την θαυμάσια εισαγωγή δίνουν οι έντονης μεγαλοπρέπειας θεματικές ιδέες, με τις συνεχείς και ξαφνικές δυναμικές τους μεταπτώσεις παραπέμποντας στην επισημότητα του ιστορικού προσώπου και τη σπουδαιότητα του γεγονότος της στέψης. Διακεκομμένοι ρυθμοί, ήχοι φανφάρων από τρομπέτες και τύμπανα, όπως και η πλούσια ενορχήστρωση δίνουν στην ουβερτούρα έναν πραγματικά βασιλικό χαρακτήρα.

Karol Kurpinski: "Jadwiga, Queen of Poland, Overture"