Translate

fb

Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2021

Όσκαρ Ουάιλντ: κρίνοντας το νόημα της τέχνης...



Πέθανε νέος και μας στέρησε τα ωριμότερα χρόνια του, σαν να ήθελε η μοίρα να μας επαναλάβει ότι οι ευφυείς πεθαίνουν νέοι...

Ο Όσκαρ Ουάιλντ πέρασε στο αιώνιο φως στις 30 του Νοέμβρη 1900.
Άδικο το τέλος του, για μια προσωπικότητα του βεληνεκούς του Ουάιλντ...Και δεν αναφέρομαι μόνο στην εξορία και το θάνατο, αλλά κυρίως στην ταπείνωση που δέχτηκε για σοδομισμό και τις σεξουαλικές προτιμήσεις του...



Μια λιγότερο γνωστή, αλλά εξίσου σημαντική, δραστηριότητα στην οποία επιδόθηκε o Όσκαρ Ουάιλντ ήταν η κριτική. Πρόκειται για κείμενα μείζονος σημασίας, ενίοτε ανατρεπτικά για το νόημα της τέχνης.


Στο διαλογικής μορφής, δοκίμιό του: "Ο κριτικός ως δημιουργός" καταθέτει τις θέσεις του περί της αισθητικής του φιλοσοφίας.
Ο συγγραφέας "στήνει" μια συζήτηση ανάμεσα σε δυο φίλους, τους Gilbert και Ernest...
Ο δεύτερος θέτει ερωτήματα στον πρώτο.
Έτσι, ο Gilbert εκπροσωπεί τον Ουάιλντ και τις απόψεις του για φιλοσοφία της κριτικής.

evripidis.gr
Oι δυο τους βρίσκονται στη βιβλιοθήκη ενός σπιτιού στο Piccadilly. Ο Γκίλμπερτ παίζει στο πιάνο κι ο Έρνεστ διαβάζει κάποια από τα βιβλία που πήρε από τα ράφια...:


"ΓΚΙΛΜΠΕΡΤ: "Θα ήθελα να ονομάσω την Κριτική, δημιουργία μέσα σε δημιουργία. Γιατί, όπως οι μεγάλοι καλλιτέχνες από την εποχή του Ομήρου και του Αισχύλου ίσαμε τον Σαίξπηρ και τον Kητς δεν πήγαν να γυρέψουν το θέμα τους απευθείας στη ζωή, αλλά το ζήτησαν στο θρύλο και στο μύθο και την παράδοση, το ίδιο κι ο κριτικός παίρνει και δουλεύει θέματα που άλλοι τα ξεκαθάρισαν γι' αυτόν, και στα οποία η φανταστική μορφή και το χρώμα είχαν κιόλας προστεθεί.
Κι ακόμα θα έλεγα πως η υψηλή Κριτική με το να είναι η αγνότερη μορφή της προσωπικής εντυπώσεως είναι στο είδος της πιο δημιουργική κι από τη δημιουργία...[...]
Ο τραγουδιστής ή ο παίκτης κιθάρας και βιόλας είναι ο κριτικός της μουσικής.[...]...είναι φανερό πως η ατομικότης είναι απόλυτο στοιχείο αληθινής ερμηνείας.
Όταν ο Ρουμπινστάιν μας παίζει τη Sonata Appasionata του Μπετόβεν, δεν μας ξαναδίνει μόνο τον Μπετόβεν, μα και τον εαυτό του, κι έτσι μας ξαναδίνει τον Μπετόβεν απόλυτα, τον 
Μπετόβεν ξαναερμηνευόμενον μέσω μιας πλούσιας αρτιστικής ιδιοσυγκρασίας και ζωντανευόμενον θαυμαστά από μια νέα και γερή ατομικότητα..."

(Όσκαρ Ουάιλντ: "Ο κριτικός ως δημιουργός", εκδ. Στιγμή)


Η "Σονάτα για Πιάνο, αρ. 23", κατά κόσμον "Απασιονάτα", που τιτλοφορήθηκε έτσι μετά το θάνατο του συνθέτη από κάποιον εκδότη, αποτελεί κορυφαίο δείγμα της πιανιστικής φιλολογίας. 
Ο βιογράφος του Μπετόβεν, Άντον Σίντλερ, αναφέρει πως όταν ρώτησε τον συνθέτη για το περιεχόμενο και την πηγή έμπνευσής του, αυτός απάντησε: "Δεν έχεις παρά να διαβάσεις την "Τρικυμία" του Σαίξπηρ!"
Είναι η εποχή που ο Μπετόβεν ερωτευμένος με τις δυο αδερφές Τερέζα και Ζοζεφίν, θέλει με την "τρικυμιώδη", σχεδόν μαχητική διάθεση της σονάτας του να απεικονίσει το συναίσθημα που τον τυραννά, έναν έρωτα για δυο αδερφές! Γι' αυτό απαντά αλληγορικά και με υπονοούμενα...
Χρειάστηκε αποκρυπτογράφηση μεταγενέστερα για να καταλάβουμε το νόημα της φράσης.

Η Σονάτα αποτελείται από τρία μέρη: Allegro assai-Andante con moto-Allegro ma non troppo, με τη Σαιξπηρική "Τρικυμία" να βρίσκει την απόλυτη μουσική έκφραση στη μνημειώδη σύνθεση!
Καταιγίδα από νότες, ένταση και συναισθηματικό βάρος σε μια εξαιρετική εκτέλεση από τον Ρουμπινστάιν, που όπως γράφει ο Ουάιλντ "παρουσιάζει εκ νέου" το συνθέτη με την θαυμαστή ερμηνεία του!
O Ουάιλντ αναφέρεται στον ρώσο Άντον Ρουμπινστάιν, έναν από τους μεγαλύτερους βιρτουόζους του 19ου αι, που έγινε διάσημος από περιοδείες που πραγματοποίησε στην Ευρώπη και την Αμερική. Εξαιρετικά χαρισματική προσωπικότητα με πηγαίο χιούμορ, ευλυγισία, εκφραστικότητα, ευαισθησία, αν και χαρακτήρας δύσκολος...

Θα ακούσουμε το τρίτο μέρος της Μπετοβενικής Σονάτας από τον συνονόματό του, επίσης προικισμένο πιανίστα, Άρθουρ Ρουμπινστάιν:

Beethoven: "Sonata Appassionata" Mov. III:



Επανερχόμαστε όμως στο δοκίμιο του τιμώμενου σήμερα δημιουργού. Παρατηρούμε πως ο Όσκαρ Ουάιλντ μέσω του Γκίλμπερτ χρησιμοποιεί τη μαιευτική μέθοδο για να πείσει τον Έρνεστ ότι η κριτική είναι μια δημιουργία μέσα στη δημιουργία, η οποία κρίνει πρώτα και κύρια την ίδια την ομορφιά και δευτερευόντως το κρινόμενο έργο καθαυτό. Μια ερμηνεία που διευρύνει την εμβέλεια του έργου πέρα από κάθε προσδοκία του δημιουργού του.
Υποστηρίζει ότι ο κριτικός οφείλει να βλέπει πέρα από την πρόθεση του καλλιτέχνη και ότι το νόημα της ομορφιάς του έργου δεν βρίσκεται τόσο στο βλέμμα του δημιουργού όσο στο βλέμμα εκείνου που το κοιτάζει.


Και συνεχίζει παρακάτω στο δοκίμιό του παίρνοντας αφορμή αυτή τη φορά από τον Φρειδερίκο Σοπέν:

"Παίζοντας Σοπέν, αισθάνομαι σαν να έκλαψα για αμαρτίες που δεν διέπραξα και σαν να θρήνησα για τραγωδίες που δεν έζησα. Μου φαίνεται πώς πάντα η μουσική έτσι επιδρά πάνω μας. Σου δημιουργεί ένα παρελθόν για το οποίο δεν έχεις την παραμικρή ιδέα και σε γεμίζει με μία αίσθηση θλίψης που κρυβόταν από τα δάκρυά σου. Μπορώ να φανταστώ έναν άνθρωπο που έζησε μια εντελώς κοινότοπη ζωή να ακούει κατά τύχη ένα παράξενο μουσικό κομμάτι και να ανακαλύπτει ξαφνικά πώς η ψυχή του, χωρίς ο ίδιος να το ξέρει, έζησε τρομακτικές εμπειρίες, φρικώδεις χαρές, άγριες ρομαντικές αγάπες, σπαρακτικές εγκαταλείψεις... [...]
Μάλιστα, είμ' ένας ονειροπόλος. Γιατί ονειροπόλος είναι εκείνος που μονάχα στο φως του φεγγαριού μπορεί να βρει το δρόμο του κι η τιμωρία του είναι ότι βλέπει την αυγή πρωτύτερα απ' όλον τον άλλον κόσμο...Η τιμωρία του, κι η ανταμοιβή του".


(Όσκαρ Ουάιλντ: "Ο κριτικός ως δημιουργός", εκδ. Στιγμή)



Θα συνοδεύσω το απόσπασμα του Ουάιλντ που αναφέρεται στον Φρειδερίκο Σοπέν με το σύντομο Πρελούδιο του πολωνού, Op.28 No.19 σε Μι υφ. μείζονα, που ο Hans von Bulow τού είχε δώσει το παρατσούκλι "Ευτυχία"...

Ένα δεξιοτεχνικότατο πρελούδιο, με κίνηση συνεχή μέσα από τρίηχα ογδόων, εκτελεσμένο άψογα από τη χαρισματική βιρτουόζο Μάρτα Άργκεριχ, μια ανεπιτήδευτη ερμηνεύτρια με απίστευτη την τεχνική της σβελτάδα!
Αφοσιωμένη στο διάλογο που κάνει κάθε φορά με το συνθέτη που ερμηνεύει, κι όσον αφορά το Σοπέν, θέλει τρομερή προσπάθεια στην κατανόηση και έκφρασή του, όπως η ίδια έχει ομολογήσει...

Chopin: "24 Preludi Op 28, Ν.19" / Martha Argerich:




πηγές:
dimitroulia.gr
e-didaskalia
evripidis.gr

Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2021

Donizzetti: "Η Ευνοούμενη"



[Για τη γενέθλια επέτειο του Γκαετάνο Ντονιτσέτι,
ενός από τους βασικότερους εκπροσώπους του μπελκάντο]

"Λεωνόρα και Φερνάντο", λιθογραφία από την πρεμιέρα στο Παρίσι


Μια μεγάλης κλίμακας όπερα σε 4 πράξεις, του ιταλού Γκαετάνο Ντονιτσέτι, έκανε πρεμιέρα στις 2 Δεκέμβρη 1840 στη γαλλική πρωτεύουσα.
Ήταν η "La favorita", ή αλλιώς τιτλοφορούμενη: "Η Ευνοούμενη του Βασιλέως".

Θρυλείται πως ο συνθέτης και αυτό το μελόδραμα το συνέθεσε σε χρόνο ρεκόρ, όπως συνήθιζε...Μόλις 3-4 ώρες χρειάστηκαν για να ολοκληρώσει την τέταρτη πράξη!

Το λιμπρέτο ήταν σε γαλλική γλώσσα, όμως αργότερα η όπερα παρουσιάστηκε στην αγγλική και την ιταλική.

Αποτελεί την πρώτη αυθεντική γαλλική όπερα του συνθέτη του μπελκάντο, όπου συνυπάρχουν εξαιρετικά ιταλικές και γαλλικές μελοδραματικές παραδόσεις. 

Το "La favorite" ήταν επίσης η αγαπημένη όπερα του γαλλικού κοινού και βασικό μελόδραμα -μαζί με τις grand operas του Μέγιερμπερ- στο ρεπερτόριο της Opera Garnier.


"Κάθε νότα είναι κι ένα αριστούργημα", θα πει ο Αρτούρο Τοσκανίνι, για την "Ευνοούμενη", όταν προσκλήθηκε να διευθύνει το έργο το 1897 στη γενέτειρα του Ντονιτσέτι, το Μπέργκαμο, για τους εορτασμούς των εκατό χρόνων από τη γέννηση του ιταλού δημιουργού στις 29 Νοεμβρίου 1797.

Κι έχει δίκιο ο μέγας μαέστρος για τον συμπατριώτη του, καθώς η "Ευνοούμενη" μαρτυρά το ύψος της ευρηματικότητας, της εκφραστικής δύναμης και της μαεστρίας στην ενορχήστρωση του Ντονιτσέτι.


Η ιστορία ξεδιπλώνεται στην Ισπανία με κάποιους από τους ρόλους να στηρίζονται σε πραγματικά πρόσωπα και τα γεγονότα εμπλουτισμένα με αρκετή μυθοπλασία. 

Πρωταγωνίστρια και πέτρα του σκανδάλου η ευγενής και μακροχρόνια ερωμένη του βασιλιά Αλφόνσου IA' της Καστίλης, Ελεωνόρα δε Γκουθμάν.
Η πραγματική ιστορία αναφέρει πως ο βασιλιάς είχε τόσο εντυπωσιαστεί από την έκπαγλη ομορφιά της, που την έκανε ερωμένη του, προτιμώντας τη από τη βασίλισσα σύζυγό του. Τής έδωσε δε πολλά προνόμια και μαζί της απέκτησε δέκα νόθα παιδιά, ανάμεσά τους και τον Ερρίκο Β', μετέπειτα βασιλιά της Καστίλλης. 

Οι λιμπρετίστες όμως αλλάζουν την πλοκή της όπερας, που πατά σε ένα  πλασματικό ερωτικό τρίγωνο ανάμεσα στον βασιλιά Αλφόνσο, την ευνοούμενη ερωμένη του Λεωνόρα και τον εραστή της Φερνάντο. Με φόντο τις εισβολές των Μαυριτανών στην Ισπανία και τις διαμάχες εξουσίας ανάμεσα στο κράτος και την εκκλησία στήνεται η ιστορία που θα δώσει την έμπνευση στο μεγάλο μαΐστορα από το Μπέργκαμο να ξεδιπλώσει τις δεξιότητες και τα ταλέντα του. 

Οι χαρακτήρες είναι όλοι τους ενδιαφέροντες και συναρπαστικοί, με το ψυχολογικό τους προφίλ καλά σκιαγραφημένο.

Ο Φερνάντο, ένας δόκιμος μοναχός στο μοναστήρι του Σαντιάγκο ντε Κομποστέλα έχει ερωτευτεί τη γυναίκα που είδε την Κυριακή να φεύγει μετά τη λειτουργία από την εκκλησία. Θέλει να ζήσει μαζί της κι έτσι αποκηρύσσει τη μοναστική ζωή. Ωστόσο, η γυναίκα είναι η ευνοούμενη ερωμένη του Αλφόνσο, στην υπηρεσία του οποίου εντάσσεται ως αξιωματικός. Η ανδρεία του στις μάχες εντυπωσιάζουν τον βασιλιά, ο οποίος του προσφέρει οποιαδήποτε ανταμοιβή. Ο Φερνάντο ζητά να παντρευτεί τη γυναίκα που αγαπά κι έτσι η αλήθεια αποκαλύπτεται. Ο βασιλιάς από έντονη ζήλεια θέτει σκοπό της ζωής του να εκδικηθεί τη Λεωνόρα. 

Η διάσημη γαλλίδα μέτζο, Germaine Bailac,
στο ρόλο της "Favorita"
στην Όπερα των Καννών το 1913
Η σκηνή είναι το λιγότερο συγκλονιστική, διανθισμένη με όλα τα συναισθήματα της τραγικής ειρωνείας, καθώς ο βασιλιάς έχει μάθει την αλήθεια του ειδυλλίου, αντίθετα με την άγνοια του Φερνάντο. Δηλώνει πως επιθυμεί να γίνει ο γάμος μέσα στις επόμενες ώρες, γυρνώντας στη γυναίκα, που με βλέμμα γεμάτο υπονοούμενα τής λέει: "όταν σε εξαπατούν, πάρε εκδίκηση..."

Ο νέος νοιώθοντας ατιμασμένος επιστρέφει στο μοναστήρι κι η Λεωνόρα ακολουθώντας τον πεθαίνει στην αγκαλιά του απ' τη βαθιά θλίψη και ντροπή. 


Την ταραγμένη και βαθιά συντετριμμένη ψυχή της Λεωνόρας, όταν αποκαλύπτεται η αλήθεια, αποτυπώνει στην παρτιτούρα του ο Ντονιτσέτι κι αμέσως  μετά -για να αλλάξει ύφος- ευρηματικά χρησιμοποιώντας το ηχόχρωμα της άρπας ξεκινά η εντονότατου λυρισμού και συγκίνησης άρια της Λεωνόρας:  "Oh, mio Fernando!"


"Ω, αγαπημένε μου Φερνάντο! 
το θρόνο της γης έδωσα για να σ' έχω ,
αλλά η αγνή μου σαν τη συγχώρεση,  αγάπη,
καταραμένη ωιμέ, φρίκη κι απελπισία"

Ακούμε τη σπαρακτική ερμηνεία της Αγνής Μπάλτσα:




  Στην τελευταία πράξη κι όταν ο Φερνάντο έχει επιστρέψει στο μοναστήρι ακούγεται η  απαιτητικότατη άρια με το χαρακτηριστικό σημείο του υψηλού ντο: "Spirto gentil".

"Ευνοούμενη του βασιλέως! 
τι μαύρη άβυσσος, τι κολαστήριο
[...]
Ευγενικό πνεύμα στα όνειρά μου έλαμψες
μια μέρα, αλλά σ' έχασα
Βγες από την καρδιά μου, ψεύτικη ελπίδα,
άπιστη γυναίκα...της θανάσιμης ντροπής...

Την απολαμβάνουμε από τον Alfredo Kraus, που ερμήνευσε αρκετές φορές το ρόλο:


Χαρακτηριστικό είναι πως η όπερα δεν τελειώνει με μια εντυπωσιακή άρια, αλλά τον θάνατο της Λεωνόρας. Υπό το βλέμμα των έκπληκτων ιερωμένων η γυναίκα -αφού πρώτα τού ζητά συγχώρεση- καταρρέει στην αγκαλιά του Φερνάντο, που συντρίβεται ψυχικά.
Ο Ντονιτσέτι με αυτόν τον τρόπο δείχνει φανερά τη μετακίνησή του από τις οπερατικές συμβάσεις του happy end στη δραματική αλήθεια.

"O θάνατος της Λεωνόρας"

Σίγουρα η "Eυνοούμενη του Βασιλέως" του Γκαετάνο Ντονιτσέτι αποτελεί ένα κόσμημα του ιταλικού μπελκάντο, μια όπερα από τις πιο απαιτητικές -φωνητικά και ερμηνευτικά- κι ας ακούμε σπάνια τα τελευταία χρόνια... Mια μεγάλη γαλλική όπερα απ' την οποία δεν λείπουν ούτε τα πολυτελή σκηνικά, ούτε φυσικά και τα μπαλετικά μέρη, ως είθισται στις γαλλικές δημιουργίες και παραγωγές.



Οι μεταγραφές

Το 19ο αιώνα, oι μεταγραφές  άνω σε μελωδίες από γνωστές όπερες ήταν φαινόμενο σύνηθες  και πολύ δημοφιλές.

1. O 27χρονος Ρίχαρντ Βάγκνερ έδωσε τη δική του εκδοχή θεμάτων της όπερας του Ντονιτσέτι για 2 βιολιά

Wagner: Themes from Donizetti's 'La Favorita' for 2 violins:


2. Ιδιαίτερη και σπάνια περίπτωση αποτελεί επίσης το κονσέρτο για όμποε και πιάνο του Antonio Pasculli: 

Pasculli: Concerto on themes from Donizetti's 'La Favorita':


Το κείμενο δημοσιεύτηκε και στο Mουσικό Περιοδικό Τar.gr 

Στο μπλογκ υπάρχουν κι άλλα κείμενα με αναφορές σε έργα του Ντονιτσέτι. Περιηγηθείτε!





Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2021

Blake: "Το Δέντρο με το δηλητήριο", μουσικές προσαρμογές...

Εικονογράφηση του William Blake για το ποίημά του: "A Poison Tree - Το Δέντρο με το δηλητήριο"




Θεωρείται πολύπλευρη και πολυτάλαντη προσωπικότητα, καθώς 
εκτός από ποιητής ήταν και εικαστικός καλλιτέχνης, χαράκτης, εικονογράφος και ζωγράφος.
Ο γεννημένος σαν σήμερα, 28 Νοέμβρη του 1757, εκκεντρικός William Blake χαρακτηρίστηκε ως "Προφήτης" της βρετανικής Λογοτεχνίας.
Πρόκειται για έναν αντισυμβατικό καλλιτέχνη, έναν οραματιστή, που μπορεί κάποτε να χλευάστηκε ως παρανοϊκός, όμως σήμερα τιμάται ως μεγαλοφυία...

Στο έργο του συνυπάρχουν φιλοσοφία και ρομαντισμός, χιούμορ και ευφυία. 

Για την πρώτη ποιητική συλλογή του οι κριτικοί θα γράψουν πως έχει δεχτεί "επιδράσεις από τη λυρική ποίηση της Ελισαβετιανής εποχής και το Σαιξπήρειο δράμα, από το Γοτθικό ύφος, αλλά και τον Οσσιανό..."

Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος προλογίζοντας μεταφράσεις ποιημάτων του Μπλέικ θα τοποθετηθεί λέγοντας: "Θεωρώ τον οραματιστή ποιητή, τον χαράκτη, στοχαστή Μπλέικ "Γίγαντα" που δεν μπόρεσαν να φτάσουν ούτε ο Πάουντ ούτε ο Έλιοτ, έναν ποιητή-προφήτη, όπως ήταν οι ποιητές σε όλες τις μεγάλες εποχές..."

Ο πολυπράγμων Μπλέικ δημιουργεί επίσης μια τεχνική εκτύπωσης, πρωτότυπη και ιδιαίτερη, στην οποία χρησιμοποιεί χάλκινες πλάκες, νερομπογές και οξέα για σταθεροποίησή τους.
Πραγματικά έργα τέχνης, που ο ίδιος ονόμασε "Φωτισμένες εκτυπώσεις".
Μια μέθοδος, που πολλές από τις λεπτομέρειές της δεν είναι γνωστές και ο ίδιος ισχυριζόταν πως του την αποκάλυψε το πνεύμα του αδερφού του σε όραμα!


Στη συλλογή του "Τραγούδια της αθωότητας και της εμπειρίας" , αριστουργηματικά δείγματα της αγγλικής λυρικής ποίησης, γραμμένα και εικονογραφημένα από τον ίδιο, βρίσκουμε το ποίημα: "A Poison Tree - Το Δέντρο με το δηλητήριο":



"Θύμωσα με το φίλο μου:
είπα την οργή μου, η οργή μου έσβησε.
Θύμωσα με τον εχθρό μου:
δεν το είπα, η οργή μου θέριεψε.


Και την πότιζα με φόβο
Νύχτα και μέρα με τα δάκρυά μου
Με χαμόγελα την έκρυψα
και με γλυκές, απατηλές γητειές.


Μέρα και νύχτα εκείνη θέριευε,
μέχρι που γέννησε λαμπρό μήλο,
κι ο εχθρός μου το 'δε να λάμπει
κι ήξερε ότι ήτανε δικό μου.


Κλεφτά μπήκε στον κήπο μου
όταν η νύχτα είχε ρίξει τα πέπλα της
και την αυγή τον είδα με χαρά
ξαπλωμένο να κείτεται κάτω απ' το δέντρο"



Στο παραπάνω ποίημα ο Μπλέικ περιγράφει τα καταπιεσμένα αισθήματα θυμού του αφηγητή προς ένα άτομο, συναισθήματα που τελικά οδηγούν σε φόνο. Το ποίημα διερευνά θέματα αγανάκτησης, εκδίκησης και γενικότερα την πεσμένη κατάσταση της ανθρωπότητας. 

 
Οι μουσικές εμπνεύσεις:  


1)
Στον κύκλο τραγουδιών: "Ten Blake Songs" για φωνή τενόρου ή σοπράνο
 και όμποε του Ralph Vaughan Williams, που γράφτηκε το 1957 για την ταινία "The Vision of William Blake", όπως μαρτυρά ο τίτλος του φιλμ έχουν μελοποιηθεί ποιητικές δημιουργίες του μεγαλοφυούς δημιουργού.  Τα πρώτα εννέα τραγούδια προέρχονται από τα "Τραγούδια της αθωότητας και της εμπειρίας" και το δέκατο από σημειώσεις του Μπλέικ. Ανάμεσά τους και το "Δέντρο με το δηλητήριο"
Η σύνθεση αφιερώθηκε από τον Βον Ουίλλιαμς στον τενόρο Γουίλφρεντ Μπράουν και την ομποΐστα Τζάνετ Κράξτον, που πρωτοερμήνευσαν τον κύκλο τραγουδιών.

 Ralph Vaughan Williams: "A Poison Tree":




2) 
To "Δέντρο με το δηλητήριο" αποτελεί μέρος της σειράς "Songs and Proverbs of William Blake, Op 74 - Τραγούδια και Παροιμίες του Μπλέικ, έργο 74" για βαρύτονο και πιάνο.
Πρόκειται για κύκλο τραγουδιών, που ο Μπένζαμιν Μπρίττεν συνέθεσε το 1965.

Την επιλογή των κειμένων έκανε ο σύντροφος του συνθέτη, τενόρος Πήτερ Πίαρς από τις συλλογές του Μπλέικ: "Τραγούδια της Αθωότητας", "Τραγούδια της εμπειρίας" και "Παροιμίες της Κόλασης".
Παρουσιάστηκαν στο Φεστιβάλ Aldeburgh το καλοκαίρι του '65 από τον γερμανό βαρύτονο Ντήτριχ Φίσερ-Ντισκάου και το συνθέτη στο πιάνο.
Η υποδοχή ήταν ενθουσιώδης από τους βρετανούς, με τους κριτικούς να εγκωμιάζουν τον τρόπο που ο Μπρίττεν "μουσικά στέκεται απέναντι" από τις εσωτερικές μας δυνάμεις του σκότους και την αίσθηση της σκληρότητας.

Britten: "Songs & Proverbs of William Blake, Op.74: 
ΙΙ. A Poison Tree:



3) 
Eκτός των δυο βρετανών, και ο βέλγος σύγχρονος-κλασικός συνθέτης, Lucien Posman έχει εμπνευστεί μεγάλο μέρος της συνθετικής εργασίας του από την ποίηση του Ουίλιαμ Μπλέικ. Βασικός εκπρόσωπος του μεταμοντερνισμού με έργα που έχουν βραβευτεί σε διεθνή φεστιβάλ, η "φωνή" του Πόσμαν ξεχωρίζει για την προσέγγιση στο ύφος και το περιεχόμενο της ποίησης του Μπλέικ.

Στο έργο του 1998: "Ten Songs of Experience-Δέκα Τραγούδια της Εμπειρίας" για μικτή χορωδία a cappella βρίσκουμε και το  "A Poison Tree":





Κείμενα για τον Ουίλλιαμ Μπλέικ και μουσικές προσαρμογές ποιημάτων του υπάρχουν κι άλλα στο μπλογκ. Περιηγηθείτε!




Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2021

Η Κυρία με τας Καμελίας στο μπαλέτο...


"Η Κυρία με τας καμελίας"
Άλφονς Μούχα για παράσταση
με την Σάρα Μπερνάρ
"Η ιστορία της Μαργκερίτ είναι μια εξαίρεση, το ξαναλέω.
Αν ήταν όμως ο κανόνας δεν θα άξιζε τον κόπο να την γράψω"

(Αλέξανδρος Δουμάς υιός για την ηρωίδα του έργου του:
"Η Κυρία με τις καμέλιες")



Ο Αλέξανδρος Δουμάς, νόθος γιος του επίσης συγγραφέα Αλ. Δουμά, πέρασε στην αιωνιότητα σαν σήμερα, 27 Νοεμβρίου 1895, αφήνοντας πίσω του σπουδαία θεατρικά δράματα, αλλά κυρίως το ρομάντσο του "Η κυρία με τις καμέλιες", βασισμένο στη ζωή της Αλφονσίν Πλεσίς, μιας γαλλίδας κοσμικής εταίρας.

Στα 16 της ο ευγενής ντε Γκις, που την ερωτεύτηκε παράφορα, τής πρόσφερε σπίτι, χρήματα, πολυτέλεια, μόρφωση και άφθονες...ολόλευκες καμέλιες, λουλούδι που αγαπούσε ιδιαίτερα. Έζησε έντονα, καταβροχθίζοντας κυριολεκτικά τη ζωή, σπαταλώντας τα χρήματα ασυλλόγιστα κι αδιαφορώντας για τη φυματίωση που την κατάτρωγε... Πέθανε στα 23 της...

Σχέση μαζί της σύναψαν ο Φραντς Λιστ και οι Δουμά, πατέρας και γιος.

Και τι τραγική συγκυρία! Kαι οι δυο, είναι θαμμένοι στο Κοιμητήριο της Μονμάρτης στο Παρίσι. Ο τάφος του γάλλου συγγραφέα, Αλέξανδρου Δουμά βρίσκεται μόλις λίγα μέτρα από αυτόν της Μαρί Ντυπλεσίς...


Λίγο μετά το θάνατο της Μαρί, ο συγγραφέας Δουμάς υιός εμπνέεται  και γράφει το μυθιστόρημά του "Η Κυρία με τας καμελίας" πλάθοντας μια ιστορία για τη Μαργαρίτα και τον Αρμάνδο, που θα απογειώσει ο Βέρντι με την  μεταφορά του στην οπερατική σκηνή με τον τίτλο  "Τραβιάτα=παραστρατημένη"...


Αλέξανδρος Δουμάς υιός
"Οσοδήποτε εάν αγαπά κανείς μια γυναίκα, όση εμπιστοσύνη εάν έχει σε εκείνη, οποιαδήποτε βεβαιότητα μπορεί να μας δίνει το παρελθόν της σχετικά με το μέλλον της, λίγο-πολύ ζηλεύουμε. Εάν έχετε ερωτευθεί, θα έπρεπε να έχετε αισθανθεί την ανάγκη να απομονώσετε από αυτό τον κόσμο εκείνο το πλάσμα με το οποίο θα ζούσατε ολοκληρωτικά. Φαίνεται -όσο αδιάφορη και να είναι προς τον περίγυρό της- ότι η γυναίκα που αγαπάει κανείς σαν να χάνει κάτι από το άρωμα και από την ενότητά της στην επαφή της με ανθρώπους και αντικείμενα. Όσο για εμένα, το ένιωσα αυτό με το παραπάνω. Η δική μου αγάπη δεν ήταν συνηθισμένη. Ήμουν τόσο ερωτευμένος όσο μπορούσε να είναι ένα σύνηθες πλάσμα… αλλά με τη Μαργκερίτ Γκοτιέ. Συγκεκριμένα, στο Παρίσι, με κάθε βήμα μπορούσα να πέσω επάνω σε κάποιον που υπήρξε ήδη ή επρόκειτο να γίνει εραστής της. Ενώ στην εξοχή, περιτριγυρισμένοι από ανθρώπους τους οποίους δεν είχαμε δει ποτέ και οι οποίοι δεν είχαν κανένα ενδιαφέρον να ασχοληθούν μαζί μας, ήμαστε μόνοι με τη φύση μέσα στην άνοιξη, σε αυτή την ετήσια ευτυχία. Επί πλέον, απομονωμένοι από τον θόρυβο της πόλης, μπορούσα να κρύψω την αγαπημένη μου και να την αγαπώ χωρίς ντροπή ή φόβο.
[...]

Αλφονσίν Πλεσίς
Η εταίρα εξαφανιζόταν σταδιακά. Είχα δίπλα μου μια νεαρή και όμορφη γυναίκα, που την αγαπούσα και με αγαπούσε. Και την οποία έλεγαν Μαργκερίτ. Το παρελθόν δεν είχε πια υπόσταση και το μέλλον δεν είχε άλλα σύννεφα. Ο ήλιος έλαμπε επάνω στην ερωμένη μου όπως θα έλαμπε επάνω στην πιο αγνή νύφη. Περπατούσαμε παρέα σε αυτά τα γοητευτικά σημεία, τα οποία φαίνονταν να έχουν φτιαχτεί με σκοπό να θυμίζουν στίχους του Λαμαρτίνου ή να τραγουδούν μελωδίες του Σκουντό. Η Μαργκερίτ ήταν ντυμένη στα λευκά, έγερνε στο μπράτσο μου και μου έλεγε ξανά και ξανά κάτω από τον έναστρο ουρανό τις λέξεις που μου είχε πει την προηγούμενη ημέρα και, μακριά, ο κόσμος συνέχιζε την πορεία του χωρίς να αμαυρώνει με τη σκιά του την αστραφτερή εικόνα των νιάτων και της αγάπης μας".

(Αλέξανδρος Δουμάς: "Η Κυρία με τις καμέλιες")


Το αριστούργημα του Δουμά ευτύχησε σε πλήθος προσαρμογών. Εκτός από όπερα, μεταφέρθηκε πολλάκις στη μεγάλη οθόνη, όμως το κοινό απόλαυσε την ρομαντική ιστορία της Μαργαρίτας και του Αρμάνδου και πάνω σε πουέντ...


1.  Για τη Marcia Haydée, πρίμα μπαλαρίνα του Μπαλέτου της Στουτγάρδης, το 1978 ο αμερικανός John Neumeier θα χορογραφήσει και σκηνοθετήσει το δράμα εντυπωσιασμένος από τη λογοτεχνική πένα του Δουμά. Ο Neumeier δεινός φιλαναγνώστης δεν είναι η πρώτη φορά που αντλεί έμπνευση και θέματα από λογοτεχνικές πηγές. Η μουσική που θα επιλέξει πάνω στην οποία να πατήσουν τα μπαλετικά βήματα θα είναι του κατεξοχήν ρομαντικού συνθέτη της μουσικής ιστορίας, Φρειδερίκου Σοπέν. 
O Δουμάς υπήρξε θαυμαστής της μουσικής του Σοπέν, την οποία χαρακτήριζε "καθαρά ατμοσφαιρική, που στο άκουσμά της η ανθρώπινη ψυχή μεταβαίνει στη χώρα των ονείρων".

Η ιστορία του τρίπρακτου μπαλέτου εξελίσσεται ως μια σειρά από αναμνήσεις που ανακαλούνται από διάφορες οπτικές γωνίες, του Αρμάνδου, του πατέρα του και της Μαργαρίτας. Ο χορογράφος δίνει την ευκαιρία στους χορευτές του να μεγαλουργήσουν. Ιδιαίτερη πρόκληση αποτελεί ο ρόλος της Μαργαρίτας με την ασθενική φύση, που απαιτεί να εντρυφήσει στο συνδυασμό δράματος, υποκριτικής και ύψιστης μπαλετικής τεχνικής.


H αυλαία ανοίγει στο δωμάτιο της Μαργαρίτας που μόλις πριν λίγο έχει αφήσει την τελευταία της πνοή. Ο Αρμάνδος κυριευμένος από αναμνήσεις, καταρρέει. Η μουσική υπόκρουση είναι από το ποτισμένο μελαγχολία "Largo" από τη "Σονάτα σε σι ελ. Op. 58" του πολωνού.
Η πρώτη πράξη υπό τους ήχους του περίφημου κοντσέρτου για πιάνο Νο. 2, Op. 21 παρουσιάζει τις αναμνήσεις του Αρμάνδου ξεκινώντας με τη γνωριμία του ζευγαριού στην παράσταση της "Μανόν Λεσκώ" (με όσους παραλληλισμούς μπορεί κανείς να σκεφτεί)...
Η δεύτερη πράξη μας μεταφέρει στην ειδυλλιακή εξοχή, στο σπίτι που είχε παραχωρήσει ο πλούσιος δούκας στη Μαργαρίτα. Εκεί, που ο πατέρας του Αρμάνδου θα απαιτήσει από τη γυναίκα να τον εγκατ
αλείψει, καθώς πιστεύει πως το παρελθόν της θα σταθεί εμπόδιο στη σταδιοδρομία του.
Το "1ο Βαλς από το έργο 34", αποσπάσματα από τις "3 Ecossaises, Op. 72", όπως μέρη από Πρελούδια του Σοπέν ηχούν και χρωματίζουν κατάλληλα διαμορφωμένα τη συναισθηματική φύση των σκηνών. 
Στην τρίτη πράξη η "Grande fantaisie"  συνoδεύει την αφόρητη ζήλεια της Μαργαρίτας όταν αντιλαμβάνεται πως ο Αρμάνδος φλερτάρει με την Ολυμπία. Το πάθος μεταξύ τους ξαναφουντώνει με την αισθησιακού χαρακτήρα "Μπαλάντα Νο. 1 σε Σολ ελ".  Στην τελική σκηνή άρρωστη και απελπισμένη, η Μαργαρίτα εκμυστηρεύεται τις τελευταίες της σκέψεις στο ημερολόγιό της, ενώ το Largo, από τη Σονάτα σε σι ελ., που ακούστηκε στην έναρξη επανέρχεται...
Αξιοσημείωτη είναι η χρήση της παντομίμας στη χορογραφία, που αντικατοπτρίζεται ηχητικά μέσω της δραματικής μουσικής του Σοπέν.

Στο απόσπασμα ακούγονται:

Ballade no.1-op. 23, Andante spianato- op. 22, Grande Polonaise  


Φοντέυν-Νουρέγιεφ
(pinterest)
2. Νωρίτερα, το 1963 ο διάσημος σερ Frederick Ashton χορογραφεί και σκηνοθετεί το μπαλέτο "Marguerite and Armand" ειδικά για το δίδυμο με τις χρυσές πουέντ: Ρούντολφ Νουρέγιεφ- Μαργκότ Φοντέυν.
Ο Άστον χορογραφεί για τη μούσα του Μαργκότ με μοναδική έμπνευση έχοντας κατά νου πως μόνο μια καλλιτέχνις του βεληνεκούς της μπορεί πραγματικά να ερμηνεύσει τον απαιτητικό, ασύγκριτης τεχνικής, ρόλο.


Η μουσική που επιλέγεται στο μονόπρακτο μπαλέτο με πρόλογο και 4 σκηνές, είναι η "Piano Sonata S.178" σε σι ελ. του Φραντς Λιστ διασκευασμένη σε κάποια σημεία για ορχήστρα.

Η πλοκή του μπαλέτου βασίζεται σε σκηνές αναπόλησης. Η Μαργαρίτα Γκωτιέ, άρρωστη βαριά από φυματίωση βρίσκεται στο νεκροκρέβατό της, και μέσα στο παραλήρημά της επαναφέρει μνήμες από τον μεγάλο έρωτά της με τον Αρμάνδο.
Το ζευγάρι των χορευτών ερμήνευσε πολλές φορές τους ρόλους αυτούς και κάθε φορά αποθεωνόταν από κοινό και κριτικούς για την ερμηνεία τους που παραμένει αξεπέραστη και ανυπέρβλητη...Όλοι έκαναν λόγο για παράσταση πέρα από τη συμβατική προσέγγιση όπου κίνηση, μουσική και σκηνοθεσία συνυπάρχουν ισότιμα.

F. Ashton- F. Liszt: "Marguerite and Armand" /  Margot Fonteyn-Rudolf Nureyev


Για την "Τραβιάτα" του Βέρντι, την οπερατική μεταφορά του αριστουργήματος του Δουμά μπορείτε να διαβάσετε παλαιότερο άρθρο εδώ.






Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

Ο Βίλχελμ και η Φάννυ, που αγαπούσε το πράσινο...

 

Fanny and Wilhelm Hensel
Ο ζωγράφος, Wilhelm Hensel είναι γνωστός μας κυρίως ως σύζυγος της ταλαντούχου πιανίστα και συνθέτιδας, Φάννυ Μέντελσον.
Διετέλεσε ζωγράφος της βασιλικής αυλής, καθηγητής και μέλος της Ακαδημαϊκής Γερουσίας, ενώ φιλοτέχνησε πάνω από 1000 σχέδια γνωστών προσωπικοτήτων της γερμανικής ρομαντικής περιόδου.
Πάνω απ' όλα όμως ο Βίλχελμ Χένσελ ήταν ευρύνους, χωρίς βαρίδια και στερεότυπα περί της θέσης της γυναίκας, αντιλήψεις που κυριαρχούσαν στην εποχή του. Έτσι, ήταν εκείνος που ενθάρρυνε τη Φάννυ στην εξέλιξη του συνθετικού της ταλέντου.

Η Φάννυ ήταν μια γυναίκα πανέμορφη, με υπέροχα χαρακτηριστικά και ευγενικό, κομψό παρουσιαστικό. Είχε όψη ηρωίδας βγαλμένης από Βιβλικά επεισόδια, μια μορφή εύθραυστη, λουσμένη το υπέρλαμπρο φως της αθωότητας.

Όταν ο Βίλχελμ διάβασε το χωρίο από το Βιβλίο της Εξόδου, αναφορά στο αγγελικό τραγούδι της Μαριάμ, αμέσως παραλλήλισε στη φαντασία του την προφήτισσα με το τύμπανο ανά χείρας, με τη γυναίκα του...


"Tότε η προφήτισσα Μαριάμ, αδερφή του Ααρών, πήρε στο χέρι της το τύμπανο κι όλες οι γυναίκες την ακολούθησαν με τύμπανα στο χορό.
Η Μαριάμ τραγουδούσε πρώτη και οι άλλες επαναλάμβαναν:
"Ψάλτε στον Κύριο, γιατί κέρδισε νίκη λαμπρή και ένδοξη,
άλογα και καβαλάρηδες στη θάλασσα τους έριξε".

(EΞΟΔΟΣ 15:20-21)

"Miriam' s song", Wilhelm Hensel
(rct.uk)

Ο πίνακας του Χένσελ όπου απεικονίζει την αδερφή του Μωυσή να πρωτοστατεί στο χορό-εγκώμιο στον Κύριο μετά τη νίκη των Ιουδαίων στο Νείλο πήρε τον τίτλο:  "Miriam' s song". Για μοντέλο της Μαριάμ πόζαρε η καλλίστη Φάννυ, που μοιάζει με αγνή θεά μέσα στο στιλπνό, κατακόκκινο φόρεμά της με το χρυσό, γυαλιστερό κορσάζ...

Το βασιλικό και τόσο φιλότεχνο ζεύγος των Αλβέρτου και Βικτώριας επαίνεσαν το εικαστικό, ιδίως την απαράμιλλη ομορφιά της Μαριάμ-Φάννυ κι έδωσαν στο ζωγράφο για την εργασία του ένα διαμαντένιο δακτυλίδι, που φυσικά εκείνος με τη σειρά του το φόρεσε στα λεπτά, κατάλευκα δάχτυλα της αγαπημένης του.


Πορτραίτο της Φάννυ  φιλοτεχνημένο
από το σύζυγό της, Χένσελ
Ανοιχτόμυαλος ο Χένσελ, χάρη σ' αυτόν -όπως είπαμε-  έχουμε δείγματα της συνθετικής γραφής της Φάννυ Μέντελσον, καθώς την παρότρυνε να καταγράφει τα έργα της και να τα εκτελεί στο Βερολινέζικο σαλόνι της.

Η μουσική της αντικατοπτρίζει τη βαθιά της ευλάβεια για τον Μπαχ και τον Μπετόβεν, αλλά παρουσιάζει επίσης τον εξαιρετικό λυρισμό που χαρακτηρίζει το μετακλασικό στιλ του αδερφού της, Φέλιξ και τη δική της πειραματική, εφευρετική προσέγγιση στη φόρμα και το περιεχόμενο.

Η Φάννυ πολύ γρήγορα "βρήκε την προσωπική της φωνή" στη φόρμα του ληντ.

Τα τρία τέταρτα των 100 και πλέον έργων της που ακολούθησαν είναι λήντερ. Ως νεαρή γυναίκα της ανώτερης τάξης ενθαρρύνθηκε να γράψει τραγούδια, καθώς ως μινιατούρες θεωρούνταν καταλληλότερες για το φύλο και την τάξη της. Ο πατέρας της δε, ενίσχυε αυτή την άποψη για λόγους κοινωνικής ευπρέπειας. 


Wilhelm Hensel, αυτοπροσωπογραφία
Πριν ακόμη ο Χένσελ και η Φάννυ παντρευτούν, ο Βίλχελμ έδωσε στην ταλαντούχα κοπέλα που τού είχε κλέψει την καρδιά ένα αντίγραφο του φίλου του ποιητή, Βίλχελμ Μύλλερ από τη συλλογή: "Η Ωραία Μυλωνού". Συλλογή γεμάτη ποιητικά χρώματα, που φωτίζει την ευγενική προσωπικότητα του δημιουργού της, καθώς ο Μύλλερ ως ταξιδευτής, ονειροβάτης, ρομαντικός αναλαμβάνει να εξιστορήσει τις ερωτικές του περιπέτειες...


Η Φάννυ διαβάζοντας τα κείμενα ενθουσιάστηκε κι επέλεξε πρώτα να μελοποιήσει το: "Die liebe Farbe - Το αγαπημένο χρώμα".
Το ποίημα μεταφέρει την απογοήτευση ενός νέου ερωτευμένου με τη μυλωνού, επειδή δηλώνει πως το πράσινο είναι το αγαπημένο χρώμα της, που σημαίνει ότι προτιμά τον κυνηγό από εκείνον.
Ωστόσο, στο μυαλό της Φάννυ στήνεται ένα διαφορετικό σενάριο με την επιλογή του κειμένου να μαρτυρά  ξεκάθαρα την προτίμησή της στον κατά 11 χρόνια μεγαλύτερό της, Βίλχελμ, ο οποίος είχε υποδυθεί το ρόλο του κυνηγού όταν συμμετείχε σε ιδιωτική παράσταση προς τιμήν γαμήλιας επετείου των γονέων Μέντελσον πριν κάποια χρόνια... 


Τα πράσινα θα βάλω, στα πράσινα κι αν κλάψω,
η αγάπη μου ποθεί το πράσινο πολύ.
Θα βγω σε κυπαρίσσια, σε δεντρολίβανα πυκνά,
η αγάπη μου ποθεί το  πράσινο πολύ.
Εμπρός κυνήγι ας πάω, σέ δάση ας προχωράω,
η αγάπη μου πολύ κυνήγι θέλει να δει.
Τ' αγρίμι που ψάχνω και κυνηγώ
ο έρωτας είναι κι ο θάνατος,
ή αγάπη μου πολύ κυνήγι θέλει, ας δει.
Τόν τάφο μου ετοιμάστε, με πράσινα σκεπάστε,
η αγάπη μου ποθεί το πράσινο πολύ.
Ουτ' άνθη μα ούτε και σταυρό, μα  όλα γύρω πράσινα,
η αγάπη μου ποθεί το πράσινο πολύ.
(μτφ.Β. Φρατζίσκος)

Το ληντ αυτό γράφτηκε αρκετούς μήνες πριν ο Φραντς Σούμπερτ το συμπεριλάβει στον διάσημο ομότιτλο κύκλο τραγουδιών του. 

Fanny Menelssohn: "Η Ωραία Μυλωνού-Die liebe Farbe":


Ωστόσο, η πιο διάσημη σύνθεση της Φάννυ, που συνδέεται άμεσα με τον Βίλχελμ Χένσελ είναι το "Das Jahr-Tο έτος"

"Das Jahr", εικονογράφηση Β. Χένσελ
Ένας κύκλος από κομμάτια που απεικονίζουν τους μήνες του χρόνου, κάτι σαν μουσικό ημερολόγιο, το οποίο εικονογράφησε το "στήριγμά" της, ο αγαπημένος της σύζυγος. Πρόκειται για έργο υψηλής αισθητικής, όπου μουσική και ζωγραφικά σχέδια σε χαρτί πολυτελείας συνυπάρχουν αρμονικά με μοναδική έμπνευση! 

Η πιανιστική σουίτα, που απαρτίζεται από 13 μέρη (ένα για κάθε μήνα, μαζί με έναν επίλογο) και θυμίζει Λιστ ή Σούμαν γράφτηκε το 1841 μετά το ταξίδι του ζεύγους στη Ιταλία.

Ο ζωγράφος Χένσελ πέθανε σαν σήμερα, 26 Νοεμβρίου 1865, μήνα που είχε γεννηθεί η Φάννυ. Έτσι, επιλέγω από τη συλλογή "Das Jahr" να ακούσουμε το "Νοέμβριο"

Ο μήνας αποτυπώνεται μουσικά με μια σύνθεση που δομείται σε δυο αντιθετικά θέματα. Ένα αργό αρχικά "Mesto – μελαγχολικά", που υποδηλώνει τη γκρίζα, φθινοπωρινή διάθεση του καιρού, κι ένα χαρούμενο "Allegro", αρκετά ενεργητικό που μαρτυρά τη χαρά και την αισιόδοξη διάθεση της γιορτής…Μια σύνθεση που συγκινεί απεριόριστα, με την κομψή, ντελικάτη υφή της ρομαντικής γυναικείας ψυχής που τη δημιούργησε.

Fanny Mendelssohn: "Das Jahr, November":





Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2021

Δεν γνωρίζω τί τίτλο θα πάρει, "Καταιγίδα" ή "Κατερίνα"...

 

"Γιατί οι άνθρωποι δεν πετούν; Σας ρωτώ. Γιατί οι άνθρωποι δεν πετούν σαν τα πουλιά;
[...]
Κάποτε μου άρεσε πολύ να βγαίνω το πρωί στον κήπο, μόλις βγει ο ήλιος. Να πέφτω στα γόνατα και να προσεύχομαι. Και να κλαίω. Και να μην ξέρω κι η ίδια για ποιο πράγμα να προσεύχομαι, γιατί να κλαίω. Και τι όμορφα ονείρατα που έβλεπα! Τι όμορφα ονείρατα! Χρυσοστόλιστους ναούς και υπέροχους κήπους κι όλο να τραγουδούν οι αόρατες φωνές και να μοσχοβολάει κυπαρίσσι και τα βουνά και τα δέντρα να μη μοιάζουν με συνηθισμένα, αλλά σα να βγήκαν από τις εικόνες και γω να πετάω, να πετάω στον αέρα...
Ακόμα και τώρα βλέπω καμμιά φορά στον ύπνο μου ότι πετάω, μα σπάνια και τελείως διαφορετικά. Όλο προσπαθεί να τρυπώσει στο μυαλό μου κάποιο όνειρο και πουθενά δεν μπορώ να τού ξεφύγω. Αρχίζω να συλλογίζομαι, σκορπούν οι σκέψεις. Αρχίζω να προσεύχομαι, δεν πιάνει η προσευχή. Άλλο ψελλίζει η γλώσσα κι άλλο σκέφτομαι. Σα να μου ψιθυρίζει στ'αυτί ο εξ' από δω κι όλο μού μιλάει για πράγματα πονηρά. Και φαντάζομαι πράγματα που με κάνουν να ντρέπομαι. Τι μου συμβαίνει; Κάτι κακό θα συμβεί.
[...]
Τις νύχτες δεν κοιμάμαι. Όλο ακούω κάτι ψιθύρους, κάποιος να μού μιλάει τρυφερά σα να γουργουρίζει περιστέρι. Δεν ονειρεύομαι πλέον όπως παλιά τα δέντρα του παραδείσου και τα βουνά, αλλά σα να μ' αγκαλιάζει κάποιος σφιχτά και να με οδηγεί κάπου και γω να τον ακολουθώ...Να τον ακολουθώ..."

(Αλεξάντρ Οστρόφσκι: "Καταιγίδα" - ρώσικος τίτλος: "Гроза")


Σκηνικά για το δράμα του Οστρόφσκι
Από τους γνωστότερους θεατρικούς μονολόγους της ρωσικής δραματουργίας είναι ο παραπάνω, ο μονόλογος της Κατερίνας από την "Καταιγίδα" του Αλεξάντρ Οστρόφσκι. Ο συγγραφέας που έχει θεωρηθεί πρόδρομος του Τσέχωφ, στο δράμα του αυτό αναφέρεται στην τσαρική Ρωσία των μέσων του 19ου αι. και αφηγείται την ιστορία μιας νεαρής γυναίκας που οδηγείται στην αυτοκτονία από την υποκριτική ηθική της κοινωνίας. 

Η παντρεμένη Κατερίνα ερωτεύεται τον νεαρό γείτονά της. Αναγνωρίζει το σφάλμα της, όμως είναι πάνω από τις δυνάμεις της και δεν μπορεί να καταλαγιάσει τα συναισθήματά της. Έτσι, ομολογεί τον έρωτά της στον άνδρα της. Οι συγγενείς για να "γλυτώσουν" την κατακραυγή διώχνουν το νεαρό μακριά και η Κατερίνα βλέποντας ένα σημαδιακό όνειρο, αυτοκτονεί.

Λέγεται πως το όνειρο στην "Καταιγίδα" δεν επινοήθηκε από τον συγγραφέα, αλλά ήταν το όνειρο, που είδε μια νύχτα η ηθοποιός που πρωτοέπαιξε το ρόλο της Κατερίνας,  Λιουμπόβ Κοσίτσκαγια, με την οποία ο δραματουργός διατηρούσε σχέσεις, παρόλο που και οι δυο τους ήταν παντρεμένοι.

Στο επίκεντρο του έργου βρίσκεται το διαχρονικό θέμα του απαγορευμένου έρωτα, και κέντρισε το ενδιαφέρον του Λέος Γιάνατσεκ ως λαογράφου και μουσικολόγου.


"Έπειτα από ασυνήθιστα μεγάλο κόπο ολοκλήρωσα την τελευταία μου όπερα. Δεν γνωρίζω τί τίτλο θα πάρει, "Καταιγίδα" ή "Κατερίνα"...Με τον πρώτο τίτλο υπάρχουν κι άλλες όπερες. Με το Κατερίνα δηλώνω πως ασχολούμαι μόνο με "γυναικείες" όπερες(Γενούφα κλπ)" 

(από επιστολή του Λέος Γιάνατσεκ προς την Καμίλα)


Τα ρωσικά θέματα εμφανίζονται συχνά στο έργο του Γιάνατσεκ. Αυτό το τραγικό δράμα από την τσαρική Ρωσία του Οστρόφσκι τού έδωσε την έμπνευση για ένα από τα πιο λυρικά έργα του, την πρώτη "ώριμη" όπερά του, που πήρε τον τίτλο: "Káťa Kabanová".

Η έμπνευση σε μεγάλο βαθμό προέρχεται κι από την αγάπη του Γιάνατσεκ για τη νεαρή, Καμίλα Στόσλοβα, στην οποία αφιερώθηκε η όπερα. Οι δυο τους γνωρίστηκαν το 1917. Παρόλο που ήταν και οι δυο παντρεμένοι, παρόλη την τεράστια διαφορά ηλικίας τους (εκείνος 63, εκείνη 26), ο έρωτας που γεννήθηκε ανάμεσά τους στάθηκε παράφορος! Η σχέση τους αναπτέρωσε τον Γιάνατσεκ κι έφερε πρωτοφανή δημιουργική δραστηριότητα του συνθέτη. 

"Η εμφάνιση και ο χαρακτήρας σου είναι αξιαγάπητα τόσο, που και μόνο με την παρουσία σου καταφέρνεις να δημιουργείς μια υπέροχη ατμόσφαιρα", γράφει ο Γιάνατσεκ στην "λάγνα τσιγγάνα" του, όπως αποκαλούσε την Καμίλα..
"Διαβάζω στα μάτια σου όσα μάς ένωσαν. Τον θυελλώδη άνεμο και τη ζέστη του ήλιου σαν μοίρα..."


O Γιάνατσεκ εμπνεύστηκε από την Καμίλα τους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες τριών από τις όπερές του: της Κάτιας στην "Káťa Kabanová" , της Μπιντρούσκα στη "Μικρή πονηρή αλεπουδίτσα" και της Eλίνας στην "Υπόθεση Μακρόπουλος".

Όταν ο συνθέτης διάβασε από τσέχικη μετάφραση το θεατρικό του Οστρόφσκι επιδόθηκε άμεσα στη σύνθεση μιας όπερας, το λιμπρέτο της οποίας έγραψε ο ίδιος. Όμως, τον προβλημάτιζε ο τίτλος επειδή υπήρχαν αρκετά θεατρικά και μουσικοδράματα τιτλοφορούμενα: "Καταιγίδα". Επίσης δεν θεωρούσε την καταιγίδα κύριο χαρακτηριστικό εστίασης της πλοκής, αλλά την πάλη συναισθημάτων που βίωνε η Κατερίνα μέσα της.

H αφίσα της πρεμιέρας
Έτσι σκέφτηκε το όνομά της να αποτελέσει τον τίτλο της όπερας.
Επιλέγηκε το Káťa = Katya, υποκοριστικό του Κατερίνα στις σλαβόφωνες χώρες και προστέθηκε και το οικογενειακό όνομα Kabanova για να γίνει προφανές ότι σχετίζεται με το θέμα του Οστρόφσκι. Έτσι προέκυψε ο οριστικός τίτλος της όπερας: "Káťa Kabanová".

Ο Γιάνατσεκ αργότερα πρόσθεσε ορχηστρικά ιντερμέδια μεταξύ των επιμέρους σκηνών, έτσι ώστε να υπάρχει χρόνος για αλλαγές σκηνικών χωρίς διακοπτόμενες παύσεις. 

H Kάτια είναι πουλί σε κλουβί, είναι ψάρι έξω από το νερό. Κάποιος ζωγράφος θα φιλοτεχνούσε το πορτρέτο της  με την νεαρή κοπέλα να κρατά ένα περιστέρι, καθώς κυριολεκτικά όσα αντανακλά η εικόνα της συνοψίζονται σε μια λέξη: αθωότητα...
Η όπερα του τσέχου συνθέτη χαρακτηρίζεται 
από ψυχολογική διορατικότητα. Αποτελεί ύμνο στον έρωτα και την ελευθερία στο πάθος και τη ζωή, παρόλη την τραγική κατάληξη της ηρωίδας. Δοσμένο με τρυφερότητα και πραγματισμό, ένα  έργο με ονειρική μουσική, το οποίο ο Γιάνατσεκ συνέθεσε στο τέλος της δημιουργικής του πορείας.

Συγχρόνως είναι η τραγική φωνή της εποχής, η κραυγή της ψυχής των ανθρώπων, που δεν αντέχουν την καταπίεση.

Η παγκόσμια πρεμιέρα έγινε πριν έναν αιώνα ακριβώς, στις 23 Νοεμβρίου του 1921 στο Εθνικό Θέατρο του Μπρνο και γνώρισε τεράστια επιτυχία. Ακολούθησαν και άλλες παραστάσεις σε πολλά μεγάλα ευρωπαϊκά θέατρα, πάντα με το κοινό να υποδέχεται την πρώτη ώριμη όπερα του τσέχου συνθέτη με επευφημίες... 


Leos Janacek: "Kat'a Kabanova - Overture":


Kι ένα απόσπασμα τεράστιας εκφραστικής δύναμης από το "Μονόλογο της Κατερίνας".
Πράξη Β': "Ζωή, δυστυχία!"



Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021

Toulouse-Lautrec: κρυφοκοιτάγματα στη συναρπαστική ζωή του...

 

Toulouse-Lautrec: "Αυτοπροσωπογραφία μπροστά σε καθρέφτη"

Καλλιτέχνης μετα-ιμπρεσιονιστής και  πατέρας της αφίσας.
Ο Τουλούζ Λοτρέκ που μετά από ατύχημα με άλογα συνδυαστικά με την περίπτωση η κατάσταση του να οφείλεται σε αιμομιξία (οι γονείς του ήταν πρωτοξάδερφα) έμεινε ανάπηρος και νάνος, γεννήθηκε σαν σήμερα, 24 Νοέμβρη 1864 στο Αλμπί της Ν. Γαλλίας.

Ο Τουλούζ-Λοτρέκ λόγω της κατάστασής του σπάνια ζωγράφιζε τον εαυτό του, και ακόμη και όταν το έκανε, ήταν μια "ειρωνική" αποτύπωση σε μορφή καρικατούρας.  Η αυτοπροσωπογραφία του μπροστά σε καθρέφτη, που βλέπετε παραπάνω είναι -αν όχι η μόνη- μια από τις ελάχιστες που φιλοτέχνησε. Παρατηρείστε πώς κρύβεται το πρόσωπό του από τη σκιά και δεν διακρίνεται σχεδόν καθόλου. Εστιάζει στο  πάνω μέρος του σώματός του που είχε αναπτυχθεί κανονικά, ενώ τα πόδια του παρέμεναν ασθενικά και εύθραυστα. Όμως ο καλλιτέχνης στην αυτοπροσωπογραφία του δεν επιθυμεί να δηλώσει στο θεατή την παραμορφωμένη του εικόνα.

Toulouse-Lautrec: "Portrait of Oscar Wilde"
Ο ασθενικός Τουλούζ Λοτρέκ, διαφορετικός κι ο ίδιος, υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της διαφορετικότητας, γι' αυτό -παρότι αριστοκρατικής καταγωγής-  περιπλανιόταν στα καμπαρέ και τα χαμαιτυπεία, ανάμεσα σε περιθωριακούς, ιερόδουλες ή ομοφυλόφυλους. Μέσα απ' αυτόν τον μποέμ κόσμο του Παρισιού της εποχής του έβρισκε τρόπο έκφρασης. 


Στο Λονδίνο γνωρίστηκε και έγινε φίλος με τον Όσκαρ Ουάιλντ. Οι δυο τους περνούσαν χρόνο στα καφέ της πόλης συζητώντας και πίνοντας.
Ο Λοτρέκ φιλοτέχνησε έργα με τους δυο φίλους στα Λονδρέζικα μπαρ... Όταν ο Ουάιλντ κατηγορήθηκε για ομοφυλοφιλία και σοδομισμό, ο Λοτρέκ τον υποστήριξε σθεναρά. Το βράδυ πριν τη δίκη, τον επισκέφτηκε και τού ζήτησε να ποζάρει για να φιλοτεχνήσει το πορτρέτο του. Ο Ουάιλντ αρνήθηκε, όταν όμως ο Λοτρέκ  γύρισε στο ξενοδοχείο του, τον  ζωγράφισε από μνήμης. Σκιαγράφησε με έντονα χρώματα και περιγράμματα, εν μέσω θεατρικού φωτισμού, έναν άνθρωπο φανερά γερασμένο, παρότι ο Ουάιλντ ήταν μόνο 40 χρονών, καταβεβλημένο και γεμάτο άγχος και αγωνία.


Toulouse-Lautrec: "La Goule au Moulin Rouge"
Η νυχτερινή ζωή της πόλης, τα καμπαρέ, μουσικοί και ερμηνευτές του Μουλέν Ρουζ και της Όπερας του Παρισιού θα γίνουν η δεξαμενή που θα τροφοδοτεί τη θεματολογία του, δίνοντας μέσω των έργων του διέξοδο στο πνεύμα και την ηθική της εποχής του..

Πολλές φορές θα απεικονίσει την Louise Weber, μια φιλόδοξη επαρχιώτισσα πλύστρα, που έγινε διάσημη χορεύοντας κανκάν με το ψευδώνυμο "La Goulue=η λαίμαργη", για την ακόρεστη όρεξή της τόσο για ζωή όσο και για φαγητό. Hταν η "βασίλισσα της Μονμάρτης"! Χόρευε φορώντας προκλητικά κοστούμια από διάφανες μουσελίνες με τολμηρά ντεκολτέ, δαντελωτά μεσοφόρια, ιδιαίτερο χτένισμα και  μαύρη κορδέλα στο λαιμό, με σπινθηροβόλο βλέμμα και φλογερές πόζες, που προσέλκυσαν τον Λοτρέκ  να αποκαλύψει με τα έργα που φιλoτέχνησε. Οι ελαιογραφίες και οι αφίσες που τής έφτιαξε είναι στο ύφος των γεμάτων μυστήριο Ανατολής, ξυλογραφιών ουκίγιο-ε.


Toulouse-Lautrec: "Μαυριτανικός χορός με την Goule"


Ήταν η χρονιά της δίκης του Ουάιλντ που ο Λοτρέκ έφτιαξε την αφίσα:  "La Baraque Foraine de la Goulue" . Η Γκουλί χορεύει στη σκηνή έναν οριένταλ χορό ενώ σε πρώτο πλάνο αριστερά μπορούμε να διακρίνουμε δίπλα στην κυρία με το μαύρο καπέλο την κομψή φιγούρα του Άγγλου δανδή, Όσκαρ Ουάιλντ. Με αυτόν τον τρόπο, ο ευφυής καλλιτέχνης δίνει την ευκαιρία στο φίλο του να δηλώσει την επιθυμία του: "να κάνει την ίδια του τη ζωή ένα έργο τέχνης"...

H περίφημη χορεύτρια του Μουλέν Ρουζ, Γκουλί είναι εκείνη που καθιέρωσε το "Chahut=θόρυβος, φασαρία, τσακωμός" ένα είδος προκλητικότατου καν-καν, σεξουαλικά φορτισμένου με ιδιαίτερες εκτινάξεις των ποδιών και απότομες χειρονομίες, που προκάλεσε σκάνδαλο.


Toulouse-Lautrec: "Messaline"
Tο 1900-1901 ο Λοτρέκ φιλοτεχνεί μια σκηνή από την όπερα "Messaline" του Isidore de Lara, που είχε κάνει πρεμιέρα στο Μόντε Κάρλο και η υποδοχή της υπήρξε ενθουσιώδης. Ηταν το πιο διάσημο έργο του ντε Λάρα, με πρωταγωνιστή τον  μεγαλύτερο Ιταλό ηρωικό τενόρο της εποχής, Francesco Tamagno και  η πρώτη όπερα Άγγλου συνθέτη που ανέβηκε στη Σκάλα του Μιλάνου. Παρουσιάστηκε και στο Κόβεν Γκάρντεν, αλλά και στο Μπορντώ, όπου την παρακολούθησε ο Τουλούζ Λοτρέκ, μια παράσταση απ΄την οποία εντυπωσιάστηκε από την πλοκή, τις ερμηνείες, τα φαντασμαγορικά σκηνικά και τα περίτεχνα κοστούμια.  

Από την όπερα, με επίκεντρο την ακαταμάχητη έλξη της αυτοκράτειρας για έναν ποιητή και στη συνέχεια τον αδελφό του μονομάχο, ο Λοτρέκ εμπνεύστηκε και απεικόνισε έξι σκηνές της, συμπεριλαμβανομένης της φιλήδονης Mεσαλίνας που κατεβαίνει αγέρωχα τη μεγαλόπρεπη σκάλα του παλατιού, ενώ γυναίκες εκτελούν άρπες, φορώντας το μακρύ σε φλογερό κόκκινο χιτώνα της. Δυο στρατιωτικοί με κράνη και σιδερένιους θώρακες είναι έτοιμοι να γονατίσουν μπρος στην ακόλαστη αυτοκράτειρα.

Toulouse-Lautrec: "Messaline"

 

Isidore de Lara: "Messaline"

Σε μια σπάνια ηχογράφηση του 1903 με τον Tamagno να ερμηνεύει την άρια:
"Dei del patrio suol":


Toulouse-Lautrec: "The violinist Dancla"
Tης ίδιας εποχής είναι το εικαστικό του Λοτρέκ με τον βιολονίστα, συνθέτη και δάσκαλο, Charles Dancla, καθηγητή στο Ωδείο του Παρισιού για περισσότερα από 35 χρόνια και περίφημο πρώτο βιολί στην Όπερα του Παρισιού. 

Ο Dancla υπήρξε παιδί-θαύμα και εντυπωσίασε τους Κερουμπίνι και Κρόυτσερ, ενώ οι ερμηνείες του έχουν εμφανείς επιρροές από τον Νικολό Παγκανίνι. 

O ταλαντούχος Λοτρέκ απεικονίζει το διάσημο βιολονίστα καθισμένο στην καρέκλα να κουρδίζει το βιολί του λίγο πριν την παράσταση γι'αυτο φορά το μαύρο σμόκιν του που έρχεται σε αντίθεση με το εκρηκτικό κόκκινο της φωτιάς του βελούδινου χαλιού της όπερας του Παρισιού.

Από τις δημοφιλέστερες συνθέσεις του Charles Dancla ήταν οι "Airs variés , Op. 89" για βιολί. Έξι συνθέσεις βασισμένες σε θέματα των Ροσίνι, Μπελίνι, Ντονιτσέτι, Πατσίνι, Γιόζεφ Βάιγκλ  και Μερκαντάντε.


Aκούμε τη Ν.6, βασισμένη σε θέμα του Μερκαντάντε:


Toulouse-Lautrec: "Desire Dihau-Les Vieilles Histoires... Pour toi"

Toulouse-Lautrec:
"Marie 
Dihau at the piano"

Επίσης ο Τουλούζ Λοτρέκ είναι συνδεδεμένος και με την οικογένεια Dihau.


Ήταν πρώτος ξάδερφος του  Désiré Dihau, του περίφημου συνθέτη και φαγκοτίστα στην Όπερα του Παρισιού που τον απεικόνισε ο Ντεγκά στο διάσημο "L'Orchestre de l'Opéra".


Toulouse-Lautrec:
"Μάθημα τραγουδιού με την M. 
Dihau"
Ο Λοτρέκ επηρεασμένος από αυτό το εικαστικό φιλοτέχνησε το πορτρέτο του με τίτλο: "Les Vieilles Histoires... Pour toi"(βλέπετε παραπάνω) αλλά και άλλες απεικονίσεις όπως εκείνη που διαβάζει εφημερίδα ή κι άλλα πορτρέτα του ξαδέρφου σε αφίσες του "Μαύρου Γάτου", του καμπαρέ που ο Ντεζιρέ έπαιζε μουσική.


Ταλαντούχα ήταν και η ξαδέρφη, Marie Dihau, αδερφή του Ντεζιρέ, λυρική τραγουδίστρια και καθηγήτρια πιάνου τραγουδιού. Την απεικόνισε αρκετές φορές στο πιάνο ή εν ώρα διδασκαλίας μονωδίας.


Désiré Dihau: "Quand les lilas refleuriront":


Ένα μικρό παραθυράκι ανοίξαμε σήμερα, αγαπημένοι φίλοι και κρυφοκοιτάξαμε κάποια επεισόδια από τη ζωή του γάλλου ζωγράφου, χαράκτη και εικονογράφου Τουλούζ Λοτρέκ.  Η ζωή του ανάμεσα στους παρακμιακούς, όμως πολύχρωμη και έντονης θεατρικότητας αποτελεί συλλογή από συναρπαστικές, κομψές, προκλητικές και γεμάτες χρώμα και κεφάτη μουσική, εικόνες...

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2021

Manuel de Falla: "Το κουκλοθέατρο του Μάστρο-Πέδρο

 

"Ο Δον Κιχώτης στην παράσταση με τις μαριονέτες"
από εικονογράφηση του κεφαλαίου,  Gustave Doré


(Για τη γενέθλια επέτειο του Μανουέλ Ντε Φάγια -
23 Νοεμβρίου 1876) 


Ο Μανουέλ Ντε Φάγια διαμόρφωσε ένα γοητευτικό ύφος που ανέδειξε την ψυχή της παραδοσιακής ισπανικής μουσικής. Στο έργο του αποτυπώνεται η χαρά της ζωής και το ανδαλουσιανό πάθος.

Για σήμερα σάς προτείνω ένα μικρής κλίμακας έργο του σκηνικής μουσικής,  στο οποίο ο συνθέτης εγκαταλείπει το ανδαλουσιάνικο χρώμα  και υιοθετεί θέματα από την μπαρόκ και την αναγέννηση. Μια σύντομη όπερα εμπνευσμένη από την ισπανική λογοτεχνία και τον Θερβάντες.



"Μια ξαφνική σιωπή έπεσε σε όλους όσους θα παρακολουθούσαν την παράσταση, που κρέμονταν από τα λόγια του αφηγητή για τα θαύματά της. Άκουσαν τον ήχο των τυμπάνων, των τρομπετών και τον θόρυβο του πυροβολικού να αναδύεται από τη σκηνή. Το αγόρι ύψωσε τη φωνή του και είπε: "Αυτή η αληθινή ιστορία που παίζεται για χάρη σας προέρχεται λέξη προς λέξη από τα γαλλικά χρονικά και απ' τις ισπανικές μπαλάντες. Απεικονίζει τη διάσωση της κοντεσίνας Μελισέντρα από τον σύζυγό της Δον Γκαϊφέρος. Τη γυναίκα κρατούνταν αιχμάλωτη στην Ισπανία, στην πόλη Σανσουένα, όπως  κείνες τις μέρες ονομάζονταν, και σήμερα τη λέμε Σαραγόσα
[..]
Τώρα η χάρη σας ας στραφεί με προσοχή σε κείνον κεί τον πύργο του κάστρου της Σαραγόσα. Βλέπετε την κυρία στο μπαλκόνι; Είναι η αιχμάλωτη Μελισέντρα. Πηγαίνει συχνά εκεί κοιτάζοντας στο δρόμο προς τη Γαλλία, και παρηγοριέται στη σκέψη του συζύγου της. Βλέπετε και κείνον τον Άραβα που παρακολουθεί κρυμμένος; Δείτε πώς έρχεται και δίνει ένα φιλί στα χείλη της, και πώς εκείνη βιάζεται να φτύσει για να καθαρίσει το στόμα της με το άσπρο μανίκι του φουστανιού της, και πώς αρχίζει να θρηνεί και τραβάει τα μαλλιά της με θλίψη.
[...]

Και το αγόρι συνέχισε: "Δείτε πόσοι είναι οι καβαλάρηδες που τρέχουν κυνηγώντας το ζευγάρι.. Πόσες τρομπέτες ακούγονται, και τύμπανα αντηχούν. Φοβάμαι πολύ ότι θα τους πιάσουν και θα τους γυρίσουν πίσω δεμένους στην ουρά των δικών τους αλόγων. Τι φρικτό θέαμα, αλήθεια!"

Η σκηνή με τον Δον Κιχώτη να καταστρέφει τις μαριονέτες
(εικονογράφηση του Gustave Doré)


Όταν ο Δον Κιχώτης είδε το πλήθος των Μαυριτανών και άκουσε όλον αυτόν το θόρυβο, του φάνηκε ότι έπρεπε να βοηθήσει το ζευγάρι που δραπέτευε. Σηκώθηκε  όρθιος κι είπε με δυνατή φωνή: "Δεν θα το επιτρέψω, όσο είμαι ζωντανός να γίνει αυτό σ' έναν ξακουστό και τολμηρό ιππότη όπως ο Δον Γκαϊφέρος. Σταμάτα, κακομαθημένη ράτσα και μην κυνηγάς άλλο! Αν το κάνεις, θα βρεθείς να πολεμάς μαζί μου!"
Βγάζοντας το σπαθί του, με ένα άλμα βρέθηκε μπροστά στο κουκλοθέατρο και με απίστευτη ταχύτητα και μανία άρχισε να γκρεμίζει τους μαυριτανούς ιππείς, αποκεφαλίζοντας ή ακρωτηριάζοντάς τους. Ήταν τέτοια η μανία του, που αν ο Mάστρο-Πέδρο δεν είχε σκύψει, ο Δον Κιχώτης θα είχε κόψει το κεφάλι του.
Ο Mάστρο-Πέδρο φώναξε από μέσα: "Σταμάτα, Δον Κιχώτη! Αυτά, που χτυπάς, συντρίβεις και σκοτώνεις, δεν είναι πραγματικοί Μαυριτανοί, αλλά μικρά ομοιώματά τους από χαρτόνι. Αχ, τον άμοιρο! Μού καταστρέφεις όλο μου το βιος!"

(Θερβάντες: "Δον Κιχώτης", κεφ. 26)



Ο τιμώμενος σήμερα συνθέτης έδωσε την αφορμή να θυμηθούμε ένα απόσπασμα από το αριστούργημα του συμπατριώτη του συγγραφέα.

Στην όπερα: "El retablo de maese Pedro-Το κουκλοθέατρο του Μάστρο-Πέδρο", που συνέθεσε ο Μανουέλ ντε Φάγια ως φόρο τιμής στον σπουδαίο Θερβάντες, το λιμπρέτο βασίζεται -όπως θα καταλάβατε- πάνω σε ένα επεισόδιο του oνειροπόλου "Δον Κιχώτη".
Ο ιππότης με την απέραντη φαντασία βρίσκεται σε ένα πανδοχείο και παρακολουθεί μια παράσταση με μαριονέτες. Μαγεύεται τόσο πολύ με την ιστορία, που στο τέλος πιστεύει πως οι μαριονέτες δεν είναι άψυχα, αλλά αληθινά αντικείμενα! 'Ετσι, προσπαθεί να σώσει την αιχμάλωτη ευγενική κυρία και  παίρνει τα όπλα ενάντια στις κακές μαριονέτες, προκαλώντας μεγάλη καταστροφή.


Στη μονόπρακτη όπερα του ντε Φάγια τονίζονται τα ιπποτικά ιδεώδη και περιγράφεται μουσικά μια εποχή όπου κυριαρχούσαν οι ρομαντικοί έρωτες, η τόλμη, η γενναιότητα, το θάρρος και η αυτοθυσία.

Η σύνθεση ολοκληρώθηκε το 1923 κι είχε παραγγελθεί από την  πριγκίπισσα και πάτρονα των τεχνών, Βινιαρέτα Σίνγκερ για να παιχτεί στο κουκλοθέατρο του σπιτιού της. 

Η πρωτοτυπία του έργου έγκειται στο ότι ο συνθέτης στήνει ένα κουκλοθέατρο μέσα στο κουκλοθέατρο, καθώς και οι άνθρωποι της ιστορίας (Μάστρο-Πέδρο, αφηγητής, Κιχώτης, Σάντσο Πάντσα) είναι και οι ίδιοι μαριονέτες. Δηλαδή, το πραγματικό κοινό  παρακολουθεί μια ομάδα μαριονετών που παρακολουθούν μια άλλη ομάδα μαριονέτες. 

Στην παράσταση, γνωστοί και φίλοι ανέλαβαν διάφορους ρόλους: ο  Βέλγος μπασοβαρύτονος και αστέρι της όπερας εκείνη την εποχή, Εκτόρ Ντυφράν τραγούδησε τον ρόλο του ιππότη Κιχώτη, τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο Ρικάρντο Βίνες, ενώ τσέμπαλο έπαιξε η Βάντα Λάντοβσκα.

Την παράσταση αυτή παρακολούθησε και ο Φρανσίς Πουλένκ κι είναι εδώ που για πρώτη φορά συνάντησε τη διάσημη τσεμπαλίστα.


Η  σύντομης διάρκειας όπερα που επαινέθηκε για την εκπληκτική θεατρικότητά της, αποτελεί για πολλούς ερευνητές τη μετάβαση του ντε Φάγια από τον "ανδαλουσιανισμό"  στον "ισπανικό νεοκλασικισμό" των έργων του.
Και πράγματι, ο ισπανός συνθέτης εγκαταλείπει το ανδαλουσιάνικο χρώμα των προηγούμενων δημιουργιών του και υιοθετεί θέματα από την ισπανική μπαρόκ, όπως του Gaspar Sanz ή του Francisco Salinas, δημιουργών του 16ου-17ου αι. ανάμικτα -εκτός από τις προσωπικές υποβλητικές μουσικές επινοήσεις του ντε Φάγια- με μοτίβα από την καστιλιάνικη λαϊκή μουσική. Η χρήση του άγνωστου μέχρι τότε ηχοχρώματος του τσέμπαλου προσδίδει εκτός από ομορφιά, και πρωτοτυπία στη σύνθεση, που μέσα στην νεοκλασική απλότητά της αποκτά εκθαμβωτική δεξιοτεχνία και έντονη πολυχρωμία.

Η αντιστοιχία μουσικής και κειμένου θεωρήθηκε ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του έργου, καθώς η ισπανική γλώσσα βρίσκει εδώ τη γνήσια μουσική της έκφραση.

Το ουκλοθέατρο του Μάστρο-Πέδρο" είναι μια ευφάνταστη σύνθεση κωμικού χαρακτήρα με τολμηρούς, στροβιλιζόμενους ρυθμούς, τολμηρές αρμονίες που αναδεικνύουν την ικανότητα του δημιουργού να παράγει μοναδικές συνθέσεις με προσωπικό ύφος και ευφραίνει την ψυχή όσων αποφασίσουν να την ακούσουν!


Manuel de Falla: "El retablo de maese Pedro-Το κουκλοθέατρο του Μάστρο-Πέδρο":