Translate

fb

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

"Φ.Σούμπερτ-Σουμπερτιάδες-Ληντ:Η Μαργαρίτα στο ροδάνι"

 

«Σουμπερτιάδες Εσπερίδες», Julius Schmid



Για τους λάτρεις της κλασικής μουσικής είναι ο πλέον αγνός, τρυφερός και λυρικός συνθέτης, που το έργο του διέπεται εμφανώς από το πνεύμα του ρομαντισμού κι οι μελωδίες του αποπνέουν συναισθηματική συμμετρία και ύφος ονειρικής πραγματικότητας.

Γεννήθηκε σαν σήμερα 31 Γενάρη του 1797.
Η ζωή του σύντομη ( πέθανε σε ηλικία 31 ετών) ωστόσο αυτό δεν τον εμπόδισε να αφήσει σημαντική μουσική κληρονομιά, γεγονός που τον κατατάσσει στους κορυφαίους ρομαντικούς, αλλά και ευρύτερα στους κορυφαίους συνθέτες.

Μέρα αφιερωμένη στον Φραντς Σούμπερτ λοιπόν η σημερινή, κι έτσι ο χαιρετισμός μου συνοδεύεται με ένα εξαιρετικό ληντ του, είδος  με το οποίο το όνομα του Σούμπερτ συνδέθηκε ιδιαίτερα, αφού ο συνθέτης μπόρεσε σε αυτό να παντρέψει τέλεια το ποιητικό κείμενο, τη μελωδία και την πιανιστική συνοδεία.

«Σουμπερτιάδες Εσπερίδες», Moritz von Schwind


Το ληντ, ένα μελοποιημένο ποίημα για φωνή με συνοδεία πιάνου, άνθισε και ήταν μουσική φόρμα ιδιαίτερα δημοφιλής καθ' όλη τη διάρκεια του ρομαντικού 19ου αιώνα.
Ο Σούμπερτ έγραψε πάνω από 600 λήντερ μελοποιώντας περί τους 100 ποιητές.
Οι μελωδίες του καθρεφτίζουν τη γλυκύτητα, την ευαισθησία, το χιούμορ, την ειλικρίνεια και την αγνότητα του χαρακτήρα του.

Για τα λήντερ του Σούμπερτ, ο Λιστ αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Υπήρξε ο πιο ποιητικός συνθέτης, ένας συνθέτης που ήταν ταυτόχρονα ποιητής, 
ή ένας ποιητής που είχε ως μητρική του γλώσσα τη μουσική».

Ο Σούμπερτ ήταν γνωστός στους βιεννέζικους κύκλους για την εργασιομανία του, αλλά και για την αγάπη του στο κρασί.
Όπως αναφέρουν οι βιογράφοι του ξυπνούσε νωρίς και εργάζονταν ως αργά το μεσημέρι, είτε στο σπίτι του είτε γράφοντας τις συνθέσεις του στο βιεννέζικο καφενείο, όπου σύχναζε.
Κάθε βράδυ πήγαινε στην ταβέρνα ή συγκεντρώνονταν σε σπίτια φίλων του πίνοντας, τραγουδώντας και μιλώντας περί της μουσικής.


Αυτές οι βραδιές, που ο ίδιος είχε βαπτίσει ως «Σουμπερτιάδες», ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς και εκτός από τον συνθέτη και τα λήντερ, είχαν πρωταγωνιστή και τον διάσημο βαρύτονο της εποχής του, Johann Michael Vogl, κύριο ερμηνευτή των λήντερ του Σούμπερτ.

Βραδιές, που ο Σούμπερτ απολάμβανε πραγματικά και όπως αναφέρει ο γάλλος μουσικολόγος,  Roland de Cande στο Dictionnaire de musique:

«Ο Σούμπερτ είχε το χάρισμα να εμφυσά την αιωνιότητα στον πυρήνα του εφήμερου…ζούσε αποκλειστικά το παρόν και τις παροδικές συγκινήσεις…»

που μάλλον  για τον καλλιτέχνη δεν αποτέλεσαν αδυναμία αλλά δύναμη.

Μην ξεχνάμε πως ο Μπετόβεν, από τους μεγαλύτερους θαυμαστές του Σούμπερτ, όταν συναντήθηκε μαζί του λίγο καιρό πριν το θάνατό του, το Μάρτη  του 1827, είχε  δηλώσει: 

«Σίγουρα αυτός ο Σούμπερτ έχει τη θεϊκή φλόγα!!!». 

«Η Μαργαρίτα στο ροδάνι-Gretchen am Spinnrade», που θα μας κρατήσει συντροφιά απόψε, είναι ένα πασίγνωστο ληντ, που θεωρείται αρχέτυπο του είδους του αν και γράφτηκε από τον Σούμπερτ σε ηλικία 17 χρονών!

Ο συνθέτης εμπνέεται από τον Φάουστ του Γκαίτε και αποδίδει τη σκηνή όπου η νεαρή Μαργαρίτα γνέθοντας με τη ρόκα της, αναπολεί τις στιγμές και τις ερωτικές υποσχέσεις του αγαπημένου της. Με λυρικό και άλλοτε δραματικό ύφος η προσέγγιση του Σούμπερτ, όπως και μουσικές στιγμές έντασης ιδιαίτερα στα σημεία που το ποίημα αναφέρεται στον Φάουστ, που όπως ξέρουμε, έχει πουλήσει την ψυχή του στον Διάβολο για να ξαναγίνει νέος!


Εξαιρετικό ληντ, ένα από τα πιο όμορφα τραγούδια όλων των εποχών, στο οποίο εκτός από τη φωνή, πρωταγωνιστικό ρόλο έχει και το πιάνο το οποίο αποδίδει το ρυθμικό βόμβο της ανέμης!
Η "Μαργαρίτα στο ροδάνι" σήμερα απολαμβάνει ευρεία αποδοχή από τους μουσικόφιλους-λάτρεις των λήντερ, παρόλ' αυτά όταν το 1816 ο Σούμπερτ έστειλε το τραγούδι στον Γκαίτε, δεν έλαβε ποτέ απάντηση... Φαίνεται πως ο ποιητής αδιαφόρησε για τη μουσική με την οποία ο Βιεννέζος δημιουργός προσέγγισε το λόγο του, ίσως και να του κακοφάνηκε η "μελισματική" μουσική του, αυτό το νέο ασματικό ύφος του, καθώς καταργούσε το πρότυπο του Γκαίτε σχετικά με την λιτή στροφική μελοποίηση.

Θα το ακούσουμε από την αυστριακής καταγωγής μεσόφωνο Κρίστα Λούντβικ, ένα από τα αστέρια του Vienna Ensemble, δημιουργία του φον Κάραγιαν, υπό τη διεύθυνση του οποίου τραγούδησε με μεγάλη επιτυχία, άπειρες φορές.
Στην πενηντάχρονη καριέρα της διακρίθηκε σε πλήθος οπερατικών ρόλων, αλλά και στο μουσικό είδος του ληντ (ιδιαίτερα του Σούμπερτ), στο οποίο έχει μεγάλη εμπειρία, την οποία μεταλαμπαδεύει σε νέους μέσα από master classes και εκπαιδευτικά σεμινάρια νέων ταλέντων.
Η Λούντβικ με άψογη τεχνική, υπέροχα γυρίσματα, γεμάτη φωνή αριστοτεχνικά τοποθετημένη, διαυγής, όμορφο ηχόχρωμα ακόμα και στις πιο χαμηλές περιοχές, μια φωνή που κινείται με άνεση και εκφραστικότητα.


"Η ησυχία μου πάει, βαριά μού είναι η καρδιά, δεν την ξαναβρίσκω ποτέ, ποτέ μου πια.

Σαν δεν είναι μαζί μου, χάρος είναι η ζωή μου, όλη γύρω η πλάση σα να μου 'χει χολιάσει.

Το δόλιο μου κεφάλι σα να είναι σαλεμένο, το δόλιο λογικό μου κατακομματιασμένο.

Η ησυχία μου πάει, βαριά μού είναι η καρδιά, δεν την ξαναβρίσκω ποτέ, ποτέ μου πια.

Αυτόν στο παραθύρι να δω μονάχα βγαίνω, έξω στο δρόμο μόνο γι' αυτόν πηγαίνω.

Το αγέρωχό του βήμα το ευγενικό κορμί, και το χαμόγελό του και της ματιάς η ορμή.

Κι η μαγεμένη βρύση, που τρέχει απ' τη μιλιά του κι όπως το χέρι σφίγγει και αχ, το φίλημά του.

Η ησυχία μου πάει, βαριά μού είναι η καρδιά, δεν την ξαναβρίσκω ποτέ, ποτέ μου πια.

Το στήθος μου σε κείνον να ορμήσει λαχταρά, αχ να μπορούσα πάντα να τον κρατώ σφιχτά,

Και όσο, όσο θέλω γλυκά να τον φιλώ και μέσα στα φιλιά του να σβήσω, να χαθώ!"

Franz Schubert: "Gretchen am Spinnrade"/Christa Ludwig:


Αναλυτικότερα για το συγκεκριμένο ληντ μπορείτε να διαβάσετε εδώ.




Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2016

Μια Μοτσάρτια ιδέα από το μύθο του Ιδομενέα....

 

"Η επιστροφή του Ιδομενέα", Gamelin, Mουσείο: Palais Niel, Τουλούζ)


Στο Αιγαίο, από την Τροία μέχρι την όμορφη Κρήτη ταξιδεύουμε νοερά σήμερα, παρέα με τον ταλαίπωρο Ιδομενέα και τις περιπέτειές του, φίλοι μου!

Ο Ιδομενέας ήταν βασιλιάς της Κρήτης, εγγονός του Μίνωα, συμμετείχε και διακρίθηκε για τη γενναιότητα και την ανδρεία του στον πόλεμο της Τροίας.                                     
Το όνομά του σύνθετο από τις λέξεις Ίδη και μένος(οργή, δύναμη),δηλαδή η δύναμη της Ίδης.
Στην Ιλιάδα του Ομήρου, αναφέρεται μεταξύ των πρώτων  Ελλήνων στρατηγών και  ένας από τους πιο έμπιστους συμβούλους του Αγαμέμνονα. Υπήρξε καρδιακός φίλος του Αίαντα του Τελαμώνιου. Ήταν ένας από τους κύριους υπερασπιστές του ελληνικού στρατού και μάλιστα αγωνίστηκε και απέκρουσε με τους άντρες του την επίθεση του Έκτορα.
Επίσης αναφέρεται πως ήταν ένας από εκείνους, που κρύφτηκαν μαζί με  τους Αχαιούς στο Δούρειο Ίππο.
Ενώ σύμφωνα με τον Όμηρο, ο Ιδομενέας επέστρεψε στην Κρήτη σώος και αβλαβής, χωρίς περιπέτειες στο ταξίδι της επιστροφής του, από το Βιργίλιο μαθαίνουμε ότι γυρνώντας από τον πόλεμο, το πλοίο του έπεσε σε μεγάλη θύελλα. Ο Ιδομενέας τότε για να σώσει το πλοίο, τους άντρες και τον εαυτό του ζήτησε τη συνδρομή του θεού της θάλασσας, Ποσειδώνα, κάνοντάς του ένα βαρύ όρκο!
Έτσι, ο θαλασσοδαρμένος Ιδομενέας, σώζεται αφού πρώτα, ο Θεός, δέχεται από τον ικέτη του ως αντάλλαγμα της ζωής του, τη θυσία του πρώτου ανθρώπου που θα συναντήσει στη στεριά.
Όμως, τι συμφορά! Όταν πάτησε την κρητική γη, ο πρώτος που αντίκρυσε ήταν ο γιος του, ο Ιδάμανθυς!
Το δίλημμα ήταν τεράστιο. Από τη μια η πατρική αγάπη του, από την άλλη ο όρκος στον κυανοχαίτη Ποσειδώνα.
Θα ήταν ασέβεια μεγάλη να αθετήσει το λόγο του και να καταπατήσει τον όρκο, που είχε δώσει στον ευρυκρείονα θεό! Κι έτσι κάνοντας πέτρα την καρδιά του θυσίασε το παλικάρι.
Αυτή η πράξη του προκάλεσε την οργή των υπολοίπων ολύμπιων  θεών, που έστειλαν λοιμό στη χώρα κι έτσι οι κάτοικοι αποφάσισαν να τον εξορίσουν. Έτσι, τον έστειλαν στην Καλαβρία της  Ιταλίας  και στη συνέχεια στην Κολοφώνα της Μικράς Ασίας, όπου και πέθανε.

Βλέπουμε, λοιπόν, πως  "οι θεοί δεν διαπραγματεύονται".
Μια αλήθεια, που ο βασιλιάς Ιδομενέας βίωσε με το σκληρότερο τρόπο...



Από την αγαπημένη μου μυθολογία, ο Ιδομενέας είναι από τους ήρωες που πραγματικά συμπονώ.
Κι από το μύθο του  εμπνεύστηκε ο μεγάλος κλασικός Μότσαρτ, την όπερά του "Ιδομενέας, ο βασιλιάς της Κρήτης", που έγραψε σε ηλικία 25 χρονών.

Δεν σάς κρύβω, πως ανακουφίζομαι που, "ποιητική αδεία", παραποιεί την εξέλιξη και  δίνει αίσιο τέλος στο μύθο, χάρη στο πνεύμα του Διαφωτισμού που τον διέπνεε.   
           
Η Όπερα, που έκανε πρεμιέρα σαν σήμερα 29 Γενάρη 1781 στο Hoftheater του Μονάχου διαδραματίζεται στην αυλή της μινωικής Κρήτης όταν ο Ιδάμανθυς έχει επιστρέψει από την Τροία κρατώντας αιχμάλωτη την τρωαδίτισσα πριγκίπισσα, Ίλια.
Οι δύο νέοι φλέγονται από ανομολόγητο έρωτα ο ένας για τον άλλο.
Όμως,ερωτευμένη με τον Ιδάμανθυ είναι και η Ηλέκτρα, κόρη του βασιλιά των Μυκηνών, Αγαμέμνονα. Η ζήλια θεριεύει μέσα της, όταν διαισθάνεται την προτίμηση του νέου για την τρωαδίτισσα κόρη.


Ο Ιδομενέας φτάνει στην Κρήτη. Αποσιωπώντας τον μυστικό του όρκο, αποφασίζει να απομακρύνει το γιο του με το πρόσχημα να συνοδεύσει την Ηλέκτρα στο Άργος. Πριν προλάβουν να αναχωρήσουν, ξεσπά μεγάλη θύελλα και εμφανίζεται ένα θαλάσσιο τέρας που τρομοκρατεί το λαό.
Ο βασιλιάς συντετριμμένος, ομολογεί ότι πρέπει να θυσιάσει το γιο του για να ικανοποιηθεί ο θαλάσσιος θεός. Το γεγονός προκαλεί μέγα θρήνο στο λαό.

Στο ναό οι προετοιμασίες για τη θυσία έχουν ξεκινήσει όταν έρχεται η χαρμόσυνη είδηση από τη χορωδία που αναγγέλλει ότι ο Ιδάμανθυς σκότωσε το θαλάσσιο τέρας και ελευθέρωσε τους Κρήτες από το φόβο.

ΟAnton Raaff 
ως Ιδομενέας στην πρεμιέρα
Η θυσία όμως πρέπει να γίνει. 
Η Ίλια προσφέρεται να θυσιαστεί μαζί με τον αγαπημένο της, όταν ο από μηχανής θεός Ποσειδώνας, ικανοποιημένος από το σεβασμό του Ιδομενέα, έρχεται  να δώσει τη λύση του δράματος, απαγγέλλοντας το χαρμόσυνο: "Βασιλιάς της Κρήτης δεν είναι πια ο Ιδομενέας αλλά ο Ιδάμανθυς και γυναίκα του η Ίλια".


To ρόλο του Ιδομενέα στην πρεμιέρα του Μονάχου υποδύθηκε ο φημισμένος γερμανός τενόρος, Anton Raaff, η "πιο όμορφη ανδρική φωνή όλων των εποχών και με την τελειότερη προφορά σε όποια γλώσσα ήταν το λιμπρέτο".



Τα μέρη της όπερας, δραματικά και μουσικά, διακρίνονται για τη λαμπρότητα και την εκφραστικότητά τους.

 Ξεχωρίζω, όμως, το μέρος εκείνο, όπου ο Ιδομενέας αποκαλύπτει το μυστικό του όρκο, το πλήθος αντιδρά στην αποκάλυψη και συγκλονισμένο καταθέτει τα συναισθήματά του στο χορωδιακό : "Oh, voto tremendo-Ω,τρομερέ όρκε!"

"Oh voto tremendo!Spettacolo orrendo!
Già regna la morte,D'abisso le porte
Spalanca crudel".



Μεγαλειώδη τα συναισθήματα που δημιουργεί και όλα συγκλίνουν στην αίσθηση της ψυχικής συντριβής!Όμως, λιμπρέτο και Μότσαρτ, όπως και στην αρχαία τραγωδία, δίνουν τη λύση, υπερθεματίζοντας την αγάπη, το σεβασμό προς το θείο και νικούν.
Η ψυχή του Ιδομενέα αγαλλιάζει, που με τη φωνή του τενόρου τραγουδά την άρια "Torna pace al core-Η ειρήνη επιστρέφει στην καρδιά μου".                  
      


Ο λαός επευφημεί τους δύο νέους κατά την τελετή του γάμου και της στέψης, τραγουδώντας το περίφημο χορωδιακό φινάλε "Scenda, Amor-κατέβα,έρωτα!":


Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2016

Robert Burns, «A Red, Red Rose»




«Ποίηση, είναι Μουσική χωρίς νότες»

Η φράση ανήκει στον Robert Burns, έναν από τους πρωτοπόρους ρομαντικούς ποιητές, τον εθνικό ποιητή της Σκωτίας.
Ο Burns γεννήθηκε σαν σήμερα 25 Γενάρη του 1759 και η ποίησή του που συνήθως είναι γραμμένη στην τοπική σκωτσέζικη διάλεκτο διακρίνεται για το ρομαντισμό, την απλότητα και τα λυρικά της στοιχεία.

Κάθε χρόνο στις 25 Ιανουαρίου, βραδιά της γέννησής του σε όλη την Σκωτία διοργανώνονται «Δείπνα του Μπερνς» όπου πριν από την πρόποση γίνονται ποιητικές αναλύσεις στη μνήμη του.



Στo δείπνο του Burns, σερβίρονται παραδοσιακά εδέσματα, κυρίως haggis(εθνικό φαγητό της Σκωτίας, με κιμά από εντόσθια αλεσμένα με κρεμμύδι, βρώμη και διάφορα καρυκεύματα που σιγοβράζει σε στομάχι προβάτου-διαδικασία όμοια με τη δική μας γαρδούμπα σε μπόλια), neeps(βραστά γογγύλια-φυτικές ρίζες, γουλιά) και tatties(πατατοπουρές). Οι γκάιντες παίζουν ασταμάτητα και φυσικά ρέει άφθονο το ουίσκι, εθνικό ποτό της Σκωτίας.

Στο παρακάτω εικαστικό του Alexander Fraser απεικονίζεται ο ποιητής Ρόμπερτ Μπερνς με τη σύζυγό του, τέσσερα από τα εννιά παιδιά τους και οικογενειακούς φίλους γύρω από το τραπέζι που έχει στρωθεί για το δείπνο. Τιμητική θέση πάνω στο τραπέζι κατέχει το  haggis.
  
The Haggis Feast
"The haggies Feast", Alexander Fraser
(thelikker.com)
   

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Μπερνς εργάστηκε πάνω στην καταγραφή και διατήρηση των παραδοσιακών τραγουδιών της Σκωτίας και πράγματι η συλλογή του περιλαμβάνει πάνω από 300 τραγούδια.

Από τα πιο γνωστά του, το «Auld Lang Syne», που το ακούμε συνήθως χορωδιακά την περίοδο της Πρωτοχρονιάς, ως αποχαιρετιστήριο άσμα στον παλιό χρόνο.

Γι’αυτό το απόγευμα όμως, διάλεξα να ταξιδέψουμε μ’ένα ποίημά του γεμάτο τρυφερότητα, χάρη, πηγαία ευαισθησία και άκρατο ερωτισμό…


«A Red, Red Rose»

Είν' η αγάπη μου σαν ένα πορφυρένιο ρόδο
Που μόλις ξεπετάχτηκε τον πρώτο μήνα του καλοκαιριού:
Είν' η αγάπη μου σαν τη μελωδία
Που παίζεται γλυκά σ' ένα ρυθμό αρμονικού συντονισμού.
Τόσ' όμορφη είσαι εσύ, γλυκειά μου αγαπημένη,
Τόσο βαθειά εγώ σε αγαπώ:
Κι ακόμα θε' να σ' αγαπώ, ακριβή μου,
Μέχρι να λείψει το θαλασσινό νερό.
Μέχρι που ολότελα οι θάλασσες στερέψουν, ακριβή μου,
Κι οι βράχοι λιώσουν με του ήλιου το λαμπρό το φως:
Κι εγώ θα σ' αγαπώ ακόμα, ακριβή μου,
Ενώ κινούμενη άμμος θα' ναι της ζωή μου η οδός
Να 'σαι καλά μοναδική μου αγαπημένη
Ένα αντίο προσωρινά!
Και θα ξανάρθω, ακριβή μου αγαπημένη.
Έστω κι αν βρίσκομαι δέκα χιλιάδες μίλια μακριά.

(Μτφ.: Χρίστος Γούδης)

Το 1840 το ποίημα μεταφράστηκε στα γερμανικά και μελοποιήθηκε από τον Robert Schumann«Dem roten Röslein gleicht mein Lieb», και το ακούμε από τον λυρικοβαρύτονο Thomas Hampson, για τον οποίο το θαυμασμό της είχε εκφράσει ανοιχτά η Elisabeth Schwarzkopf:



Ακούμε την παραδοσιακή μελωδία του τραγουδιού από τον σκωτσέζο τενόρο Kenneth McKellar, για τον οποίο οι μουσικολόγοι χαρακτηρίζουν ως την πλέον αξιοσημείωτη ερμηνεία των τραγουδιών του Ρόμπερτ Μπερνς.


Mια πανέμορφη εκδοχή του ποιήματος σε εκλετικό ύφος για μικτή χορωδία συνοδευμένη από κουαρτέτο (πιάνο, βιολί, βιόλα και κλαρινέτο) δίνει ο αμερικανός René Clausen:


Υποβλητική η ατμόσφαιρα που πλάθουν οι χορωδιακές φωνές συνοδεία πιάνου στην διασκευή του James Mulholland:







Azy Gouziou (Άζη Γουζίου)26 January 2021 at 10:14

Τόσο βαθειά εγώ σε αγαπώ:
Κι ακόμα θε' να σ' αγαπώ, ακριβή μου,
Μέχρι να λείψει το θαλασσινό νερό.
Tι στίχοι, τι τρυφερότητα κρύβουν και πόσο παραστατικοί! Ευχαριστούμε, Ελπίδα μου για την τόσο ξεχωριστή αυτή ανάρτηση για τον Σκωτσέζο ποιητή Burns αλλά και τις τόσο ωραίες ερμηνείες του ποιήματος... ειλικρινά δεν ξέρω ποια να διαλέξω. Και είναι δικαιολογημένο, τέτοιο ποίημα και τόσο όμορφη παραδοσιακή μουσική που σώθηκε απ' τον Burns μόνο τέτοιες μελωδίες θα γεννιόνταν. Υπέροχα όλα, γλυκιά μου φίλη! ❤

ReplyDelete
Replies


ELPIDA NOUSA26 January 2021 at 11:01

Το βελούδο της ψυχης του Μπερνς αντικατοπτρίζεται σ'αυτο το τρυφερο ποιημα, Αζη μου!Οι στιχοι του βάρδου της Σκωτίας, φανερωνουν τη χαρισματική προσωπικοτητα, που θαυμασε και σεβαστηκε τη λαικη κουλτουρα της πατριδας του!
Κι αυτο τού αναγνωριστηκε! Δεν ειναι τυχαιο που σε όλο τον κοσμο κοινότητες Σκωτσέζων γιορτάζουν τη γενεθλια επετειο του με μεγάλα δείπνα, δημόσιες συγκεντρωσεις και αναγνώσεις εργων του!
Οι μελοποιησεις-διασκευες του ποιηματος ακολουθουν το γωσσολογικο υφος που ξεχειλιζει ρομαντισμό, και συναισθηματική αγνοτητα!
Ευχαριστω για το ομορφο σχολιο σου κιι οπως καταλαβα την ακροαση ολων των μουσικων μου προτασεων..
Να εισαι καλά, αγαπημενη μου φιη!Καλο μας ξημερωμα!! ❤
Delete

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

"Κλάους Νόμι: Η Άρια του Ψύχους από μια ιδιαίτερη φωνή"

 

(πηγή: pinterest)



Βρισκόμαστε στην καρδιά του χειμώνα και παρότι σήμερα η Κυριακή μας ξημέρωσε με τον ήλιο της Αλκυώνης, γενναιόδωρο…τώρα που σουρούπωσε το κρύο γίνεται τσουχτερό…
Έτσι, σας καλησπερίζω με μουσική εναρμονισμένη στις τρέχουσες καιρικές συνθήκες και την «Άρια του ψύχους», από την 3η πράξη της όπερας του Χένρι Πέρσελ : «Βασιλιάς Αρθούρος».

Ο Χένρυ Πέρσελ έγραψε την όπερα αυτή το 1691 με την πλοκή της να βασίζεται στις μάχες του βασιλιά Αρθούρου κατά των Σαξόνων, όταν η ειρήνη ανάμεσά τους ήταν εύθραυστη με κέντρο την προσπάθεια του βασιλιά να σώσει την τυφλή, απαγμένη αρραβωνιαστικιά του.
Στοιχεία ανάκατα με αρκετή παραμυθοϊστορία, κάνοντας χρήση όντων με υπερφυσικές δυνάμεις, θεούς και πνεύματα της αγγλοσαξωνικής μυθολογίας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πιο διάσημη άρια της όπερας «The Cold Song», όπου μιλά το Πνεύμα του Χειμώνα.
Το μουσικό περιβάλλον, ατμοσφαιρικό, ο ευρηματικός συνθέτης θέτει στην παρτιτούρα του για τη φωνή, συνεχείς παύσεις και staccati ακριβώς για ν' αποδοθεί το τρεμούλιασμα, η φωνή κάποιου, που τρέμει από το κρύο.

Το Πνεύμα ξυπνά απρόθυμα από το λήθαργο κι αιτία είν' ο Έρωτας...

«What Power art thou who from below
Hast made me rise unwillingly and slow
From beds of everlasting snow
See'st thou not how stiff and wondrous old
Far unfit to bear the bitter cold
I can scarcely move or draw my breath
Let me freeze again
Let me freeze again to death!»

«Ποια δύναμη είσαι εσύ, που 
απ’τα έγκατα απρόθυμα με σήκωσες
απ’του χιονιά το αιώνιο γιατάκι;
Δε βλέπεις που είμαι γέρος τόσο;
Το τσουχτερό το κρύο ν’αντέξω, δεν μπορώ!
Κινούμαι μετά βίας κι ανασαίνω
Άσε με να παγώσω πάλι μέσα απ’το θάνατο!»


Από τις ωραιότερες ερμηνείες αυτής της άριας είναι εκείνη του αστέρα του χώρου, του κόντρα-τενόρου Αντρέα Σολ.

Klaus Nomi: Artwork by krysyonysh
(deviantart)

Όμως για σήμερα, με αφορμή το ημερολόγιο θα την ακούσουμε σε μια ιδιαίτερη εκτέλεση, με εκφραστικότητα και αίσθηση του ύφους από τον Klaus Nomi.

Μια σπουδαία και ιδιοφυή καλλιτεχνικά προσωπικότητα, που γεννήθηκε σαν σήμερα 24 Γενάρη του ‘44.
Ο Γερμανός κοντρα-τενόρος, γνωστός για το φωνητικό του εύρος καθώς και για την εκκεντρική και έξαλλη εμφάνισή του.

Ασυνήθιστα τα κοστούμια του, και το χτένισμά του επιδεικτικά στυλιζαρισμένο θυμίζει φιγούρες από έργα του Πικάσο ή του Ζωρζ Μπρακ.

Το μακιγιάζ του βαρύ, λευκή μπογιά απλωμένη σε όλο το πρόσωπο και κατάμαυρο το περίγραμμα των χειλιών παραπέμπει στους πρωταγωνιστές του Καμπούκι, του παραδοσιακού Γιαπωνέζικου θεάτρου της πρωτοπορίας, με τους ηθοποιούς να  ντύνονται περίεργα και με εκκεντρικές κομμώσεις.


Γι' αυτόν η Τέχνη μπορεί να περιλαμβάνει τα πάντα-όλα...  Καλλιτέχνης του «όλου», ο Κλάους Νόμι, κάτι που μας το θυμίζει και το όνομα που υιοθέτησε, αναγραμματισμός του λατινικού «omnia=άπαν».

Λάτρης της όπερας από μικρός, το ρεπερτόριό του περιλαμβάνει οπερατικές άριες συνδυασμένες με στοιχεία της ποπ, με ηλεκτρονική διάθεση, κάνοντας το στυλ του μοναδικό, ιδιαίτερα περίτεχνο με στοιχεία φουτουριστικά.

Ο Νόμι πέθανε το 1983, (ήταν ένα από τα πρώτα θύματα του aids), σε ηλικία 39 χρονών.

Η ερμηνεία του στην «Άρια του Ψύχους» μπορεί να μην είναι στο γνωστό, ατόφιο, οπερατικό ύφος, σίγουρα όμως αποτελεί μια αξιοπρόσεκτη βερσιόν αυτού του έργου τέχνης.
Και τα έργα Τέχνης αρνούνται τη δικτατορία της απολυτότητας και των στεγανών.

Απολαύστε τον στην τελευταία παράσταση πριν το θάνατό του, όπου γνωρίζοντας την ασθένειά του περιοδεύει στην  Ευρώπη σε μια αποχαιρετιστήρια συναυλία κι επαφή με το πολυπληθές, φανατικό κοινό του.


Το τραγούδι ακούγεται και στην γαλλική ταινία του 1983 "À nos amours-Για τους έρωτές μου", δράμα σε σκηνοθεσία του Maurice Pialat, όπου τη μουσική υπογράφει ο εκκεντρικός Klaus Nomi.





Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

"Όταν πρόκειται για Chopin, βρίσκω πάντα αφορμή....Μέρος 2ο"

 




Έφυγε σαν σήμερα, 22 Γενάρη 1977...


Πολυαγαπημένος λογοτέχνης ο Μενέλαος Λουντέμης, τρυφερός κι ανθρώπινος!
Μέσα από το λόγο του προβάλλει την αγάπη, την ευαισθησία , την αλληλεγγύη!
Συμπαραστάτης κάθε κατατρεγμένου, καταδεικνύει την κοινωνική ανισότητα, υμνεί την ανθρωπιά, τη δύναμη της φιλίας, τις αξίες της ζωής! 
Πόση γοητεία άσκησε στην εφηβεία μας!
Με ουσία, παλμό, ολοζώντανο ύφος...
Ένας μέγιστος πεζογράφος, που κάθε αράδα του κι ένα μήνυμα της ελπίδας, που ανακουφίζει...


Επειδή, κατά παλιότερη ομολογία μου, ..."όταν πρόκειται για Chopin, βρίσκω πάντα αφορμή..." ας αφεθούμε σ'ένα μικρό απόσπασμα από τον ποιητικό λόγο του Λουντέμη...


"Θρόμβοι αιματένιοι στου κλαβιέ, κυλήσαν την καδένα.
Κόκκινη γύρη, που το δρόμο πήρε της νοτιάς.
Ψυχή, που θάλασσα έγινες, μια θάλασσα φωτιάς
Μπαλάντα του Σοπέν Νούμερο Ένα"

*****

Η Ballade No. 1 του Σοπέν σε σολ ελάσσονα, όπως όλες οι μπαλάντες του είναι εμπνευσμένες από τον αγώνα των Πολωνών έναντι του ρωσικού ζυγού.
Η συγκεκριμένη γράφτηκε λένε οι αναλυτές, όταν ο Σοπέν διάβασε το ποίημα του συμπατριώτη του Adam Mickiewicz, (που και κείνος ζούσε αυτοεξόριστος στο Παρίσι), για τον πολωνό εθνικό ήρωα "Konrad Wallenrod".
Το έργο είναι μια απεικόνιση συναισθημάτων, που συνδέονται με τα γεγονότα που περιγράφει ο Μιτσκιέβιτς στο ποίημά του.


Η μπαλάντα ανοίγει διστακτικά, με μια βαριά εισαγωγή, που οδηγεί στο μελαγχολικό θέμα.
Ο ρυθμός σταδιακά επιταχύνεται, για να ενισχύσει τη φλογερή και παθιασμένη αγωνιστική ατμόσφαιρα του έργου.
Οι μελωδίες όμορφες, γαλήνιες, ξεχειλίζουν από ρομαντισμό, κι άλλοτε η ισχυρή δυναμική τους παραπέμπει σε ξέσπασμα ψυχής, θέματα θυελλώδη, σκοτεινά που ντύνουν τη μελωδική γραμμή με έντονη τραγικότητα.


Απότομες και οι αλλαγές στη ρυθμική αγωγή με την εισαγωγή να εκτελείται στο πλατύ και βαρύ largo, που στη συνέχεια μεταλλάσσεται σε moderato...meno mosso,...presto cn fuoco και τη φύση της μουσικής, αρχικά λυρική, που στη συνέχεια γίνεται απεγνωσμένη…οργισμένη…εκρηκτική…
Aτμόσφαιρα έντονα ποτισμένη με τα συναισθήματα της μοναξιάς και της αποξένωσης.


Επιλέγω να ακούσουμε την περίφημη αυτή μπαλάντα από τον Αλφρέ Κορτό, τον ασύγκριτο, κατεξοχήν Σοπενιστικό εκτελεστή. 
Κι επειδή οι Μπαλάντες σηματοδοτούν το υψηλότερο επίπεδο ωριμότητας της μουσικής ανάπτυξης του συνθέτη, θα πρέπει η επιλογή του ερμηνευτή να είναι άκρως προσεκτική.

Κάθε φορά που ακούω τον Κορτό να εκτελεί έργα Σοπέν νοιώθω την ευθύνη με την οποία αναλαμβάνει την εκτέλεση, ιδιαίτερα στις μπαλάντες !
Νοιώθω πόσο ταγμένος είναι στην υπηρεσία της ερμηνείας αυτής της τραγικής μουσικής.
Συλλαμβάνει την ψυχή του Σοπέν, όπως κανένας άλλος, νομίζω πιανίστας.
Ίσως σε αυτό να έπαιξε ρόλο και η μαθητεία του δίπλα στον Emile Descombes, που υπήρξε μαθητής του Chopin.

Κάποτε είχα διαβάσει…πως :

"όταν δεν θα υπάρχουν πια τα μαγικά χέρια του Κορτό, ο Chopin θα’χει πεθάνει για δεύτερη φορά..."


Μη με παρεξηγείτε, αλλά για το Σοπέν μπορώ να μιλώ ώρες!! 



H Μπαλάντα ακούγεται και στην εκπληκτική ταινία του Ρομάν Πολάνσκι: "Ο πιανίστας":


Ο Σοπέν είναι τόσο αγαπημένος, τόση η εκφραστικότητα και τα νοήματα των έργων του, που πολλοί απ'το χώρο της Τέχνης έχουν κάνει σ 'αυτόν, αναφορές.
Η πρώτη αφορμή δόθηκε με το  Ντελακρουά...Μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2016

«Ο άγνωστος Πλάθιντο»




Το θέατρο κατάμεστο!
Ο Πλάθιντο Ντομίνγκο εν μέσω παράστασης.
Ένας γνωστός άντρας κατευθύνεται προς το μέρος του…
Ανεβαίνει στη σκηνή…γονατίζει μπρος του, πιάνει τα χέρια του και τα φιλά…
Είναι ο Χοσέ Καρέρας...


Κι οι δυο τους μαζί με τον Παβαρότι, από τους μεγαλύτερους τενόρους του 20ου αιώνα.
Πριν συνδεθούν φιλικά, συνυπάρξουν μουσικά και ξεσηκώσουν τον κόσμο μέσα από το τραγούδι τους, υπήρξαν άσπονδοι εχθροί, όπως εχθρική είναι και η σχέση των περισσοτέρων Μαδριλένων με Καταλανούς.
Ο Μαδριλένος Ντομίνγκο απέναντι στον Καταλανό Καρέρας…
H διαμάχη τους ξεκίνησε σε μια πολιτική συζήτηση σχετικά με την Καταλανική αυτονομία.


Πολιτικοί οι λόγοι που τους χωρίζουν…ικανοί όμως για τους συγκεκριμένους διάσημους τενόρους να δηλώσουν κάποτε πως δεν επιθυμούν κοινές εμφανίσεις και μάλιστα να τεθεί αυτό ως όρος στα συμβόλαιά τους και από τους δυο!
Λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν αυτή την ιστορία.

Τη θυμηθήκαμε με αφορμή τα σημερινά γενέθλια του Πλάθιντο Ντομίνγκο ...

Ήταν 1987 … δεν έχει αλλάξει τίποτα κι ο Καρέρας παραμένει πάντα εχθρός του Ντομίνγκο…
Όμως έχει ξεχάσει πως υπάρχουν χειρότεροι εχθροί…
Έρχεται αντιμέτωπος με το μεγαλύτερο και βαρβαρότερο, την αρρώστια…

Ξεκινά έναν οδυνηρό αγώνα κατά της λευχαιμίας, που πριν λίγο διάστημα διέγνωσαν οι ειδικοί, με ελάχιστες πιθανότητες επιβίωσης.
Μεταμοσχεύσεις, χημειοθεραπείες, συνεχόμενα ταξίδια κι επαφές με μεγάλους γιατρούς, που το υψηλό κόστος τους τον εξαντλούν οικονομικά…
Προκειμένου να ανταπεξέλθει ζητά βοήθεια από ένα Ιδρυμα υποστήριξης ασθενών με καρκίνο, που είχε πρόσφατα ιδρυθεί στη Μαδρίτη.
Η υποστήριξη τεράστια και ουσιαστική.


Χάρη στο Ίδρυμα αυτό, ο Καρέρας βγαίνει νικητής από την ύπουλη λευχαιμία και επιστρέφει στο τραγούδι.
Μόνο μια επιθυμία έχει αυτή την ώρα…
Να βρει τους ιδρυτές της Οργάνωσης κι ευγνωμωνών να τους σφίξει το χέρι, να τους ευχαριστήσει που του χάρισαν τη ζωή.


Αρχίζει την έρευνα.
Μένει άφωνος όταν διαβάζοντας το καταστατικό ανακαλύπτει με μεγάλη του έκπληξη πως εμπνευστής της ιδέας δημιουργίας του ιδρύματος και Πρόεδρός του ήταν ο Πλάθιντο Ντομίνγκο!
Είχε προβεί σ’αυτή την ενέργεια για να βοηθήσει τον άρρωστο συνάδελφό του, τον «άσπονδο εχθρό» του!
Είχε επιλέξει, όμως να διατηρήσει την ανωνυμία του, προκειμένου να μην τον ταπεινώσει…


Το θέατρο κατάμεστο!
Ο Πλάθιντο Ντομίνγκο εν μέσω παράστασης.
Ένας γνωστός άντρας κατευθύνεται προς το μέρος του…
Ανεβαίνει στη σκηνή…γονατίζει μπρος του, πιάνει τα χέρια του και τα φιλά…
Είναι ο Χοσέ Καρέρας, που νοιώθει την ανάγκη για ένα δημόσιο ευχαριστώ!
Μια τεράστια αγκαλιά σφραγίζει την αρχή μιας μεγάλης φιλίας.
Είναι το πιο συγκινητικό μέρος αυτής της ιστορίας…
Μιας ιστορίας ανθρώπινης καλοσύνης, παράδειγμα για όλους μας και έμπνευση...

Όταν μετά από καιρό ο Ντομίνγκο ρωτήθηκε γιατί κατέφυγε σ’ αυτή την πράξη για ένα επαγγελματικό ανταγωνιστή του και πολιτικό του εχθρό απάντησε με απόλυτη φυσικότητα:

«Μα δεν είχαμε την πολυτέλεια να χάσουμε μια τέτοια φωνή!»

Λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν αυτή την ιστορία.
Πολλοί υποστηρίζουν πως είναι αναληθής και πως αναφέρεται συχνά ως πηγή έμπνευσης για την ανθρώπινη καλοσύνη και την αδελφοσύνη πέρα ​​από τις διαφορές.


Η ασθένεια του Καρέρας πέρα για πέρα αληθινή, καθώς και το Ίδρυμα υποστήριξης ασθενών με λευχαιμία, λένε συγκροτήθηκε με χρήματα που συγκέντρωσαν από συναυλίες που έδωσαν οι τρεις μεγάλοι τενόροι (Ντομίνγκο, Καρέρας, Παβαρότι) γι' αυτό το σκοπό.

Ψέματα, αλήθεια...ποιος ξέρει;

Πάντως η ανθρωπιστική πλευρά του Ντομίνγκο φαίνεται ιδιαίτερα ανεπτυγμένη, με τον ίδιο να μη μένει ασυγκίνητος στον ανθρώπινο πόνο.

Μετά τον καταστροφικό σεισμό του '85 στο Μεξικό έσκαβε με τα ίδια τα χέρια του στα χαλάσματα προκειμένου να βρει επιζώντες...
Φρόντισε δε για τη βοήθεια και την οικονομική στήριξή τους με συναυλίες που διοργάνωσε γι' αυτό τον σκοπό.



[Ο Placido Domingo γεννήθηκε σαν σήμερα 21 Ιανουαρίου 1941 στην Ισπανία.
Οι γονείς του είχαν δηλώσει πως γνώριζαν πως θα ασχοληθεί με τη μουσική απ’όταν ο γιος τους ήταν πέντε χρονών, χάρη στην ικανότητά του να μουρμουρίζει ολόσωστα και στον τόνο τα τραγούδια μετά από μια παράσταση θαρθουέλας…]


O Ντομίνγκο, γνωστός για την ευελιξία, την άρτια τεχνική φωνής και τη δραματική της ένταση έχει ερμηνεύσει 147 ρόλους της όπερας στα ιταλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, αγγλικά και ρωσικά.


Ιδιαίτερα δημοφιλής στους ρόλους του Καβαραντόσσι στην Τόσκα του Πουτσίνι…του Δον Χοσέ στην Κάρμεν του Μπιζέ…. ή του Κάνιο στους Παλιάτσους του Λεονκαβάλλο…
Κοινό και κριτικοί τον έχουν αναγνωρίσει σαν τον καλύτερο Οθέλλο της γενιάς του!

Ντομίνγκο και Αλόνσο στην "Αγριόγατα"(Μεξικό 1958)

Όμως εμείς σήμερα θα τον ακούσουμε σε ένα εκπληκτικό ντουέτο με την Virginia Alonso από την όπερα «Η Αγριόγατα» του Manuel Penella, όπερα στην οποία ο διάσημος τενόρος έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο Μεξικό το 1958 σε ηλικία δεκαεπτά χρονών.


Το κείμενο δημοσιεύτηκε και στο ηλεκτρονικό περιοδικό iporta.gr




Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016

"Εντγκαρ Άλαν Πόε-Ίσραφελ

 


"...και ο άγγελος, που είναι σα λαούτο η καρδιά του 
και που'ναι ο πιο μελίρυτος από τα θεϊκά τα πλάσματα..."


"Israfel", από εικονογράφηση του Edmund Dulac

Αυτά τα λόγια είναι απ'το Κοράνι κι αναφέρονται στον άγγελο Ίσραφελ, τον άγγελο  της μουσικής, που θα φυσήξει την τρομπέτα του, προσκλητήριο την Ημέρα της Κρίσης.Στην ισλαμική παράδοση πιστεύεται ότι έχει σταλεί, μαζί με άλλους τρεις αρχάγγελους, για να συλλέξει τη σκόνη από τις τέσσερις γωνιές της γης.

Διαθέτει τέσσερα φτερά, τόσο ψηλά,  ώστε είναι σε θέση να φτάνει από τη γη  τους πυλώνες του Ουρανού.
Είναι ο άγγελος-άρχοντας της μουσικής, τραγουδά ύμνους στο Θεό σε χίλιες διαφορετικές γλώσσες και η αναπνοή του χρησιμοποιείται για να δίνει ζωή!


Από τον Ίσραφελ εμπνέεται το ομώνυμο ποίημά του ο Έντγκαρ Άλαν Πόε (γεννήθηκε σαν σήμερα 19 Ιανουαρίου του 1809)ο μεγάλος αλλά αμφιλεγόμενος συγγραφέας-ποιητής, της κατηγορίας των "καταραμένων", καθώς τα κείμενά του είναι σκοτεινά, μυστηριακά και με διάχυτη τη χαρακτηριστική μεταφυσική ατμόσφαιρα.


Εκεί ψηλά στον Ουρανό οικεί
άγγελος με λαγούτο τη καρδιά
και λέει ο θρύλος πως κανείς
δεν ημπορεί στη μελωδιά να παραβγεί
τον Ισραφέλ. Και τ' άστρα ακόμα
παύουν τον ύμνο και βουβά
ακούν τη μαγική του τη φωνή.

Τρεμίζοντας επάνω η σελήνη,
ολόγιομη κι ερωτευμένη, ντροπαλή,
ερυθριά, τον ύμνο σαν ακούει
του ερυθρού λαμπρού αγγέλου
(μαζί με τις εφτά γοργές Πλειάδες)
που παύει στη Παράδεισο.

Και λένε τάχα (ο χορός των αστεριών
και όποιος άλλος τον ακούει)
πως του Ισράφελ 'νάφτουνε φωτιές,
απ' το λαγούτο που κρατά
σαν παίζει και σαν τραγουδά,
απ' τη ζωή που θάλλει χαρωπά
σ' αυτές τις ασυνήθιστες χορδές.

Και όπου στα ουράνια ύμνησε
κει που 'ναι χρέος ιερό οι στοχασμοί,
κει που ο Έρωτας πυργώνεται Θεός
κι όπου λαμποκοπάνε τα Ουρί,
τα έντυσε μ' όλην αυτή την ομορφιά,
που μεις θαυμάζουμε σαν άστρου αναλαμπή!

Κι έτσι σωστά περιφρονείς
τα αδειανά τραγούδια,
Ισράφελ βάρδε μας σοφέ,
δάφνες ανήκουνε σ' εσέ,
πάντα να ζεις, να 'σαι καλά
επί πολύ και πάντα ευτυχής.

Πάνω κι από εκστάσεις φλογερές
πα' στα δικά σου μέτρα περαστές,
-το μίσος, θλίψη, αγάπη και χαρά-
με του λαγούτου σου τη μαγικήν ισχύ
κάνεις και τ' άστρα ν' απομείνουν σιωπηλά.

Ναι ο Παράδεισος σ' ανήκει, μα εδώ
είναι ο κόσμος μας γλυκύς μα και πικρός,
τα λούλουδα μας είναι λούλουδα απλώς,
ακόμα κι η δικη σου συννεφιά σαφώς,
λιακάδα και χαρά Θεού είναι για μας.

Αν μπόραγα εγώ να κατοικώ,
εκεί που ο άγγελος διαμένει
κι εκείνος κατοικούσε εδώ,
δεν θα μπορούσε πια να παραβγαίνει
το πάθος από το λαγούτο το θνητό,
που στα Ουράνια με οργή θα στέλνει.


"Israfel", Illustrated: W. Heath Robinson


Το 1976 με αφορμή τον εορτασμό της ιστορίας  του αμερικανικού έθνους ανατέθηκε στον Λέοναρντ Μπερνστάιν να συνθέσει κάτι σχετικό.
Ετσι,σχεδιάζει ένα κύκλο τραγουδιών για έξι τραγουδιστές και ορχήστρα με τον τίτλο "Songfest", όπου ο Μπερνστάιν παρουσιάζει μια ολοκληρωμένη εικόνα του καλλιτεχνικού παρελθόντος της Αμερικής, όπως φαίνεται μέσα από τα μάτια ενός σύγχρονου καλλιτέχνη. 



Ο συνθέτης οραματίζεται αυτή την εικόνα μέσα από τα λόγια 13 ποιητών.
Το θέμα της ποίησής τους σχετίζεται με τις εμπειρίες του συνθέτη, όπως η δημιουργικότητά του, τα συναισθήματα ή τα προβλήματα των μειονοτήτων μέσα σε μια ριζικά πουριτανική κοινωνία.


Το "Songfest" περιλαμβάνει 12 μέρη από 13 ποιήματα αμερικανών, που εκτελούνται σε διάφορους συνδυασμούς φωνών.
Τελευταίο ποίημα αυτού του κύκλου αποτελεί το "Israfel" του Πόε, στο οποίο ο ποιητής ψάλλει παιάνες κι εγκωμιάζει το αθάνατο πνεύμα του  αγγέλου της μουσικής, ενώ παραδέχεται το αναπόφευκτο της θνησιμότητάς του!





"Ποιανού η καρδιά δονείται σαν λαούτο;
κανείς δεν τραγουδά με τόσο άγρια ομορφιά
όσο ο Ισραφελ, ο άγγελος
κι όπως λέει ο θρύλος 
ζαλίζονται τ' αστέρια
απ΄τη φωνή του  κι όλα σιωπούν!
Όλα γκρεμίζονται στ'απομεσήμερο!
απ'την αγάπη, γίνεται κόκκινο 
το  'ρωτευμένο φεγγάρι
ενώ σιγούνε για ν'ακούσουν Πλειάδες και Αυγερινός ..."

(Μια προσωπική ελεύθερη απόδοση της αρχής του ποιήματος)

"Israfel" , HUGO STEINER-PRAG


Ο Ίσραφελ είναι άγγελος συμπονετικός, με προθυμία πάντα να καθοδηγεί και να προσφέρει αγάπη σε όσους αισθάνονται χαμένοι και εγκαταλελειμμένοι... Είναι εκείνος, που φέρνει πίσω τη χαρά και το γέλιο στους απελπισμένους.
Εμπνέει ν' αγαπάμε τον εαυτό μας και να έχουμε πίστη.
Ο Ίσραφελ είναι ο προστάτης άγγελος, ο διασκεδαστής, που φέρνει στην ανθρωπότητα το δώρο της μουσικής και μαζί μ' αυτό τη χαρά που αναπόφευκτα ακολουθεί.
Ο Άγγελος των μουσικών και όσων ασχολούνται με την ομορφιά, είτε πρόκειται για την ομορφιά στην τέχνη ή την ομορφιά της ζωής...







"Καμπάνες": Πόε-Ραχμάνινοφ

 



(Για τα γενέθλια του αμφιλεγόμενου συγγραφέα-ποιητή
Εντγκαρ Αλαν Πόε σαν σήμερα 19 Γενάρη  1809)


Σκοτεινός, μυστηριώδης καλλιτέχνης και με διάχυτη τη χαρακτηριστική μεταφυσική ατμόσφαιρα στα ποιήματά του...

Οι "ΚΑΜΠΑΝΕΣ" του ενέπνευσαν στον Ραχμάνινοφ την ομώνυμη χορωδιακή συμφωνία για σοπράνο, τενόρο, βαρύτονο, χορωδία και ορχήστρα, αποτελούμενο από 4 μέρη, όσα και τα μέρη του ποιήματος, που αντιπροσωπεύουν τέσσερις πτυχές της ζωής: γέννηση, γάμο, τρόμο και θάνατο.


Χειρόγραφες σελίδες από τις "Καμπάνες" του Πόε
Θα σας καλησπερίσω με το 1ο, όπου υμνείται η γέννηση της ζωής.

"Άκου τα έλκηθρα με τα κουδουνάκια, 
τ΄ ασημένια κουδουνάκια!
Σαν τι κόσμους πασίχαρους δε λένε οι μελωδίες τους!
Πώς χτυπάν, χτυπάν, χτυπάν,
μέσ’ τον παγωμένον αέρα της νυκτός!
Ενώ τ΄ άστρα πασπαλίζουν
όλο τον ουρανό και λες σπιθοβολούν
από κρυστάλλινες χαρές,
κρατώντας το ρυθμό, ρυθμό, ρυθμό,
σα σ΄ ένα Ρουνικό ρυθμό,
μαζί με το τριγκίνισμα, που σκάει έτσι μουσικά
απ΄ των κουδουνιών τη σύχαρη βροντήν, 
ντιν, ντιν, ντιν, ντιν, ντιν, ντιν, 
απ΄ την κλαγγήν κι από των κουδουνιώνε τη βροντήν."


Στη σύνθεση του Σεργκέι Ραχμάνινοφ, στην έναρξη και αλλού, ακούγονται ήχοι κουδουνιών, τρίγωνα, τσελέστα και άρπα, που δίνουν την αίσθηση ήχησης εκκλησιαστικών καμπανών προσθέτοντας ιερότητα και κατανυκτικότητα στο έργο, αποδίδοντας εύστοχα τον ποιητικό λόγο.

Το πρώτο θέμα της κίνησης είναι ανάλαφρο, χαρούμενο και ζωηρό.


Το δεύτερο θέμα, που είναι μια παραλλαγή του Dies Irae, ψαλμωδία, πολύ πιο σκούρα, που έρχεται σε αντίθεση με το πρώτο θέμα κι εν γένει το μήνυμα του ποιήματος, αφού προσθέτει μια μελαγχολική απόχρωση σε μια κατά τα άλλα χαρούμενη κίνηση.
Όμως στη ρωσική μετάφραση των "Bells" του Πόε, ο μεταφραστής κινούμενος κάπως ελεύθερα, πρόσθεσε: "...ημέρες αυταπάτης η ανανέωση στην απόλαυση του ύπνου ". 
Αυτά τα λόγια, που εκτελούνται στο σόλο του τενόρου, μαρτυρούν τον θάνατο, άρα εύστοχα ο Ραχμάνινοφ χρησιμοποιεί τη μελωδία της νεκρώσιμης ακολουθίας, που αποτελεί πυρήνα των μερών του έργου προσθέτοντας την ιδέα του θανάτου και υποδεικνύοντας πως η ζωή είναι συνάρτηση του θανάτου, και ο θάνατος συνάρτηση της ζωής...

Η πρώτη κίνηση τελειώνει με τον ίδιο τρόπο που άνοιξε, με ήχους κουδουνιών, άρπα και τρίγωνο...με τη μουσική να οδηγείται σε μια εκστατική κορύφωση, με τα χάλκινα να πρωτοστατούν.

Ένας ιδιόρρυθμος ποιητής κι ένας  έξοχος μουσουργός, συνεργάζονται στις "Καμπάνες" , για να αποδείξουν πως θάνατος και ζωή συναντώνται στη αρχή και στο τέλος του ίδιου κύκλου...
Στον κύκλο της γέννησης και του θανάτου, που το πνευματικό σώμα, η ψυχή, είναι  εκείνη που παραμένει ανέπαφη..


Sergei Rachmaninoff: "The Bells"
Ist mov: "Allegro ma non tanto: "The Silver Sleigh Bells"

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016

«Τσιτσάνης, ο...αγεωγράφητος!»

 




Πόσο ζηλεύω τους καλλιτέχνες μερικές φορές!
Έτσι, γιατί δεν δίνουν λόγο σε κανένα!
Σουλατσάρουν λεύτεροι, μακριά από ταμπέλες, νόμους, αυστηρούς κανόνες, που όλοι οι υπόλοιποι υποχρεωνόμαστε να ακολουθούμε!

Κινούνται με το άλλοθι που τους δίνει η Τέχνη!
Ποιητική αδεία, κι όλα επιτρέπονται! Αυτοπαραχωρείται  ελευθερία!
Αυστηρότης, μηδέν! Τουλάχιστον στη φαντασία και στο πλέξιμο...
Η απόκλιση επιτρεπτή για χάρη της έμπνευσης!

Ποιητική αδεία κι ο δημιουργός τινάζει δεσμά, σιδερόφραχτες, φραγμούς!
Φέρνει και θάλασσες ακόμα, σε μια περίκλειστη χώρα!
Ναι! ακόμα κι αυτό!
Μεγάλο πράγμα η φαντασία κι η δύναμή της!

Η γλωσσική ελευθερία του στιχουργού-δημιουργού θέλει παραθαλάσσια την Παραγουάη της Λατινικής Αμερικής!

-Και ποιος θα φέρει αντίρρηση;Ουδείς!
Μπορείς να κατηγορήσεις ως αγεωγράφητο τον  πιο εμπνευσμένο συνθέτη του ρεμπέτικου και λαϊκού μας τραγουδιού ;

-Ζητάς ευθύνες για μια γεωγραφική παρατυπία, αν το αποτέλεσμα στο σύνολό του, με καθαρή έκφραση του μερακλή δημιουργού, με την αυθεντικότητα και την αλήθεια της βρίσκει μύριους αποδέκτες; 

-Όχι! Δικαιολογείς!
Ακούς, ευφραίνεσαι κι οραματίζεσαι θάλασσες, εκεί που δεν υπάρχουν!

«...Μες στην Παραγουάη
σε φίνο ακρογιάλι
θα στήσουμε τσαντίρι ζηλευτό...»


Ήταν μαθητής στο Γυμνάσιο όταν ο Τσιτσάνης  έγραψε αυτό το τραγούδι.
Οι στίχοι αυτοσχέδιοι, της στιγμής...για να περάσει καλά η παρέα των συμμαθητών.
Βρίσκονταν σ' εκδρομή με το σχολείο, όταν ο Βασίλης, που «γρατζούναγε» το μπουζούκι από μικρός μερακλώθηκε κι άρχισε να σκαρώνει στίχους και μελωδία...

«...Μες στην Παραγουάη
σε φίνο ακρογιάλι
θα στήσουμε τσαντίρι ζηλευτό...». 

Αλίμονο! κι ο αυστηρός καθηγητής της Γεωγραφίας είχε τ' αυτιά του ανοιχτά!

Εκείνα τα χρόνια δεν ήθελε και πολύ να πέσεις στο λάκκο με τα φίδια, στη δυσμένοια του αυστηρού δασκάλου, να πεις...

-Πώς να δικαιολογήσεις τ' αδικαιολόγητα; 
Πώς να πιστέψει ο δύσπιστος πως «ποιητική αδεία» γίνηκαν όλα;
Το μέτρο και ο αριθμός των συλλαβών έβγαιναν, όταν η θάλασσα αγκάλιαζε την ξωτική τη χώρα, μοναχά! 

-Πού να πείσει, όμως ο Τσιτσάνης!
Ανένδοτος ο δάσκαλος!

Μεταξεταστέος ο Βασίλης για το λάθος του στους στίχους...

Ένα ολόκληρο καλοκαίρι διάβαζε Γεωγραφία.

Το τραγούδι ηχογραφήθηκε πολύ αργότερα. Οι στίχοι δεν άλλαξαν. 
Ποιητική αδεία δόθηκε στον Τσιτσάνη το δικαίωμα ν΄ αφήσει την ταξιδιάρα φαντασία λεύτερη...
Να προσθέτει κι ακρογιαλιές ακόμα, σε μια μεσόγεια χώρα...

Γιατί το τραγούδι και δη το λαϊκό, δεν έχει φραγμούς. 
Αγκαλιάζεται, αγαπιέται συνειδητά για την ψυχή του και μόνο!
Την ψυχή, ακόμα κι ενός αγεωγράφητου δημιουργού!

(Μια μέρα του Γενάρη, ο Τσιτσάνης είχε δώσει ραντεβού με το πεπρωμένο του. Γεννήθηκε και πέθανε σαν σήμερα, 18 Ιανουαρίου).

«Σε φίνο ακρογιάλι»
Μουσική - στίχοι: Βασίλης Τσιτσάνης


                                       

Το κείμενο έχει δημοσιευτεί και στο ηλεκτρονικό περιοδικό iporta.gr


Παλιότερα κείμενά μου για τον Τσιτσάνη μπορείτε να διαβάσετε εδώ και εδώ.




Φάνυ Πολέμη18 January 2019 at 01:21

υπεροχο!!!!!!!!!ReplyDelete


Τσιτσάνης: Δίνω ζωή και φτερά σε ό,τι αισθάνομαι...

 

napster
Αρχικά είχε τον τίτλο "Ματωμένη Κυριακή"...

Ήταν που είχε ματώσει η καρδιά του, όταν εκείνο το ξημέρωμα Κυριακής γυρνώντας απ'το μαγαζί  στη Θεσσαλονίκη είδε με τα μάτια του το θάνατο ενός παλικαριού....πάνω στο παγωμένο χιόνι ήταν ακόμη ζεστό το παγωμένο αίμα του έξω από το σπίτι του...

1943...στην καρδιά της Κατοχής και οι ταλαιπωρίες και οι κακουχίες των Ελλήνων, μυριάδες...Μεγάλη η πείνα, μα και οι φυλακίσεις, τα βασανιστήρια κι οι εκτελέσεις...Τραγικά περιστατικά, με το φόβο και την καταπίεση να πλακώνουν τους εσωτερικούς ουρανούς σα μόνιμα μολυβένια σύννεφα πάνω τους...

Αυτή την αίσθηση είχε ο Βασίλης Τσιτσάνης κι αυτήν αποτύπωσε στο τραγούδι του: "Συννεφιασμένη Κυριακή", το μάτωμα της ψυχής του, την απελπισία και την απόγνωση των συμπατριωτων του.

"Συννεφιασμένη Κυριακή,
μοιάζεις με την καρδιά μου
που έχει πάντα συννεφιά,
Χριστέ και Παναγιά μου..."

Σε κάθε νότα ανατριχιάζεις...Σαν να ξεφυλλίζεις το ασπρόμαυρο φωτογραφικό άλμπουμ της βασανιστικής καθημερινότητας... Κάθε στίχος και ένα δάκρυ μνήμης από τα ζοφερά χρόνια της Κατοχής, χρόνια δυστυχίας και ασφυκτικής καταπίεσης...

"Είσαι μια μέρα σαν κι αυτή,
που 'χασα την χαρά μου.
συννεφιασμένη Κυριακή,
ματώνεις την καρδιά μου..."

Ενας  στραγγαλισμός της ψυχής του υπόδουλου ελληνισμού, που όμως δεν το έβαλε κάτω. Όρθωσε ανάστημα, ύψωσε ελπίδα, φτέρωσε όνειρα και συνέχισε στην προσπάθεια..., που συχνά περνά και μέσα από τα μονοπάτια της έμπνευσης, της δημιουργίας, από τα μονοπάτια της τέχνης του λαού.
Απλή, ρέουσα ομαλά μελωδία, γνήσια και αυθεντική.Μια μουσική δήλωση εκείνων που  ήθελαν τους ρεμπέτες στο περιθώριο της κοινωνίας,  κατώτερους  -τρόπον τινά-, καθώς υπηρετούσαν ένα "βλάσφηµο" για την εποχή, μουσικό είδος.

"Τσιτσάνης στο μπαλκόνι", Από τοιχογραφία σε συνοικία των Τρικάλων
Το τραγούδι άργησε να ολοκληρωθεί όπως ο ίδιος  έχει δηλώσει γιατί σε κάποιο σημείο δεν του έβγαινε ο στίχος μετρικά...
Αναζητούσε μια τρισύλλαβη λέξη να ταιριάξει με τη λέξη "συννεφιά"...Τελικά, η λύση δόθηκε με την επανάληψή της: " που έχει πάντα συννεφιά, συννεφιά".


Λέγεται πως έμπνευση για τον τίτλο αποτέλεσε το έργο του Ούγγρου συνθέτη Rezso Seress : "Gloomy Sunday", που δημοσιεύτηκε το 1933.
Ενα τραγούδι που μιλά για την απελπισία που δημιουργεί η φρίκη του πολέμου και  καταλήγει σε μια ήσυχη προσευχή για όσους χάθηκαν...


"On a sad Sunday with a hundred white flowers 
I was waiting for you, my dear, with a church prayer
That dream-chasing Sunday morning
The chariot of my sadness returned without you.
Ever since then, Sundays are always sad
Tears are my drink, and sorrow is my bread.
Sad Sunday ..."



Η συννεφιά της Κατοχής, το βαρύ κλίμα της, γίνεται έμπνευση για το μεγάλο μουσουργό της λαϊκής μας μουσικής, που διηγείται με άφθαστο τρόπο την  ταραχώδη ιστορία του τόπου μας!
Το τραγούδι ξεκινά με μια χαρακτηριστική, σαν ταξίμι, εισαγωγή, δείγμα της απίστευτης ευκολίας του Τσιτσάνη στη μελωδική έκφραση.
Και κει βρίσκεται το καλλιτεχνικό μεγαλείο και η ιδιοφυία του!
Απείθαρχος, παίρνει τις ανατολίτικες μελωδίες που θεωρούνταν "τουρκόφερτες" και γι'αυτό είχαν απαγορευτεί από τις αρχές και τις παντρεύει με  δυτικότροπες μελωδίες, εγκαινιάζοντας ένα νέο είδος λαϊκού τραγουδιού, που απευθύνεται σε ευρύτερες μάζες.



Μια μέρα του Γενάρη, ο Τσιτσάνης είχε δώσει ραντεβού με το πεπρωμένο του. Η μεγαλύτερη φυσιογνωμία της λαϊκής-ρεμπέτικης μουσικής γεννήθηκε και πέθανε σαν σήμερα, 18 Ιανουαρίου.
Σ'αυτόν τον σπουδαίο δημιουργό είναι αφιερωμένη και η σημερινή ανάρτηση.
Στον μεγάλο Τσισάνη, που αντιμετώπιζε τη σύνθεση και το στίχο με μια πρωτοφανή ευθύνη και που στο περιεκτικό του τραγούδι, μ' ένα ρεφρέν και δυο κουπλέ έδινε μια δυνατή ιστορία, ένα συγκλονιστικό δράμα. Δράμα, που καίγανε την ψυχή της φτωχολογιάς, όπως αυτό της μαυρίλας του θανάτου στη "Συννεφιασμένη Κυριακή".

Δεν είναι τυχαίο, που οι ειδικοί, όπως ο μουσικολόγος Λάμπρος Λιάβας αναφέρει πως ο συνθέτης:
"έβγαλε το λαϊκό τραγούδι από τα όρια του περιθωρίου, για να το εντάξει στην καινούργια κοινωνική πραγματικότητα της μεταπολεμικής Ελλάδος. Καθιέρωσε νέο ύφος παιξίματος και τραγουδιού με τον εξευρωπαϊσμό-συγκερασμό των κλιμάκων, αρμονίες με δεύτερες και τρίτες φωνές, εμπλουτισμένη ενορχήστρωση και καινοτομίες στην ποιητική δομή, όπου για πρώτη φορά το λαϊκό τραγούδι απoμακρύνθηκε από τις παραδοσιακές φόρμες του δίστιχου επισημοποιώντας το ρόλο του ρεφρέν" 
(Λ. Λιάβας: "Το Ελληνικό τραγούδι από το 1821 έως τη δεκαετία του 1950", εκδ. ΕΤΕ, σελ.12)

Το κοινό λάτρεψε τον κορυφαίο συνθέτη, στιχουργό, και δεξιοτέχνη του μπουζουκιού που γεννήθηκε στα Τρίκαλα το 1915, στις 18 του Γενάρη κι έφυγε την ίδια μέρα μετά από 69 χρόνια.
Με τα τραγούδια του γαλούχησε πολλές γενεές γιατί με την αυθεντικότητά τους εκφράζουν τους καημούς και τις ελπίδες του απλού ανθρώπου. Όπως είχε πει ο ίδιος, "…ό,τι αισθάνομαι το στιχουργώ, το μελοποιώ, του δίνω ζωή και φτερά, με το μπουζούκι και το μπαγλαμαδάκι μου. Οι στίχοι και οι νότες είναι εκφράσεις της ψυχής μου"...

Σας αφήνω με τη θαυμαστή εικόνα που πλάθει ο μεσολογγίτης ποιητής, Θωμάς Γκόρπας, λουσμένη στον ήχο της παραπονιάρικης πενιάς του Τσιτσάνη:

"Στο πικάπ
έπαιζε ασταμάτητα
του Τσιτσάνη η "Συννεφιασμένη Κυριακή".

Και κανείς δεν είπε ν’ αλλάξει ο δίσκος…"



Άλλο κείμενο για τον Τσιτσάνη μπορείτε να διαβάσετε εδώ και εδώ.