3 Μαΐου 1469 γεννιέται στη Φλωρεντία ο πολιτικός φιλόσοφος, συγγραφέας, ποιητής, μεταφραστής κλασικών έργων και ιστορικός, Νικολό Μακιαβέλι, μια από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της Αναγέννησης, που με το έργο και τη σκέψη της άσκησε βαθειά επίδραση στη διαμόρφωση του πνεύματος και απόψεων μεταγενέστερων στοχαστών.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι, που επέκριναν τον Μακιαβέλι και τον χαρακτήρισαν αυταρχικό ή κυνικό ακόμα και διεφθαρμένο, ωστόσο υπάρχει μεγάλη μερίδα ερευνητών-αναλυτών που τον αποδέχονται πλήρως και τον αποκαλούν "πρωτεργάτη της σύγχρονης πολιτικής επιστήμης".
Καταγόταν από μια έκπτωτη οικογένεια αριστοκρατών. Η μητέρα του ήταν λάτρης της μουσικής, είχε καλή φωνή και μάλλον είναι από κείνη που κληρονόμησε την αγάπη προς την τέχνη των ήχων. Οι γονεις του μερίμνησαν ώστε ο νεαρός Νικολό να λάβει σύμφωνη με τα κλασικά πρότυπα της εποχής, ουμανιστική εκπαίδευση και αναμφίβολα είχε τις βασικές μουσικές γνώσεις, καθώς στην εποχή του μορφωμένος και πραγματικός "κύριος" θεωρείτο ο γνώστης γραμματικής, ρητορικής, λατινικών και φυσικά μουσικής.
Έτσι διδάχτηκε θεωρητικά της μουσικής και έμαθε να παίζει αρκετά όργανα, λαούτο, βιέλα κλπ...
Το παραπάνω ποίημα μελοποιήθηκε στο ύφος του μαδριγαλίου από τον Γάλλο συνθέτη Φιλίπ Βερντελό για μια κωμωδία που είχε γράψει τo 1525 ο Μακιαβέλι και τιτλοφορείτο "Klizia". Το έργο βασίζεται σε ένα κλασικό θεατρικό έργο του Λατίνου κωμωδιογράφου, Τίτου Μάκκιου Πλαύτου, με τίτλο "Κασίνη (Casina)"
Η πλοκή επικεντρώνεται σε έναν ακόλαστο Φλωρεντίνο άρχοντα ονόματι Νικόμαχο, ο οποίος ερωτεύεται μια ορφανή κοπέλα που είχε μεγαλώσει στο σπίτι του ως ψυχοκόρη. Όμως για το κορίτσι ενδιαφέρεται κι ο νεαρός γιος του Νικόμαχου, ενδιαφέρον στο οποίο η κοπέλα ανταποκρίνεται. Οταν κανονίζεται η ημέρα του γάμου με το γέρο Νικόμαχο, επεμβαίνει η πρώην σύζυγός του και μητέρα του γιου του και στέλνει στη γαμήλια τελετή κάποιον άντρα ντυμένο νύφη. Ευτράπελα τα επεισόδια που δημιουργούνται, οδηγούν σε αίσια έκβαση την πλοκή με τους δυο ερωτευμένους να ενώνονται, τελικά...
Η υπόθεση της κωμωδίας είχε όλα όσα αγαπούσε το αναγεννησιακό κοινό: ένα όμορφο νεαρό ανυπεράσπιστο κορίτσι, έναν λάγνο γέρο, την κωμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας και φυσικά ένα happy end. Όμως το αξιοσημείωτο είναι πως για πρώτη φορά η μουσική χρησιμοποιήθηκε για να συμπληρώσει την κωμωδία, κάτι σαν μουσικό διάλειμμα, που έμελλε να αλλάξει το θέατρο για πάντα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, τα λεγόμενα "ιντερμέδια" έγιναν τακτικό χαρακτηριστικό των θεατρικών παραστάσεων και η δημοτικότητά τους είχε εμπνεύσει την ανάπτυξη μιας εντελώς νέας μορφής μουσικού θεάτρου, της όπερας. Τα ιντερμέδια αποτελούνταν συνήθως από σόλο ερμηνείες, μαδριγάλια και άλλα πολυφωνικά τραγούδια.
Καταγόταν από μια έκπτωτη οικογένεια αριστοκρατών. Η μητέρα του ήταν λάτρης της μουσικής, είχε καλή φωνή και μάλλον είναι από κείνη που κληρονόμησε την αγάπη προς την τέχνη των ήχων. Οι γονεις του μερίμνησαν ώστε ο νεαρός Νικολό να λάβει σύμφωνη με τα κλασικά πρότυπα της εποχής, ουμανιστική εκπαίδευση και αναμφίβολα είχε τις βασικές μουσικές γνώσεις, καθώς στην εποχή του μορφωμένος και πραγματικός "κύριος" θεωρείτο ο γνώστης γραμματικής, ρητορικής, λατινικών και φυσικά μουσικής.
Έτσι διδάχτηκε θεωρητικά της μουσικής και έμαθε να παίζει αρκετά όργανα, λαούτο, βιέλα κλπ...
Αξιοσημείωτο είναι πως ο Μακιαβέλι αναλογίστηκε τη χρήση της μουσικής για επικοινωνία κατά τη διάρκεια μαχών.
Στο έργο του "Η Τέχνη του Πολέμου" του 1519, εμπνεύστηκε από τη ρωμαϊκή και ελληνική αρχαιότητα και ανέλυσε τη χρήση διαφορετικών ειδών μουσικής και ηχοχρωμάτων προκειμένου να κατευθύνουν τα στρατεύματα.
Ο Μακιαβέλι καθορίζει ποια όργανα πρέπει να χρησιμοποιούνται, από ποιον και πώς.
Όπως γράφει:
"Κοντά στον στρατηγό, τοποθετώ τις σάλπιγγες, ως καλύτερα ταιριασμένες από οποιοδήποτε άλλο όργανο για να ακούγονται πάνω από κάθε είδους θόρυβο και κρότο. Κοντά στους διοικητές των ταγμάτων, εύχομαι να υπάρχουν φλάουτα και μικρά τύμπανα, που να εκτελούνται όχι όπως στο στρατό, αλλά όπως παίζονταν συνήθως στα αρχαία συμπόσια..."
Ο Μακιαβέλι καθορίζει ποια όργανα πρέπει να χρησιμοποιούνται, από ποιον και πώς.
Όπως γράφει:
"Κοντά στον στρατηγό, τοποθετώ τις σάλπιγγες, ως καλύτερα ταιριασμένες από οποιοδήποτε άλλο όργανο για να ακούγονται πάνω από κάθε είδους θόρυβο και κρότο. Κοντά στους διοικητές των ταγμάτων, εύχομαι να υπάρχουν φλάουτα και μικρά τύμπανα, που να εκτελούνται όχι όπως στο στρατό, αλλά όπως παίζονταν συνήθως στα αρχαία συμπόσια..."
Αξιοποιώντας τα ποιητικά και μουσικά του ταλέντα, άρχισε να συνθέτει τραγούδια, γράφοντας λόγια και μουσική, για να τα μοιράζεται σε φιλικές συγκεντρώσεις, πίνοντας... Απολάμβανε να γράφει "canti carnivaleschi", είδη εύθυμων τραγουδιών που εκτελούντο κατά τη διάρκεια των ετήσιων εορτασμών του καρναβαλιού με σατιρικό-αλληγορικό ύφος.
"Δείτε! Πόσο χαρούμενη είναι η μέραΚαθώς γιορτάζετε αρχαίες παραδόσεις και ήθη.Το βλέπετε γιατίόλοι αυτοί οι καλοσυνάτοι άνθρωποισυγκεντρώνονται εδώ για τη γιορτή.Και γω νύμφη και σεις βοσκοίπου ζούμε σε δάση και κοιλάδεςερχόμαστε,τραγουδώντας όλοι μαζίτους έρωτές μας".
Το παραπάνω ποίημα μελοποιήθηκε στο ύφος του μαδριγαλίου από τον Γάλλο συνθέτη Φιλίπ Βερντελό για μια κωμωδία που είχε γράψει τo 1525 ο Μακιαβέλι και τιτλοφορείτο "Klizia". Το έργο βασίζεται σε ένα κλασικό θεατρικό έργο του Λατίνου κωμωδιογράφου, Τίτου Μάκκιου Πλαύτου, με τίτλο "Κασίνη (Casina)"
Η πλοκή επικεντρώνεται σε έναν ακόλαστο Φλωρεντίνο άρχοντα ονόματι Νικόμαχο, ο οποίος ερωτεύεται μια ορφανή κοπέλα που είχε μεγαλώσει στο σπίτι του ως ψυχοκόρη. Όμως για το κορίτσι ενδιαφέρεται κι ο νεαρός γιος του Νικόμαχου, ενδιαφέρον στο οποίο η κοπέλα ανταποκρίνεται. Οταν κανονίζεται η ημέρα του γάμου με το γέρο Νικόμαχο, επεμβαίνει η πρώην σύζυγός του και μητέρα του γιου του και στέλνει στη γαμήλια τελετή κάποιον άντρα ντυμένο νύφη. Ευτράπελα τα επεισόδια που δημιουργούνται, οδηγούν σε αίσια έκβαση την πλοκή με τους δυο ερωτευμένους να ενώνονται, τελικά...
Η υπόθεση της κωμωδίας είχε όλα όσα αγαπούσε το αναγεννησιακό κοινό: ένα όμορφο νεαρό ανυπεράσπιστο κορίτσι, έναν λάγνο γέρο, την κωμική περίπτωση λανθασμένης ταυτότητας και φυσικά ένα happy end. Όμως το αξιοσημείωτο είναι πως για πρώτη φορά η μουσική χρησιμοποιήθηκε για να συμπληρώσει την κωμωδία, κάτι σαν μουσικό διάλειμμα, που έμελλε να αλλάξει το θέατρο για πάντα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, τα λεγόμενα "ιντερμέδια" έγιναν τακτικό χαρακτηριστικό των θεατρικών παραστάσεων και η δημοτικότητά τους είχε εμπνεύσει την ανάπτυξη μιας εντελώς νέας μορφής μουσικού θεάτρου, της όπερας. Τα ιντερμέδια αποτελούνταν συνήθως από σόλο ερμηνείες, μαδριγάλια και άλλα πολυφωνικά τραγούδια.
Στην περίπτωση της "Clizia" μια από τις ηθοποιούς ήταν η Μπάρμπαρα Σαλουτάτι με την οποία ο Μακιαβέλι είχε σχέση. Έτσι διάνθισε το έργο με ανάλαφρα μαδριγάλια, που ακούγονται πριν και μετά από κάθε πράξη, ώστε να της δώσει μεγαλύτερο ρόλο. Κανείς δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο.
Ο Μακιαβέλι σε αυτό το εγχείρημά του συνεργάστηκε με τον σπουδαίο -Φλαμανδικής καταγωγής- συνθέτη Φιλίπ Βερντελό, που δραστηριοποιείτο στην Ιταλία, για να διασφαλίσει ότι η μουσική θα επέτρεπε στην καλλιτέχνιδα ερωμένη του να επιδείξει τα ιδιαίτερα φωνητικά και υποκριτικά ταλέντα της.
Από την κωμωδία "Clizia" ακούμε το μαδριγάλι "Quanto sia lieto il giorno - Πόσο χαρούμενη είναι η μέρα", το κείμενο του οποίου έγραψε ο τιμώμενος ιταλός ποιητής και φιλόσοφος και διαβάζουμε παραπάνω.
Πρόκειται για σύνθεση για τέσσερις φωνές, ομοφωνικού χαρακτήρα εμπλουτισμένη με αντιστικτικά περάσματα, ενώ ορισμένες φράσεις του ποιητικού κειμένου χρωματίζονται μουσικά με στόχο την βέλτιστη απόδοση του εκφραστικού τους περιεχομένου.
Ο Μακιαβέλι σε αυτό το εγχείρημά του συνεργάστηκε με τον σπουδαίο -Φλαμανδικής καταγωγής- συνθέτη Φιλίπ Βερντελό, που δραστηριοποιείτο στην Ιταλία, για να διασφαλίσει ότι η μουσική θα επέτρεπε στην καλλιτέχνιδα ερωμένη του να επιδείξει τα ιδιαίτερα φωνητικά και υποκριτικά ταλέντα της.
Από την κωμωδία "Clizia" ακούμε το μαδριγάλι "Quanto sia lieto il giorno - Πόσο χαρούμενη είναι η μέρα", το κείμενο του οποίου έγραψε ο τιμώμενος ιταλός ποιητής και φιλόσοφος και διαβάζουμε παραπάνω.
Πρόκειται για σύνθεση για τέσσερις φωνές, ομοφωνικού χαρακτήρα εμπλουτισμένη με αντιστικτικά περάσματα, ενώ ορισμένες φράσεις του ποιητικού κειμένου χρωματίζονται μουσικά με στόχο την βέλτιστη απόδοση του εκφραστικού τους περιεχομένου.
Ο Φιλίπ Βερντελό έζησε στη Φλωρεντία από το 1521 έως το 1527. Τα μαδριγάλια του αποτελούν την πιο σημαντική παραγωγή της πρώιμης Αναγέννησης και αυτή στην οποία βασίστηκε σαφέστερα η μελλοντική ανάπτυξη της μορφής. Ο Βερντελό είναι χαρακτηριστικός των συνθετών της περιόδου που μετακόμισαν από τις βόρειες χώρες στην Ιταλία αναζητώντας εργασία.
Philippe Verdelot / Niccolo Machiavelli : "Quanto sia lieto il giorno":
Λένε πως αν ο Μακιαβέλι δεν είχε κερδίσει τη φήμη του ως πολιτικός φιλόσοφος μετά τον θάνατό του, "ο ρόλος του στη μουσική της Αναγέννησης αναμφίβολα θα του είχε χαρίσει μια θέση στην ιστορία". Αν και τα τραγούδια του σπάνια ερμηνεύονται σήμερα, τα μαδριγάλια του έμελλε να αλλάξουν για πάντα το χαρακτήρα αυτής της μουσικής.
Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο ότι πριν από τον θάνατό του συμβούλευε τον γιο του Γκουίντο:
Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο ότι πριν από τον θάνατό του συμβούλευε τον γιο του Γκουίντο:
"Να εργάζεσαι σκληρά για να μάθεις γράμματα, αλλά και μουσική. Βλέπεις πόσο βοήθησε εμένα αυτή η μικρή μου δεξιότητα".
Για τη σύνταξη του άρθρου χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία και από: historytoday
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου