![]() |
"Πορτρέτο του Φρίντριχ Σίλλερ", Gerhard von Kügelgen |
Ο Φρήντριχ φον Σίλλερ συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μεγαλύτερους δραματικούς συγγραφείς. Έγραψε θεατρικά έργα, σονέτα και μπαλάντες, που διακρίνονται για την δραματικότητα, τη στοχαστική τους διάθεση και την ανάδειξη υψηλών εννοιών. Ο Σίλλερ εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους συγχρόνους του, oι οποίοι εκτός από τα πεζά και ιστορικά γραπτά του, αναγνώρισαν και την αξία στη λυρική του ποίηση.
Ο Σίλλερ αντιλαμβανόταν την ποίηση σαν φωτεινή διέξοδο, σαν μέσο απελευθέρωσης από κάθε τι που φαντάζει τροχοπέδη στην πνευματική ανάταση και την επαφή με το "Υψηλό". Η τέχνη της ποίησης ικανοποιούσε τη δίψα του για τελειότητα, τη λαχτάρα για εσωτερική αρμονία και της υπογράμμισης πως η τέχνη θριαμβεύει πάνω στην φύση.
"Στην Έμμα"
Μακριά, στo γκρίζο ομιχλώδες,
αναπαύεται μία ευτυχία περασμένη,
μοναχά σ’ αστέρι ονειρώδες
το βλέμμα αγαπά και αναμένει·
και όμως, σαν αστροφεγγιά
η ψευδαίσθηση απλώνεται μες τη νυχτιά.
Κι αν του θανάτου ύπνος μακρύς,
σφράγιζε τη δική σου ματιά,
η θλίψη μου θα σε κυρίευε αιφνής,
και θα ζούσες στη δική μου καρδιά.
Αχ! Μα τώρα ζεις στο φως,
για την αγάπη μου δεν ζεις τελικώς.
Της αγάπης η γλυκιά επιθυμία,
Έμμα, πώς μπορεί να είναι εφήμερη;
Το τέλος και η αποδημία,
Έμμα, μήπως είναι αγάπη αληθινή;
Της φλόγας της το ουράνιο φως –
αργοσβήνει σαν επίγειος καρπός;
(Μτφ: Αντώνης Κερασνούδης)
![]() | |
Ο Σίλλερ στο νεκροκρέβατό του Σχέδιο του Ferdinand Jagemann, 1805 |
Ο τιμώμενος άνδρας παρέμεινε στη Βαϊμάρη μέχρι το θάνατό του το 1805 από φυματίωση, σαν σήμερα, 9 Μαΐου 1805. Ήταν 45 χρονών.
Πέντε χρόνια πριν πεθάνει ο Σίλλερ δημοσίευσε το παραπάνω ποίημά του "An Emma".
Αναπτύσσεται σε 3 στροφές των 6 στίχων και ασχολείται με ένα σύνηθες θέμα στη ρομαντική λογοτεχνία, εκείνο της ανεκπλήρωτης αγάπης.
Ο ποιητής αναδεικνύει τη συναισθηματική αναταραχή της ρομαντικής ευαισθησίας μέσα από την έντονη αντίθεση μεταξύ της έντονης λαχτάρας του ομιλητή και του ανέφικτου της αγάπης του.
Είναι από τα λίγα ποιήματα του Σίλλερ που δεν εκφράζει τη φιλοσοφική διάθεση του δημιουργού, αλλά εστιάζει στα προσωπικά συναισθήματα, αντανακλώντας τη ρομαντική έμφαση στην ατομικότητα και την αυτοέκφραση.
Το ποίημα χαρακτηρίζεται από την απλότητα και την αμεσότητά του. Ο Σίλλερ χρησιμοποιεί απλή γλώσσα και συνοπτικούς στίχους για να μεταφέρει τα συναισθήματα του ομιλητή, προσέγγιση που επιτρέπει στον αναγνώστη να συνδεθεί βαθύτερα με τον πόνο του.
Το ποίημα έτυχε πολλών μελοποιήσεων από συνθέτες διαφόρων εποχών.
Αξίζει να σημειωθεί πως τρεις ημέρες μετά τον θάνατο του Φρήντριχ Σίλλερ στις 9 Μαΐου 1805, το σώμα θάφτηκε βιαστικά σε ένα Μαυσωλείο στη Βαϊμάρη για διακεκριμένους πολίτες των οποίων οι οικογένειες δεν είχαν οικογενειακό τάφο. Η ταφή έγινε γρήγορα και χωρίς τελετή κι όπως έγραψε ο νομπελίστας Τόμας Μαν : "δεν υπήρχε καμμιά πένθιμη μελωδία, καμμιά λέξη από στόμα ιερέα ή φίλου...".
Μόνο μια εικοσαετία αργότερα ο δήμαρχος της πόλης, δεινός λάτρης της γραφής του Σίλλερ έδωσε εντολή εκταφής των λειψάνων του. Η ανακομιδή έφερε στο φως πλέον του ενός κρανίων. Αποφασίστηκε πως το μεγαλύτερο ήταν του γερμανού ποιητή, συγγραφέα και φιλοσόφου. Δεν γνωρίζουμε πώς, πάντως το κρανίο βρέθηκε στα χέρια του Γκαίτε ο οποίος υπήρξε φίλος του Σίλλερ και μέγας θαυμαστής του έργου του. Το κράτησε για χρόνια τυλιγμένο ευλαβικά σε βελούδινο ύφασμα και μάλιστα έγραψε ένα ποίημα γι' αυτό με τίτλο "Bei Betrachtung von Schillers Schädel - Κοιτάζοντας το κρανίο του Σίλλερ", όπου περιέγραψε το κρανίο ως "μυστηριώδες αγγείο":
Ο ποιητής αναδεικνύει τη συναισθηματική αναταραχή της ρομαντικής ευαισθησίας μέσα από την έντονη αντίθεση μεταξύ της έντονης λαχτάρας του ομιλητή και του ανέφικτου της αγάπης του.
Είναι από τα λίγα ποιήματα του Σίλλερ που δεν εκφράζει τη φιλοσοφική διάθεση του δημιουργού, αλλά εστιάζει στα προσωπικά συναισθήματα, αντανακλώντας τη ρομαντική έμφαση στην ατομικότητα και την αυτοέκφραση.
Το ποίημα χαρακτηρίζεται από την απλότητα και την αμεσότητά του. Ο Σίλλερ χρησιμοποιεί απλή γλώσσα και συνοπτικούς στίχους για να μεταφέρει τα συναισθήματα του ομιλητή, προσέγγιση που επιτρέπει στον αναγνώστη να συνδεθεί βαθύτερα με τον πόνο του.
Το ποίημα έτυχε πολλών μελοποιήσεων από συνθέτες διαφόρων εποχών.
- Σήμερα, προτείνω να ακούσουμε κατ' αρχήν την προσέγγιση του Φραντς Σούμπερτ, ο οποίος στο ομώνυμο ληντ του με τρομερή επιδεξιότητα αποδίδει το ύφος, που υποβάλλει το ποίημα.
Η πιανιστική συνοδεία δεν περιορίζεται στην απλή υποστήριξη της φωνής, αλλά αναλαμβάνει ανεξάρτητο ρόλο σκιαγραφώντας την ατμόσφαιρα του ποιητικού κειμένου.
Στο ληντ που γράφτηκε το 1821, μια πρώτη ενότητα από τρεις εξάμετρες φράσεις αποτελεί την εισαγωγή του, την οποία διαδέχεται μια άλλη από τέσσερεις τετράμετρες. Η τρίτη στροφή του ποιήματος σε μορφή σύντομης απαγγελίας ως μορφή ρετσιτατίβο έπεται, με μέρη μελωδικής προσφώνησης να ολοκληρώνουν τη θαυμάσια προσέγγιση. Tρυφερή μελωδία σε μέτριο τέμπο, που διακόπτεται από ταραγμένη αίσθηση πόνου της συνειδητοποίησης της απώλειας στη φράση: "Αber ach, du lebst im Licht - Αχ! Μα τώρα ζεις στο φως"...Schubert: "An Emma, D.113":
Ερμηνεύει ο Dietrich Fischer-Dieskau
Στο πιάνο συνοδεύει ο Gerald Moore - Ένα χρόνο νωρίτερα, το 1820, στο ίδιο ποίημα του Σίλλερ είχε δώσει τη δική του εκδοχή μελοποίησης ο γιος του Μότσαρτ, Φραντς Ξάβερ Βόλφγκανγκ, το μικρότερο από τα δύο επιζώντα παιδιά του Σαλτσβουργιανού.
Το μουσικό ύφος του ληντ κινείται στα όρια του πρώιμου ρομαντισμού και οι επιρροές από το ώριμο ύφος του πατέρα Μότσαρτ είναι εμφανείς.
Franz Xaver Mozart: "An Emma, op. 24":
Ερμηνεύει η Barbara Bonney
Ερμηνεύει η Barbara Bonney
![]() |
"O Γκαίτε κρατά στα χέρια του το κρανίο του Σίλλερ" (πηγή: iliasmalevitis.wordpress) |
Μόνο μια εικοσαετία αργότερα ο δήμαρχος της πόλης, δεινός λάτρης της γραφής του Σίλλερ έδωσε εντολή εκταφής των λειψάνων του. Η ανακομιδή έφερε στο φως πλέον του ενός κρανίων. Αποφασίστηκε πως το μεγαλύτερο ήταν του γερμανού ποιητή, συγγραφέα και φιλοσόφου. Δεν γνωρίζουμε πώς, πάντως το κρανίο βρέθηκε στα χέρια του Γκαίτε ο οποίος υπήρξε φίλος του Σίλλερ και μέγας θαυμαστής του έργου του. Το κράτησε για χρόνια τυλιγμένο ευλαβικά σε βελούδινο ύφασμα και μάλιστα έγραψε ένα ποίημα γι' αυτό με τίτλο "Bei Betrachtung von Schillers Schädel - Κοιτάζοντας το κρανίο του Σίλλερ", όπου περιέγραψε το κρανίο ως "μυστηριώδες αγγείο":
Στο κοιμητήρι το βαθύ και σκοτεινό κοιτάω
με πόση τάξη αραδιαστά σωπαίνουν τα κρανία
και μεσ’ στο νου τις εποχές που ἐφύγαν μελετάω.
Μένουν πλάϊ-πλάϊ ὅσοι ἄλλοτε μισοῦνταν μὲ μανία·
κόκκαλα ποὺ ὡς τὸ θάνατον ἀλληλοχτυπηθῆκαν,
τώρα ἡσυχάζουν σταυρωτὰ μέσα στὴν ἡσυχία.
Σκόρπιες κουτάλες… Από ποιά φορτιά να κυρτωθῆκαν,
κανένας δε ρωτάει. Μέλη γιερά, γεμᾶτα ζέση,
χέρια και πόδια, π’ απ’ τῆς ζωῆς τη ἄρθρωση λυθῆκαν…
Ὤ, κουρασμένοι, ἀνώφελα στη γῆς ἔχετε πέσει.
Δὲ σᾶς ἀφήνω ἀνάπαψη στὸν τάφο. Στὴν ἡμέρα,
στὴν ἅγια ζήση καὶ στὸ φῶς σᾶς ἔχω ἐδῶ καλέσει:
Τι εν’ ἄθλιο τσώφλι εἶν’ ἄσκοπο να ὑψώνω στον ἀγέρα,
κι ἂς εἶχε τὸν ἐγκέφαλο τὸν πιὸ εὐγενῆ κλεισμένο.
Μα να, που ἕνας παλιός χρησμὸς μ’ ἀκολουθεῖ ἐδῶ πέρα,
(σ’ ἐλάχιστους το νόημά του τό ’χει φανερωμένο)
ὅταν, στὴ μέση ἀπὸ σωροὺς κοκκάλων καὶ κρανίων,
μια ἀτίμητα ἱερὴ μορφὴ στὰ μάτια μου ἀνασταίνω.
Και ἰδέ, σ᾽ αὐτὴ τη στενωσιά, στη μούχλα καὶ στὸ κρύο,
μ’ αἴστηση λευτεριᾶς πλατειᾶς εὐτὺς ἀναγαλλιάζω,
ὡς να ’βγαινε ἀπ’ το θάνατο ζωῆς ἀνάμα θεῖο!
Μὲ ποιά γοητεία μυστηριακὴ τὴν ὄψη σου ἀναπλάζω!
Τὰ θεῖα χαρακτηριστικά, πού ’χε ἄλλοτε κρατήσει!
Μὲ μιὰ ματιὰ μέσ’ στὴ γνωστή μου θάλασσα βουλιάζω,
ποὺ τόσες ξεχειλίζοντας μορφὲς εἶχε ἀναβρύσει.
Σκεῦος, ἱερό, πού ’χεις χρησμοὺς στὸν κόσμο τόσους δώσει,
στὰ χέρια πὼς εἶμ’ ἄξιος νὰ σ’ ἔχω ἐτοῦτα κλείσει;
Ἀπό τη μούχλα, ὦ Θησαυρέ, ψηλὰ σ’ ἔχω σηκώσει,
και προς τα αἰθέρια τ’ ἀνοιχτά, πρὸς τὴν πλατειὰ τὴ σκέψη,
προς το ἠλιοφῶς ἔχω μὲ σὲ τὸν ἴδιο ἐμένα ὑψώσει.
Τι πιο πολὺ μπορεῖ κανεὶς στὸν κόσμο νὰ γυρέψει,
τὴ θέαιανα Πλάση ἂν τοῦ δοθεῖ στὰ μάτια νὰ κοιτάξει,
σὲ πνεῦμα πῶς τὰ πιὸ σκληρὰ μπορεῖ νὰ μετατρέψει,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου