Translate

fb

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2025

Τ' Αγιαννιού του Κλήδονα, λαμπερές φωτιές και μαγικά πηγάδια...

"Φωτιές τη νύχτα τ' Αη-Γιαννιού", Nikolai Astrup



24 Ιουνίου γιορτάζουμε το Γενέθλιο του Ιωάννη του Προδρόμου, γνωστού ως "Κλήδονα"...

Πολλά είναι τα έθιμα που συνδέονται με τη γιορτή του Αγίου...
  • Πηδούμε τις φωτιές γιατί σύμφωνα με την παράδοση, η φωτιά, επιφέρει την κάθαρση και οι άνθρωποι ξορκίζουν έτσι το κακό. 
  • Άλλο έθιμο είναι το "αμίλητο νερό", μια μαντική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία αποκαλύπτεται στις άγαμες κοπέλες η ταυτότητα του μελλοντικού τους συζύγου. Τα ανύπαντρα κορίτσια πήγαιναν στο πηγάδι για νερό και κατά τη διάρκεια της επιστροφής στο σπίτι δεν έπρεπε να μιλήσουν καθόλου μέχρι ν'ακούσουν όνομα ή λέξη, που τα συσχέτιζαν με την τύχη και τη μελλοντική τους ζωή...
"Στο πηγάδι", Paul Signac
Δεν είπαν τυχαία τον Αη-Γιάννη "Κλήδονα", λέξη που προκύπτει από το αρχαίο: "Κληδών" που σημαίνει οιωνός, μαντικό σημάδι, φήμη, αγγελία.

  • Υπάρχει κι άλλο έθιμο, που συνδέεται με την μαντεία σχετικά με τον γαμπρό...
    Το μεσημέρι της γιορτής, ώρα δώδεκα ακριβώς, τα κορίτσια πήγαιναν στο πηγάδι του χωριού, σκέπαζαν το κεφάλι τους μ' ένα μαντήλι και έσκυβαν πάνω απ' το πηγάδι για να δούν στην επιφάνεια του νερού το πρόσωπο εκείνου που θα παντρευτούν ή κάτι που να παραπέμπει στο επάγγελμά του. Αν π.χ έβλεπαν κανένα καράβι, πίστευαν πως θα παντρεύονταν ναυτικό...

    Άλλες πάλι πήγαιναν σε παρέες στο πηγάδι με έναν καθρέφτη η κάθε μια, που τον γύριζε προς την επιφάνεια του νερού για να δούν τον καλό τους, απαγγέλοντας:

"Άη Γιάννη Λαμπαδιάρη, πού' χεις του Θεού τη χάρη,
έχεις το χρυσό βαγγέλιο και της εκκλησιάς θεμέλιο,
δείξε και φανέρωσέ μου ποιός θα' ναι το ταίρι μου..."




Παρόμοια έθιμα συναντάμε και σε άλλες χώρες, όπως στην Τσεχια...

Vilém Blodek
Στα έθιμα της φωτιάς του Αη Γιαννιού και κείνο με το πηγάδι, που φανερώνει τον μέλλοντα γαμπρό βασίζεται η πλοκή της όπερας "V studni-Στο πηγάδι" του Vilém Blodek, ενός συνθέτη που μαζί με τον Μπέντριχ Σμέτανα και τον Αντονίν Ντβόρζακ αποτελούν την σπουδαία τριάδα των μουσικών δημιουργών της χώρας.

Από τις τσέχικες όπερες, η όπερα "V studni" έχει δύο πρωτιές:
είναι η πρώτη μονόπρακτη όπερα και
η πρώτη κωμική όπερα της Τσεχίας.


Η υπόθεση διαδραματίζεται σε ένα τσέχικο χωριό στις 23 Ιούνη, παραμονή του Αη-Γιάννη...
Η όμορφη Λιντούνκα είναι ερωτευμένη με το νεαρό αγρότη Bόιτεχ, όμως οι δικοί της θέλουν να την παντρέψουν με έναν χήρο, τον Ζάνεκ. Πηγαίνει να συμβουλευτεί τη Βερούνα, μια γερόντισσα με μαντικές ικανότητες. Εκείνη την προτρέπει την ημέρα του Κλήδονα να πάει στο μαγικό πηγάδι για να της αποκαλυφθεί το μελλοντικό της ταίρι.
Όμως στη μάγισσα Βερούνα έρχεται και ο νεαρός Βόιτεχ ζητώντας βοήθεια, παίρνοντας τη συμβουλή: την κατάλληλη στιγμή να σκαρφαλώσει στο δέντρο πάνω απ' το πηγάδι ώστε το κορίτσι να δει το πρόσωπό του στο νερό του.
Την προτροπή της αντιλαμβάνεται και ο χήρος Ζάνεκ που κρυφακούει. Αποφασίζει ως μέλλων μνηστήρας να ανέβει και κείνος στο δέντρο, όπως και πράττει.
Τη στιγμή που η Λιντούνκα κοιτάζει στην επιφάνεια του νερού αντικρίζει έντρομη το πρόσωπο του χήρου! Εκείνος φοβούμενος μην αποκαλυφθεί, αναγκάζεται να πάει σε ψηλότερο κλαδί, που όμως σπάζει, με τον άντρα να βρίσκεται ευθύς μεσ' το πηγάδι. Τα κορίτσια βλέποντάς τον ξεκαρδίζονται στα γέλια. Η Λιντούνκα απορρίπτει ευγενικά την πρόταση γάμου του Ζάνεκ, ο οποίος παραιτείται της διεκδίκησης της νεαρής νύφης κι έτσι τίποτε πια δεν στέκει εμπόδιο στην ευτυχία των δυο ερωτευμένων. Οι εορτασμοί για την Ημέρα του Αγίου Ιωάννη μπορούν να συνεχιστούν με το ζευγάρι να τραγουδά κλείνοντας την όπερα:

"Όταν κοιταζόμαστε στα μάτια νοιώθουμε ο ένας τον άλλον
Αυτά είναι τα μαγικά πηγάδια, που ποτέ δεν θα μας απογοητεύσουν.
Καθένας μας στα μάτια του άλλου, παντοτινά θα βλέπει την ψυχή του!"

Vilém Blodek: "V studni - Overture":



Σάββατο 21 Ιουνίου 2025

Η Κυρία Παραφωνία και το Φεστιβάλ της Ευηχίας...



(η φωτο αλιευμένη από το διαδίκτυο επεξεργασμένη από μένα)





Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια μικρή μελωδική πολιτεία που λεγόταν Ηχηλίδα, ζούσαν τρεις καλοσυνάτοι κάτοικοι:


η Κυρία Μουσική, ευγενική και εκφραστική,
η Κυρία Αρμονία, γλυκιά και ισορροπημένη,
και ο Κύριος Ρυθμός, ζωηρός και σταθερός, που του άρεσε να χτυπάει παλαμάκια όταν περπατούσε.

Όλοι στην πόλη ζούσαν ήρεμα, μέσα σε μελωδίες, συμφωνίες και γλυκόηχες συζητήσεις.

Όλοι… εκτός από την Κυρία Παραφωνία.

Η Παραφωνία ήταν πάντα εκτός τόπου και χρόνου. Μιλούσε με σκληρή φωνή, διέκοπτε, φώναζε άσχετα σχόλια και λάτρευε να κουτσομπολεύει:

-"Είδα την Αρμονία να βγαίνει από το σπίτι της Μουσικής! Λες να γράφουν νέα συμφωνία πίσω από την πλάτη του Ρυθμού;"

Οι κάτοικοι της Ηχηλίδας κουνούσαν απογοητευμένοι το κεφάλι τους. Η παρουσία της χαλούσε τη γλυκύτητα της καθημερινότητάς τους. Και το χειρότερο; Κάθε φορά που πλησίαζε η Παραφωνία, τα πουλάκια στα δέντρα σώπαιναν, και οι μελωδίες χάνονταν.

Κάποια μέρα, η Κυρία Μουσική, η Αρμονία και ο Ρυθμός μαζεύτηκαν στο Ωδείο της πόλης για να βρουν μια λύση.

-"Δεν γίνεται να τη διώξουμε," είπε η Μουσική. "Κάθε ήχος έχει θέση - αρκεί να τον μάθουμε να τραγουδά σωστά."
– "Ίσως της λείπει η σωστή συγχορδία," 
είπε η Αρμονία.
– "Ή ίσως… ο σωστός ρυθμός!" πρότεινε γελώντας ο Ρυθμός.

Έτσι, ετοίμασαν ένα σχέδιο. Κάλεσαν την Παραφωνία στο πρώτο Φεστιβάλ Ευηχίας.

Εκείνη ήρθε, ντυμένη -όπως πάντα- με ένα φόρεμα σε ασύμβατα χρώματα και μια "τσιριχτή" κορδέλα στο κεφάλι της. Μπήκε και αμέσως άρχισε τα σχόλια:

-"Ωχ, πολύ αργό αυτό το κομμάτι…Μήπως ο Ρυθμός πήγε για υπνάκο; Ή μπλέχτηκε στα παπούτσια του και περπατάει σαν χελώνα;"

- Αχού! Αυτή η μελωδία είναι τόσο γλυκιά, που θα μου κολλήσει στα μαλλιά σαν καραμέλα!"

Αντί να θυμώσουν, οι συμπολίτες της απάντησαν με καλοσύνη.

- "Θες να ανέβεις στη σκηνή μαζί μας;" ρώτησε η Αρμονία.
- "Θα σου δείξουμε πώς να τραγουδάς με τη φωνή σου -όχι για να φωνάζεις, αλλά για να… συντονίζεσαι," είπε τρυφερά η Μουσική.

Η Παραφωνία, για πρώτη φορά, ένιωσε να μην την κρίνουν, αλλά να την καλούν να ανήκει κάπου.

Αργά-αργά, άρχισε να αλλάζει. Έμαθε να ακούει πριν μιλήσει. Να περιμένει το σωστό χρόνο όπως της έμαθε ο Ρυθμός. Να επιλέγει φράσεις που δένουν με τις φράσεις των άλλων όπως της έδειξε η Αρμονία. Και με την καθοδήγηση της Μουσικής, έμαθε να τραγουδά, όχι δυνατά, αλλά με νόημα και κυρίως συναίσθημα.

Στο τέλος του Φεστιβάλ, βγήκε στη σκηνή με ένα νέο φόρεμα φτιαγμένο από απαλές συγχορδίες, στολισμένο με χαμόγελα και ταιριαστά χρώματα -γαλάζια, ροζ, πράσινα και κίτρινα. Ήταν το φόρεμα της Ευηχίας.

Από τότε, η Παραφωνία δεν ήταν πια η κουτσομπόλα της γειτονιάς. Ήταν η Κυρία Επινόηση, που με τις παλιές της παραφωνίες, έφτιαχνε νέες, ενδιαφέρουσες μελωδίες που κανείς δεν είχε φανταστεί πριν.

Και έτσι, στην Ηχηλίδα, κάθε ήχος είχε τη θέση του.
Και όλοι έζησαν καλά, αρμονικά και ρυθμικά...





Τρίτη 17 Ιουνίου 2025

Alfred Brendel: ένα ποίημα για τον Μότσαρτ...

(πηγή: nytimes)



"Όταν δολοφονήθηκε ο Μότσαρτ,
κανείς, ούτε καν ο Χάυντν,
δεν θα μπορούσε να μαντέψει
ότι ο Μπετόβεν ήταν
αυτός που είχε διαπράξει την ειδεχθή πράξη.
Κατά τη διάρκεια μιας εκδρομής
ενώ ο Μότσαρτ
εξαντλημένος από το παιχνίδι
ξεκουραζόταν στο γρασίδι,
ο Μπετόβεν
μεταμφιεσμένος σε Σαλιέρι ,
πλησίασε
αθόρυβα σαν γάτος
και έριξε δηλητήριο
στο αυτί του δημιουργού της "Νυχτερινής Μουσικής".

Στο σημείο αυτό ας αναφερθεί
ότι στη ζωή του Μπετόβεν υπήρχε
ένα καλά φυλαγμένο μυστικό:
Ο Μπετόβεν ήταν νέγρος
κι ο Μότσαρτ το' χε ανακαλύψει.
Μετά από έναν από τους θαυμαστούς αυτοσχεδιασμούς του Μπετόβεν,
ο Μότσαρτ είχε ψιθυρίσει στον Συσμάιερ:
"Όχι άσχημα για έναν νέγρο".
Τώρα κείτονταν εκεί
με το δηλητήριο να κυλά στις φλέβες του.
Γελώντας απαίσια,
ο ένοχος έφυγε κρυφά
έχοντας στην κατοχή του το κλειδί της Ντο ελάσσονας,
που από δω και πέρα
​​κανείς δεν θα του έπαιρνε"

("Όταν δολοφονήθηκε ο Μότσαρτ", ποίημα του πιανίστα Alfred Brendel)
(μτφ δική μου)

***


"Το πιάνο είναι ο τόπος που συντελείται μια "μεταμόρφωση". Μπορεί ο πιανίστας, αν το θέλει, με τον ήχο του να μάς θυμίσει το τραγούδισμα της ανθρώπινης φωνής, τη χροιά άλλων οργάνων ή της ορχήστρας, ένα ουράνιο τόξο, ακόμη και την αρμονία των σφαιρών. Η μεταμορφωτική αυτή ικανότητα και αλχημεία είναι ο πλούτος μας."

Αυτά σημειώνει ο σπουδαίος αυστριακός πιανίστας Αλφρεντ Μπρέντελ , βαθύς γνώστης της μουσικής, μα και της ποίησης και της ζωγραφικής στο βιβλίο του: "Αλφαβητάρι ενός πιανίστα, το εγχειρίδιο ενός πιανομανούς".

("Η σαγήνη του πιάνου", ανθολογία Cecile Balavoine, εκδ. ΑΓΡΑ, Γ. Σιδέρης, σελ. 80)



Ο Άλφρεντ Μπρέντελ, ένας από τους πιο καταξιωμένους πιανίστες στον κόσμο, πέθανε χτες 17 Ιουνίου 2025 σε ηλικία 94 ετών. Υπήρξε από τους σπουδαιότερους βιρτουόζους του πιάνου στον 20ό αιώνα. Ιδιαίτερα γνωστός για την ερμηνεία του στο έργο του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, υπήρξε ο πρώτος πιανίστας που ηχογράφησε ολόκληρο το έργο του συνθέτη για πιάνο. Παράλληλα, συνέβαλε καθοριστικά στην καθιέρωση των έργων του Σούμπερτ, όπως και άλλων.

amazon
Ήταν επίσης γνωστός ως διακεκριμένος δοκιμιογράφος και ποιητής, με αστείρευτο χιούμορ, στοιχεία που εντοπίζουμε στο παραπάνω ποίημά του, "Όταν δολοφονήθηκε ο Μότσαρτ", όπου παρουσιάζει μια σατιρική και ευφάνταστη αναπαράσταση του θανάτου του Μότσαρτ, συνδυάζοντας ιστορικά πρόσωπα με φανταστικά στοιχεία. Αποτελεί μέρος της συλλογής του Μπρέντελ: "Kleine Teufel -Μικροί Διάβολοι", η οποία εκδόθηκε το 1999.



Καθώς το ποιητικό ύφος του Μπρέντελ αποτελεί κράμα στοιχείων Ιστορίας της μουσικής με χιούμορ και ειρωνεία, καταλαβαίνουμε πως ο τίτλος του ποιήματος, "Όταν δολοφονήθηκε ο Μότσαρτ", υπαινίσσεται την ιστορική αντιπαλότητα μεταξύ Μότσαρτ και Σαλιέρι, αν και ο Μπρέντελ την αντιστρέφει και παρουσιάζει τον Μπετόβεν ως μυστικό δολοφόνο.
Η ιδέα ότι ο Μπετόβεν δολοφόνησε τον Μότσαρτ για να μονοπωλήσει την κλίμακα Ντο ελάσσονα είναι μια χιουμοριστική υπερβολή που υπογραμμίζει τη σημασία αυτής της κλίμακας στην ιστορία της μουσικής.
Επίσης, η προκλητική χρήση του όρου "Νέγρος" για τον Μπετόβεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως σχόλιο στο ζήτημα του ρατσισμού στην ιστορία της μουσικής.



Μεγάλα πανεμιστήμια του κόσμου(Οξφόρδης, Κέιμπριτζ, Τζούλιαρντ, Γέηλ) αναγνωρίζοντας την προσφορά του Μπρέντελ στην τέχνη της Μουσικής, του απένειμαν θέσεις επίτιμου διδάκτορα, ενώ τιμήθηκε με διεθνή βραβεία, ανάμεσά τους το "Herbert von Karajan Music Prize" για το σύνολο του έργου του. Στα τελευταία του χρόνια, καθώς αντιμετώπιζε προβλήματα με την ακοή του είχε σταματήσει τις εμφανίσεις, όμως έγραφε ποίηση και δοκιμιακά κείμενα κι έδινε διαλέξεις περί μουσικής...

Την πιανιστική καριέρα του ολοκλήρωσε ο Μπρέντελ το 2008, δίνοντας το τελευταίο ρεσιτάλ του στη Βιέννη με το "Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 9", του Μότσαρτ. Η συναυλία αυτή ψηφίστηκε ως ένα από τα 100 σπουδαιότερα πολιτιστικά δρώμενα της δεκαετίας.Ο Άλφρεντ Μπρέντελ αποκαλούσε αυτή τη Μοτσάρτια σύνθεση "ένα από τα θαύματα του κόσμου". 
Eίναι το πρώτο μεγάλο κοντσέρτο για πιάνο του Μότσαρτ και σημείο καμπής στο συνθετικό του ύφος, πολύ πρωτοποριακό για την εποχή του, καθώς είναι από τα πρώτα κοντσέρτα για πιάνο όπου το όργανο μπαίνει αμέσως αντί να ακολουθεί την παρουσίαση της ορχήστρας.

Ήταν έφηβος όταν ξεκίνησε να παίζει Μότσαρτ, αν και όπως ισχυριζόταν ο Μπρέντελ, δυσκολεύτηκε με τη μουσική για πιάνο του Σαλτσβουργιανού. Ήταν αργότερα και μετά τη διδασκαλία του Έντουιν Φίσερ που τού ανοίχτηκε η τεράστια πύλη της μουσικής του.
Στα νιάτα του αντιλαμβανόταν τη Μοτσάρτια μουσική περισσότερο χαριτωμένη και παιγνιώδη. Όμως στην πορεία μελετώντας αντιλήφθηκε όλο το φάσμα του Μότσαρτ, διέκρινε το βάθος του, εντόπισε τους "δαίμονες" στη μουσική του, τους οποίους αποφάσισε να επιτρέψει να εμφανιστούν στις ερμηνείες του...



Το "
Piano Concerto No. 9" 
Ο 21 χρονος Μότσαρτ την εποχή σύνθεσης του Κονσέρτου Ν.9
αποτελεί ένα από τα πολυαγαπημένα κονσέρτα του Μπρέντελ γιατί εκτός από το ότι διαθέτει μία από τις σπουδαιότερες καντέντσες, έχει ένα μέρος του σε Ντο ελάσσονα - μια από τις ιδιαιτέρως αρεστές κλίμακες του πιανίστα και εξίσου σημαντική για τον Μότσαρτ όσο και για τον Μπετόβεν.


Το Κονσέρτο φέρει το προσωνύμιο: "Jeunehomme". Ο συνθέτης ήταν 21 ετών όταν το συνέθεσε για τη Βικτουάρ Ζεναμί, φίλη του και βιρτουόζο πιανίστα της οποίας οι εκτελέσεις τον είχαν ενθουσιάσει. Παλαιότερα, υπήρχαν κάποιοι που ισχυρίζονταν ότι ο Μότσαρτ έγραψε το έργο για ένα νεαρό Γάλλο πιανίστα "Jeunehomme" (στα γαλλικά "νεαρός άνδρας") με τη σύγχυση των ονομάτων να οφείλεται στο γεγονός ότι στις επιστολές τους ο Μότσαρτ και ο πατέρας του την αναφέρουν ποικιλοτρόπως: jenomy...Madame jenomè..κλπ.


Ο Μπρέντελ ωστόσο δεχόταν την ύπαρξη της γυναίκας καλλιτέχνιδας να εμπνέει τον αυστριακό συνθέτη για την οποία -όπως έλεγε- του άρεσε να τη φαντάζεται πανέμορφη, με ένα ιδιαίτερο κάλλος εξωτερικό και εσωτερικό, ικανό να πυροδοτήσει αυτές τις εκπληκτικές μουσικές ιδέες σε ένα κονσέρτο με άφθαστη κομψότητα, φρεσκάδα και λεπτότητα.



Θα απολαύσουμε τον διακεκριμμένο πιανίστα στο 2ο μέρος του Κονσέρτου γραμμένο στην περιβόητη Ντο ελάσσονα κλίμακα.

Ο Μπρέντελ, σαν ποιητής εκτός από μουσικός, μια προσωπικότητα με ευρεία ακαδημαϊκή μόρφωση προσεγγίζει το πιάνο, μ'ένα πρωτόγνωρα βελούδινο άγγιγμα!
Ο σπουδαίος πιανίστας πετυχαίνει να εκφράσει την καλλιτεχνική δύναμη του δημιουργού, και να την συνδυάσει με άφθαστο λυρισμό. Ερμηνεία χρωματισμένη, παίξιμο με ευαισθησία με στόχο την αναζήτηση της μουσικής ψυχής...


Mozart: Piano Concerto No. 9, K.271 - "Jeunehomme" 
Mov. 2: Andantino





Burne-Jones: "O Βασιλιάς Κοφέτουα", πίνακας της χρονιάς...

 


Edward Burne-Jones: "King Cophetua and the Beggar Maid"




[Στη μνήμη του κορυφαίου Άγγλου ζωγράφου, εικονογράφου και χαράκτη, Σερ Έντουαρντ Μπερν - Τζόουνς, του οποίου τα έργα συγκαταλέγονται στα τελευταία δείγματα της προραφαηλιτικής τεχνοτροπίας αφιερώνεται το σημερινό κείμενο.

Πέθανε στις 17 Ιουνίου 1898 μετά από κρίση γρίπης, την οποία η φιλάσθενη κράση του δεν άντεξε. Μετά τον θάνατο του Μπερν-Τζόουνς και με παρέμβαση του πρίγκιπα της Ουαλίας, πραγματοποιήθηκε επιμνημόσυνη δέηση στο Αββαείο του Γουέστμίνστερ. Ήταν η πρώτη φορά που αποδίδονταν τόσο υψηλές τιμές σε έναν καλλιτέχνη].



Γεννημένος στο Μπέρμιγχαμ, ο Μπερν - Τζόουνς φοίτησε αρχικά στη Σχολή Καλών Τεχνών της γενέτειράς του και Θεολογία στην Οξφόρδη, όπου γνώρισε τον Ουίλλιαμ Μόρρις, αλλά και τον προραφαηλίτη Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέττι, η γνωριμία με τον οποίο υπήρξε καθοριστική για τη σταδιοδρομία του.

Ως οπαδός του Ροσέτι, η θεματογραφία του Μπερν-Τζόουνς επικεντρώθηκε στο ρομαντισμό της μεσαιωνικής ιπποσύνης,

Aπό τα διασημότερα έργα του είναι "Ο Βασιλιάς Κοφέτουα και η Ζητιάνα", που το Art Journal, (το σημαντικότερο βρετανικό περιοδικό τέχνης του 19ου αι.) το ανακήρυξε ως τον "πίνακα της χρονιάς", ενώ οι Times τον χαρακτήρισαν σαν "μια από τις ωραιότερες ελαιογραφίες που φιλοτεχνήθηκαν ποτέ από Άγγλο καλλιτέχνη".

Ο πίνακας απεικονίζει το θρύλο του αφρικανού βασιλιά Κοφέτουα, ο οποίος ερωτεύθηκε κεραυνοβόλα μια φτωχή κοπέλα, που ο ζωγράφος γνώριζε από την ομώνυμη Ελισσαβιετιανή μπαλάντα, αλλά και το δεκαεξάστιχο ποίημα του λόρδου Άλφρεντ Τένυσσον: "Ο Βασιλιάς και η Ζητιάνα":

"Τα χέρια έβαλε στο στήθος.
Ήταν πιο όμορφη από ό,τι τα λόγια μπορούν να πουν:
Ξυπόλητη ήρθε η ζητιάνα
μπρος στο βασιλιά Κοφέτουα
Εκείνος με πανοπλία και στέμμα κατέβηκε,
για να τη συναντήσει και να της απευθύνει χαιρετισμό
"Δεν είναι περίεργο", είπαν οι άρχοντες,
"Είναι πιο όμορφη κι από το φως του ήλιου".



Όπως το φεγγάρι λάμπει σε συννεφιασμένους ουρανούς,
Ετσι και κείνη φάνηκε με τα φτωχά της ρούχα:
Ένας επαίνεσε τους αστραγάλους της, ένας τα μάτια της,
άλλος τα σκούρα της μαλλιά της και τ' απερίγραπτο κάλλος της:
Τόσο γλυκιά στο πρόσωπο κι η χάρη της αγγελική,
που σ' ολάκερη την πλάση ποτέ δεν θα υπάρξει:
Ο Κοφέτουα στη βασιλική του τιμή, ορκίστηκε:
"Αυτή η ζητιάνα θα γενεί η βασίλισσά μου!"

(Alfred Tennyson: "The Beggar Maid")


Ο πίνακας που ολοκληρώθηκε το 1884 ξεχώρισε για την ιδιαίτερη απεικονιστική του συναισθήματος κι αποτελεί εικαστικό σχόλιο για τη δύναμη του έρωτα και την ικανότητά του να υπερβαίνει εμπόδια, όπως η κοινωνική τάξη. Επίσης ο πίνακας αναδεικνύει θέματα εξουσίας και πλούτου, που σε ορισμένες εποχές κυριάρχησαν έναντι του κάλλους και της αρετής.

Σχεδόν σκοτεινό, το εικαστικό μεταφέρει τη σκηνή της συνάντησης του Κοφέτουα (ο οποίος μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν έχει νιώσει ουδεμία έλξη για γυναίκα) με μια ζητιάνα ντυμένη μ'ένα γκρίζο κουρελιασμένο φόρεμα, την οποία και ερωτεύεται κεραυνοβόλα.
Η εικαστική σύνθεση, που αναπτύσσεται κάθετα, παρουσιάζει έντονη θεατρικότητα. Ο Τζόουνς τοποθετεί τη ζητιάνα στο κέντρο υπερυψωμένη πάνω σε σκάλα, λουσμένη στο φως, τονίζοντας την αγνότητα και την πνευματική της ομορφιά παρά την ταπεινή της θέση. Ο βασιλιάς Κοφέτουα υποκλινόμενος στο φυσικό κάλλος την κοιτάζει με θαυμασμό και δέος γονατιστός και λίγο χαμηλότερα, συμβολίζοντας τη συναισθηματική και ιπποτική του καταγωγή. Μπορεί η ζητιάνα να' ναι ξυπόλητη, χλωμή και ντυμένη ευτελώς, όμως οι αρετές και αρχές της δεν κρύβονται. Η στάση του σώματός της είναι σεμνή, σχεδόν παθητική, ωστόσο οπτικά είναι ανώτερη από το βασιλιά.

Ο βασιλιάς Κοφέτουα φοράει περίτεχνο μανδύα και πανοπλία που μαρτυρούν τον πλούτο του. Όμως χωρίς καμμιά υπεροψία γονατίζει μπρος στη γυναίκα, βγάζει το στέμμα του και τής προτείνει να γίνουνε ταίρι. Όλα αυτά δηλώνονται μέσα από την ελισσαβετιανή μπαλάντα την οποία γνώριζε ο καλλιτέχνης και αυτό υπογραμμίζεται από τις δυο μορφές στο μπαλκόνι που μελετώντας παρτιτούρα φαίνεται να ερμηνεύουν το αφηγηματικό τραγούδι που σε κάποιους από τους στίχους του αναφέρει πως ο βασιλιάς:

"κατεβαίνει απ' το άλογό του, βγάζει το χρυσό του στέμμα
και την κοιτάζει θαμπωμένος.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή παίρνει την απόφαση να την παντρευτεί
κι αν η γυναίκα δεν δεχτεί, να θέσει τέλος στη ζωή του.
Η ζητιάνα ενθουσιασμένη με την πρόταση, δέχεται.
Κυβερνούν μαζί ειρηνικά κι αγαπημένοι
μέχρι το θάνατό τους..."



ΣΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ:

Ο θρύλος του βασιλιά Κοφέτουα ενέπνευσε στον πολωνό συνθέτη, Ludomir Rozycki, το συμφωνικό του ποίημα: "Król Kofetua-Βασιλιάς Κοφέτουα", μια σύνθεση του 1912, που κέρδισε πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό που διοργανώθηκε για την 10η επέτειο της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βαρσοβίας. Είναι ένα από τα πρώτα ορχηστρικά του έργα, το οποίο του χάρισε μεγάλη επιτυχία και αναγνώριση.

Ο συνθέτης δεν ακολουθεί πιστά σε ύφος το κείμενο της μπαλάντας, που είναι αρκετά παιχνιδιάρικο, αλλά έναν μουσικό δρόμο πιο φιλοσοφημένου και πνευματώδους χαρακτήρα, με εξισωτική τάση ώστε ο χαμηλότερος κοινωνικά να είναι ίσος με τον υψηλότερο, παρά το γεγονός ότι η πλοκή απαιτεί την προϋπόθεση του έρωτα.
Έτσι, το θέμα της εισαγωγής ακούγεται αρκετά απόκοσμο και μυστηριώδες, παρουσιασμένο αρκετές φορές και σε διαφορετικές διαθέσεις για να δείξει το κενό του βασιλιά σε αντίθεση με τη λαχτάρα που προκαλεί η ζητιάνα. Ακολουθεί μελωδία περισσότερο ενεργητική και "οικεία", αναλαμβάνοντας αφηγηματική λειτουργία... Προς το τέλος τα θέματα συγκρούονται, με την ενορχήστρωση που θυμίζει Ρίχαρντ Στράους ή Σιμανόφσκι, χωρίς ωστόσο η σύνθεση να αποκλίνει από το τυπικό στυλ της Σχολής των "Νέων Πολωνών" *.

H πλούσια αρμονική γλώσσα, η δραματική ενορχήστρωση, η μελωδική ευαισθησία και η εκφραστική ένταση του Ρόζιτσκι 
τον τοποθετούν ξεκάθαρα στο ύστερο ρομαντικό κίνημα, ενώ θα πρέπει να υπογραμμίσουμε πως τα λογοτεχνικά και εικαστικά θέματα αποτελούσαν συχνή πηγή έμπνευσης για τον πολωνό συνθέτη.

Ludomir Rozycki"Król Kofetua":


*"Νέα Πολωνία" είναι η πολωνική εκδοχή του μοντερνισμού στην Τέχνη. Στην τέχνη της μουσικής, οι συνθέτες της στόχευαν να αναζωογονήσουν τη μουσική κουλτούρα της γενιάς τους, με πρωτότυπες δημιουργίες όπου η πολωνική μουσική εναρμονιζόταν με την ευρωπαϊκή ατμόσφαιρα. Διακήρυτταν ότι η μεγάλη τέχνη μπορεί να είναι εθνική χωρίς να καταφεύγει στη συμβατική λαογραφία.
 





Πέμπτη 12 Ιουνίου 2025

Έγκον Σίλε: Μια αδιάσπαστη διαδοχή χρωμάτων, ρυθμών και διαθέσεων...

Egon Schiele - Leopold Czihaczek am Klavier

 




Η οικογένεια του Έγκον Σίλε.
Οι γονείς,  Άντολφ και Μαρί Σίλε με τα 3 παιδιά τους
Έγκον, Μέλανι και Ελβίρα.

Ο αυστριακός ζωγράφος, Έγκον Σίλε είναι γνωστός για τις τραχιές, δύσκαμπτες, αποστεομένες, σχεδόν αποτρόπαιες φιγούρες του.
Ιδιαίτερος, εκκεντρικός, απογυμνώνει την ομορφιά από κάθε τι εξωραϊστικό, με τρόπο αριστοτεχνικά βέβηλο! Στο έργο του συναντάς την ερωτική εκδοχή ενός σκληρού πεπρωμένου.


Γεννήθηκε σαν σήμερα, 12 Ιουνίου 1890 στο Τουλλν της Κάτω Αυστρίας . Από μικρός άρχισε να σχεδιάζει, όμως ο πατέρας του, που θεωρούσε πως η ζωγραφική τον αποσπούσε από τα μαθήματά του κατέστρεφε κάθε ζωγραφική του δημιουργία.
Σαν παιδί, ο Έγκον ηταν ντροπαλός και συνεσταλμένος, διόλου καλός μαθητής, εκτός από τον αθλητισμό και τα καλλιτεχνικά, όπου τα κατάφερνε με άριστες επιδόσεις.

Ο Σίλε ήταν 14 ετών, όταν πέθανε ο πατέρας του από σύφιλη. 
Την κηδεμονία του Εγκον και της μικρότερης αδερφής του ανέλαβε ο θείος τους, Λέοπολντ Τσίχατσεκ, ανώτερος σιδηροδρομικός υπάλληλος και ερασιτέχνης πιανίστας. Στο σπίτι του στη Βιέννη διατηρούσε 2 πιάνα με ουρά, στα οποία καθόταν τα βράδια και τα απογεύματα της Κυριακής να χαλαρώνει παίζοντας.

O 15χρονος Έγκον Σίλε
(Αυτοπροσωπογραφία)
Εκεί τον έχει απεικονίσει ο 15χρονος Σίλε με ύφος που διόλου θυμίζει τα μετέπειτα έργα του σπουδαίου ζωγράφου. 
Το πινέλο του Σίλε με τα παστέλ χρώματα αποκαλύπτει τάσεις ύστερου ιμπρεσιονισμού. Ο νεαρός καλλιτέχνης αξιοποιώντας τη φωτοσκίαση χειρίζεται δραματουργικά το θέμα αποτυπώνοντας τον άνδρα καθισμένο στο πιάνο μπροστά από τη μεγάλη τζαμαρία, βυθισμένο στην έκσταση που του προσφέρει η μελωδία.
Χαρακτηριστικό του έργου αποτελούν τα χέρια του ερμηνευτή, που ο Σίλε αποδίδει «θολά», σαν αποκομμένα από το υπόλοιπο σώμα για να τονιστεί η εκστατική κατάσταση που η μουσική έχει υποβάλλει τον θείο του, Λέοπολντ Τσίχατσεκ.

Απορροφημένος και δοσμένος ολοκληρωτικά στην ερμηνεία της μελωδίας, μας κάνει να αναρωτιόμαστε…

-Τι να παίζει άραγε;

Σκέφτομαι πως αφού το εικαστικό φιλοτεχνήθηκε στη Βιέννη γύρω στα 1905-10 κι επειδή καλλιτέχνες που μεσουρανούσαν τότε στην αυστριακή πρωτεύουσα ήταν οι Μάλερ, Σαίνμπεργκ, Βέμπερν και Μπεργκ, θα φανταστώ πως ο Τσίχατσεκ ερμηνεύει κάποιο από τα πιανιστικά έργα του πρωτεργάτη της ατονικής μουσικής, Αρνολντ Σαίνμπεργκ εκείνης της περιόδου. Ίσως κάποιο από τα «Drei Klavierstücke-Τρία Κομμάτια για Πιάνο», πρώτο παράδειγμα ατονικότητας του συνθέτη.

Schoenberg's portrait, Egon Schiele
Αν και ελαφρώς απομακρυσμένες από τονικά κέντρα, αυτές οι τρεις σύντομες συνθέσεις παρουσιάζουν στοιχεία κλασικής φόρμας και αρμονίας. Διακρίνονται επίσης αποχρώσεις λυρισμού, συνοδεία με πλατιές συγχορδίες, εκφραστικές αποτζιατούρες και περίτεχνη χρήση πεντάλ δημιουργώντας βάθος στο άκουσμα.

Χαρακτηριστικό των συνθέσεων είναι η έλλειψη δομημένης εξέλιξης και η απόρριψη παραδοσιακών εννοιών. Αντιστοιχίζοντας το ύφος τους με σύγχρονα στυλ στις εικαστικές τέχνες, ο Σαίνμπεργκ -που ήταν ο ίδιος και ζωγράφος- περιγράφει εύγλωττα τη ζωγραφική «χωρίς δομή... μια συνεχώς μεταβαλλόμενη, αδιάσπαστη διαδοχή χρωμάτων, ρυθμών και διαθέσεων», θέση που κάλλιστα θα άρμοζε στο ύφος του τιμώμενου Εγκον Σίλε, του οποίου οι εμπνεύσεις ορίζουν η δυναμική και η συναισθηματική φόρτιση. Η τέχνη του Έγκον Σίλε ακτινοβολεί μια σπλαχνική ένταση, που χαρακτηρίζεται από διαδοχή συναισθηματικών και οπτικών στοιχείων. Η χρήση του χρώματος ήταν ωμή και εκφραστική, συχνά ενοχλητική αλλά βαθιά σκόπιμη. Οι ρυθμοί των γραμμών του γωνιώδεις, παραμορφωμένοι και αδυσώπητοι- αντηχούν έναν σχεδόν μουσικό ρυθμό, σαν οι φιγούρες και οι συνθέσεις του να είναι παγιδευμένες σε έναν χορό αγωνίας και ομορφιάς συγχρόνως.


Schönberg: «Drei Klavierstücke Op. 11»:

Mässige (μέτρια)
Mässige (πολύ αργά)
Bewegte (με κίνηση)


(Στο πιάνο ο Γκλεν Γκουλντ)


Παλαιότερο κείμενο για τον Έγκον Σίλε μπορείτε να διαβάσετε εδώ.