Translate

fb

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2025

Αγία Αικατερίνη: Όταν η Πίστη μετουσιώνεται σε Τέχνη...

 

Giuliano Bugiardini: "Il Martirio di Santa Caterina d’Alessandria", λεπτομέρεια


Χρόνια Πολλά σε όλες τις φίλες που γιορτάζουν σήμερα!
Το όνομα Αικατερίνη, που πιθανότατα προέρχεται από τη λέξη "εκάτερος", συνδέεται με την ευγένεια και την αγνότητα. Ίσως γι’ αυτό η Αγία Αικατερίνη θεωρείται προστάτιδα των παρθένων κοριτσιών. Παράλληλα, είναι και προστάτιδα των μηχανικών, αφού μαρτύρησε σε τροχό, αλλά και της μόρφωσης, καθώς υπήρξε σπουδαία διανοούμενη της εποχής της, μιλώντας άπταιστα Λατινικά και Ελληνικά. Με τις γνώσεις και τη ρητορική της κατάφερε να διαδώσει τον Χριστιανισμό και να εμπνεύσει πολλούς γύρω της.

Όταν οι Ρωμαίοι προσπάθησαν να τη βασανίσουν με τον ακιδοφόρο τροχό, το όργανο έσπασε σε χίλια κομμάτια, γεγονός που έγινε σύμβολο της Αγίας, όπως και το σπαθί με το οποίο τελικά αποκεφαλίστηκε.

 Bugiardini: "Il Martirio di Santa Caterina", λεπτομέρεια

Τα σύμβολα αυτά αποτυπώνονται στη θρησκευτική σύνθεση του Giuliano Bugiardini, που φιλοτέχνησε το 1530 και σήμερα κοσμεί την Santa Maria Novella στη Φλωρεντία.

Το "Martirio di Santa Caterina d’Alessandria" 
απεικονίζει την Αγία Αικατερίνη, δεμένη ανάμεσα σε δύο τροχούς.Ωστόσο, το έργο καταγράφει το θαύμα: οι τροχοί έχουν σπάσει χωρίς να τραυματίσουν την Αγία, ενώ οι δήμιοι, θαμπωμένοι και έντρομοι από την παρουσία του Αγγέλου και το θεϊκό φως, δείχνουν φόβο και αδυναμία να συνεχίσουν το μαρτύριό της. Πίσω από τη σκηνή υπάρχει αρχιτεκτονικό υπόβαθρο με κιονοστοιχίες και μπαλκόνι, όπου παρακολουθούν θεατές, υποδηλώνοντας τη δημόσια διάσταση του γεγονότος. Στο πάνω μέρος του πίνακα, το ουράνιο φως ή η αγγελική μορφή υπογραμμίζει τη θεϊκή παρέμβαση, τονίζοντας την πνευματική διάσταση και την υπέρβαση του μαρτυρίου.Τα χρώματα και ο φωτισμός δημιουργούν δραματικότητα, ενώ οι σκιές προσδίδουν βάθος και ένταση. Η Αγία εμφανίζεται υπερήφανη αλλά ταπεινή, χωρίς πανικό, ενώ οι βασανιστές και οι θεατές συμβάλλουν στην αφήγηση του γεγονότος.

 Bugiardini: "Il Martirio di Santa Caterina", λεπτομέρεια

Οι τροχοί συμβολίζουν το μαρτύριο, το φως τη θεϊκή παρουσία και οι θεατές την εξουσία και την κοινωνική διάσταση. Το ύφος του Bugiardini, επηρεασμένο από τον Michelangelo, συνδυάζει ισορροπημένες φυσικές μορφές με δραματική αφήγηση, έντονη προοπτική και δύναμη στις φιγούρες.

Συνολικά, το έργο δεν προβάλλει την Αγία ως θύμα, αλλά ως ηρωική μορφή που υπερβαίνει τον ανθρώπινο πόνο, αναδεικνύοντας το πνευματικό μήνυμα της πίστης, της θυσίας και της ανάστασης, μέσα από το θαύμα που τη σώζει και εκφοβίζει τους διώκτες της.


Στη ΜΟΥΣΙΚΗ:


Έναν αιώνα αργότερα από τον ζωγράφο ο Marco Marazzoli, σημαντικός συνθέτης του πρώιμου μπαρόκ στη Ρώμη εμπνέεται από την Αγία Αικατερίνη της Αλεξάνδρειας το ομώνυμο ορατόριό του: "Il Martirio di Santa Caterina".  Το έργο κατατάσσεται στα "martyr drama", δηλαδή δραματουργία που επικεντρώνεται στο μαρτύριο και την ακλόνητη πίστη της Αγίας, ιδιαίτερα στην άρνησή της να αποκηρύξει τον Χριστιανισμό και να ασπαστεί τον παγανισμό.

Bugiardini: "Il Martirio di Santa Caterina"
Η μουσική τονίζει την πνευματική δύναμη, τον πόνο, τον θάνατο, αλλά και την εσωτερική μεγαλοσύνη της Αγίας, παρουσιάζοντάς την ως μορφή αξιοθαύμαστη, ταλαιπωρημένη αλλά σταθερή στην πίστη της. Το λιμπρέτο, πιθανώς γραμμένο από τον Lelio Orsini, χρησιμοποιεί θεατρικές και λυρικές εικόνες, με αντιπαραθέσεις χαρακτήρων όπως ο Βασιλιάς Μαξιμιανός (σύμβολο εξουσίας), ένας αφηγητής/φιλόσοφος και μια βασίλισσα, προσδίδοντας δραματικότητα στην αφήγηση.

Το ορατόριο χωρίζεται σε δύο μέρη, με εισαγωγή που συνδυάζει σόλο φωνές, έγχορδα και basso continuo.
Η εισαγωγή λειτουργεί ως μουσική και θεατρική "σύνοψη". Θέτει τον τόνο του μαρτυρίου, εισάγει τα βασικά θέματα της πνευματικής πάλης και της πίστης, και προετοιμάζει τον ακροατή για την ψυχολογική ένταση που θα ακολουθήσει. Περιέχει μελαγχολικά, δραματικά μέρη που εκφράζουν τον πόνο και την εσωτερική πάλη της Αγίας- ενώ η χρήση του lirone, ενός πολύχορδου οργάνου σαν άρπα, προσδίδει ιδιαίτερη εκφραστικότητα.


Marco Marazzoli: "Il Martirio di Santa Caterina / Sinfonia"

Η δομή του έργου ενσωματώνει αλληγορίες: οι Αρετές όπως η Πίστη και η Ελπίδα εμφανίζονται ως χαρακτήρες, ενισχύοντας σε θεατρικότητα. 

Η μουσική του Marazzoli δείχνει πώς το πρώιμο ιταλικό μπαρόκ συνδυάζει τη δραματικότητα της όπερας με τη θρησκευτική διάσταση του ορατορίου. Περίφημη είναι η άρια της Αγίας "Mio Re, mio dolce sposo", όπου εκφράζει μια στιγμή εσωτερικής, τρυφερής εξομολόγησης, αναφερόμενη στον Χριστό ως "σύζυγο" της ψυχής της. Η αναφορά στον "γλυκό σύζυγο" είναι πνευματική, υπογραμμίζοντας την ουράνια ένωση και τη βαθιά πίστη της Αικατερίνης, ενισχύοντας το θέμα της θυσίας και της αγιοσύνης.

Marco Marazzoli: "Il Martirio di Santa Caterina / Mio Re, mio dolce sposo":


Η Αγία παρουσιάζεται ως ψυχή που ανυψώνεται αναζητώντας τον ουρανό και καθοδηγούμενη από την πίστη και το ουράνιο φως.
Στον επίλογο, το τελικό χορωδιακό "Vieni o forte, su vieni" αποτελεί έκκληση προς κάποια θεϊκή δύναμη συνδέοντας την ένταση του μαρτυρίου με την πνευματική ολοκλήρωση της Αγίας.

Συνολικά, το ορατόριο αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της λυρικής και θρησκευτικής μουσικής του ύστερου μπαρόκ, με έμφαση στην εκφραστική αυθεντικότητα, την πνευματική ένταση και την έντονη δραματικότητα, ενώ ταυτόχρονα ενσωματώνει αλληγορίες και ηθικά-πνευματικά μηνύματα που αναδεικνύουν την υπεροχή της πίστης και της θυσίας.

Marco Marazzoli: "Il Martirio di Santa Caterina / Vieni o forte, su vieni":


Παλαιότερο κείμενο για την Αγία Αικατερίνη μπορείτε να διαβάσετε εδώ.




Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2025

Ανρί ντε Τουλούζ-Λοτρέκ: Ο νάνος - γίγαντας της αφίσας ...


Toulouse Lautrec: "Moulin Rouge - La Goulue"



Γεννημένος σαν σήμερα, 24 Νοεμβρίου 1864, στο Αλμπί της νότιας Γαλλίας, ο Ανρί ντε Τουλούζ-Λοτρέκ έμελλε να χαράξει το όνομά του στο πάνθεον της τέχνης ως ένας από τους πιο τολμηρούς μετα-ιμπρεσιονιστές δημιουργούς και ο αδιαμφισβήτητος "πατέρας της αφίσας".
Το εύθραυστο σώμα του -σημάδι τόσο ενός σοβαρού ατυχήματος με άλογα όσο και της κληρονομικής επιβάρυνσης από την αιμομικτική ένωση των γονιών του, που ήταν πρωτοξάδελφοι- τον καταδίκασε σε νάνο και μόνιμη αναπηρία. Κι όμως, αυτός ο σωματικός περιορισμός λειτούργησε σαν πύλη προς έναν εσωτερικό κόσμο εκτυφλωτικού χρώματος και καλλιτεχνικής ελευθερίας.
Σπάνια ζωγράφιζε τον εαυτό του κι όταν το έκανε, ήταν με μια πικρή ειρωνεία, σαν καρικατούρα που αποτύπωνε την απόσταση ανάμεσα στο σώμα και στο πνεύμα του. Διότι το πνεύμα του Λοτρέκ ήταν αδάμαστο, αεικίνητο, παθιασμένο.

Η πραγματική του πατρίδα δεν ήταν το Αλμπί, αλλά η νυχτερινή καρδιά του Παρισιού. Εκεί, στα καμπαρέ της Μονμάρτης, στο εκρηκτικό Μουλέν Ρουζ και στα παρασκήνια της Όπερας, βρήκε τον κόσμο που θα τον υιοθετήσει...μουσικούς, χορευτές, ακροβάτες, γυναίκες του περιθωρίου και ερμηνευτές της εποχής που ζούσαν στο μεταίχμιο ανάμεσα στην τέχνη και την επιβίωση. Αυτοί έγιναν η "δεξαμενή" της έμπνευσής του, η βιωματική του παλέτα.

Ξεχωριστή θέση στο έργο του κατέχει η Louise Weber, η περίφημη "La Goulue", η "λαίμαργη" βασίλισσα της Μονμάρτης. Μια πλύστρα από την επαρχία που μεταμορφώθηκε σε θρύλο χορεύοντας καν-καν με ακόρεστη δίψα για ζωή. Τα διάφανα κοστούμια της, τα τολμηρά ντεκολτέ, τα δαντελωτά μεσοφόρια και η χαρακτηριστική μαύρη κορδέλα στον λαιμό της δεν ήταν απλές ενδυματολογικές επιλογές. Ήταν δήλωση ύπαρξης. Με το σπινθηροβόλο βλέμμα της και τις φλογερές πόζες μαγνήτισε τον Λοτρέκ, που την ακολούθησε στα παρασκήνια και την απέδωσε με ακρίβεια και τρυφερότητα παρατηρητή.

Οι ελαιογραφίες και οι διασημότερες αφίσες του, επηρεασμένες από τα μυστηριακά ιαπωνικά ουκίγιο-ε, έδωσαν νέα διάσταση στη σχέση τέχνης και δρόμου. Εικόνες που διαφήμιζαν το θέαμα, αλλά συγχρόνως αφηγούνταν έναν ολόκληρο τρόπο ζωής. Με αυτές, ο Λοτρέκ μεταμόρφωσε το Παρίσι σε σκηνή και τους ανθρώπους της νύχτας σε ήρωες.
Κι έτσι, ο μικρόσωμος καλλιτέχνης έγινε ένας από τους μεγαλύτερους αφηγητές της ανθρώπινης επιθυμίας, της αλήθειας της απόλαυσης και της μελαγχολίας που κρύβεται πίσω από το φως των προβολέων. Ένας νάνος στο σώμα, αλλά γίγαντας στην τέχνη.




Η εμβληματική λιθογραφία του 1891, "Moulin Rouge: La Goulue" είναι από τις πρώτες και σημαντικότερες αφίσες του Ανρί ντε Τουλούζ-Λοτρέκ. Ξεδιπλώνεται μπροστά μας σαν θεατρική αυλαία που μόλις άνοιξε, φανερώνοντας τον παλμό της Μονμάρτης και τη νέα, λαμπερή αίθουσα του καμπαρέ. Με περίπου 3.000 αντίτυπα να κυκλοφορούν στους δρόμους του Παρισιού, η αφίσα αυτή έγινε οπτικό κάλεσμα σε μια νύχτα αχόρταγης χαράς.

Στο προσκήνιο δεσπόζει η Goulue, η βασίλισσα του κανκάν, με τη φιγούρα της ν’ απογειώνεται μέσα από το φωτεινό, περιστρεφόμενο κύμα της φούστας της. Ο Λοτρέκ αποκαλύπτει, μεταφέρει την αδιόρατη ένταση της στιγμής όπου το χέρι υψώνεται, το πόδι στριφογυρίζει και η ενέργεια διαχέεται σαν ηλεκτρισμός στον αέρα. Δίπλα της, ο παρτενέρ της Valentin le Désossé, σκελετώδης και κομψός, προβάλλει ως λεπτή σκιά που σχηματίζει αρμονικό αντίβαρο στη δίνη της χορεύτριας.
Στο βάθος, το κοινό αποδίδεται σε μια σειρά από σκοτεινές, επίπεδες, άυλες σιλουέτες, σαν χάρτινες φιγούρες θεάτρου σκιών. Αυτή η επιλογή αποτελεί αισθητική δήλωση του καλλιτέχνη. Με τόλμη, το βλέμμα του μετατρέπει το πλήθος σε μοτίβο, σε διάκοσμο που αναδεικνύει τον πραγματικό πρωταγωνιστή, το ίδιο το θέαμα. Τα χρώματα -ώχρα, μαύρο, κόκκινο και το χαρακτηριστικό βαθύ πορτοκαλί- λειτουργούν με ακρίβεια και καθαρότητα, ενώ το επίπεδο, γραφιστικό ύφος φανερώνει την επίδραση των ιαπωνικών ουκίγιο-ε.

Κριτικά, η αφίσα αποτελεί επανάσταση. Δεν επιδιώκει ρεαλισμό, αλλά αίσθηση. Δεν διαφημίζει την παράσταση μόνο, αλλά συλλαμβάνει την αποθέωση της παρισινής νύχτας. Το έργο αυτό καθιέρωσε τον Λοτρέκ ως ζωγράφο της χαράς, του θεάματος, της στιγμής που γλιστρά αλλά μένει ανεξίτηλη στην ψυχή του θεατή.

Και είναι αυτή ακριβώς η αισθητική της έντασης, του ρυθμού και της στιγμιαίας λάμψης που ενέπνευσε τη μουσική δημιουργία…
Έτσι, εμπνέεται ο σύγχρονος-κλασικός συνθέτης Aldo Forte στο έργο του "Impressionist Prints", όπου συναντώνται κορυφαίοι ιμπρεσιονιστές ζωγράφοι σε δύο "Galleries". Γραμμένο για σύνολο πνευστών, το έργο αποτελείται από έξι μέρη -τρία σε κάθε "πινακοθήκη"-  με κάθε τμήμα να τιμά έναν ζωγράφο, μεταφράζοντας σε μουσική τις αισθητικές ποιότητες, τις υφές και τους παλμούς που η τέχνη τους γέννησε.


Η σύνθεση "Moulin Rouge" ολοκληρώνει την Gallery ΙΙ και μοιάζει να μεταφράζει σε ήχο όλη τη ζωντάνια, τη θεατρικότητα και τον παλμό της περίφημης αφίσας του Τουλούζ-Λοτρέκ.
Από τις πρώτες κιόλας νότες, η μουσική αρπάζει τον ακροατή με ένα γοργό, στροβιλιστικό ρυθμικό μοτίβο που θυμίζει τον ασταμάτητο βηματισμό των χορευτών του κανκάν. Τα ξύλινα πνευστά διατυπώνουν κοφτές, παιχνιδιάρικες φράσεις, ενώ τα χάλκινα παρεμβαίνουν με λαμπρές εκρήξεις, σαν επιφωνήματα του κοινού που παρακολουθεί με ενθουσιασμό τη σκηνή. Οι συνεχείς αρμονικές εναλλαγές αποκαλύπτουν τη διπλή φύση του καμπαρέ: τη λάμψη του θεάματος και την ανεπαίσθητη μελαγχολία που κρύβεται πίσω από τα φώτα. Τα φλάουτα σκορπούν σπίθες φωτός, τα κλαρινέτα δίνουν ζεστασιά, ενώ τα χάλκινα προσθέτουν τον επιβλητικό στόμφο μιας νύχτας στη Μονμάρτη.
Καθώς εξελίσσεται, η μουσική δημιουργεί την αίσθηση πως ο ακροατής μπαίνει κυριολεκτικά μέσα στην αφίσα. Σποραδικά, ακούγεται το μοτίβο από το περίφημο "Γκαλόπ της Κόλασης" σε ρυθμό καν-καν, από την οπερέτα του Ζακ Όφενμπαχ "Ο Ορφέας στον Άδη", άκουσμα άρρηκτα συνδεδεμένο με τον χορό και τη Μονμάρτη. Ο ρυθμός συνεπαίρνει, κάνοντάς σε να νιώθεις το πάτωμα να πάλλεται από τα χτυπήματα των παπουτσιών και την ένταση της στιγμής. Είναι μια ηχητική αναβίωση της αισθητικής του Λοτρέκ, της ενέργειας που απλώνεται στο πλήθος, της έκστασης που ξεπηδά από τη σκηνή, της ομορφιάς και της εφήμερης λάμψης που χαρακτηρίζουν τη νυχτερινή ζωή της Μονμάρτης.

Στο κλείσιμο της σύνθεσης, η μουσική δεν σβήνει απότομα, αποσύρεται σταδιακά, σαν να αδειάζει αργά η αίθουσα του καμπαρέ. Η ένταση χαμηλώνει, οι ρυθμικές εξάρσεις κοπάζουν, και μια πιο ήπια, νοσταλγική χροιά παραμένει, σαν ανάμνηση που επιμένει να φωτίζει το σκοτάδι. Είναι τέλος που θυμίζει την τελευταία ματιά προς τη σκηνή πριν κλείσουν τα φώτα...ένα απαλό ίχνος μαγείας που συνεχίζει να αντηχεί μέσα σου ακόμη κι όταν η τελευταία νότα έχει σιωπήσει...

Aldo Forte: "Impressionist Prints, "Moulin Rouge: La Goulue":


Παλαιότερο κείμενο για τον Ανρί Τουλούζ Λοτρέκ μπορείτε να διαβάσετε εδώ.







Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025

Manuel de Falla: Στα "Μαύρα Μάτια" της Ανδαλουσίας...




Σήμερα, καθώς θυμόμαστε τη γέννηση ενός από τους σημαντικότερους Ισπανούς συνθέτες του 20ού αιώνα, του Manuel de Falla, που ήρθε στον κόσμο στις 23 Νοεμβρίου 1876 στο Κάντιθ, είναι εύκολο να στοχαστεί κανείς πάνω στο ταξίδι ενός ανθρώπου που αφιέρωσε τη ζωή του στην αποτύπωση της ψυχής της Ισπανίας μέσα από τη μουσική.
Από νεαρή ηλικία, ο Ντε Φάγια ασχολήθηκε με το πιάνο και τη σύνθεση, σπούδασε στη Μαδρίτη και άφησε τη μουσική του να εμπλουτιστεί από τον ιμπρεσιονισμό, το φλαμένκο και τις παραδοσιακές μελωδίες της Ανδαλουσίας, δημιουργώντας μια γλώσσα που θα γινόταν μοναδική και αναγνωρίσιμη. Τα χρόνια που πέρασε στο Παρίσι, ανάμεσα στους Debussy, Ravel και Dukas, σφυρηλάτησαν ακόμη περισσότερο το μουσικό του ύφος, γεμίζοντάς το με λεπτή ορχηστρική δεξιοτεχνία, λαϊκά χρώματα και ρυθμική ένταση, στοιχεία που αναδεικνύονται στα μεγάλα του έργα όπως το "El amor brujo - Ο Μάγος Έρωτας" και το "El sombrero de tres picos - Το Τρίκωχο Καπέλο".
Παρά τις αναταράξεις της εποχής, από τον Ισπανικό Εμφύλιο έως τη μετοίκηση του στην Αργεντινή, η μουσική του παραμένει ένας φάρος που φέρνει την ισπανική παράδοση στο διεθνές προσκήνιο.

Στην πρώιμη περίοδο της πορείας του, ο Ντε Φάγια στράφηκε στη σύνθεση μικρών φωνητικών έργων, μελοποιώντας ποιήματα που αντλούσαν από τη λαϊκή μουσική της Ανδαλουσίας και την ισπανική παράδοση. Ήδη γύρω στο 1900, ο συνθέτης φανέρωσε την ιδιαίτερη ευαισθησία του στην ένωση μουσικής και λόγου, αναζητώντας να αποδώσει με νότες την εικόνα και τα συναισθήματα που αναδύονταν από τον ποιητικό λόγο. Μέσα από την επιλογή παραδοσιακών και σύγχρονων ποιημάτων, πειραματίστηκε με τη φωνητική γραμμή, τον ρυθμό και τις χρωματικές αποχρώσεις της αρμονίας, δημιουργώντας μια γέφυρα ανάμεσα στην πλούσια λαϊκή αισθητική και τις σύγχρονες ευρωπαϊκές επιρροές.

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα αυτής της πρώιμης περιόδου είναι το τραγούδι "Tus ojillos negros - Τα μαύρα μάτια σου", σε ποίηση του Cristóbal de Castro, που συνέθεσε το 1902 βασισμένο σε παραδοσιακή ανδαλουσιανή μελωδία.
Το ποίημα μιλάει για τα μαύρα, παιχνιδιάρικα μάτια που γοητεύουν και παραπλανούν ταυτόχρονα:

"Δεν ξέρω τι έχουν τα μαύρα σου μάτια
και με προβληματίζουν, με συγκινούν όταν τα βλέπω,
Είναι παιχνιδιάρικα και τόσο εκφραστικά,
Το κοφτερό τους βλέμμα φτάνει βαθιά μέσα μου.

Κάποιοι ορκίζονται ότι τα έφτιαξε ο Θεός
για να δείξει τι θα πει καλοσύνη,
να δηλώσει τη δόξα Του και πώς είναι ο Παράδεισος...
Αλλά, από την άλλη, είναι και τόσο πλάνα!

Λέγοντας τόσα, που αργότερα αθετούν
Κάποιοι ορκίζονται ότι τα έφτιαξε ο Θεός
για να δηλώσει πως είναι το μαρτύριο
να δείξει τι θα πει θλίψη και πώς είναι η Κόλαση.

Και μέσα στα μάτια σου, όπως μέσα στους ουρανούς,
Υπάρχουν νύχτες σκοτεινές, και ήσυχες μέρες.
Μέσα στο βλέμμα τους βρίσκεις το αιώνιο ζευγάρωμα
της άγριας ηδονής και της νηφάλιας περιφρόνησης..."

Ο ποιητής περιγράφει τα μάτια αυτά σαν ένα μέσο που περιλαμβάνει παράδεισο και κόλαση, ικανό να προκαλέσει βαθιά χαρά και πόνο ταυτόχρονα. Η διπλή τους φύση, παιχνιδιάρικη αλλά και επικίνδυνη, γίνεται το κεντρικό μοτίβο του τραγουδιού. Ο Ντε Φάγια αντιμετωπίζει το ποίημα με απόλυτη τρυφερότητα και σεβασμό στη ροή της γλώσσας. Η φωνητική γραμμή λυρική και εκφραστική, ενώ η συνοδεία, πιανιστική ή κιθαριστική, είναι ευρηματική και με ισπανικό χρώμα, αναδεικνύοντας τα μικρά διακριτικά σκαμπανεβάσματα της μελωδίας που ανταποκρίνονται στην αντίθεση μεταξύ παιχνιδιού και σοβαρότητας που περιγράφει το ποίημα.
Το αποτέλεσμα είναι ένα μικρό αλλά πολύ υποσχόμενο έργο, που ήδη στην πρώιμη αυτή φάση δείχνει την ικανότητα του συνθέτη να συνδυάζει τη λαϊκή μουσική παράδοση με την προσωπική του εκφραστική ταυτότητα. Το τραγούδι σαγηνεύει το αυτί, ενώ ταυτόχρονα αποτυπώνει το βάθος της ανθρώπινης εμπειρίας μέσα από την απλότητα μιας τρυφερής μελοποίησης.

Ακούγοντας το τραγούδι, στοχαζόμαστε πόσο ο ήχος, η μελωδία και η τρυφερότητα που πηγάζει από τη μουσική του Ντε Φάγια συνεχίζουν να αγγίζουν την ψυχή μας, θυμίζοντάς μας την αιώνια ομορφιά που γεννιέται όταν η μουσική συναντά τον λόγο και τα ανθρώπινα συναισθήματα. Κάθε νότα του φαίνεται να φέρει μαζί της τη ζωντάνια των ανδαλουσιανών δρόμων, τη σιωπή των νυχτερινών ουρανών και την ένταση της καρδιάς που αγαπά και υποφέρει. Αισθανόμαστε ότι η μουσική του δεν είναι μόνο ένα ιστορικό ή πολιτισμικό απόθεμα, αλλά μια ζωντανή παρουσία, μια ανάμνηση και μια υπόσχεση ότι η τέχνη μπορεί πάντα να μας συνδέσει με το βαθύτερο νόημα της ζωής και την αδιάκοπη μαγεία των αισθήσεων...

Manuel de Falla: "Tus ojillos negros - Τα μαύρα μάτια σου":



Παλαιότερα κείμενα για τον Ντε Φάγια μπορείτε να διαβάσετε εδώ και εδώ.





Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2025

Χοακίν Ροντρίγκο: Χορδές που αγκαλιάζουν την Ανδαλουσία ...



"Γεννήθηκα στις 22 Νοεμβρίου, την ημέρα εορτασμού της Αγίας Καικιλίας, προστάτιδας των μουσικών, το 1901, στη Βαλένθια. Το πρώτο μου αίσθημα υπερηφάνειας πηγάζει απ' αυτή την ιδιαίτερη σύμπτωση. Χρόνια αργότερα, όταν γιορτάζαμε τη γιορτή της Αγίας Καικιλίας στο σχολείο, εγώ, που είχα την τιμή να είμαι ο πρώτος χορωδός στο παρεκκλήσι, ένιωσα μια βαθιά χαρά να γεμίζει την καρδιά μου..."
(Χοακίν Ροντρίγκο)



Ήταν 22 Νοεμβρίου, μια φωτεινή μέρα του 1901 στην ισπανική Βαλένθια, όταν ήρθε στον κόσμο ο σπουδαίος συνθέτης, Χοακίν Ροντρίγκο. Από τα πρώτα του βήματα φαινόταν ότι η μουσική θα ήταν η αχώριστη συνοδός της ζωής του. Μικρό παιδί ακόμα, σε ηλικία μόλις τριών ετών, η τύχη του έπαιξε ένα σκληρό παιχνίδι. Έχασε την όρασή του από διφθερίτιδα. Κι όμως, αυτή η σκοτεινή σιωπή δεν μπόρεσε να σβήσει το φως που έκρυβε μέσα του, το ταλέντο του άνθισε με τρόπο θαυμαστό. Μαθαίνοντας πιάνο, απομνημονεύοντας μελωδίες και ανακαλύπτοντας τους ήχους σαν χρωματιστές πινελιές, ανέπτυξε εκπληκτική μουσική μνήμη και μια φυσική αντίληψη για την αρμονία και τη χροιά, που ξεπερνούσε κάθε προσδοκία για παιδί της ηλικίας του. Η οικογένειά του στάθηκε πιστή συνοδός στο ταξίδι αυτό, ενθαρρύνοντας τις σπουδές του στη Βαλένθια και αργότερα στη Μαδρίτη, όπου η σύνθεση, το πιάνο και τα ανώτερα θεωρητικά άνοιξαν νέους ορίζοντες στη νεανική του φαντασία.

Μεγαλώνοντας, ο Ροντρίγκο μετουσίωσε το πρώιμο ταλέντο του σε μια μοναδική δημιουργικότητα. Το όνομά του συνδέθηκε με την κιθάρα και την ορχήστρα, με έργο ορόσημο το "Concierto de Aranjuez", που έγραψε το 1939 και αγγίζει τις ψυχές με την αβίαστη συγκίνηση και τη λυρική του χάρη. Η μουσική του, με τους νεοκλασικούς της τόνους να συναντούν τα ισπανικά λαϊκά μοτίβα, μεταμορφώνει την κιθάρα σε σολιστικό όργανο που μπορεί να σταθεί ισάξια δίπλα στην ορχήστρα, ενώ η κομψότητα και η "ισπανικότητα" των ήχων του αιχμαλωτίζουν κάθε ακροατή. Η αναγνώρισή του από τον βασιλιά Χουάν Κάρλος Α΄ ως μαρκήσιο των Κήπων του Αρανχουέθ τον καθιέρωσε ως αναπόσπαστο κομμάτι της ισπανικής μουσικής παράδοσης.

Η σχέση του Ροντρίγκο με την κιθάρα είναι μυθική. Χωρίς ποτέ να κρατήσει ο ίδιος κιθάρα στα χέρια του, ανέδειξε το όργανο σε συμφωνικό επίπεδο, συνεργαζόμενος με μεγάλους σολίστ όπως ο Andrés Segovia ή ο Narciso Yepes. Παρότι τυφλός, η αίσθηση της χροιάς και η λεπτή του μελωδικότητα μεταμόρφωσαν την κιθάρα σε όργανο ποιητικό, δυναμικό και εκφραστικό, ενώ η σεβαστική του ματιά προς τη φύση του ήχου της και η ισπανική αισθητική του δημιούργησαν μια μοναδική μουσική γλώσσα. Ο ίδιος περιέγραψε την κιθάρα αναφερόμενος στον Ντεμπισί, λέγοντας:
"Ο Κλωντ Ντεμπισί όρισε την κιθάρα ως ένα εκφραστικό τσέμπαλο. Πιστεύω ότι αυτός είναι ο καλύτερος ορισμός που έχει δοθεί ποτέ για την ισπανική κιθάρα".
Με αυτή τη φράση, ο Ροντρίγκο υπογραμμίζει την εξαιρετική ικανότητα της κιθάρας να εκφράζει λεπτές αποχρώσεις και δυναμικές μεταβολές, όπως ένα τσέμπαλο που μπορεί να "μιλήσει" με πολυφωνία και την ισπανικότητά της, δηλαδή την ιδιαιτερότητα της χροιάς και της εκφραστικότητας που κάνουν την κιθάρα μοναδικό όργανο στην παγκόσμια μουσική παράδοση.
Το Concierto de Aranjuez άλλαξε τον τρόπο που οι συνθέτες αντιλαμβάνονται την κιθάρα και άνοιξε νέους δρόμους στο διεθνές ρεπερτόριο, καθιστώντας τον Ροντρίγκο πρότυπο και καθοριστική μορφή για τον σύγχρονο ήχο του οργάνου. Ωστόσο εμείς σήμερα επικεντρωνόμαστε σε μια άλλη σύνθεσή του, εξίσου σπουδαία:

Το "Concierto Andaluz" γραμμένο το 1967 για τέσσερις κιθάρες και ορχήστρα, αποτελεί ένα από τα πιο ιδιαίτερα και ποιητικά έργα του συνθέτη. Το κοντσέρτο δημιουργήθηκε ειδικά για το διάσημο κουαρτέτο κιθαριστών The Romeros, και είναι μια μουσική αναφορά στην Ανδαλουσία, με τους ήχους της, τα φώτα της και το άρωμα των λουλουδιών της. Οι ισπανικοί ρυθμοί δονούνται στα ανδαλουσιανά άλση και τα χρώματα των οργάνων αστράφτουν στο μεσογειακό ήλιο, καθώς η μουσική των κιθαρών αντηχεί στον αέρα.

Το έργο αναπτύσσεται σε τρία μέρη:

1. Tiempo de Bolero, όπου οι ρυθμοί και οι χορευτικές μελωδίες της Ανδαλουσίας ζωντανεύουν με ζεστασιά και λάμψη.
2. Adagio, ένα λυρικό και ποιητικό μέρος, γεμάτο ευαισθησία και εσωτερική συγκίνηση, όπου οι κιθάρες συνομιλούν με την ορχήστρα σε ήχους όλο φινέτσα.
3. Allegretto, ένα ζωντανό και παιχνιδιάρικο φινάλε, γεμάτο ενέργεια, μελωδική φαντασία και ρυθμική ζωντάνια που αποτυπώνει την ομορφιά και την ποικιλία της ανδαλουσιανής μουσικής παράδοσης.


Στυλιστικά, το έργο συνδυάζει την ισπανική μουσική παράδοση με σύγχρονα στοιχεία για κιθάρα, ενώ η τετράφωνη διάταξη των σολιστών δημιουργεί πλούσιο διάλογο και αντιστικτική υφή. Κάθε κιθάρα έχει τόσο σολιστικό όσο και συνοδευτικό ρόλο, αναδεικνύοντας την τεχνική δεξιοτεχνία των εκτελεστών και τον πλούτο του ήχου του οργάνου. Το "Concierto Andaluz" θεωρείται μοναδικό στο είδος του και αποτελεί σημαντικό έργο για όποιον θέλει να εξερευνήσει τον σύγχρονο ισπανικό ήχο σε πολυφωνικό κοντσέρτο, δείχνοντας την ώριμη δημιουργικότητα του Ροντρίγκο και την ικανότητά του να γράφει για σύνθετους συνδυασμούς κιθαρών.

Joaquin Rodrigo: ""Concierto Andaluz"

Και καθώς οι τελευταίοι ήχοι της ορχήστρας σβήνουν, μένει η αίσθηση ενός κόσμου γεμάτου φως, χρώματα και μνήμες, σαν ένα ταξίδι που άρχισε στη Βαλένθια κάποιο Νοέμβρη και συνεχίζει να ζωντανεύει μέσα από τις χορδές των κιθαρών. Ο Ροντρίγκο, με τη μοναδική του ικανότητα, μας αφήνει ένα κληροδότημα όπου κάθε νότα μοιάζει να ανασαίνει τον ήλιο της Ανδαλουσίας, τη ζεστασιά της γης και την ψυχή της ισπανικής μουσικής. Το Concierto Andaluz αφηγείται μια ιστορία φωτός και πάθους, υμνεί την ανθρώπινη ευαισθησία και τη μαγεία της δημιουργίας, συνεχίζοντας να αγγίζει τις καρδιές όσων το ακούν, σαν ένα αέναο ηλιοβασίλεμα στις μελωδικές σκάλες της ψυχής...


Στο μπλογκ υπάρχουν και άλλα κείμενα για τον Ροντρίγκο. Περιηγηθείτε!



Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2025

Αγία Καικιλία: Προστάτις της Μουσικής και Φάρος της Δημιουργίας...



"St. Cecilia and the Angel", Jacques Blanchard

 

H Αγία Καικιλία έζησε στη Ρώμη γύρω στα 230 μ.Χ. και καταγόταν από οικογένεια ευγενών ειδωλολατρών. Παρά τον πλούτο και τη θέση της, η καρδιά της ήταν αφιερωμένη στον Θεό. Είχε ορκιστεί αγνότητα και προσευχόταν αδιάκοπα, ψάλλοντας ιερές μελωδίες που σύμφωνα με την παράδοση μόνο εκείνη άκουγε να φτάνουν από τον ουρανό.

Οι γονείς της όμως θέλησαν να την παντρέψουν με τον ειδωλολάτρη Βαλεριανό. Εκείνη του αποκάλυψε πως ένας Άγγελος την προστάτευε και πως θα τον έβλεπε κι εκείνος, εάν βαπτιζόταν. Ο Βαλεριανός πίστεψε, βαπτίστηκε και επιστρέφοντας, είδε την Καικιλία να προσεύχεται δίπλα σε έναν ολοφώτεινο Άγγελο, ένα γεγονός που σφράγισε για πάντα την ψυχή του. Οι δύο νέοι ενώθηκαν με γάμο, αλλά κατά τους διωγμούς των χριστιανών συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Την ώρα του αποκεφαλισμού του Βαλεριανού, λέγεται ότι άνοιξαν οι ουρανοί και εμφανίστηκε πλήθος Αγγέλων.

Η Καικιλία, μετά από πολλαπλά μαρτύρια παρέδωσε το πνεύμα της δοξάζοντας τον Θεό, στις 22 Νοεμβρίου του 230. Γι’ αυτό και η μνήμη της τιμάται σήμερα, ημέρα που κατέστη συνώνυμη με την ιερή προστασία της μουσικής, των μουσικών και των τραγουδιστών, ενώ συχνά απεικονίζεται να παίζει όργανο. Η λεπτή, αγγελική της ψυχή και η βαθιά αγάπη της για τους ύμνους ενέπνευσαν αιώνες τέχνης.


Από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα, η Αγία Καικιλία θεωρείται η μούσα των καλλιτεχνών μουσικών. Αμέτρητα μουσικά σωματεία, χορωδίες και συνθέτες αφιέρωσαν έργα στη μνήμη της, από τον Purcell και τον Handel μέχρι τον σύγχρονο Benjamin Britten.

Στην Αγγλία, επί πολλούς αιώνες, υπήρχε παράδοση να γράφονται ωδές για την ημέρα της Αγίας Καικιλίας. Ο Μπρίτεν είχε έναν ακόμη λόγο να επιθυμεί να την τιμήσει, καθώς γεννήθηκε ο ίδιος στις 22 Νοεμβρίου, την ημέρα της μνήμης της. Έτσι, το 1942, εξόριστος στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στράφηκε στο ποίημα του W. H. Auden "Three Songs for St. Cecilia’s Day" και δημιούργησε ένα από τα σπουδαιότερα χορωδιακά του έργα: "Hymn to St Cecilia, Op. 27".

Πρόκειται για σύνθεση για μικτή χορωδία a cappella σε τρεις ενότητες, με κάθε μέρος να αντιστοιχεί σε ξεχωριστή στροφή του ποιήματος.
  • Στην πρώτη ενότητα, "In a garden shady this holy lady…", η μουσική είναι ήρεμη και λυρική, δημιουργώντας μια σχεδόν μυστηριακή ατμόσφαιρα, σαν "κήπος" όπου η Καικιλία γίνεται αγωγός θεϊκού ήχου, με διαφανείς και αιωρούμενες αρμονίες. 
  • Στη δεύτερη ενότητα, "I cannot grow I have no shadow to run away…", η διάθεση αλλάζει σε ρυθμική ζωηράδα, με παιχνίδι φωνών και αντιστίξεις, αποτυπώνοντας την ένταση και την ανθρώπινη αδυναμία μπροστά στη δύναμη της τέχνης. Το χορωδιακό υλικό γίνεται πιο σύνθετο και τεχνικά απαιτητικό. 
  • Στην τρίτη ενότητα, "O ear whose creatures cannot wish to fall…", το έργο φτάνει στο αποκορύφωμα του: οι φωνές μπλέκονται σε μια σπείρα ήχων που αποδίδει το θαύμα της δημιουργίας, ενώ το σόλο τενόρου λειτουργεί σαν φωνή προσευχής, ένα προσωπικό κάλεσμα προς την Αγία Καικιλία.
    Το έργο κλείνει με ικεσία προς την Αγία Καικιλία να προστατεύει τη μουσική και όσους υπηρετούν την τέχνη της. Το ύφος του συνδυάζει γραμμές που θυμίζουν την αγγλική χορωδιακή παράδοση, μοντέρνα αρμονία, παιγνιώδεις ρυθμούς που χαρακτηρίζουν τον Μπρίτεν και μυσταγωγικό, ουράνιο άκουσμα.

    Αξίζει να αναφερθεί ότι το ποίημα του Auden είχε λογοκριθεί εξαιτίας των υπαινιγμών του. Ο Μπρίτεν επέμεινε, και το έργο του κυκλοφόρησε χωρίς περικοπές. Έτσι, ο "Hymn to St Cecilia" έγινε φόρος τιμής στην Αγία, μνημείο της αγγλικής χορωδιακής γραφής και προσωπικό αφιέρωμα του Μπρίτεν στην ημέρα των γενεθλίων του.

Benjamin Britten: "Hymn to St. Cecilia":



Παλαιότερα κείμενα για την Αγία Καικιλία υπάρχουν πολλά στο μπλογκ. Περιηγηθείτε!



Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025

Μπαχ Μυσταγωγία με τη Γιουντίνα και τον Παστερνάκ...

 




Η σκιά τους έμοιαζε πάντα να προσεύχεται. Ο ένας με μουσική, ο άλλος με ποίηση.
Ανάμεσα σε φούγκες και πρελούδια, σε τοκάτες και χορικά του Μπαχ, η Μαρία Γιουντίνα αντίκριζε το ανέσπερο Φως. To άχρονο και ανείπωτο, που όπως έλεγε, "αναπνέει μέσα από τις φούγκες του Κάντορα". Κάθε φορά που άγγιζε τα πλήκτρα, δεν ερμήνευε. Προσευχόταν. Ο Μπαχ για κείνη, δεν ήταν απλώς συνθέτης. Ήταν μυσταγωγός, προφήτης. Ένας εκλεκτός που μετουσίωνε την αυστηρότητα της δομής σε μυστήριο και τη μουσική σε αποκάλυψη.
Το πιάνο της δεν ήθελε να εντυπωσιάσει, ήθελε ν’ αποκαλύψει.

Ο Μπορίς Παστερνάκ την καταλάβαινε. Βαθύτερα απ’ όλους. Ήταν σαν να την είχε μελετήσει πριν την ακούσει. Ήξερε ότι αυτή η γυναίκα, μικροκαμωμένη, λιτή σαν ασκητής, με βλέμμα που κοιτούσε στα βάθη, ζούσε για τον Λόγο, όπως κι εκείνος. Tον ιερό, μυστικό Λόγο που φωτίζει τα εντός και διασώζει τα ουσιώδη. Τη θεωρούσε συγγενική ψυχή, αδελφή στο αόρατο προσκύνημα, συνοδοιπόρο στην άσκηση της αλήθειας.

Το 1960, σε μια συναυλία της στο Λένινγκραντ, το κοινό την αποθέωνε. Τα χειροκροτήματα ακούγονταν ακατάπαυστα. Ζητούσαν encore με πάθος. Εκείνη δεν επέστρεψε στο πιάνο για να χαρίσει έναν ακόμη Σοπέν ή Μπετόβεν.
Πλησίασε στην άκρη της σκηνής. Στάθηκε για λίγο σιωπηλή κι ύστερα, με φωνή ήρεμη, απαλή, είπε:
"Θα σας διαβάσω Παστερνάκ".

Η αίθουσα σώπασε ακαριαία. Ήταν σαν να εισέβαλε φως σε χώρο που ως τότε ζούσε σε μισοσκόταδα. Διάβασε στίχους από το "Δόκτωρ Ζιβάγκο".


"Ποτέ, σε καμία περίπτωση
να μην απελπίζεστε. 

Η ελπίδα και η δράση 
είναι καθήκον μας στη δυστυχία.

Η αδράνεια της απόγνωσης
ισοδυναμεί με λήθη
και παραβίαση του καθήκοντος..."

Η φωνή της δεν απήγγειλε ποίηση, τελούσε ένα ευλαβικό ανάγνωσμα. Έμοιαζε με απόσπασμα Ευαγγελικό, απαγγελμένο από τον άμβωνα της σκηνής, εκεί που η Τέχνη μεταμορφώνεται σε εξομολόγηση.

Η χροιά της καθαρή, ήρεμη, μα βαθειά αποφασιστική. Δεν ήθελε να εντυπωσιάσει, ούτε να πείσει. Ήθελε να κοινωνήσει, να μοιραστεί κάτι ιερό, σαν μυστικό που φωτίζει μόνο όποιον το δέχεται με σιγή. Δεν το έκανε από αντίδραση.Το έκανε από πίστη.
Και το πλήρωσε: πέντε χρόνια απαγόρευσης από κάθε δημόσια εμφάνιση. Πέντε χρόνια σιωπής.

Μα ούτε η σιωπή τη λύγισε. Ούτε κι εκείνον τον τρόμαξε η απομόνωση. Ήξεραν κι οι δύο πως ο κόσμος αυτός -ο κόσμος του θορύβου, των δηλώσεων, των επιτροπών- δεν είναι το τέλος. Είναι μόνο το προαύλιο της αληθινής ζωής.

Η Γιουντίνα πίστευε πως η μουσική του Μπαχ είναι "θυμίαμα προς τον Τριαδικό Δημιουργό", μια αέναη προσευχή υφασμένη από ήχους που αγγίζουν το αιώνιο. Ο Παστερνάκ, από τη μεριά του, ένιωθε πως η ποίηση είναι το ίδιο, ένα ιερό ξόρκι, μια φλόγα που φωτίζει το σκοτάδι της ύπαρξης. Σαν διανοούμενος με βαθιά πνευματική αντίληψη, εκτιμούσε τη μουσική ως μορφή έκφρασης που αγγίζει το υπερβατικό, το μυστήριο και το θείο -με την πλατύτερη έννοιά του- στοιχεία που βρίσκουμε και στη μουσική του Μπαχ. Η έννοια της μυσταγωγίας και της πίστης, που διαπνέει το έργο του Μπαχ, είναι θεμελιώδης και για τον Παστερνάκ.
"Η μουσική είναι η ίδια η γλώσσα του πνεύματος, το αληθινό όχημα της ψυχής προς την αιωνιότητα", έλεγε...

Και έτσι, ανάμεσα σε μουσικούς φθόγγους και ποιητικές φράσεις, σε αντιστίξεις, ρυθμούς και αρμονίες, Μαρία και Μπορίς έκτισαν έναν αόρατο ναό, έναν χώρο όπου ο Ήχος και ο Λόγος δεν αναζητούν να εξηγήσουν, αλλά να ψιθυρίσουν το ανέκφραστο. Εκεί, μέσα στη σιωπή που γεννά το μυστήριο, μιλούν με το θείο, το ανώτερο όλων.

Αρκεί να ακούσει κανείς την ερμηνεία της Γιουντίνα στα "Πρελούδια και Φούγγες" του Μπαχ. Κι όλα τα παραπάνω θα πάρουν μορφή. Το άγγιγμά της μαρτυρεί δέος. Κάθε νότα γίνεται προσευχή, κάθε παύση, βαθύς αναστεναγμός, κάθε μικρό κρεσέντo, μια αργή, ιερή στροφή προς το φως.

Δεν είναι απλώς ερμηνεία. Είναι πράξη πίστης. Είναι η μουσική που γονατίζει.

Κι ίσως, για μια στιγμή, να τους δει κανείς μαζί. Τη Μαρία και τον Μπόρις καθισμένους στη σκιά ενός πιάνου, να συνομιλούν σιωπηλά για την ιερότητα του Λόγου. Εκείνου του Λόγου που δεν διασώζει την τέχνη αλλά την ψυχή. Που διαπερνά τα σύμπαντα και ανασταίνει κάθε κρυμμένη φλόγα μέσα μας...

Η ηχογράφηση της Μαρίας Γιούντινα στα "Πρελούδια και Φούγκες" του Μπαχ, που έγινε το 1961 για τη Melodiya θεωρείται ορόσημο για την πιανιστική τέχνη. Όπως απεφάνθησαν οι κριτικοί της εποχής "η ερμηνεία της ρωσίδας πιανίστριας ξεχωρίζει για την τεχνική της αρτιότητα και το βαθύ συναίσθημα που μεταδίδει, καθιστώντας κάθε νότα μια πράξη πίστης". Η ηχογράφηση έχει επανεκδοθεί και αναγνωριστεί ως μια από τις πιο σημαντικές του 20ού αι, επιβεβαιώνοντας το αξεπέραστο καλλιτεχνικό αποτύπωμά της.

MARIA YUDINA / J.S.Bach: "Preludes and Fugues", 1961




Το κείμενο γράφτηκε στη μνήμη της σπουδαίας ρωσίδας πιανίστα, που απεβίωσε στις 19 Νοεμβρίου 1970 στη Μόσχα σε ηλικία 71 χρονών.

Παλαιότερο σχετικό κείμενο μπορείτε να διαβάσετε εδώ






Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2025

Τζόρτζια Ο’ Κιφ: "Το Φως που έρχεται απ' τις πεδιάδες..."


Georgia O' Keefe: "Light Coming on the Plains, Νο. Ι"




Η αγαπημένη Αμερικανίδα ζωγράφος Τζόρτζια Ο’Κιφ γεννήθηκε σαν σήμερα, 15 Νοεμβρίου 1887, στο Ουισκόνσιν. Μια ξεχωριστή προσωπικότητα και μια εικαστικός ιδιαίτερης λάμψης, η O’Keeffe σημάδεψε τη μοντέρνα τέχνη με έναν τρόπο βαθιά προσωπικό. Η σχέση της με τη φύση ήταν σχεδόν μυσταγωγική. Αντλούσε απ' αυτήν διαρκώς έμπνευση, είτε μέσα από τα άνθη και τα οστά, είτε μέσα από τα άγρια τοπία της Αμερικανικής ενδοχώρας. Με μάτια που έβλεπαν "κάτω από την επιφάνεια" και με μια ελευθερία πνεύματος που αρνιόταν τα στερεότυπα της εποχής της, ανέπτυξε μια γλώσσα καθαρή, τολμηρή και απολύτως δική της. Στο πλαίσιο της σημερινής επετείου, αξίζει να θυμηθούμε μία από τις πρώιμες, κομβικές στιγμές της δημιουργικής της πορείας, που γέννησε τρεις από τις πιο ποιητικές ακουαρέλες της.

Georgia O' Keefe: "Light Coming on the Plains, Νο. ΙΙ"

Η Georgia O’Keeffe έφτασε στο Canyon του Τέξας τον Σεπτέμβριο του 1916 για να εργαστεί ως επικεφαλής του τμήματος τέχνης στο West Texas State Normal College. Η απεραντοσύνη του γαλάζιου ουρανού, η αγριότητα της φύσης, τα πορφυρά ηλιοβασιλέματα, το κόκκινο χώμα, οι ζεστοί άνεμοι που πνέουν στα λιβάδια, η άγρια και αδέσμευτη φύση της περιοχής αποδείχθηκαν τρανταχτή έμπνευση για την O’Keeffe. Η ζωντανή αντίθεση ανάμεσα στο πράσινο φύλλωμα και τον κόκκινο ψαμμίτη την μάγεψε, και, πάντα περιπετειώδης και ελεύθερη στην καρδιά, περνούσε πολλά Σάββατα εξερευνώντας τα απότομα μονοπάτια του φαραγγιού, βυθιζόμενη πλήρως στο τοπίο που θα καθόριζε την τέχνη της.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γεννήθηκαν οι 3 υδατογραφίες της με τίτλο "Light Coming on the Plains", που φιλοτέχνησε το 1917. Οι κριτικοί περιέγραψαν την εμπειρία με έντονη ποιητικότητα:
Georgia O' Keefe: "Light Coming on the Plains, Νο. ΙΙΙ"
"Ξημερώνει στο Τέξας και η Τζόρτζια Ο’Κιφ περπατά στη γη του μαγεμένη από τους απέραντους ουρανούς πάνω της. Θαυμάζει ό,τι μπορούν να συλλάβουν τα μάτια της. Η αυγή γίνεται φωτεινή, λάμπει κάτω από τις μπλε καμάρες της υπέροχης ακουαρέλας της, ένας ανερχόμενος θόλος αιωρείται ανάμεσα στο πραγματικό και το αφηρημένο. Ο πίνακας είναι μικρός αλλά μέσα του εχει εγκλωβίσει το άπειρο". 

Στις ακουαρέλες αυτές, η Τζόρτζια O’Kιφ αφήνει πίσω της τη γραμμική απεικόνιση και στρέφεται στην ουσία της εμπειρίας, στο φως, στη μετάβαση, στη γέννηση της μέρας. Το τοπίο αποδίδεται ως αίσθηση και συναίσθημα, ένα είδος οπτικής προσευχής προς την αυγή.

Οι τρεις αυτές μικρές, αλλά γεμάτες δύναμη ακουαρέλες ενσαρκώνουν την εξέλιξη της διάσημης καλλιτέχνιδας προς την καθαρή αφαίρεση και θεωρούνται σήμερα από τα πρώτα πραγματικά μοντερνιστικά τοπία της αμερικανικής τέχνης. Δεν απεικονίζουν απλώς το ξημέρωμα στις πεδιάδες. Μεταφέρουν την εσωτερική συγκίνηση απέναντι στους ανοιχτούς ουρανούς του Τέξας, στην ηρεμία και τη μεγαλοσύνη της αυγής. Αυτός είναι και ο λόγος που χαρακτηρίστηκαν ριζοσπαστικά, γιατί αντί να μιμηθούν τη φύση, την απογύμνωσαν μέχρι να μείνει η ουσία της, φως, χρώμα, απεραντοσύνη.

Σε αυτήν την επέτειο γέννησης, τα έργα αυτά στέκονται ως υπενθύμιση της βαθιάς, ακατάβλητης δημιουργικής της ενέργειας και της ικανότητάς της να μετατρέπει το ορατό σε καθαρή, αισθητηριακή αλήθεια.




Τη δεκαετία του ’80, ο αμερικανός συνθέτης, Dan Welcher εμπνέεται από τις τρεις ακουαρέλες της τιμώμενης ζωγράφου και συνθέτει το συμφωνικό έργο "Prairie Light,Three Texas Water Colors of Georgia O'Keeffe", το οποίο σήμερα θεωρείται μία από τις πιο αναγνωρίσιμες και ευρηματικές συμφωνικές δημιουργίες του. Η σύνθεση είναι δομημένη σε τρεις κινήσεις:

  • Η πρώτη, με τίτλο "Light Coming on the Plains", αντανακλά τις παραπάνω ομώνυμες ακουαρέλες της O’Kιφ και αποδίδει μουσικά το ξημέρωμα στις πεδιάδες του Τέξας. Η μουσική εδώ κινείται σε μια ατμόσφαιρα σχεδόν υπνωτιστική, με αίσθηση στατικότητας στον ρυθμό και την αρμονία, ένα είδος μυσταγωγικού "μάντρα", βασισμένο σε λεπτές χρωματικές διαβαθμίσεις, που δημιουργεί την αίσθηση του φωτός που αναδύεται αργά την αυγή.

"Canyon with Crows"
Η σύνθεση πλαισιώνεται από δύο ακόμη κινήσεις, εμπνευσμένες από τις υδατογραφίες "Canyon with Crows" και "Starlight Night".

  • Στο "Canyon with Crows - Φαράγγι με κοράκια", το τοπίο της O’Kιφ μετατρέπεται σε μουσικό πανόραμα γεμάτο χρώμα και κίνηση. Το φαράγγι εμφανίζεται ζωντανό, εντυπωσιακό θέαμα, γεμάτο έντονα χρώματα σαν σκηνή από ένα ονειρικό, πολύχρωμο φιλμ, όπου ροζ και μπλε χρώματα αναμιγνύονται δημιουργώντας μωβ αποχρώσεις, ενώ ένα ποτάμι από βαθύ ρουμπινί κυλά μέσα από τα πράσινα χωράφια.
    Η εναλλαγή χρωμάτων θυμίζει μπαλώματα στο ύφασμα της γης, πάνω από την οποία πετούν κοράκια με δυσοίωνο, σαν μικρές σκιές που υπαινίσσονται απειλή ή κίνδυνο. 
    "Starlight Night"
    Έτσι, η μουσική παλέτα αποδίδει αυτό το στοιχείο με αιχμηρές, απότομες ηχητικές παρεμβολές.
  • Η τρίτη κίνηση, "Starlight Night -Έναστρη Νύχτα", αντλεί την έμπνευσή της από μια λιτή αλλά υποβλητική υδατογραφία: μια πλατιά μπλε πινελιά στο κάτω επίπεδο του εικαστικού και πάνω της μικρά λευκά τετράγωνα που αντιπροσωπεύουν αστέρια, σκορπισμένα σ’ ένα βαθύ μπλε φόντο. Η μουσική μετατρέπει αυτή τη σχεδόν αφαιρετική νυχτερινή θέα σε ένα ηχητικό τοπίο λαμπερών αποχρώσεων, με διάσπαρτες στιγμές φωτός που αναδύονται σαν αστρικές λάμψεις μέσα στην ηρεμία της νύχτας.



Στο "Prairie Light," ο Welcher δεν μιμείται απλώς τα έργα της O’Kιφ. Τα μεταφράζει σε ήχο, συλλαμβάνοντας το φως, το χρώμα, την ατμόσφαιρα και τη βαθύτερη αίσθηση του τοπίου, όπως εκείνη την αποτύπωσε στις υδατογραφίες της. Έτσι, μουσική και ζωγραφική συναντιούνται σε μια κοινή γλώσσα, αυτή της καθαρής, ποιητικής εμπειρίας...

Dan Welcher : "Prairie Light, Three Texas Water Colors of Georgia O'Keeffe"


Παλαιότερο κείμενο για την Τζόρτζια Ο' Κιφ μπορείτε να διαβάσετε εδώ.