Translate

fb

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2022

Από τον περουκοφόρο Χάυντν στο "έρημο νησί" της ερωμένης του...



Σήμερα φαίνεται αφύσικο, αστείο, ακόμη και γελοίο ως στοιχείο αμφίεσης για τον άνδρα(παρότι ακούγεται ρατσιστικό), όμως στην εποχή του Γιόζεφ Χάυντν και σύμφωνα με τις επικρατούσες αντιλήψεις, η λευκή περούκα με τις πλαϊνές μπούκλες ήταν εκείνη που "έκανε" τον άνδρα και τού πρόσθετε σε αρρενωπότητα, κομψότητα και στυλ. Η περούκα, εκτός από το ότι έκρυβε την ανεπιθύμητη φαλάκρα, ήταν και σύμβολο αριστοκρατικής θέσης.

Έτσι, ο Γιόζεφ Χάυντν προμηθευόταν τις περούκες του από το καλύτερο κομμωτήριο της πόλης, εκείνο του Γιόχαν Πέτερ Κέλερ στο κέντρο της Βιέννης.  
Σύντομα άρχισε να παραδίδει μαθήματα πιάνου στην κόρη του Κέλερ, Άννα Μαρία. Στο σπίτι των Κέλερ γνώρισε τη μικρότερη αδελφή της, την Τερέζα, για την οποία σκίρτησε ερωτικά. Ο Χάυντν ήταν έτοιμος να τη ζητήσει σε γάμο, όταν η κοπέλα αποφάσισε πως θα αφιερωνόταν στο Θεό.

Έτσι, ο Χάυντν, που από τη μια κουβαλούσε ένα σύνδρομο κατωτερότητας, καθώς θεωρούσε ότι ήταν άσχημος και κακοφτιαγμένος, και από την άλλη νοιώθοντας υποχρέωση προς τον πατέρα Κέλερ που φρόντιζε όσο καλύτερα μπορούσε την κώμη και γενικά την εμφάνισή του, αποφάσισε να ζητήσει το χέρι της Άννας-Μαρίας. 

Ο γάμος όμως αποδείχθηκε αταίριαστος και προβληματικός. Η γυναίκα του αδιαφορούσε για τη μουσική του συζύγου της. Είχε αυταρχικό χαρακτήρα, ήταν ψυχρή, μεγαλομανής, αγαπούσε τη μεγάλη ζωή, και είχε ακριβά γούστα. Απαιτούσε ακριβά κοσμήματα και ρούχα από τον Χάυντν, ο οποίος αναγκαζόταν να δανείζεται για να τής τα παρέχει.
Δεν ευλογήθηκαν και με ένα παιδί, έτσι μη αντέχοντας τα καμώματά της "έβρισκε παρηγοριά" στην αγκαλιά εφήμερων ερωμένων...


Πιθανώς η Luigia Polzelli
(parnassos.dk)
Απ' όλους τους δεσμούς του, περισσότερο πολύχρονος ήταν εκείνος με τη νεαρή ιταλίδα Λουίτζα Πολτσέλι, μια σοπράνο παντρεμένη με συμπατριώτη της βιολονίστα. Το ζευγάρι ήρθε στο Παλάτι των Εστερχάζυ που υπηρετούσε ο συνθέτης, το 1779. Η Λουίτζα ήταν τότε 19 χρόνων και είχε ένα δίχρονο αγοράκι. Οι κακές γλώσσες λένε πως δεν άργησε να σχετιστεί ερωτικά με το μαέστρο Χάυντν. Μάλιστα, αργότερα, όταν απέκτησε κι έναν ακόμη γιο, οι φήμες οργίαζαν ότι ήταν καρπός του έρωτά της με τον Χάυντν, που φαίνεται να έδειχνε ιδιαίτερη αδυναμία στο μικρό αγόρι. Ο σύζυγος της Λουίτζα είχε προσβληθεί από φυματίωση κι έτσι δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει όπως απαιτείτο στα καθήκοντα του στην ορχήστρα της Αυλής του φιλόμουσου κόμη. Επιπροσθέτως επειδή οι φωνητικές ικανότητες της Λουίτζα ήταν μέτριες, ο Χάυντν αναγκαζόταν να μεταγράφει πολλές από τις άριες που θα τραγουδούσε στα μέτρα της, χωρίς φιοριτούρες, δεξιοτεχνικά περάσματα, και φωνητικό εύρος. Καθώς ο κόμης Εστερχάζυ γνώριζε καλά από φωνές υψηλής ποιότητας, κατάλαβε τη μετριότητα της Λουίτζα, όπως και την ασυνέπεια του συζύγου της κι αποφάσισε να τούς απολύσει. Τότε ήταν που για χάρη της ερωμένης, μεσολάβησε ο Χάυντν.


Όπως αναφέρθηκε, ο συνθέτης προσάρμοζε τις άριες που προορίζονταν για τη Λουίτζα, πάνω στη φωνή της τραγουδίστριας-ερωμένης του. Λέγεται ότι από τις τόσες όπερες που έγραψε στο Παλάτι του Ούγγρου πρίγκηπα, σε μόνο μία ανέθεσε ρόλο στην Πολτζέλι. Ήταν ο ρόλος της Σύλβια στην όπερα "Το ακατοίκητο νησί", σε λιμπρέτο του Μεταστάζιο. Παρουσιάστηκε στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την ονομαστική γιορτή του πρίγκηπα Νικολάου, στις 6 Δεκεμβρίου του 1779.

Η υπόθεση διαδραματίζεται σε ένα έρημο νησί, όπου εκεί ζουν απ' όταν ναυάγησε το πλοίο τους εδώ και μια δεκαετία, δυο αδερφές, η Κωνστάντζα και η μικρότερη Σύλβια.
(stretta-music)
Το σύζυγο της πρώτης με τον σύντροφό του, απήγαγαν πειρατές. Η Κωνστάντζα είναι απεγνωσμένη. Οι δυο άνδρες και μετά από πολλές κακουχίες καταφέρνουν τελικά να αποδράσουν. Αναζητούν και ξαναβρίσκουν τις κοπέλες, με την όπερα να ολοκληρώνεται με ευχάριστη κατάληξη.

Το έργο θριάμβευσε, με την Εισαγωγή να βρίσκει μεγάλη απήχηση, γι' αυτό μέχρι σήμερα εκτελείται συχνά ως αυτόνομη σύνθεση.
Το αντιθετικό ύφος της είναι εκείνο που τη χαρακτηρίζει και σαγήνευσε τους ακροατές, καθώς ο συνθέτης επιστρατεύει απρόσμενες αρμονικές μετατροπίες για να τονίσει δραματικές καταστάσεις, τις οποίες όμως παντρεύει ευφάνταστα με ανάλαφρα και χαριτωμένα, μοτίβα. 
 
Αρμονίες και μοτίβα, που ακούγονται και στις άριες της όπερας αργότερα, υπογραμμίζοντας την άμεση σχέση της εισαγωγής με το περιεχόμενο, στοιχείο καινοτόμο στην εποχή του Χάυντν, αφού αυτή η φόρμα υιοθετήθηκε στις όπερες του Γκλουκ.

Συνθετική γραφή και ενορχήστρωση της εισαγωγής,
 που εντάσσεται στο ιδεολογικό ρεύμα "Θύελλα και ορμή", υποδηλώνουν την τρικυμία που έριξε στο "έρημο νησί" τους πρωταγωνιστές της όπερας.

Haydn: "L'isola disabitata, Ouverture",  Harnoncourt



Ακούμε από την 6η Σκηνή την Άρια της Σύλβια, ρόλου που υποδύθηκε η ερωμένη Λουίτζα, όταν ανάστατη αρχικά παρακολουθεί κρυφά τους δυο άγνωστους άντρες, που στην ουσία είναι ο σύζυγος της αδερφής της με τον πιστό φίλο του.
Την έλκει ο νεαρός και την κάνει να απορεί η αμφίεση του γαμπρού της, που είναι τυλιγμένος με υφάσματα, ντυμένος -στα δικά της μάτια- σαν γυναίκα...
Τής μοιάζει γελοίος, όπως για κάποιους φαντάζει παράταιρη στο ισχυρό φύλο η μακριά λευκή περούκα που "έκανε" τον άνδρα ελκυστικότερο και με στυλ, στα χρόνια του αγαπητού Χάυντν... 

L'isola disabitata, Silvia's aria "Fra un dolce deliro":


Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή τη γενέθλια επέτειο του Γιόζεφ Χάυντν. Σήμερα συμπληρώνονται 290 χρόνια από τη γέννησή του στο Ρόραου της Αυστρίας στις 31 Μαρτίου 1732.
Ο Χάυντν υπήρξε 
από τους σημαντικότερους συνθέτες της κλασικής εποχής, ανήκει στη Σχολή της Βιέννης μαζί με τους Μότσαρτ, Μπετόβεν και Σούμπερτ και θεωρείται ο "πατέρας" της συμφωνίας και του κουαρτέτου.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου