Ο αρουραίος των αγρών και ο ποντικός της πόλης, εικονογράφηση Gustave Doré 1876 |
Ο Αίσωπος ήταν ταπεινής καταγωγής και καθόλου εμφανίσιμος.
Πολλοί τον παρομοίαζαν με τέρας, με μαυριδερό δέρμα, καμπούρη, στραβοπόδη και
πλακουτσωτή μύτη.
Ωστόσο τούς κέρδιζε όλους με την ευφυία του και την πλούσια φαντασία του.
Λιθογραφία του Jean Ouvrier |
Ο ΜΥΘΟΣ:
Μυς αρουραίος και μυς αστικός
«Μῦς ἀρουραῖος ἐκάλεσεν ἐφ᾽ ἑστίασιν μῦν ἀστικὸν καὶ παρεῖχεν αὐτῷ σιτεῖσθαι τὰ
ἐν ἀγρῷ, συκῶν τε καὶ σταφυλῶν καὶ τῶν ἄλλων ἀκροδρύων. ὁ δὲ πολλὴν αὐτοῦ
πενίαν κατεγίνωσκεν, ἐκέλευέν τε τῇ αὔριον ἀφικνεῖσθαι πρὸς αὐτόν. καὶ ὃς εἰς
πλουσίου ταμεῖον αὐτὸν εἰσαγαγὼν παρεῖχεν εὐωχεῖσθαι τοῦτο μὲν κρεῶν παντοδαπῶν,
τοῦτο δὲ ἰχθύων, ἔτι δὲ καὶ πλακούντων. ἐν ᾧ δὲ πρὸς τούτοις ἦσαν, ἡ ταμιοῦχος ἐπεισῆλθεν
καὶ τούτους δέος τε καὶ φυγὴ καταλαμβάνει. καὶ ὁ ἀρουραῖος πρὸς τὸν ἀστικόν· «σὺ
μέν», ἔφη, «ταύτης ἀπόλαυε τῆς τροφῆς μετὰ τοσούτων ἐδεσμάτων, ἐγὼ δὲ χαίρω τῇ
μετὰ ἀδείας καὶ ἐλευθερίας τροφῇ».
«Ὁ μῦθος δηλοῖ ὅτι τὸ λιτῶς διάγειν καὶ ζῆν ἀταράχως ὑπὲρ
τὸ τρυφᾶν ἐν φόβῳ μετ᾿ ὀδύνης».
Στα Νέα Ελληνικά:Από εικονογράφηση αμερικανικής έκδοσης του 1870
Ο αρουραίος των αγρών και ο ποντικός της πόλης.
«Μια φορά ήταν ένας αρουραίος που κατοικούσε στην εξοχή. Αυτός, που λέτε,
κάλεσε έναν φίλο του ποντικό από την πόλη για να του κάνει το τραπέζι. Του
πρόσφερε λοιπόν για φαγητό τα καλούδια που διαθέτουν στα χωράφια: σύκα, δηλαδή,
και σταφύλια και άλλα τέτοια φρούτα. Ο πρωτευουσιάνος, βέβαια, τα καταφρόνησε
αυτά σαν μίζερα και φτωχικά πράγματα. -«Όσο για σένα», είπε στον οικοδεσπότη
του, «σε προσκαλώ να με επισκεφθείς στα δικά μου λημέρια στην πόλη, αύριο
κιόλας».
Πράγματι, την επαύριο ο περί ου ο λόγος έμπασε τον χωριάτη τον φίλο
του μέσα στο κελάρι σε ένα πλουσιόσπιτο, και εκεί του έβαλε μπροστά του
φαγοπότι τρικούβερτο: τί κρέατα κάθε λογής, τί ψάρια, ακόμη και γλυκίσματα.
Πάνω όμως που οι δυο τους το είχαν ρίξει στο φαΐ, μπήκε μέσα ξαφνικά η
οικονόμος του σπιτιού. Τρελάθηκαν τότε από τον φόβο τους τα ποντίκια και πήραν
αμέσως δρόμο.
Έπειτα από αυτά, ο αρουραίος της υπαίθρου το ξεκαθάρισε στον
άλλον:
-«Βρε δεν πα να ευχαριστιέσαι όσο φαΐ θέλεις, με τις λιχουδιές σου και τα
μενού σου! Εγώ, μια φορά, προτιμώ τα λίγα που έχω να τα κατεβάζω άφοβα και με
την ησυχία μου».
Ο μύθος στην ολλανδική εκδοχή του, εικονογράφηση Gaston Gélibert |
Ο Αίσωπος υπογραμμίζει πως κάποιες φορές με την πρώτη ματιά κάτι μπορεί να φαντάζει αξιοζήλευτο. Δεν σημαίνει όμως απαραίτητα ότι αυτός που το έχει είναι ευτυχισμένος, αν λείπει το γέλιο και η ψυχική γαλήνη.
Ο μύθος εμφανίζεται στον Αίσωπο γύρω
στον 7ο αιώνα π.Χ. Λίγους αιώνες αργότερα, στη Ρώμη, ο Οράτιος έδωσε
τη δική του διασκευή, που ανέπτυξε σε 40 στίχους και σε αντίθεση με τον
μύθο του Αισώπου, η ιστορία ξεκινά με την άφιξη στην εξοχή του αρουραίου της
πόλης ο οποίος γελάει με τη μετριότητα της ζωής στην ύπαιθρο και τον προσκαλεί
να γευτεί τις απολαύσεις της πόλης στο σπίτι του.
Αυτός ο μύθος θα απασχολήσει και τον
Βαβρία, έναν παραμυθολόγο, ελληνόφωνο Ρωμαίο, που ζούσε στη σημερινή Συρία και
στα τέλη του 1ου αιώνα, ξαναέγραψε τους μύθους του Αισώπου στα
ελληνικά και σε στίχο, άρα είναι ο πρώτος(όπως δήλωνε) που απέδωσε σε ποιητική
μορφή τις ιστορίες αυτές. Σύμφωνα με το Λεξικό της Σούδας, ο Βαβρίας συνέγραψε δέκα
βιβλία με μυθιάμβους (μύθους γραμμένους σε ιαμβικό μέτρο). Το έργο του
γενικώς είναι συλλογή από ποιητικούς μύθους, που στην πλειονότητά τους έχουν
αντληθεί από αρχαίες συλλογές Αισώπιων Μύθων σε
πεζό λόγο.
Όπως αναφέραμε παραπάνω ο Βαβρίας θεωρούσε τον εαυτό του δημιουργό νέου
λογοτεχνικού είδους -φαίνεται πως αγνοούσε την ύπαρξη του Φαίδρου, ο οποίος εκατό και πλέον χρόνια νωρίτερα είχε
μεταφέρει σε ιαμβικό στίχο μερικούς μύθους του Αισώπου, αλλά στη λατινική γλώσσα, πράγμα που αγνοούσαν οι Έλληνες.
Στον πρόλογο της συλλογής του ο Βαβρίας, αφού τονίζει ότι ο Αίσωπος ήταν ο πρώτος συγγραφέας μύθων, γράφει: «και
εγώ δίνω στη Μούσα τον νέο μυθίαμβο».
Επεξεργασία του Αισωπικού μύθου κάνει και ο Ζαν ντε Λα Φονταίν, τον οποίο
παρουσιάζει στο Πρωτο Βιβλίο με τους Μύθους του, που δημοσιεύτηκε για πρώτη
φορά το 1668 με τον τίτλο: «Le Rat de ville et le Rat des champs»:
(Μτφ: Θεοδώρα
Βονιτσάνου-Guilloteau Léo Partsanakis)
ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΕΜΠΝΕΥΣΕΙΣ:
1. Ο γερμανικής καταγωγής, και λάτρης της μυθολογίας, Ζακ Όφενμπαχ στο ύφος των ανάλαφρων οπερετών του μάς δίνει τη δική του κομψή και εύθυμη εκδοχή της διδακτικής ιστορίας του Αισώπου, όπως μεταφέρθηκε με τον πνευματώδη τρόπο του Λαφονταίν.
2. Εκπρόσωπος του ύστερου ρομαντισμού είναι ο Μπενζαμέν
Γκοντάρ, Γάλλος βιολονίστας και συνθέτης, εξαιρετικά παραγωγικός ασχολήθηκε με
πολλά μουσικά είδη (όπερες, μουσική δωματίου, ορχηστρικά, έργα για πιάνο, κλπ),
ωστόσο διακρίθηκε σε έργα μικροτέρων διαστάσεων, ιδιαίτερα στα τραγούδια
του.
Στον κύκλο τραγουδιών του «Fables de La Fontaine» αφηγείται μουσικά έξι από τους μύθους με ύφος που πλησιάζει σε κείνο των Μέντελσον και Σούμαν ως προς την πιανιστική συνοδεία και με υψηλές εκφραστικές-μιμητικές απαιτήσεις από τον τραγουδιστή. Προτελευταία σύνθεση του κύκλου είναι η μουσική αφήγηση των ποντικών τη πόλης και της εξοχής:
3. Mια ανάλαφρη αφήγηση πατώντας σε μια ρέουσα, κυλαριστή
μελωδία από κιθάρες δίνει το Duo Versini.
Η Anny και ο Jean-Marc, συνθέτες,
κιθαριστές και παιδαγωγοί από τη Σαβοΐα έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στις
παραστάσεις για παιδιά με τραγούδια και μουσικά παραμύθια. Κατά τη γνώμη των
κριτικών έχουν ένα πραγματικό χάρισμα να
τραβούν την προσοχή των μικρών ακροατών και να μεταδίδουν το ηθικό δίδαγμα των
ιστοριών πηγαία, με χιούμορ και μουσικότητα...Εκτός από τα κείμενα και τις
υπέροχες μελωδίες, πάνω απ' όλα
μεταδίδουν σε όλους όσους τους ακούν τη χαρά της ζωής κα την απόλαυση των
στιγμών...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου