Γεννήθηκε κάποτε ένας πολύ όμορφος νέος, γιός του Κινύρα και της Σμύρνας, ο Άδωνις.
Η ομορφιά του κατάφερε να μαγέψει την θεά Αφροδίτη, που δεν δίστασε να τον κρύψει σε μια λάρνακα και να τον δώσει στην θεά του κάτω κόσμου, Περσεφόνη, για να τον φυλάξει μακριά από τα βλέμματα των άλλων γυναικών. Όταν όμως κάποια στιγμή τον ζήτησε πίσω, η Περσεφόνη αρνήθηκε να τον παραδώσει θαμπωμένη και αυτή από το κάλλος του Άδωνη. Τότε η Αφροδίτη ζήτησε από τον Δία να παρέμβει. Ο Ζεύς, δίκαιος καθώς ήταν, χώρισε τον χρόνο του Άδωνη, έτσι ώστε έξι μήνες να βρίσκεται με την Αφροδίτη, και άλλους έξι με την Περσεφόνη.
Nicolas-Bernard Lépicié: "Adonis changé en anémone" |
Άνθη, που η ζωή τους κρατάει λίγο. Όταν ο άνεμος φυσάει κάνει τα μπουμπούκια τους ν' ανθίσουν και ύστερα ένα άλλο ανεμοφύσημα παρασέρνει τα πέταλα μακριά.
Έτσι το λουλούδι ονομάστηκε ανεμώνη ή ανεμολούλουδο, επειδή ο άνεμος βοηθάει την ανθοφορία του αλλά και την παρακμή του.
Ο ποιητής Βίωνας γράφοντας το μοιρολόι "ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΔΩΝΗ" αναφέρει για την γέννηση της ανεμώνης:
"….Κι η Αφροδίτη με τα μαλλιά της ξέπλεκα, στους λόγγους τριγυρνάει, μαυροντυμένη, ξέζωστη, ξυπόλητη ως διαβαίνει τη σκίζουνε και το θεϊκό της πίνουν αίμα οι βάτοι γοερά θρηνώντας λαγκαδιές περνάει, και τον Ασσύριον άντρα της κράζει, τ’ όνομά του λέει, και ξαναλέει….... Έτσι τον θρήνησε και κλαίν και οι Έρωτες μαζί της . "Μαύρη Κυθέρεια, χάθηκε, αχ, ο Άδωνς ο ωραίος". Όσο αίμα χύνει ο Άδωνης, τόσα η Παφία δάκρυα. Kι όπως στο χώμα πέφτουνε, λουλούδια γίνονται όλα. Απ’ το αίμα ρόδο φύτρωσε, απ’ τα δάκρυα η ανεμώνη…."
(Μετάφραση: Θρ. Σταύρου)
Renoir: "Anémones" |
Ο Βρετανός βοτανολόγος Sibthorp αντικρίζοντας αυτή την εικόνα στον Παρνασσό, απέδωσε το όνομα του λουλουδιού ως "ρόδο του ανέμου"(Wind Rose).
Οι σουηδοί ονομάζουν την ανεμώνη "Sippan" και ο σκανδιναυός ποιητής Γιόχαν Λούντβιχ Ρούνεμπεργκ γράφει για το όμορφο και εύθραυστο αγριολούλουδο στα "Λυρικά του Ποιήματα":
όμως ούτε δειλιάζει, ούτε εγκαταλείπει"
Πληθωρικός λόγος, με φαντασία και αισθαντικότητα το τρυφερό ποίημα του Ρούνεμπεργκ μελοποιήθηκε από τον Γιαν Σιμπέλιους το 1917 και συμπεριλήφθηκε στα "Six Songs" του, ένα σύνολο για φωνή και πιάνο, με ποιήματα που αναφέρονται σε λουλούδια.
Nα θυμίσουμε πως ο Σιμπέλιους αγαπούσε πολύ τη φύση και το φινλανδικό τοπίο συχνά χρησίμευε ως έμπνευση για τη μουσική του. Ο βιογράφος του, Tawaststjerna, αναφέρει χαρακτηριστικά:
"Ο Σιμπέλιους ανταποκρίθηκε εξαιρετικά στις διαθέσεις της φύσης και στις αλλαγές των εποχών. "Σάρωνε" τους ουρανούς με τα κιάλια του να παρακολουθεί τις αγριόχηνες που πετούσαν πάνω από τη λίμνη, άκουγε το κράξιμο των γερανών και απολάμβανε τις κραυγές, που αντηχούσαν στην ελώδη έκταση στην Αϊνόλα. Κυριεύονταν από απέραντο θαυμασμό για τα φθινοπωρινά χρώματα, όμως κυρίως εκστασιαζόταν από τα χρωματικά πιτσιλίσματα που δημιουργούσαν τα αγριολούλουδα στο γήινο χαλί τις αρχές της άνοιξης..."
Σύντομο σε διάρκεια το ληντ του Σιμπέλιους με ήρεμη μελωδική κίνηση και ομαλή ρυθμική ροή ηχεί με απαλότητα, ενώ η λεπταίσθητη πιανιστική συνοδεία αποδίδεται ταιριαστά στη λεκτική περιγραφή της χρωματιστής φύσης και συναισθημάτων που δημιουργεί.
Εξαιρετική η ανάρτηση σου
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστω θερμά, ανώνυμε φίλε!
Διαγραφή