![]() |
Η Στρεπόνι κρατώντας την παρτιτούρα από την όπερα "Nabucco" |
Μέσα στη σιωπή της ιταλικής υπαίθρου, ανάμεσα σε σκιές και ψιθύρους κουτσομπολιών, άνθισε μια σχέση που δεν ήταν απλώς έρωτας. Ήταν η ένωση δύο μοναχικών ψυχών που αναγνώρισαν η μία την άλλη σαν είδωλό τους σε καθρέφτη.
Η Τζουζεπίνα Στρεπόνι, υψίφωνος με φωνή που μπορούσε να σκίσει την ψυχή, δεν ήταν μόνο η φλόγα που ανέστησε τη μουσική του Τζουζέπε Βέρντι. Ήταν το στήριγμά του στις σιωπές, η συντροφιά στις ώρες της μοναξιάς, η αόρατη δύναμη πίσω από τη δημιουργία του. Εκείνος, συχνά τραχύς και δύστροπος, την αγάπησε βαθιά, όχι με όρκους και φανφάρες, αλλά με την αθόρυβη βεβαιότητα εκείνου που ξέρει πως έχει βρει το λιμάνι του.
Η αγάπη τους δεν ζητούσε την έγκριση του κόσμου, ούτε φώτα, ούτε λάμψη. Ήταν μια συμβίωση ψυχής, ένα βλέμμα που μιλούσε πιο δυνατά από λόγια. Και όταν οι κακεντρεχείς της κοινωνίας τούς έδειχναν με το δάχτυλο, εκείνοι απλώς συνέχιζαν το μονοπάτι τους, να συμπορεύονται υπομονετικά για να αντέξουν τη ζωή, αλλά και για να τη μεταμορφώσουν σε μουσική.
Γνωρίστηκαν μέσα στον κόσμο της όπερας, το 1842, στη Σκάλα του Μιλάνου, όταν εκείνη, με τη δύναμη της φωνής της στην πρεμιέρα του "Nabucco", άφησε ανεξίτηλο σημάδι στην ψυχή του νεαρού συνθέτη. Η Τζουζεπίνα ήταν ήδη διάσημη, μια γυναίκα μπροστά από την εποχή της, με το ταλέντο και το πάθος της να ξεπερνούν τα στενά όρια μιας συντηρητικής κοινωνίας.
Η ζωή της όμως δεν ήταν εύκολη. Γεννημένη στις 8 Σεπτεμβρίου 1815 στο Λόντι της Λομβαρδίας, πήρε τα πρώτα της μαθήματα μουσικής από τον πατέρα της, που ήταν οργανίστας στον καθεδρικό ναό της πόλης. Όλοι μιλούσαν για το χαρισματικό κορίτσι. Όμως ο πατέρας και μέντοράς της πέθανε ξαφνικά και η Τζουζεπίνα έμεινε χωρίς στήριγμα. Ωστόσο, η νεαρή σοπράνο, τολμηρή και πεισματάρα, κυνήγησε το όνειρό της.
Η επιτυχία δεν άργησε να έρθει. Ξεκίνησε να εμφανίζεται σε μεγάλα λυρικά θέατρα σε όλη την Ιταλία και σύντομα έγινε η κύρια πηγή εισοδήματος για την οικογένειά της. Η Στρεπόνι απέκτησε τη φήμη της διασημότερης τραγουδίστριας της όπερας στα τέλη της δεκαετίας του 1830, προκαλώντας ξέφρενο ενθουσιασμό στους φανατικούς μουσικόφιλους.
Πέρα όμως από τα φώτα της σκηνής, κουβαλούσε τα δικά της μυστικά και πληγές. Σχέσεις που κρίθηκαν αυστηρά, παιδιά εκτός γάμου, όλα στοιχεία που συγκροτούσαν "σκάνδαλα" για την εποχή. Όταν η φωνή της άρχισε να σβήνει, αποσύρθηκε στο Παρίσι, σαν να έψαχνε ένα καταφύγιο από την κοινωνική κριτική.
Και εκεί, σαν να την περίμενε η μοίρα, συνάντησε ξανά τον Βέρντι.
Εκείνος δεν άκουσε ποτέ τις φήμες και τα κουτσομπολιά. Έβλεπε μόνο τη γυναίκα, την καλλιτέχνιδα, τον άνθρωπο που μπορούσε να αγαπήσει πέρα από όρια και στερεότυπα. Με υπομονή και σεβασμό, της χάρισε όχι μόνο την αγάπη του, αλλά και τη ζωή του.
Η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη γι' αυτή τη σχέση. Η Ιταλία του 19ου αιώνα ήταν σκληρή, και οι παραδοσιακές αξίες της καταδίκαζαν μια τέτοια ένωση. Οι κουτσομπόληδες κοιτούσαν με καχυποψία, οι επίσημοι κύκλοι την αγνοούσαν και ο φόβος της κριτικής κράτησε τον Βέρντι μακριά από τα δεσμά του γάμου για χρόνια. Μα η αγάπη τους άνθισε μέσα στις δυσκολίες, ένα λαμπερό φως που κανείς δεν μπορούσε να σβήσει.
Κι έτσι, μέσα στην απλότητα μιας σιωπηλής συντροφιάς, η Τζουζεπίνα έμεινε ο ακλόνητος βράχος πίσω από το μεγαλείο του Βέρντι. Ήταν τα μάτια του, η καρδιά του, η μούσα του. Κι εκείνος της αφιέρωσε όχι μόνο την τέχνη του, αλλά και την ψυχή του. Το ίδιο και κείνη.
Σε μια επιστολή της, του έγραφε με λόγια που φωτίζουν την αιώνια σύνδεσή τους:
"Χωρίς εσένα, αγαπημένε μου, είμαι ένα σώμα χωρίς ψυχή. Η ύπαρξή μου χάνει το νόημά της, όταν δεν σε νιώθω κοντά μου. Δεν είμαστε σαν αυτούς που χρειάζονται χωρισμούς για να αναζωογονήσουν την αγάπη. Εγώ θα μπορούσα να μένω δίπλα σου για πάντα, χωρίς ποτέ να νιώσω πλήξη ή χορτασμό. Η αγάπη μου ανανεώνεται σιωπηλά, όπως η ανατολή κάθε πρωινού..."
![]() |
H Μαρία Κάλλας στο ρόλο της Αμπιγκαΐλε |
Θα απολαύσουμε την άρια της Αμπιγκαΐλε από την όπερα "Ναμπούκο" του Βέρντι, ρόλου που υποδύθηκε στην πρεμιέρα η Τζουζεπίνα Στρεπόνι και αποθεώθηκε, καθιερωνοντας συγχρόνως το συνθέτη σε περίοπτη θέση στον οπερατικό χάρτη. Οι μελωδίες των αριών της Αμπιγκαΐλε είναι εξαιρετικά δεξιοτεχνικές, λόγω της απαιτητικής tessitura τους. Απαιτείται μια έμπειρη ερμηνεύτρια, ικανή να τραγουδήσει τόσο στις χαμηλές όσο και στις υψηλές νότες, με δραματική δύναμη και εκφραστικότητα. Μάλιστα, υπήρξαν ερμηνεύτριες που απέφυγαν τον ρόλο, λόγω του κινδύνου πρόκλησης φωνητικής βλάβης.
Maria Callas
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου