Translate

fb

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2021

Παλαμάς / Καλομοίρης : "Κάποια λογάκια"

 

"Χτες βράδυ μία είδηση ακατανόητη μας ήρθε. Μία είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο-Παλαμάς πέθανε. Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός",

γράφει στο προσωπικό της ημερολόγιο η Ιωάννα Τσάτσου...

Ήταν σαν σήμερα, 27 του Φλεβάρη 1943 που ο Κωστής Παλαμάς, άφηνε την τελευταία πνοή του...


Ένας τιτάνας της πνευματικής μας ιστορίας είναι ο Κωστής Παλαμάς! Η ποίησή του ένας απύθμενος ωκεανός, όπου το λυρικό συναντά το επικό και το φιλοσοφικό το δραματικό...Μια φωτεινότατη μορφή, ψηλά στο Πάνθεο του Πνεύματος!

Ηγετική φυσιογνωμία στα Ελληνικά Γράμματα, συνέδεσε την πνευματική ζωή του τόπου με τις ρίζες και την παράδοσή του, κάτι για το οποίο πάσχισε και ο Μανώλης Καλομοίρης...

Εκεί βρίσκεται και η αφετηρία της σχέσης τους.
Ο συνθέτης λάτρεψε τον ποιητή που κατά δήλωσή του θεωρούσε πως "χωρίς αυτόν οι δημιουργίες του δεν θα είχαν πάρει ούτε το χαρακτήρα ούτε τον εθνικό ρυθμό που πήραν..."

Από αυτή και μόνο τη φράση κατανοούμε πόσο μεγάλος θαυμαστής του Παλαμά υπήρξε ο Μανώλης Καλομοίρης:
"Το έργο του στάθηκε για μένα φάρος αληθινός της τέχνης που φώτισε και θα φωτάει στους αιώνες τις Ελληνικές ψυχές μέσα στα σκοτάδια που μας δέρνουν ολούθε".

Έμπρακτα τη λατρεία αυτή και το θαυμασμό του θα εκφράσει ο Καλομοίρης το 1955 με την τρίτη Συμφωνία του, που προς τιμήν του πνευματικού του μέντορα θα πάρει τον υπότιτλο: "Παλαμική".

Αναμφισβήτητα οι δυο τους υπήρξαν καρδιακοί φίλοι που τούς έφερε κοντά αφενός το κίνημα του δημοτικισμού, αφ 'ετέρου οι απόψεις τους για τη θέση της τέχνης στην Ελλάδα σε συνδυασμό με τη Δύση.

"Από τα δάκρυα μάτια μου θολά
Κι αστέρια λαμπερά πυκνοσπαρμένα
Κοιτάζω ψηλά και μιλώ μ΄εσένα.

Αρρώστησα, 
Πια δεν μπορώ να μένω στο κρεβάτι
Απελπισιάς τραγούδι οι στοχασμοί μου
Και το πιο πικρό τραγούδι ετούτο
Σ΄ άφησα τόσον καιρό χωρίς λουλούδια"


Μετά το θάνατο του ποιητή, ο Καλομοίρης επεξεργάστηκε όσα ποιήματα του Κωστή Παλαμά είχε μελοποιήσει στο παρελθόν. Από τους Πεντασύλλαβους και τα Τετράστιχα επιλέγει ορισμένα, που εκτελούνται το 1944 με τον τίτλο: "Κάποια λογάκια". 


"Αυγή καμιά και την πιο ξάστερη
δεν την αλλάζω εγώ μ' εσέ
συγνεφιασμένο μου και μυστικό μου
δειλινό

Μπροστά σου στάθηκα λευκόφερτη
Καλέ, δεν ήρθα να σε πλανέψω
Τ’ άσπρο τραγούδι που μου τραγούδησες
Ήθελα μόνο να ζωντανέψω"


Το ξεχωριστό σε αυτή τη συλλογή τύπου ληντ είναι πως ο Καλομοίρης δεν επιλέγει το σύνηθες πιάνο για συνοδεία της φωνής, αλλά τον ασυνήθιστο συνδυασμό άρπας-κλαρίνου. Ένας συνδυασμός που προκαλεί έκπληξη με την ποικιλία των ηχοχρωμάτων που προσφέρει, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί στέρεη βάση για τη μελωδική ανάπτυξη των τραγουδιών. 

"Απάνω στο μαντήλι μου
με δάκρυα κέντησα τον έρωτά μου
Φίλησε απάνου στο μαντήλι μου
Τα δάκρυά μου,
Για κέντησε κι εσύ με τα φιλιά σου,
Κέντησε απάνου στο μαντήλι μου,
Τον έρωτά σου"

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον -όπως αναφέρεται- έχει ένα ιντερμέτζο, το τρίτο της σειράς κομμάτι, Andante con moto (4:10), που ο συνθέτης τιτλοφορεί "Κάποιο Λογάκι χωρίς Λόγια", καθώς ο Καλομοίρης με τη μουσική του  υποκαθιστά τον Παλαμικό λόγο. 

Παλαμάς / Καλομοίρης : "Κάποια λογάκια":



Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας: Τα εικαστικά για την παράσταση του Στραβίνσκυ

 

(από: Μουσείο Μπενάκη)

[Με αφορμή τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τον μεγάλο μας εικαστικό, μαθητή του Παρθένη, που γεννήθηκε σαν σήμερα, 26 Φεβρουαρίου 1906]

"Το πρώτο πρωινό του κόσμου", Ν.Χατζηκυριάκος Γκίκας
(από: benaki.org)


Για 30 χρόνια, από το 1937 έως το 1967 ο Γκίκας σχεδίασε πλήθος σκηνικών και κοστουμιών για θεατρικές παραστάσεις, μελοδράματα και χοροδράματα εντός και εκτός Ελλάδος.
Το 1961 για την παράσταση της "Περσεφόνης" του Ιγκόρ Στραβίνσκυ, που θα παρουσιαζόταν στο Κόβεν Γκάρντεν του Λονδίνου, συνεργάστηκε με τον σπουδαίο χορογράφο, σερ Φρέντερικ Άστον.

Το λιμπρέτο ήταν του νομπελίστα συγγραφέα Αντρέ Ζιντ.
Ο Γκίκας για τη δουλειά του αυτή επαινέθηκε από κριτικούς, συναδέλφους του και κοινό. Σχεδίασε περίπου 40 κοστούμια για τον πολυπληθή θίασο και τρία σκηνικά, ένα για κάθε μια πράξη του χοροδράματος του Στραβίνσκι.


Το μελόδραμα αφηγείται την ιστορία της ελληνικής θεάς Περσεφόνης, σε τρία μέρη:


Ι: Η απαγωγή της Περσεφόνης

ΙΙ: Η Περσεφόνη στον Κάτω Κόσμο

ΙΙΙ: Η αναγέννηση της Περσεφόνης


"Ο Κάτω Κόσμος", Ν.Χατζηκυριάκος Γκίκας
(από: benaki.org)


Στο "Πρώτο πρωινό του κόσμου", ο ζωγράφος μας με φωτεινά, εκθαμβωτικά χρώματα δημιουργεί επηρεασμενος από το Υδραίικο τοπίο. Πέρα από την απεραντοσύνη του ορίζοντα με τον ουρανό, όπου συνυπάρχουν ήλιος και φεγγάρι της χαραυγής, κυριαρχούν οι βράχοι και η χαμηλή βλάστηση.
Ο Γκίκας είχε σπίτι στο νησί της Ύδρας και το σχέδιο θυμίζει την αυλή του με την πέτρινη μάντρα και τα φυτά της...

Ο "Κάτω Κόσμος" απεικονίζεται αντίθετα με το λαμπρό σκηνικό  της 1ης Πράξης. Εδώ υπερτερούν οι σκούρες αποχρώσεις για τα βράχια, τα νερά που κυλούν και τα γυμνωμένα δέντρα. Στη θέα τους, σχεδόν "πνίγεται" ο θεατής με μόνη ανάσα το πολύχρωμο ουράνιο τόξο που προβάλλει στο βάθος.

Ο εικαστικός καλλιτέχνης κινείται σ'ένα κόσμο χρωματικών αντιθέσεων, όπου κυριαρχεί η έννοια του φωτός, καθώς όπως έλεγε:
"Το φως πλάθει και ανιχνεύει τα αντικείμενα. Χαράσσει στο έδαφος τα ακριβή όρια ανάμεσα στο φωτεινό και το σκοτεινό. Ανάβει αιφνιδιαστικές πυρκαγιές χρωμάτων ή, αντίθετα, καταβροχθίζει κάθε υπερβολικό χρώμα μέσα από πολύ έντονες αντιθέσεις".


Να θυμίσουμε πως τo έργο του Στραβίνσκυ: "Perséphone" είναι για αφηγητή, χορευτές, σολίστες τραγουδιστές, χορωδία και ορχήστρα κι έκανε πρεμιέρα στην Όπερα του Παρισιού το 1934 με την  Ίντα Ρουμπινστάιν στον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ο Γάλλος συγγραφέας Aντρέ Ζιντ έγραψε το λιμπρέτο αναδιατυπώνοντας τον αρχαιοελληνικό μύθο για τη θεά της γεωργίας, Δήμητρα και την κόρη της, Περσεφόνη, που επιλέγει μυρίζοντας σκόπιμα έναν μαγικό νάρκισσο να μεταφερθεί στον Κάτω Κόσμο, καθώς συμπάσχει με όλους εκείνους που' ναι καταδικασμένοι να κατοικούν εκεί "χωρίς ελπίδα, χλωμοί, σιωπηλοί και λυπημένοι".

Για τον ένθερμο προτεστάντη Zιντ, η Περσεφόνη έγινε μια πρωτοχριστιανική φιγούρα, φύση γεμάτη γενναιοδωρία και φιλανθρωπία, μια σωτήρας πρόθυμη να θυσιαστεί για όσους υποφέρουν γι' αυτό και τελειώνει το κείμενο επικαλούμενος τα λόγια του Ιησού από το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο(12:24): 

"ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει"

δηλαδή:

"άν ο κόκκος του σιταριού δεν πέσει στο χώμα και δεν αποθάνει, αυτός μένει μόνος. Εάν όμως σπαρεί και ταφεί εις την γην, τότε βλαστάνει και φέρει πολύν καρπόν". 


 Κοστούμια για τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη
(από: benaki και benaki)

Και για τον Στραβίνσκυ , η "Perséphone" αποτέλεσε μια επιστροφή στο θέμα της θυσίας για χάρη της ανανέωσης, όπως είχε γίνει και με την "Ιεροτελεστία της Άνοιξης".

Πρόκειται για ένα αριστούργημα, ένα εμβληματικό έργο, που ιχνογραφεί τον κύκλο των εποχών ζωή, θάνατος, αναγέννηση, με τον Έλληνα εικαστικό Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα να μεγαλουργεί με τα σκηνικά και τα κοστούμια του βασιζόμενος σε αυτό το τρίπτυχο.

Η μοντερνιστική μουσική του Στραβίνσκυ εντυπωσιάζει για την ηχοχρωματική ποικιλία, και την μελωδία που κυλά αβίαστα με μια ροή εκλεκτική, που δεν βρίσκουμε συχνά στον ρώσο συνθέτη.

 Προτείνω να ακούσουμε τη χαρακτηριστική χορωδιακή έναρξη "Reste avec nous, princesse Perséphone -Μείνετε μαζί μας", όπου οι γυναικείες φωνές ως Νύμφες της Ελευσίνας να καλούν την Περσεφόνη, με γαλλική εσάνς μεταφέρουν τη σαγηνευτική αίσθηση της ανοιξιάτικης φύσης. 

Stravinsky: "Perséphone-Reste avec nous, princesse Perséphone" 

Και όλο το μελόδραμα:






Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2021

Ενρίκο Καρούζο: η νύχτα που γεννήθηκε το νέο αστέρι της όπερας...

 

"Caruso and Umberto Giordano", (Caricatura Enrico Caruso)
(από: i.pinimg)




Γεννήθηκε σαν σήμερα 25 του Φλεβάρη το 1873.Τον χαρακτήρισαν "θρύλο", αλλά και "γίγαντα"!

Ο Ενρίκο Καρούζο υπήρξε ο δημοφιλέστερος τενόρος στην ιστορία του λυρικού θεάτρου στις δυο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα!

Η πλούσια σε όγκο και ξεχωριστό ηχόχρωμα φωνή του,  που ανέσυρε τη Ναπολιτάνικη φλόγα και σπιρτάδα, τού χάρισε καριέρα, δόξα και φήμη!

Από τα ιδιαίτερα χαρίσματά του ήταν και η κλίση του στη ζωγραφική.
Έκανε πολύ πετυχημένες  καρικατούρες φίλων,  συναδέλφων του, αλλά και δικές του.
Σκίτσαρε τον εαυτό του στο ρόλο του Δον Χοσέ από την "Κάρμεν" του Μπιζέ, στο ρόλο του Πίνκερτον στη "Μαντάμα Μπατερφλάι", αλλά και το σκίτσο που σήμερα σάς κοινοποιώ, στο ρόλο του Loris Ipanov από την όπερα "Fedora" του Ουμπέρτο Τζορντάνο.
Σ'αυτήν την καρικατούρα ο Καρούζο έχει σκιτσάρει πλην του εαυτού του και τον συνθέτη στα δεξιά, ενώ στο πάνω μέρος σχεδίασε ένα πεντάγραμμο με τα πρώτα μέτρα από την άρια: "Amor ti vieta".


Ο ρόλος γράφτηκε από το συνθέτη για τον Καρούζο και παρουσιάστηκε σε παγκόσμια πρεμιέρα το 1898 στη Σκάλα, με τη Gemma Bellincioni ως Fedora.

Αξίζει να σημειωθεί πως ήταν τόση η επιτυχία της όπερας και ιδιαίτερα του Καρούζο, που ο ίδιος ο Τζορντάνο αναφέρει:

"Οι αντιδράσεις του κοινού έμοιαζαν με εκρήξεις πάθους, ένα συνεχές παραλήρημα!
Με μεθυστική καταιγίδα  μπορώ να συγκρίνω τα ασταμάτητα χειροκροτήματα του κοινού που επευφημούσε τον Καρούζο καλώντας τον σε επανειλημμένα encore...
Ούτε θυμάμαι πόσες φορές τραγούδησε και ξανατραγούδησε την άρια "Amor ti vieta", για το πλήθος που τον επευφημούσε μέσα σε διαρκή παραζάλη...
Η "Fedora", δεν χωρούσε αμφιβολία πως είχε δημιουργήσει ένα νέο αστέρι.
Η φωνή του Καρούζο είχε κατακτήσει την καρδιά όλων".


Η άρια: "Amor ti vieta-Η αγάπη σάς απαγορεύει" , παρότι αρκετά σύντομης διάρκειας, είναι η δημοφιλέστερη της όπερας, εξαιρετικά δεξιοτεχνική γι'αυτό και συχνά επιλέγεται από τενόρους προκειμένου να δείξουν τις φωνητικές τους ικανότητες.

Ακούγεται στη 2η Πράξη της όπερας, όταν ο Κόμης Λόρις ομολογεί την αγάπη του για τη Φεντόρα.

Θα απολαύσουμε τον τιμώμενο σήμερα θρυλικό τενόρο σε μια ΙΣΤΟΡΙΚΗ ηχογράφηση  του 1902, με τον συνθέτη Ουμπέρτο Τζορντάνο να τον συνοδεύει στο πιάνο.


Enrico Caruso: Giordano: Fedora - Amor Ti Vieta



Για τον Καρούζο  μπορείτε να διαβάσετε και παλαιότερο κείμενό μου εδώ.


Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2021

Ο Τζων Κητς και η "Όμορφη κυρία χωρίς έλεος"...

 

 John William Waterhouse: "La Belle Dame sans Merci - Η όμορφη κυρία χωρίς έλεος"
εμπνευσμένο από το ομώνυμο ποίημα του Τζων Κητς





Ω, Καβαλλιέρε εσύ χλωμέ,
Μόνος τί να 'χεις και γυρνάς;
Για κύτταξε, μαράθηκαν
Της λίμνης τα χορτάρια
Και τα πουλιά δεν κελαϊδούν.


Πώς είσαι τόσο σκυθρωπός
Κι' αφανισμένος απ' τη λύπη;
Γεμίσαν οι κρυψώνες
Των ήσκιουρων σιτάρι
Κι' ο θερισμός ετέλειωσε.


Στο μέτωπό σου βλέπω υγρό,
Με τη δροσιά του πυρετού
Της αγωνίας το κρίνο,
Και βλέπω πως θα ξεραθή
Στα μάγουλά σου απάνου
Το τριαντάφυλλο, που αχνό
Μαραίνεται ολοένα.

("Η Όμορφη κυρία χωρίς έλεος", Τζων Κητς: μτφ. Μιλ. Μαλακάσης)


Το σπίτι στη Ρώμη,
που ο Κητς άφησε την τελευταία του πνοή



200 χρόνια συμπληρώνονται από τη μέρα που ο ρομαντικός ποιητής Τζων Κητς άφηνε την τελευταία του πνοή στη Ρώμη όπου είχε μεταβεί προκειμένου να βοηθηθεί με το ζεστό κλίμα της στη φυματίωση που τον τυραννούσε...

Είχε νοικιάσει ένα διαμέρισμα στο κέντρο της ιταλικής πρωτεύουσας...
Το παράθυρο της δικής του κάμαρης έβλεπε στα σκαλιά της Piazza di Spagnia.
Μπροστά στο άνοιγμα τοποθέτησε το γραφείο του...Να κοιτά έξω και να χαίρεται τον κόσμο που ανεβοκατέβαινε...


Τάφηκε στο Προτεσταντικό Κοιμητήριο της Ρώμης. Κατόπιν επιθυμίας του, στην ταφόπλακά του σκαλίστηκε:

"Αυτός ο τάφος
περιέχει ό,τι υπήρξε
από έναν ΝΕΑΡΟ ΑΓΓΛΟ ΠΟΙΗΤΗ,
ο οποίος
στο κρεβάτι του θανάτου του,
στην πίκρα της καρδιάς του,
στην κακόβουλη δύναμη των εχθρών του,
επιθυμούσε
να χαραχτούν στον τάφο του αυτά τα λόγια:

"Εδώ κείται κάποιος
που το όνομά του ήταν γραμμένο στο νερό"


Στη σύντομη ζωή του (πέθανε στα 26 του) ο Άγγλος ποιητής κατάφερε να τελειοποιήσει ένα είδος ποίησης που τη χαρακτηρίζει η μεγάλη αισθητική έλξη που ασκεί στον αναγνώστη, οι δυνατές εικόνες κα το συναίσθημα σε μια προσπάθεια του δημιουργού να εκφραστεί με μια πολύ ώριμη και φιλοσοφική στάση μέσα από θέματα και μύθους της κλασικής αρχαιότητας.


Μες τα λειβάδια αντάμωσα
Μια ωραία, πολύ ωραία,
Την κόρη κάποιας μάγισσας,
Είχεν ολόμαυρα μαλλιά
Κι αέρινα τα πόδια
Κ' είχε δυο μάτια μαγικά.

Κ' εγώ λουλούδια εταίριαξα
Στεφάνι των μαλλιώ της,
Βραχιόλι της ανθόπλεξα
Κ' ευωδιαστή μια ζώνη
Κ' έστρεψε και με κύτταξε
Και σαν να μ' αγαπούσε
Μου στέναξε γλυκά.

Στο γοργονάλαφρο άτι μου
Την έβαλα καβάλλα
Και τίποτε περσότερο
Δεν είδα όλη τη μέρα,
Γιατί γυρνούσε αντίπλευρα,
Και τραγουδούσε μόνον
ένα τραγούδι μαγικό.

Η ποίηση του Κητς μεταδίδει μια άμεση, ζωγραφική σχεδόν εντύπωση του θέματος ή της κατάστασης, που περιγράφει...


Ρίζες στερνά μου μάζευε
Γλυκύτατες στη γέψη,
Και μέλι μου έφερνε άγριο,
Και σε μια γλώσσα αλλόκοτη,
Μώλεε, (πιστεύω), σ' αγαπώ.


Στη μαγική μ' ωδήγησε
Σπηλιά της, και με πόνο
Σε κλάψες αναλύθηκε
Και στεναγμούς, κ' εγώ
Με τέσσαρα φιλήματα
Της σφάλισα τα μάτια.


Κ' εκείνη μ' αποκοίμησεν
Εκεί, κι' αλλοίμονό μου!
Νειρεύτηκα, κ' ήταν αυτό,
Το τελευταίο μου όνειρο,
Στου κρύου λόφου το πλευρό.


Χλωμούς ρηγάδες γύρω μου,
Χλωμά βασιλοπαίδια,
Χλωμούς καθώς ο θάνατος
Είδα πολεμιστάδες,
Να μου φωνάζουν: η άπονη
Σ' έχει πιασμένο σκλάβο.


Τα πεθαμένα χείλη τους
Τα 'βλεπα στο σκοτάδι
Με αυτό το απαίσιο μήνυμα
Ν' ανοίγουνε πλατειά,
Και ξύπνησα και βρέθηκα
Στου κρύου λόφου την πλαγιά.


Γι' αυτό γυρνώ τώρα χλωμός
Και μόνος, μολονόπου
Της λίμνης εμαράθηκαν
Τα χόρτα, και στα δέντρα
Δεν κελαϊδούν πουλιά.

( "Ποιήματα", εκδ. Πατάκης, μτφ. Μιλ. Μαλακάσης, σελ. 249-252/photodentrο)




Το παραπάνω ποίημα του Τζων Κητς, που έχει τίτλο "La Belle Dame sans Merci - Η όμορφη κυρία χωρίς έλεος" γράφτηκε το 1819 κι ακολουθεί τον τύπο της λαϊκής μπαλάντας, απλό στη δομή με δώδεκα στροφές τεσσάρων στίχων η καθεμία σε σχήμα ομοιοκαταληξίας ABΓB .

Ο τίτλος προήλθε από ομότιτλο ποίημα του 15ου αι. κι αποτελεί κλασικό αγγλικό παράδειγμα ποιητικής έκφρασης του Κητς που πραγματεύεται θέματα όπως η αγάπη, η φύση, η εγκατάλειψη και ο θάνατος.
Το ποίημα, που πρωτοδημοσιεύθηκε την άνοιξη του 1820 σε λογοτεχνικό περιοδικό περιγράφει τη συνάντηση ενός ιππότη και μιας μυστηριώδους ομορφιάς νεράιδας, που τελικά τον εγκαταλείπει.
Όπως αναφέραμε είναι γραμμένο στο ύφος μιας λαϊκής μπαλάντας, με τις τρεις πρώτες στροφές ν' αποτελούν ένα ερώτημα στον ιππότη και οι εννέα επόμενες στροφές, την απάντησή του, εμφανίζοντας μια ειδυλλιακή άποψη της αγάπης, παρότι η μυστηριώδης νεράιδα καταδικάζει τον ιππότη σε μια θλιβερή μοίρα αφού πρώτα τον σαγηνεύσει με το βλέμμα και το τραγούδι της.
Να θυμίσουμε πως νύμφες, ξωτικά και νεράιδες ενέπνευσαν αρκετούς καλλιτέχνες της εποχής εκείνης, κυρίως εικαστικούς, να ζωγραφίσουν εικόνες τους, που αποτελούν τα πρώτα δείγματα απεικόνισης της μοιραίας γυναίκας... Έτσι, δεν εκπλήσσει που το "La Belle Dame sans Merci" έγινε ένα δημοφιλές θέμα για την Προραφαηλική Αδελφότητα με σπουδαίους ζωγράφους να αποτυπώνουν το θέμα στον καμβά τους. 


Από τα γνωστότερα εικαστικά του John William Waterhouse είναι αυτό που βλέπουμε παραπάνω. Ο ζωγράφος περιγράφει την υπόθεση του ποιήματος, απεικονίζοντας την πανέμορφη μακρυμαλλούσα γυναίκα να έχει παγιδεύσει τον ιππότη, τραβώντας τον προς το μέρος της με τα μαλλιά της περασμένα γύρω από το λαιμό του. Εκείνος, εντελώς συνεπαρμένος από την εκθαμβωτική ομορφιά της, την κοιτάζει αποσβολωμένος στα μάτια. Η εικόνα διακρίνεται για την υψηλή ένταση που δημιουργείται στο θεατή από το σαγηνευτικό βλέμμα της νεράιδας μεν, αλλά και την εκφραστική αντιπαράθεση των προσώπων, εκείνη ήρεμη, λάγνα, μυστηριώδης..., εκείνος εξαρτημένος, ανήμπορος, παραδομένος στη γοητεία και την υπνωτική δύναμη της ομορφιάς της.

Το ποίημα του Τζων Κητς στη μουσική:

  • Γύρω στο 1910, ο άγγλος συνθέτης και μαέστρος του ύστερου ρομαντισμού, σερ Charles Villiers Stanford,  μελοποίησε το ποίημα του Κητς. Η παρτιτούρα του είναι εξόχως δεξιοτεχνική φωνητικά. Απαιτεί δραματική ερμηνεία από κάποιον λυρικό τραγουδιστή με στιβαρή φωνή και όγκο, όπως κι έναν ικανό συνοδό στο πιάνο. Το τραγούδι παραμένει μέχρι σήμερα δημοφιλές και περιλαμβάνεται σε πολλές ανθολογίες αγγλικού τραγουδιού. 

La Belle dame sans merci / Dame Janet Baker · Gerald Moore:


  • Το 1935, ο Πάτρικ Χάντλεϊ έγραψε μια εκδοχή της παρτιτούρας του Στάνφορντ για τενόρο, τετράφωνη χορωδία και ορχήστρα. Ο Άγγλος συνθέτης είχε χάσει το ένα πόδι του στον Α' Παγκόσμιο. Η φρίκη του πολέμου του άφησε τραύματα ψυχής και βαθύ πόνο. Η σκληρότητα, η απανθρωπιά και η βία που βίωσε, του δημιούργησαν μια διαρκή εσωτερική οδύνη, που αντανακλάται σε ορισμένες συνθέσεις του, όπως στη μπαλάντα "La Belle Dame Sans Merci" του Κητς.  Η μαεστρία του Χάντλεϊ στο πλάσιμο ηχητικών εικόνων είναι αναμφισβήτητη. Ο ακροατής διακρίνει τις σκοτεινές, στοιχειωτικές αρμονίες ξεδιπλώνοντας πτυχές του ποιητικού κειμένου, που αποτέλεσε ορόσημο της αγγλικής γοτθικής λογοτεχνίας.

Patrick Hadley: "La Belle Dame sans Merci"


  • Ο Ουκρανός συνθέτης Valentyn Silvestrov στον κύκλο τραγλουδιών του με τίτλο "Quiet Songs" περιλαμβάνει ένα τραγούδι για βαρύτονο και πιάνο μετά τη ρωσική μετάφραση του ποιήματος του Κητς. 
    Σε μια εξαιρετικά περιγραφική ερμηνεία από τον γερμανό Konstantin Krimmel. Στο πιάνο η Hélène Grimaud:



  • Ένα λυρικό, μυστικιστικό μουσικό σκηνικό αυτού του ποιήματος θέτει η Loreena McKennit:




Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2021

ΣΟΠΕΝΧΑΟΥΕΡ, λάτρης του φλάουτου και της "Ύψιστης" μουσικής

 






"Η μουσική είναι η εξοχότερη, η πιο ζωντανή από όλες τις τέχνες

Η Μουσική είναι η απάντηση στο μυστήριο της ζωής. 

Η πιο βαθιά από όλες τις τέχνες, εκφράζει τις βαθύτερες σκέψεις της ζωής.

Είναι η μελωδία, της οποίας το κείμενο είναι ο κόσμος". 

(Αρθούρος Σοπενχάουερ)


Ο γεννημένος στο Ντάντσιχ, σαν σήμερα, 22 Φεβρουαρίου 1788, μέγας γερμανός φιλόσοφος στράφηκε στη Μουσική, πιστεύοντας ότι είναι το μέσο με το οποίο μπορεί κανείς να βιώσει και να μεταφέρει  τη "βούληση", δηλαδή τις ασυνείδητες δυνάμεις που τον κυβερνούν.  

Για τον Σοπενχάουερ η μουσική ήταν το καταφύγιο απέναντι στην τραχύτητα του κόσμου.

Με τις ιδέες του επέδρασε σε αρκετούς συνθέτες, ιδίως στον Βάγκνερ και τα μουσικοδράματά του.
Η θέση του Σοπενχάουερ ότι η "άρνηση της βούλησης για ζωή είναι η μοναδική και οριστική λύτρωση" βρήκε την καλλιτεχνική του ολοκλήρωση στον Βαγνερικό "Τριστάνο", το ανυπέρβλητο αριστούργημα του ώριμου ρομαντισμού. 

Συγχρόνως όμως αυτό το μουσικό δράμα αποτελεί κατάφαση της βούλησης, γιατί ο Τριστάνος γνωρίζει μόνο την Ιζόλδη και εκείνη μόνο τον Τριστάνο. Έτσι ο Βάγκνερ έχει δίκιο όταν συμπεραίνει ότι "η άρνηση της βούλησης για ζωή οδηγεί στη μέγιστη ενέργεια της ίδιας της βούλησης". Από την εσωτερική άρνηση του κόσμου γεννιέται η βεβαίωση της λύτρωσης.


Η προσωπική αφορμή για το: "Τριστάνος και Ιζόλδη", όπως γνωρίζουμε, ήταν το πάθος του Βάγκνερ για τη Ματθίλδη Βέζεντονκ, τη σύζυγο του προστάτη και φίλου του.
Το φιλοσοφικό -όμως-  υπόβαθρο το βρήκε ο Βάγκνερ στο έργο του Άρθουρ Σοπενχάουερ, "
Die Welt als Wille und Vorstellung-Ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση", αναμφίβολα, ενός από τα μεγαλύτερα κλασικά έργα της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας, με μεγάλη επιρροή σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης διανόησης.

Η διαφορά είναι πως ο Βάγκνερ αντικατέστησε την άποψη του Σοπενχάουερ για την άρνηση της ζωής, με τη δυνατότητα να ξεπεραστεί η μοναξιά του ατόμου μέσω του έρωτα.

Richard Wagner: "Tristan und Isolde", Prelude /  Furtwangler:


Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Σοπενχάουερ, ο φιλόσοφος αποτελούσε την ιδεολογική συνέχεια του Καντ, ενώ θεωρούσε τον εαυτό του λάτρη του "θείου", όπως αποκαλούσε τον Πλάτωνα.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι ότι παρότι η θέση του Σοπενχάουερ βρίσκει έκφραση στις Βαγκνερικές όπερες, ωστόσο ο φιλόσοφος δεν έτρεφε θαυμασμό για το είδος της όπερας. Αντίθετα, λάτρευε την οργανική μουσική.
Από όπερες, μια μικρή παραχώρηση έκανε στα έργα σκηνικής μουσικής του Μότσαρτ και κυρίως του Ροσίνι.

Ο ίδιος επειδή γνώριζε να εκτελεί φλάουτο, ευχαριστιόταν να ασχολείται καθημερινά 2-3 ώρες παίζοντας, μετά το μεσημεριανό γεύμα.

Στη συλλογή του, ο Σοπενχάουερ κατείχε παρτιτούρες μεταγραφών  όλων των οπερών του Ροσίνι, ανάμεσά τους και της ουβερτούρας από τον "Κουρέα της Σεβίλλης", που θα την ακούσουμε σε μεταγραφή για φλάουτο, καθώς το ξύλινο πνευστό ήταν εκείνο που περισσότερο απ' όλα απολάμβανε ο μέγας φιλόσοφος που τιμάμε σήμερα.

Rossini: "The Barber of Seville, Overture", arr. for flute




"Τριστάνος και Ιζόλδη":Ρ.Βάγκνερ-Μτφ. Αλ. Ίσαρης, εκδ. Ίκαρος
musical-pages

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021

Nina Simone: "Ο Μπαχ με έκανε να αφιερώσω τη ζωή μου στη μουσική..."



Γεννήθηκε σαν σήμερα, 21 Φλεβάρη 1933 στη Νότια Καρολίνα, κι ήταν το έκτο από τα οκτώ παιδιά πολυμελούς οικογένειας.
Έδειξε πολύ μικρή ταλέντο στη μουσική, ιδιαίτερα στο πιάνο κι ονειρεύτηκε να γίνει κάποτε σολίστ αυτού του οργάνου!
Το 1954 άρχισε να εμφανίζεται σε νυχτερινό κέντρο της Ατλάντικ Σίτυ με τα καλλιτεχνικό όνομα "Νίνα Σιμόν".

Το "Νίνα" -που στα ισπανικά σημαίνει "κορίτσι" - ήταν το παρατσούκλι που της κόλλησε ο φίλος της, ενώ το "Σιμόν" προήλθε από το όνομα της Γαλλίδας ηθοποιού Σιμόν Σινιορέ, που σαν έφηβη θαύμαζε απεριόριστα.

Η Νίνα Σιμόν υπήρξε το απόλυτο παράδειγμα γυναίκας, που μέσα από την τέχνη της διεκδικούσε ελευθερία έκφρασης…καλλιτεχνικής, φυλετικής, σεξουαλικής …
Μια πολυδιάστατη καλλιτέχνιδα με υψηλό ανάστημα, μια γυναίκα, που έζησε στα άκρα, που ταύτισε την επανάσταση με τη ζωή!

"Πώς μπορείς να είσαι καλλιτέχνης
και να μην καθρεφτίζονται πάνω σου τα γεγονότα
των καιρών που ζεις;", έλεγε.


Aπόλυτα φιλοσοφημένες οι απόψεις της για κάθε θέμα και συνταρακτικά τα επιχειρήματα τα οποία διατύπωνε για να τις τεκμηριώσει. Αρκεί να θυμηθούμε το πώς απάντησε σχετικά με τον όρο που οι λευκοί έθεσαν για την τζαζ:
"O όρος τζαζ είναι ένας όρος των λευκών για να οριοθετήσουν τους μαύρους. Η δική μου μουσική είναι μαύρη κλασική μουσική"...

Τη Σιμόν, με το ιδιαίτερο ηχόχρωμα και την θαυμαστή εκφραστικότητά της δεν την χορταίνεις ποτέ, όσα και να ακούσεις ή να διαβάσεις γι' αυτήν κι εγώ γι' αυτό επέλεξα τα ίδια της τα λόγια και απόψεις, όπως καταγράφονται στην έξοχη αυτοβιογραφία της, "Μαύρη Ψυχή-Νina Simone", όπου με απλές κουβέντες αναφέρεται σε όσα σπουδαία βίωσε ως άνθρωπος, ως καλλιτέχνις, ως προσωπικότητα, που πολεμήθηκε, που πάλεψε, που διεκδίκησε και τέλος νίκησε !


Σ' αυτήν την αυτοβιογραφία περιγράφει την πρώτη επαφή της με τη δασκάλα του πιάνου και τον Γ.Σ.Μπαχ:


"Εκείνο το πρώτο πρωινό του Σαββάτου που πήγα, η δασκάλα μου στεκόταν δίπλα στο μεγάλο πιάνο.[...] χαιρετηθήκαμε δια χειραψίας[...]το μάθημα άρχισε.
Στην αρχή τρομοκρατήθηκα με τη διδασκαλία της, επειδή παίζαμε μόνο Μπαχ που μού φαινόταν πολύ περίπλοκος και παράξενος και μού πήρε κάποιο χρόνο για ν' αρχίσω να νιώθω άνετα. Η κυρία Μασίνοβιτς είχε πολλή πειθαρχία τον τρόπο που δίδασκε, ήταν αυστηρή, παρότι διατύπωνε με τον πιο ευγενικό τρόπο ό,τι μου ζητούσε να κάνω.
Στα πρώτα αυτά μαθήματα το μόνο που έλεγε ήταν:
"Πρέπει να το κάνεις, Γιούνις! Ετσι θα το ηθελε ο Μπαχ, κάντο ξανά!"
Με τον καιρό, κατάλαβα γιατί η κυρία Μ. μού επέτρεπε να κάνω εξάσκηση μόνο στον Μπαχ και σύντομα τον αγάπησα όσο κι εκείνη. Είναι τέλειος από τεχνική άποψη.
Όταν παίζεις τη μουσική του Μπαχ πρέπει να έχεις κατά νου ότι ήταν μαθηματικός και ότι όλες οι νότες που παίζεις έχουν λογική συνέπεια. Βγάζουν νόημα. Φτάνουν πάντα σε μια κορύφωση, σαν τα κύματα του ωκεανού που θεριεύουν ολοένα, μέχρι που εξελίσσονται σε τρικυμία.
Κάθε νότα συνδέεται με την επόμενη, κάθε νότα πρέπει να παίζεται τέλεια, γιατί αλλιώς χάνεται όλη η αίσθηση. Από τη στιγμή που κατανόησα τη μουσική του Μπαχ, δεν ήθελα τίποτε άλλο παρά να γίνω πιανίστρια σε συναυλίες.
Ο Μπαχ με έκανε να αφιερώσω τη ζωή μου στη μουσική..."


("Μαύρη ψυχή Nina Simone-Aυτοβιογραφία", εκδ. σέλας, μτφ. Γιάννης Περδικογιάννης, σελ.46-47)



Την ακούμε στο "Love Me Or Leave Me", όπου στο ενδιάμεσο (1:05)αυτοσχεδιάζει παίζοντας σε στυλ Μπαχικής φούγκας, μαρτυρώντας το πόσο πολύ επηρεάστηκαν οι πιανιστικές ερμηνείες της από την τεχνική του κάντορα, όπως ομολογεί και το απόσπασμα από το βιβλίο της, που παραθέτω παραπάνω.

Το " Love Me or Leave Me" είναι από τα δημοφιλέστερα τραγούδια με τις περισσότερες πωλήσεις στην εποχή του, που γράφτηκε(1928). Οι στίχοι είναι του Gus Kahn και μελοποιήθηκαν από τον Walter Donaldson.
Ηχογραφήθηκε από πολύ σπουδαίους ερμηνευτές και είναι το τραγούδι με το οποίο έκανε το ντεμπούτο άλμπουμ της η Νίνα Σιμόν το 1958.




Heinrich Schütz: "Παραβολή του Φαρισαίου και του Τελώνου"

"Ο Φαρισαίος και ο Τελώνης", James Tissot, ακουαρέλα-Μουσείο Μπρούκλιν


"Πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται"

"Ο Φαρισαίος και ο Τελώνης",ξυλογραφία
Hans Holbein του Νεότερου
Καλή Αρχή Τριωδίου, φίλοι μου!
Κυριακή Τελώνου Και Φαρισαίου, σήμερα, με την οποία άρχεται η κατανυκτική περίοδος που σταδιακά μάς οδηγεί στο Άγιο Πάσχα...

Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφή, σπάνια ρητορικότητα και εκφραστικότητα  διασώζει την Παραβολή, που αποτελεί προετοιμασία για τη Σαρακοστή και το Θείο Πάθος στο Ευαγγέλιό του κεφ.18: 10, 14.


"   ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν στο ιερόν να προσευχηθούν, ο ένας Φαρισαίος και ο άλλος Τελώνης.
Ο Φαρισαίος εστάθη επιδεικτικά για να προκαλεί εντύπωση:
- Σε ευχαριστώ, Θεέ μου, διότι δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί ή και σαν αυτό τον τελώνη. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, Δευτέρα και Πέμπτη, δίδω το δέκατον από όλα γενικώς όσα αποκτώ.
Είμαι ενάρετος.
Και ο τελώνης, που στεκόταν μακρυά από το ιερόν, δεν σήκωνε ούτε τα μάτια του προς τον ουρανόν, αλλ' εκτυπούσε το στήθος του λέγοντας:
- Θεέ μου, σπλαγχνίσου με τον αμαρτωλόν και συγχώρησέ με.

 Αυτός ο περιφρονημένος από τον Φαρισαίον τελώνης με συγχωρημένες τις αμαρτίες του, αθώος και δίκαιος εμφανίστηκε ενώπιον του Θεού, παρά ο Φαρισαίος. 
Διότι "Πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται"

(Λουκάν, 18:10-14)


Heinrich Schütz
Στο παραπάνω Ευαγγελικό κείμενο, μεταφρασμένο στη Γερμανική γλώσσα στηρίζεται το μοτέτο του Heinrich Schütz: "Es gingen zweene Menschen - Άνθρωποι δύο ανέβησαν", γνωστό και ως  "Gleichnis vom Pharisäer und Zöllner - Παραβολή του Φαρισαίου και του Τελώνου".

Είναι σύνθεση του 1630 στη Σολ μείζονα, για 4 σολίστ(ή μικτή χορωδία) και κοντίνουο.

Πρόκειται για μικρής κλίμακας σύνθεση, όπου οι φωνές ακούγονται ισοδύναμες, με  έμφαση στη ρητορική του Ευαγγελικού κειμένου, ένα τομέα που αντιπροσωπεύει τις υπέρτατες ιδιότητες του Συτς ως συνθέτη της γερμανικής γλώσσας. Η μελωδία ανατίθεται αρχικά στην ψηλότερη γυναικεία φωνή, που συνοδεύεται από τις υπόλοιπες γυναικείες -ευκίνητες ρυθμικά- φωνές, με πληθώρα ποικιλματικών φθόγγων, που διαμορφώνουν έναν ιδιαιτέρως πυκνό αρμονικό ρυθμό!
Στη συνέχεια οι δυο ανδρικές φωνές σε μια τεχνική μιμητικού διαλόγου υποστηρίζονται από ένα στιβαρό και ευρισκόμενο σε συνεχή κίνηση βάσιμο.
Η καταληκτική επανεμφάνιση των φωνών αποτελεί ένα θαυμάσιο τετράφωνο αντιστικτικό παιχνίδι. 

Παρατηρούμε πως ο συνθέτης παραμένει πιστός στην αρχή πως η δομή της μουσικής πρέπει να βρίσκεται στην υπηρεσία του λόγου με τη μελωδική γραμμή να παρουσιάζεται ευέλικτη και τις μιμητικές ανταλλαγές, εμφανείς.
Μην ξεχνάμε πως ο Χάινριχ Συτς θεωρείται μαζί με τον Μοντεβέρντι ο σπουδαιότερος Γερμανός συνθέτης του 17ου αι. και ο σημαντικότερος πριν από τον Μπαχ.
Γνώριζε καλά τα μυστικά της ανθρώπινης φωνής, καθώς είχε και κείνος διατελέσει χορωδός.
Η ιερή του αυτή σύνθεση-έμπνευση από την Βιβλική Παραβολή της τελευταίας περιόδου του συνθετικού έργου του μαρτυρά την προσπάθειά του να "επανεύρει την γλώσσα του Παλεστρίνα", όπως λένε οι βιογράφοι του, "πραγματικά όμως προετοίμασε την τέχνη του Μπαχ".
Ο Συτς, μια μεγαλοφυία με χάρη και αισθηματικό βάθος, αξίζει τον χαρακτηρισμό που τού απέδωσαν: "Πατέρας της Γερμανικής μουσικής".


Heinrich Schütz: "Es gingen zweene Menschen hinauf - Pharisäer und Zöllner SWV 444":








Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2021

Δ. Μητρόπουλος: "Wozzeck", ο θρίαμβος στη Scala...

Ο Μητρόπουλος στη Σκάλα το 1952, κάτω από την αφίσα του "Wozzeck"
(από: www.listal.com)

[Με αφορμή τη γενέθλια επέτειο του Δ.Μητρόπουλου]


"27/8/1952

Αγαπημένε μου Δημήτρη,

Επιτέλους, ακούσαμε τον "Wozzeck"[...] σπάνια απόλαυση...[...] εμπνευσμένος, φλογερός, συναρπαστικός ο τρόπος που διευθύνεις αυτό το αριστούργημα, με τόση λιτότητα, δίχως κανένα επιπρόσθετο ρομαντισμό, , καμμιά επιζήτηση του "εντυπωσιακού", κανένα δυναμικό φορτσάρισμα, αλλά με αφάνταστη τεχνική μαεστρία αφήνεις να βγουν όλα τα συγκλονιστικά στοιχεία της παρτιτούρας, δίχως τίποτε να μείνει ανεκδήλωτο. Κι αυτή ακριβώς η ερμηνεία είναι η μόνη που ταιριάζει σ' ένα έργο που ο λυρισμός και η ποίησή του αναβλύζουν από τον πιο οξύ ρεαλισμό και η δραματική συγκίνηση που προκαλεί από την αυστηρά λογική φόρμα και τη μεγαλοφυή τεχνική οικονομία -μα την αλήθεια η "Γένεσις της Τραγωδίας από το Πνεύμα τη Ατονικότητας"!
Πώς χτίζεις το παθητικό crescendo ως το σπαραχτικό κορύφωμα της Τρίτης Πράξης! [...] Και τι απίστευτοι, αρμονικοί συνδυασμοί![...]Πίσω απ' όλα αυτά ορθώνεται η επιβολή και η πνοή του "Ενός", Ποιητού ορατών τε πάντων και αοράτων"!

Καίτη"

(Δ.Μητρόπουλος: Η αλληλογραφία του με την Καίτη Κατσογιάννη, εκδ. Ίκαρος, σελ. 260-261)

***

Η παραπάνω επιστολή της καρδιακής φίλης του Μητρόπουλου, Καίτης Κατσογιάννη αναφέρεται στη θρυλική παράσταση που ο μαέστρος διηύθυνε τον Ιούνιο του 1952 στο Μιλάνο.

Ήταν η πρώτη φορά που ο Μητρόπουλος εμφανιζόταν στο Θέατρο της Σκάλας, και "πρώτη" –για το θέατρο αυτό– της όπερας "Wozzeck" του Alban Berg.

Alban Berg
To "εξπρεσιονιστικό αριστούργημα", όπως έχει χαρακτηριστεί, διακρίνεται για την έντονη συναισθηματική φόρτιση που δημιουργεί.
Ο Aλμπαν Μπεργκ συνέθεσε το έργο κατά τη διάρκεια και στον απόηχο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρουσιάζοντας μια σκοτεινή περιπλάνηση ενός στρατιώτη νικημένου από την κοινωνική αδικία και κακία.

Η ιστορία της όπερας είναι ζοφερή - ένας φτωχός στρατιώτης αγωνίζεται να υποστηρίξει τον παράνομο γιο του και τη μητέρα του, ενώ υπομένει ταπεινώσεις και θυματοποιείται από όσους συναντά, μέχρι που τελικά ανακαλύπτει ότι η κοπέλα του ήταν άπιστη. Την δολοφονεί και, στη συνέχεια, τρελαμένος από ενοχές πνίγεται στη λίμνη.


Η παράσταση στη Σκάλα είχε πρωτοφανή θρίαμβο για τα δεδομένα του ιταλικού κοινού, του συνηθισμένου στο Βερντικό ιταλικό ύφος...Μάλιστα, μερικοί αφοσιωμένοι λάτρεις του Βέρντι και για να εκφράσουν την αποδοκιμασία τους, με την έναρξη άρχισαν να σφυρίζουν και να φωνάζουν: "Vergogna, vergogna-Ντροπή, ντροπή!"

Οι ιταλοί στην Πρώτη Πράξη κάθονταν μουδιασμένοι, όμως στη Δεύτερη Πράξη αυτού του ατονικού μνημειώδους έργου άρχισαν να χειροκροτούν συνεπαρμένοι, τόσο που ο Μητρόπουλος αναγκάστηκε να διακόψει και να ζητήσει να περιμένουν να ολοκληρωθεί η παράσταση κι έπειτα να εκδηλώσουν τον ενθουσιασμό και ευαρέσκειά τους.

Στο τέλος, ο Μαέστρος κλήθηκε δέκα φορές για να υποκλιθεί μπροστά στο ενθουσιασμένο πλήθος, ενώ μετά την παράσταση αρκετοί ήταν εκείνοι που περίμεναν το Μητρόπουλο έξω από το Θέατρο για να τον συγχαρούν.

Η χήρα του Μπεργκ παρακολούθησε την παράσταση από το Βασιλικό Θεωρείο. Στο τέλος συνεχάρη το Μητρόπουλο και όλους τους συντελεστές, ενώ στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της επόμενης μέρας φιγουράριζε ο τίτλος:
"Αυτή η παράσταση θα παραμείνει στην ιστορία της La Scala!"

Tito Gobbi  στο ρόλο του Wozzeck
(3.bp.blog)
Ο Μητρόπουλος είχε δουλέψει σκληρά σε αυτή την παραγωγή...Καθώς οι ιταλίδες σοπράνο δεν έδειχναν ενδιαφέρον για το ρόλο της ερωμένης του Βόιτσεκ, Μαρί, ο Μητρόπουλος αναθέτει το ρόλο στην αμερικανίδα δραματική σοπράνο Dorothy Dow, που στάθηκε επάξια δίπλα στον πρωταγωνιστή Τίτο Γκόμπι. Επιλογή εύστοχη, καθώς το οπερατικό Μιλανέζικο κοινό λάτρευε και τους δυο.

Επίσης, τα θαυμάσια σκηνικά που αποτύπωναν την σκαιά, μυστηριώδη ατμόσφαιρα της όπερας εντυπωσίασαν τους ιταλούς και τους "κράτησαν" κάτω από το "συναισθηματικό ξόρκι" της μουσικής του Μπεργκ.

Κυρίως όμως ήταν η προσέγγιση του ιδιοφυούς Μητρόπουλου, που ανέδειξε τα πολλά λάιτμοτίφς, με τα οποία ο Μπεργκ συνδέει χαρακτήρες και ιδέες, όπως και την ποικιλία αυστηρών κλασικών μορφών που συναντάμε στη δομή αυτής της όπερας(ασυνήθιστο), πασακάλια, φούγκα, ρόντο, ραψωδία ή σονάτα...

Δυστυχώς δεν υπάρχει η ηχογράφηση από τη συγκεκριμένη παράσταση...

Από την παράσταση του 1961, επιλέγω την αγαπημένη μου 2η Σκηνή, που ο συνθέτης ονόμασε "Invention σε μια νότα".

Ο Βόιτσεκ και η Μαρί βρίσκονται στη λίμνη. Ο άνδρας οργισμένος μουρμουρίζει απειλές...
Η κοπέλα τον ρωτά τί έχει και κείνος απαντά κοφτά: "Τίποτα!"...
Στη συνέχεια, τυφλωμένος από ζήλεια τραβά το μαχαίρι και σκοτώνει τη γυναίκα. Μετά την φρικιαστική πράξη προφέρει ωμά μια μόνο λέξη, που όμως περικλείει αβάσταχτη θλίψη και όλη τη ματαιότητα: "Tot!-Νεκρή!" (3:52)

Όλος αυτός ο διάλογος, από τα μουρμουρητά ως το "Νεκρή" μετά τη δολοφονία, γίνεται πάνω στη νότα "Σι"...

Άφθαστης ευρηματικότητας τρόπος από τον Μπεργκ να αποδώσει το ξεγύμνωμα της ψυχής, και την κενότητά της...


Alban Berg: "Wozzeck, Op. 7, Act III, Scene 2" / Dimitri Mitropoulos:


Στο μπλογκ υπάρχουν πολλά παλαιότερα άρθρα για το Δημήτρη Μητρόπουλο. Περιηγηθείτε!




Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2021

"Ένας Χορός Μεταμφιεσμένων και μια μάγισσα..."

 

Verdi:"Un ballo in maschera", τo εξώφυλλο τη παρτιτούρας των εκδ. Ricordi



Ο Βέρντι το 1859

Ένα μουσικό αριστούργημα, κάνει πρεμιέρα σαν σήμερα, 17 Φεβρουαρίου 1859στο Teatro Apollo της Ρώμης, ίσως το αποκορύφωμα της Βερντικής δημιουργίας στο σύνολό της, όπου συνυπάρχουν έγκλημα, προδοσία, μαύρη μαγεία, ζήλεια και εκδίκηση... Όλα, υπό την καλύπτρα της φάρσας, της διασκέδασης και της ανεμελιάς που προσφέρει ένας "Χορός Μεταμφιεσμένων".

Είναι από τις όπερες του Βέρντι, που ξεχωρίζουν από μουσική άποψη, καθώς ο συνθέτης κι έχοντας τη γαλλική όπερα ως πρότυπο συνδυάζει το ιταλικό πάθος με την λαμπρότητα της γαλλικής σκηνής.
Ένα κράμα μελωδικότητας, λυρισμού και δραματικής έντασης.

Το λιμπρέτο της τρίπρακτης όπερας "Un ballo in maschera" ήταν του Αντόνιο Σόμμα και βασίζεται σε αληθινά γεγονότα.
Συγκεκριμένα στη δολοφονία του Γουσταύου του Γ΄, βασιλιά της Σουηδίας, που τη νύχτα της 16ης Μαρτίου του 1792 γίνεται απόπειρα δολοφονίας εναντίον του κατά τη διάρκεια ενός χορού μεταμφιεσμένων που ο ίδιος είχε διοργανώσει. Πεθαίνει μετά από κάποιες μέρες από μόλυνση του τραύματός του.

Ο Βέρντι αντιμέτωπος με τη λογοκρισία
(καρικατούρα της εποχής)

Λόγω του πολιτικά ευαίσθητου θέματος της όπερας, η λογοκρισία της εποχής ζήτησε από τον Βέρντι να κάνει πολλές αλλαγές στο έργο καθώς η σκηνική παρουσίαση της δολοφονίας ευρωπαίου μονάρχη δεν ήταν ανεκτή.

Έτσι, τόπος και δράση της υπόθεσης μεταφέρθηκαν στη Βοστόνη στα τέλη του 17ου αιώνα και ο βασιλιάς Γουσταύος Γ' έγινε κυβερνήτης με το όνομα Ριχάρδος .


ΥΠΟΘΕΣΗ:

Ο βασιλιάς είναι κρυφά ερωτευμένος με την Αμέλια, γυναίκα του Γραμματέα και πιστού φίλου του. Όμως και κείνη τρέφει αισθήματα αγάπης για κείνον, κάτι που τής δημιουργεί ενοχές γι' αυτό καταφεύγει στη μάγισσα Ούλρικα, που τής προτείνει να βρει και να μασήσει το βοτάνι της λήθης που φύεται σ'ενα τόπο απαγχονισμού καταδίκων. Ο βασιλιάς την παρακολουθεί και τής εκμυστηρεύεται τον έρωτά του. Όμως το ανακαλύπτει κι ο σύζυγος, που συντετριμμένος από την υποτιθέμενη απιστία της Αμέλιας, συνεργάζεται με συνωμότες και τον δολοφονεί σ' ένα Χορό Μεταμφιεσμένων, που διοργανώνεται στο παλάτι...Λίγο πριν πεθάνει διαβεβαιώνει τον σύζυγο ότι η γυναίκα του είναι αθώα. Τον συγχωρεί για την πράξη του και ξεψυχά.

 

Ο Βέρντι γράφει  συγκλονιστική μουσική...Ορμητικές άριες και χορωδιακά "ειρωνικού σχολιασμού", ντουέτα γεμάτα πάθος, χαρίζουν στην όπερα αυτή την αθανασία. Ο μάστορας Βέρντι πλάθει μοναδικούς χαρακτήρες, σκιαγραφεί τον ψυχικό τους κόσμο, φωτίζει ακραίες καταστάσεις...

Από τους εξαιρετικά απαιτητικούς ρόλους φωνητικά, αν και μη πρωταγωνιστικούς, είναι εκείνος της μάγισσας Ουλρίκα. Φαίνεται πως ο Βέρντι στέκεται γενναιόδωρος απέναντι στη φωνή της κοντράλτο, προσφέροντας έναν από τους πλέον ενδιαφέροντες χαρακτήρες -υποκριτικά και μουσικά- που βρίσκουμε στα έργα του.

H Anderson στο ρόλο της Ulrica (1955 ΜΕΤ)
(πηγή: wrti.org)
Η νέγρα Ουλρίκα εμφανίζεται στην Πρώτη Πράξη..
Στην καλύβα της "σκαρώνει" τα μαγικά της...
Η φωτιά καίει, το μεγάλο καζάνι αχνίζει πάνω στο τρίποδο...Η φωνή της μάντισσας ακούγεται σαν απ' τα έγκατα της γης στην άρια: "Re dell' abisso, affretati" να καλεί τον βασιλιά της αβύσσου να της εκμυστηρευτεί τα μαγικά του ξόρκια.


Στο ρόλο αυτό ξεχώρισε η σπουδαία αφροαμερικανή Μάριον Άντερσον. 'Ηταν ο ρόλος με τον οποίο έκανε το ντεμπούτο της στη σκηνή της ΜΕΤ το 1955, ενώ στο πόντιουμ βρισκόταν ο Δ. Μητρόπουλος. 

Αυτή ήταν μια ριψοκίνδυνη κίνηση για την Άντερσον, που ήταν γνωστή ως καλλιτέχνης συναυλιών και ποτέ δεν είχε τραγουδήσει έναν οπερατικό ρόλο. Ο πλούσιος όμως τόνος της φωνής της, ο όγκος της, η άνετη τοποθέτηση στα ανώτερα, αλλά κυρίως στα κατώτερα τονικά ύψη, την καθιέρωσαν, τόσο ώστε τής ζητήθηκε να παίξει το ρόλο ξανά την επόμενη σεζόν.

Η βαθιά και δραματική μελωδία της άριας σε συνδυασμό με το απότομο άλμα από τη χαμηλή στην υψηλή περιοχή ή το αντίστροφο, δίνει στο ακροατήριο την αίσθηση πως τα πνεύματα αιωρούνται και γενικά αίσθηση ύπαρξης σκοτεινής μαγείας...

Μας αφήνει άφωνους η άνεση της Άντερσον στις φωνητικές μετατοπίσεις, μα κυρίως εκείνο το χαμηλό σολ κάτω από το πεντάγραμμο στο φινάλε, που μοιάζει να αναδύεται μυστηριακά από τα έγκατα της γης!


Verdi: Un ballo in Maschera, Ulrica’s aria / Marion Anderson, MET 1955


Το άρθρο δημοσιεύτηκε και στο Moυσικό Περιοδικό TAR.


Για την όπερα του Βέρντι "Χορός Μεταμφιεσμένων" μπορείτε να διαβάσετε και σε παλαιότερο άρθρο εδώ.






Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

Σαγκάλ - Κόπλαντ: πάνω από τις χιονισμένες στέγες...


"Above Vitebsk", Marc Chagall (από: christies.com)


Το Vitebsk κατείχε πάντα ξεχωριστή θέση στην καρδιά του Μαρκ Σαγκάλ. Είναι η γενέτειρά του, που την αναπολούσε με νοσταλγία και συχνά αποτελούσε επίκεντρο στις απεικονίσεις του.
Στο έργο του "Above Vitebsk" περιγράφει με πινέλα και χρώματα μια χιονισμένη μέρα στο πανέμορφο χωριό του.

Το έργο φαίνεται αρκετά ρεαλιστικό, τα δρομάκια της πόλης, όλα χιονισμένα πυκνά, ολόλευκες κι οι στέγες  των χαμηλών σπιτιών με τους ξύλινους φράχτες. Στα δεξιά, ξεχωρίζει η Εκκλησία. Οι ψηλοί τοίχοι  της με το έντονο κιτρινωπό χρώμα, και οι επιβλητικοί τρούλοι, τραβούν την προσοχή του θεατή.  Στο κέντρο ένας άνδρας με μακριά γενειάδα, αιωρείται χορευτικά πάνω από την παραμυθένια πόλη, μεταμορφώνοντας σε όνειρο την καθημερινότητα....Ο άνδρας κρατά μπαστούνι και ένα σάκο στην πλάτη του...Ίσως είναι η φιγούρα ενός περιπλανώμενου, ίσως και ο ίδιος ο Σαγκάλ, που περιπλανήθηκε μακριά από την αγαπημένη του πατρίδα, όμως ήταν πάντα εδώ με τη σκέψη του να αιωρείται πάνω από την πόλη. 

Η εικόνα με τα έντονα χρώματα και τις εκτυφλωτικές αποχρώσεις του λευκού στο χιόνι επιτρέπει στο θεατή να νιώσει την νοσταλγία του δημιουργού, να γοητευτεί από την αθωότητα της έκφρασής του, παρόλες  τις σκληρές καιρικές συνθήκες μιας βαριάς, χειμωνιάτικης μέρας...
Ο Σαγκάλ ζωγραφίζει με την ψυχή και την ευαισθησία ενός παιδιού, ενός καλλιτέχνη που θυμάται, νοσταλγεί και μαγεύεται να μετατρέπει ο,τιδήποτε σε παραμύθι...


Το Βιτέμπσκ των χιονισμένων χειμώνων ήταν πατρίδα και του ρωσοεβραίου θεατρικού συγγραφέα, Σόλομον Άνσκυ. Ερευνητής εβραϊκής λαογραφίας ο ίδιος, είναι γνωστός για το έργο του "The Dybbuk", που έγραψε  το 1914, μετά τα ταξίδια του στη χώρα και έπειτα από συγκέντρωση πολύτιμου υλικού.
Έργο, αναμφίβολα  από τα σπουδαιότερα στο ρεπερτόριο της εβραϊκής θεατρικής σκηνής,  βασισμένο σε μια πανάρχαιη λαϊκή πρόληψη - όπου ο κόσμος της πραγματικότητας συναπαντιέται με το υπερφυσικό στοιχείο.
Είναι μια παράξενη ερωτική ιστορία, γεμάτη δύναμη και λυρισμό, που έχει, παρ' όλα τα φυλετικά στοιχεία της, μια παγκόσμια γοητεία. 

Αρχικά γράφτηκε στα ρωσικά και αργότερα μεταφράστηκε στα Γίντις από τον ίδιο τον συγγραφέα, αλλά και άλλες, πολλές γλώσσες.

Στην  αγγλική του μεταφορά, το θεατρικό παρουσιάστηκε στη  Νέα Υόρκη το 1925, όπου και παρακολούθησε ο Άαρον Κόπλαντ.  
Ο Αμερικανός συνθέτης εντυπωσιάστηκε τόσο από το έργο, ιδίως από το παραδοσιακό τραγούδι  που ακούγεται στην έναρξη και το φινάλε, που εμπνεύστηκε το: 
"Piano trio Vitebsk-Σπουδή σε ένα εβραϊκό θέμα για βιολί, τσέλο και πιάνο". 

Το Τρίο έκανε πρεμιέρα σαν σήμερα, 16 Φεβρουαρίου 1929 στο Δημαρχείο της Νέας Υόρκης  με τον βιολονίστα Alphonse Onnou, τον τσελίστα Robert Mass και τον πιανίστα Walter Gieseking. 

Η λαϊκή εβραϊκή μελωδία από το Βιτέμπσκ διαπνέει όλη τη σύνθεση.

Μην ξεχνάμε πως οι εβραϊκές επιρροές υπήρχαν στη μουσική του συνθέτη, ακόμα και όταν δεν  είναι άμεσα διακριτές. Η σύνθεση χαρακτηρίστηκε "παράξενα συγκινητική".
Καθώς  προοριζόταν να αποτυπώσει την ανησυχία και την αγωνία των Εβραίων, τη θλίψη και την απομόνωσή τους, δεν μάς εκπλήσσει η "ηχητική δυσαρέσκεια" που πλάθει με τους ολόκληρους τόνους ο Κόπλαντ, ήδη από την αρχή της...

Επειδή από το Βιτέμπσκ ήταν και ο Μαρκ Σαγκάλ, όπως αναφέρθηκε, και συχνά απεικόνιζε το χωριό στα έργα του, ο Κόπλαντ δίνει στο μεσαίο τμήμα του Τρίο τον υπότιτλο: "a Chagallesque grotesquerie", όπου κανείς μπορεί να αφουγκραστεί ηχητικές νύξεις του σοφάρ, του εβραϊκού μουσικού οργάνου που χρησιμοποιείται στις Συναγωγές. 

To "Vitebsk" αναπτύσσεται σε τρία μέρη, με ρυθμική εναλλαγή αργά, γρήγορα, αργά, που παίζονται χωρίς διακοπή. Aλλού με πομπώδες ύφος κι επιβλητικά κι αλλού ήσυχα και κατευναστικά ...

Στο μεσαίο, γρήγορο μέρος το πιάνο ακολουθεί νευρικές διαδρομές στη χαμηλή περιοχή του, δημιουργώντας έντονη ατμόσφαιρα, το βιολί και το βιολοντσέλο παίζουν επαναληπτικά εκρηκτικά μοτίβα βασισμένα σε διαστήματα 4ης και 5ης, που παραπέμπουν στο "Schelomo" του Bloch...


Aaron Copland: "Vitebsk, Piano Trio - Study on a Jewish Theme":





Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2021

Χαίντελ- Μάθεσον: η μονομαχία...

 

"Handel-Mattheson Duel", smithsonian magazine


Ήταν 19 χρονών όταν ο Φρειδερίκος Χαίντελ ανέλαβε τη θέση βιολιστή και αρπιχορδίστα στην Ορχήστρα του Αμβούργου, όπου μεσουρανούσε ο λίγο μεγαλύτερός του, Γιόχαν Μάθεσον. Επιδειξιομανής, ο Μάθεσον εκτός από συνθέτης, διηύθυνε την ορχήστρα, έπαιζε αρπίχορχο, υποδυόταν ρόλους  και τραγουδούσε στις όπερες.

Εκείνη τη χρονιά του 1704 παιζόταν η όπερά του "Κλεοπάτρα", όπου ο Μάθεσον ενσάρκωνε τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Αντώνιου. 

Ενα βράδυ, ο αρπιχορδίστας είχε μπλέξει σε χαρτοπαίγνιο και τη θέση του πήρε ο Χαίντελ. Καθώς ο Αντώνιος αυτοκτονεί και αποσύρεται από το έργο σχεδόν μισή ώρα πριν το τέλος, ο Μάθεσον θέλησε να συνεχίσει εκείνος την εκτέλεση στο αρπίχορδο. Φυσικά, ο νεαρός Χαίντελ αρνήθηκε. Αυτό, εξόργισε τον Μάθεσον, που θολωμένος τον κάλεσε σε μονομαχία. 

Ο Μάθεσον κόντεψε να σκοτώσει τον Χαίντελ, αν ο δεύτερος δεν είχε την τύχη με το  μέρος του...Αφύλακτος ο Χαίντελ δέχτηκε το σπαθί του Μάθεσον στο στήθος, στο μέρος της καρδιάς, όμως σώθηκε, καθώς εμπόδισε τη λόγχη ένα μεγάλο μεταλλικό κουμπί στο πανωφόρι του τυχερού συνθέτη...

Άλλοι λένε πως σώθηκε γιατί στις τσέπες είχε την παρτιτούρα της όπερας, που αντιστάθηκε στο κοφτερό σπαθί...


Oι δυο τους έκαναν αρκετό καιρό να συμφιλιωθούν μετά το επεισόδιο. Παρέμειναν φίλοι και αλληλογραφούσαν, καθώς ο Χαίντελ έφυγε για το Λονδίνο. Μετά το θάνατό του, ο Μάθεσον μετέφρασε τη βιογραφία του Χαίντελ στα γερμανικά, την οποία με δικά του έξοδα, εξέδωσε.


1. Παρακολουθούμε τη σκηνή της μονομαχίας από την ταινία: "The Wandering Maestro" που αναφέρεται στη ζωή του Γιόζεφ Χαίντελ, μουσικά επενδεδυμένη με την άρια: "O ruddier than the cherry" από την 2η Πράξη της όπερας του Χαίντελ: Acis and Galatea":

2. Και η άρια της Κλεοπάτρας από τη σκηνή του θανάτου της από την oμώνυμη όπερα του Johann Mattheson, που η παρτιτούρα της έσωσε τον Χαίντελ από το θάνατο:




Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2021

Ο ευαίσθητος, πολυτάλαντος, Ζακ Πρεβέρ...




(για τη γενέθλια επέτειο του Jacques Prévert -4 Φεβρουαρίου 1900)


"Τα παιδιά που αγαπιούνται, φιλιούνται όρθια,
ακουμπώντας στις πόρτες της νύχτας
Κι οι περαστικοί τα δείχνουν με το δάχτυλο.
Μα τα παιδιά που αγαπιούνται
δεν τους νοιάζει κανένας
μόνο ο ίσκιος τους τρέμει
μέσα στη νύχτα
προκαλώντας θυμό στους διαβάτες
θυμό, περιφρόνηση, γέλιο και ζήλεια
τα παιδιά που αγαπιούνται
δεν τους νοιάζει κανένας
είναι πολύ πιο μακριά απ’ότι είν’ η νύχτα
πολύ πιο ψηλά απ’ ό,τι είν’ η μέρα
μέσα στην εκθαμβωτική φωτεινότητα
του πρώτου τους έρωτα.."

(Ζακ Πρεβέρ, "Les enfants qui s'aiment - Τα παιδιά που αγαπιούνται",
μτφ: Ιωάννα Αβραμίδου, doctv.gr)



Μπορεί εκείνος να μην αποκαλούσε τον εαυτό του ποιητή, όμως για όλους εμάς είναι ο ποιητής των ερωτευμένων, των άσωτων και κολασμένων, των εφήβων, των μαθητών, των φτωχών, των καταπιεσμένων... Ποιητής της ζωής, απλός, οικείος, άμεσος. Η απλότητα των λέξεων, η φαντασία και το χιούμορ του γίνεται το εφαλτήριο να καταγγείλει την αδικία με τρυφερότητα, να συμπαρασταθεί στον πληγωμένο, να υμνήσει την ειρήνη, να χρωματίσει την αγάπη...


Στο σχολείο, βαριέται. Όμως του αρέσει να διαβάζει... Κυρίως παραμύθια και βιβλία με ιστορίες εξωπραγματικές...Μαγεύεται...
Ακούει πολλή μουσική.
Γνωρίζεται με τον Joseph Kosma, τον απένταρο μουσικό από τη Βουδαπέστη που μόλις έχει φτάσει στο Παρίσι...


hongkong.consulfrance
Τού αρέσει να βλέπει τον Πικάσο και τον Μιρό, τους φίλους του, να ζωγραφίζουν...Με παρότρυνση του τελευταίου θ' αρχίσει δειλά να ασχολείται με την τεχνική του κολάζ...
Μαζεύει όλα τα φαινομενικά άχρηστα υλικά...

Αγοράζει χαρακτικά και ξεθωριασμένες φωτογραφίες από παλαιοπωλεία, αποκόμματα εφημερίδων, παλιές καρτποστάλ και αφοσιώνεται με πάθος στο κολάζ...



"Μπορεί να μην γνωρίζεις τον τρόπο να ζωγραφίζεις, όμως είσαι ζωγράφος", θα του πει ο Ζουάν Μιρό...

Ανεξάντλητος σε έμπνευση, σε προτάσεις και ιδέες όλο φως!
Αυτός ήταν ο Ζακ Πρεβέρ...


Τα κολάζ στις φωτογραφίες, δικά του...



Jacques Prévert-Kosma Joseph: "Les enfants qui s'aiment" / Yves Montand: