(φωτο από: halidonmusic) |
Δύο από τις μεγαλύτερες μορφές της γαλλικής μουσικής των τελών του 19ου και αρχών του 20ου αι., είναι οι Κλωντ Ντεμπισί και Μωρίς Ραβέλ. Δέχτηκαν σχεδόν ίδιες επιρροές, ωστόσο το ύφος και οι συνθετικές τεχνικές τους παρουσιάζουν διαφορές.
Κάθε μουσικόφιλος γνωρίζει πως ο Ραβέλ έχει παρομοιαστεί με "Ελβετό ωρολογοποιό" λόγω της ακρίβειας στην παρτιτούρα του, την ξεκάθαρη πρόθεση κάθε σημείου και μουσικής υπόδειξης στο πεντάγραμμό του. Ο Ντεμπισί αντίθετα, δεν φαίνεται να υπηρετεί το χρόνο και το ρυθμό με ακρίβεια. Πολλές από τις συνθέσεις του ακολουθούν μια πιο ελεύθερη γραμμή στο ξετύλιγμά τους γι' αυτό και οι αναλυτές συγκρίνοντάς τους σχολιάζουν πως: "...βλέπεις πάντα τις μεμονωμένες σταγόνες βροχής στις ομίχλες του Ραβέλ, ενώ ο Ντεμπισί καλεί τον ακροατή να κοιτάξει πέρα στο θολωμένο από την υγρασία, μουσικό του κήπο".
Ο ένας θαύμαζε τον άλλον για τα μουσικά του επιτεύγματα. Πιο εκδηλωτικός και εξωστρεφής στους επαινετικούς χαρακτηρισμούς ήταν ο Ραβέλ. Είχε αποκαλέσει τον Ντεμπισί "τη μεγαλύτερη ιδιοφυΐα στην ιστορία της γαλλικής μουσικής", ενώ είχε εκφράσει την επιθυμία "να πεθάνει απαλά νανουρισμένος στην τρυφερή και ηδονιστική αγκαλιά του "Πρελούδιου στο απομεσήμερο ενός φαύνου".
Ο θαυμασμός τους βέβαια, δεν τούς εμπόδιζε να τοποθετούνται αρνητικά, όταν διαπίστωναν -σύμφωνα με τη δική τους αισθητική πάντα- κάποια παρατυπία.
Όπως π.χ κάποτε ο Ραβέλ επέκρινε την ενορχήστρωση του Ντεμπισί στην "Θάλασσα" λέγοντας σχεδόν αλαζονικά: "Αν βρω χρόνο θα την ξαναενορχηστρώσω".
Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:
"Συγκέντρωση των μελών της Ομάδας Απάτσι", Georges d'Espagnat (ο Ραβέλ ακουμπισμένος στο πιάνο δεξιά) |
Ο Ραβέλ υπήρξε μέλος της ιστορικής παρέας των "Απάτσι"(προοδευτικής καλλιτεχνικής ομάδας που διαμορφώθηκε στο Παρίσι, στις αρχές του 20ού αι.). Ήταν η εποχή που παρουσιάστηκε η όπερα του Ντεμπισί: "Πελλέας και Μελισάνθη". Ο καθηγητής Ντυμπουά απαγόρευσε ρητά στους μαθητές του Ωδείου να την παρακολουθήσουν. Ο Ραβέλ, οπαδός της νέας μουσικής και υπέρμαχος τη ελεύθερης έκφρασης, παρακάμπτοντας τις οδηγίες Ντυμπουά παρακολούθησε και τις δεκατέσσερις παραστάσεις της όπερας...
Ήταν ο ενθουσιασμός για τις καινοτομίες αυτές, που έφερε κοντά τον Ντεμπισί με τον κατά 12 χρόνια νεότερό του, Ραβέλ και η φιλία τους, παρότι ποτέ δεν υπήρξε στενή, κράτησε τουλάχιστον μια δεκαετία.
Ο Ντεμπισί έγινε ο "μέντορας-καθοδηγητής" κατά μία έννοια του Ραβέλ, αν και ο δεύτερος δεν υπήρξε ποτέ τόσο αυθόρμητος εκφραστικά και "ατημέλητος" συνθετικά όπως ο πρώτος, αλλά προσέγγιζε με προσοχή την εκάστοτε φόρμα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ενορχήστρωση.
Κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα τί ήταν εκείνο που κάλυψε με μαύρα σύννεφα τη σχέση τους, που έγινε αιτία να διακοπεί η δεκαετής φιλία...
Κάποιοι μιλούν για την προσβολή που ένοιωσε ο Ντεμπισί όταν ο Ραβέλ αγνόησε τις συμβουλές του να αφήσει ως είχε το "Κουαρτέτο Εγχόρδων" του και εφάρμοσε στη σύνθεση τις αλλαγές που υπέδειξε ο δάσκαλός του, Γκαμπριέλ Φωρέ.
Μια τελευταία και ίσως ως η πιθανότερη αιτία προβάλει η υποστήριξη -κυρίως οικονομικά- που παρείχε ο Ραβέλ στη Λίλυ, την πρώτη σύζυγο του Ντεμπισί, όταν εκείνος την εγκατέλειψε για την ερωμένη και μετέπειτα σύζυγό του, Έμμα Μπαρντάκ...
Φαινόμενο της εποχής λοιπόν η "κόντρα" Ντεμπισί-Ραβέλ, με τους πρωταγωνιστές να παρασύρουν σε διαμάχες και αντιπαλότητες τους κριτικούς και το κοινό για την υπεροχή του ενός έναντι του άλλου.
Καθώς όμως λένε "ουδέν κακόν αμιγές καλού", έτσι κι από αυτές τις αντιπαραθέσεις γεννήθηκαν δυο αριστουργήματα της μουσικής τέχνης, έργα των δυο Γάλλων συνθετών για άρπα.
Το 1905 ανατέθηκε στον Μωρίς Ραβέλ από τον μουσικό οίκο Erard να συνθέσει ένα έργο για άρπα. Πρόθεση του οίκου ήταν με αυτό τον τρόπο να απαντήσει στην ανταγωνίστρια εταιρεία Pleyel που πρόσφατα και για την παρουσίαση του νέου μοντέλου της χρωματικής άρπας είχε αναθέσει στον Κλωντ Ντεμπισί τη δημιουργία μιας αντίστοιχης σύνθεσης.
Ο Ραβέλ και η αρπίστρια Lily Laskine κατά τη διάρκεια παρουσίασης της σύνθεσης: "Introduction et allegro" |
Πάντα θυμόταν πως καθώς ετοιμαζόταν για τις καλοκαιρινές διακοπές του, η σύνθεση ήταν το αποτέλεσμα "οκτώ ημερών επίμονης εργασίας και τριών άγρυπνων νυχτών".
Λίγους μήνες νωρίτερα ο Ντεμπισί είχε ολοκληρώσει το "Danse sacrée et danse profane", σύνθεση για άρπα και κουαρτέτο εγχόρδων.
Θα απολαύσουμε και τα δυο με την αμερικανίδα αρπίστρια, Ann Mason Stockton.
1. Ravel: "Introduction et allegro":
Σύντομης έκτασης η εισαγωγή βασίζεται σε δυο μουσικά θέματα που παρουσιάζονται το πρώτο από τα ξύλινα πνευστά και το δεύτερο από τα τοξοτά, στρώνοντας ένα λαμπρό, ηχητικά, χαλί να πατήσει και να ξετυλίξει το δικό της μέρος, η άρπα.
Αντίθετα το Αλέγκρο ξεκινά με ένα σόλο της άρπας και στη συνέχεια εισέρχονται τα υπόλοιπα όργανα σε μια μελωδική γραμμή που κορυφώνεται με την καντέντσα του εγχόρδου οργάνου. Η σύνθεση ολοκληρώνεται μετά την επανεμφάνιση των αρχικών θεμάτων με μια αστραφτερής αθωότητας γαλήνια κατακλείδα όπου πρωταγωνιστεί και πάλι η άρπα με το θεϊκό της ηχόχρωμα, το τόσο ερεθιστικό για τη φαντασία.
2. Debussy: "Danse sacrée et danse profane":
Αν και η δημιουργία περιλαμβάνει δύο χορούς, η επιλογή να εκτελούνται χωρίς διακοπή, ενισχύει την ενότητα της σύνθεσης. Το "ιερό" και το "βέβηλο" παρουσιάζονται αντιθετικά ως έκφραση πνεύματος-σώματος, υλικού-άυλου, ουράνιου-γήινου. H μουσική του δεν ακολουθεί κανόνες, αναδύεται μέσα από τις σκιές πετυχαίνοντας την επιθυμία του Ντεμπισί να "τραγουδήσει το εσωτερικό του τοπίο με την απλότητα ενός παιδιού".
Ο πρώτος χορός αποπνέει αρχαία χάρη, φωτεινότητα, μεγαλοσύνη πνευματική, ένα πολύχρωμο -αρμονικά- τοπίο, που προκαλεί δέος και αίσθηση μυστηρίου.
Αν και η δημιουργία περιλαμβάνει δύο χορούς, η επιλογή να εκτελούνται χωρίς διακοπή, ενισχύει την ενότητα της σύνθεσης. Το "ιερό" και το "βέβηλο" παρουσιάζονται αντιθετικά ως έκφραση πνεύματος-σώματος, υλικού-άυλου, ουράνιου-γήινου. H μουσική του δεν ακολουθεί κανόνες, αναδύεται μέσα από τις σκιές πετυχαίνοντας την επιθυμία του Ντεμπισί να "τραγουδήσει το εσωτερικό του τοπίο με την απλότητα ενός παιδιού".
Ο πρώτος χορός αποπνέει αρχαία χάρη, φωτεινότητα, μεγαλοσύνη πνευματική, ένα πολύχρωμο -αρμονικά- τοπίο, που προκαλεί δέος και αίσθηση μυστηρίου.
Ο δεύτερος χορός ξεκινά με ένα απαλό βαλς, λιτό δομικά, που θυμίζει κάτι από "Γυμνοπαιδίες" του Σατί. Η άρπα δημιουργεί εκλάμψεις εξωτικής, ηδονιστικής υφής που συνδυαστικά με τα έγχορδα σκιαγραφούν διάφανα ονειροπολήματα πλημμυρισμένα αστερόσκονη. Τα τελευταία μέτρα με αύξηση της δυναμικής ξυπνούν τον αφημένο στο φευγαλέο όνειρο και μαγικό παραλήρημα, ακροατή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου