![]() |
Ο Έντουαρντ Ληρ με τον γάτο του, Φος |
Ο Άγγλος καλλιτέχνης, Έντουαρντ Ληρ, ήταν εικονογράφος, συγγραφέας, μουσικός και ποιητής, γνωστός κυρίως για την ενασχόλησή του με την παράδοξη λογοτεχνία ή λογοτεχνία της ανοησίας (nonsense literature) και ιδιαίτερα για τα λίμερίκ του.
Ξεκίνησε την καριέρα του ως σχεδιαστής, με εξειδίκευση στην εικονογράφηση πτηνών και ζώων. Παράλληλα, ασχολήθηκε ενεργά με τη μουσική. Έπαιζε κυρίως πιάνο, αλλά και ακορντεόν, φλάουτο και κιθάρα. Συνέθεσε μουσική για πολλά ρομαντικά και βικτωριανά ποιήματα, ενώ έγινε ευρύτερα γνωστός για τις μουσικές διασκευές ποιημάτων του Άλφρεντ Τέννυσον.Αξιοπρόσεκτο είναι πως οι διασκευές αυτές ήταν οι μόνες που ο ίδιος ο Τέννυσον ενέκρινε επίσημα.
![]() |
Ο γάτος του Ληρ, Φος |
Ο Φος αναφέρεται συχνά στην προσωπική αλληλογραφία του Ληρ και λέγεται πως την εποχή εκείνη, ήταν σχεδόν τόσο γνωστός όσο και ο ιδιοκτήτης του. Η κηδεία του Φος, μάλιστα, υπήρξε τόσο περίτεχνη, ώστε θεωρείται πως ξεπέρασε σε φροντίδα ακόμη και την ίδια την ταφή του Ληρ.
Ο Φος ενέπνευσε επίισης τη φιγούρα της γάτας στις εικονογραφήσεις του ποιήματος "Η κουκουβάγια και η γάτα - The Owl and the Pussycat", ενός από τα πιο αγαπημένα και διαχρονικά έργα του Έντουαρντ Ληρ.
"Η Κουκουβάγια κι η Γατούλα πήγαν στη θάλασσα
σε βαρκάκι πράσινο σαν το μπιζέλι,
Πήραν λίγο μέλι κι αρκετά λεφτά,
τυλιγμένα σε πεντόλιρα χαρτονομίσματα.
Η Κουκουβάγια κοίταξε τ’ αστέρια ψηλά
κι έπαιζε το κιθαρόνι
"Ω γλυκιά Γατούλα! Ω Γατούλα, αγάπη μου,
Τι όμορφη γατούλα είσαι,
Είσαι,
Είσαι!
Τι όμορφη γατούλα είσαι!"
σε βαρκάκι πράσινο σαν το μπιζέλι,
Πήραν λίγο μέλι κι αρκετά λεφτά,
τυλιγμένα σε πεντόλιρα χαρτονομίσματα.
Η Κουκουβάγια κοίταξε τ’ αστέρια ψηλά
κι έπαιζε το κιθαρόνι
"Ω γλυκιά Γατούλα! Ω Γατούλα, αγάπη μου,
Τι όμορφη γατούλα είσαι,
Είσαι,
Είσαι!
Τι όμορφη γατούλα είσαι!"
Η Γατούλα είπε στην Κουκουβάγια: "Εσύ κομψό πουλί!
Τι γλυκά τραγουδάς!
Ας παντρευτούμε! Πολύ καθυστερήσαμε,
Αλλά πού θα βρούμε βέρα;"
Ταξίδεψαν μακριά, ένα χρόνο και μία μέρα,
Στη χώρα που το δέντρο όπου φυτρώνει το δέντρο μπονγκ.
Εκεί, σ’ ένα δάσος, στάθηκε ένας γουρουνάκος,
με βέρα κρεμασμένη στη μύτη του,
Τη μύτη,
Τη μύτη,
Με βέρα κρεμασμένη στη μύτη του.
"Αγαπημένε γουρουνάκο, θες να πουλήσεις
τη βέρα σου για μία λίρα;" κι ο γουρουνάκος είπε, "Ναι"
Την πήραν, και την άλλη μέρα
τους πάντρεψε η γαλοπούλα που ζει στον λόφο.
Έφαγαν κιμά και κομμάτια από κυδώνι
που τα έτρωγαν με μια κουτάλα περίεργη,
που τα έτρωγαν με μια κουτάλα περίεργη,
Κι εκεί χέρι με χέρι, στην άκρη της άμμου,
χόρεψαν στο φως του φεγγαριού,
Του φεγγαριού,
Του φεγγαριού,
Χόρεψαν στο φως του φεγγαριού"
![]() |
(από την εικονογράφηση του ποιήματος) |
Η ιστορία της κουκουβάγιας και της γατούλας, που ταξιδεύουν μαζί, παντρεύονται -παρά τις διαφορές τους- και γιορτάζουν τη ζωή τους, λειτουργεί ως ένας ύμνος στην αγάπη, την περιπέτεια και τη φιλία.
Το φανταστικό ταξίδι και τα αλλόκοτα πλάσματα που συναντούν (όπως ο γουρουνάκος με τη βέρα στη μύτη) ενισχύουν το παιχνίδι με το παράλογο και τη φαντασία.
Η κουκουβάγια και η γάτα είναι δύο πολύ διαφορετικά μεταξύ τους πλάσματα, που συνήθως συμβολίζουν αντίστοιχα τη σοφία και την ανεξαρτησία. Ο γάμος τους μπορεί να διαβαστεί και ως μεταφορά για τη συμφιλίωση των αντιθέτων.
Η απλότητα του λεξιλογίου και η ελαφρότητα της ιστορίας προσδίδουν στο ποίημα έναν παιχνιδιάρικο, σχεδόν παιδικό χαρακτήρα, ενώ η καταληκτική φράση "χορεύανε στο φως του φεγγαριού" το σφραγίζει με ρομαντισμό και μαγεία.
![]() |
Ο Έντουαρντ Ληρ με τον γάτο του, Φος |
Το "The Owl and the Pussy-Cat" υπήρξε ένα από τα τελευταία έργα του μεγάλου Ρώσου συνθέτη και κατέχει μια ξεχωριστή θέση στο ώριμο ρεπερτόριό του, "ένα μικρό, λυρικό διαμαντάκι, γεμάτο χιούμορ, ευαισθησία και αποχαιρετισμό", όπως χαρακτηρίστηκε.
Ο συνθέτης το έγραψε το 1966, αμέσως αφότου άκουσε τη σύζυγό του, Βέρα, να απαγγέλλει το ποίημα του Έντουαρντ Ληρ. Ο Στραβίνσκι εντυπωσιάστηκε από τη φαντασία, το λεπτό χιούμορ και την παραμυθένια, μα ταυτόχρονα φιλοσοφική διάθεση των στίχων. Όπως συνήθιζε να λέει, "το ποίημα αυτό αποτελεί έναν ύμνο στη διαφορετικότητα και την αποδοχή".
Η σύνθεση, για σοπράνο και πιάνο, βασίζεται σε ευέλικτους ρυθμούς που παραπέμπουν σε παιδικό τραγούδι, χωρίς όμως να χάνει σε μουσική πολυπλοκότητα. Η μελωδία δεν είναι ούτε εύκολη ούτε "γλυκερή". Αντιθέτως, κρύβει ειρωνεία, εσωτερική ένταση και ένα παιχνιδιάρικο, σχεδόν θεατρικό ύφος. Το πιάνο σχολιάζει διακριτικά την αφήγηση, με τροπικές αποχρώσεις και υπαινικτικές αρμονίες, προσθέτοντας βάθος και χρώμα.
Το έργο αφιερώθηκε στη Βέρα Στραβίνσκι, γεγονός που του προσδίδει μια ακόμη πιο τρυφερή και προσωπική διάσταση. Ωστόσο, πίσω από τη φαινομενική ελαφρότητα κρύβεται μια ώριμη ματιά στο χιούμορ, την αγάπη και την ανθρώπινη κατάσταση. Ο Στραβίνσκι καταφέρνει να ισορροπήσει την απλότητα με τη λεπτότητα της μουσικής πρόθεσης, αποδεικνύοντας για ακόμη μία φορά την ικανότητά του να εκφράζει σύνθετα συναισθήματα με φαινομενικά απλά μέσα.
Η ερμηνεία απαιτεί ευελιξία και εκφραστική ευφυΐα από τον τραγουδιστή, ο οποίος καλείται να συνδυάσει αφήγηση, χιούμορ και λυρισμό με φωνητική ακρίβεια αλλά και θεατρική αίσθηση. Το έργο κινείται ανάμεσα σε ψιθυριστές λεπτομέρειες και απρόσμενες εκφραστικές εξάρσεις, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι την τελευταία φράση.
Stravinsky: "The Owl and the Pussy-Cat"
Αφορμή για το παρόν κείμενο στάθηκε η Παγκόσμια Ημέρα των Ζώων, που τιμάται κάθε χρόνο στις 4 Οκτωβρίου. Η ημέρα αυτή δεν μας φέρνει κοντά μόνο στα ζώα ως συντρόφους της καθημερινής μας ζωής, αλλά και στους καλλιτέχνες που τα αγκάλιασαν με αγάπη και τα ανέδειξαν μέσα από το έργο τους. Ένας από αυτούς ήταν ο Έντουαρντ Ληρ, που αφιέρωσε σημαντικό μέρος της τέχνης του στον ζωικό κόσμο, είτε μέσα από τις σχολαστικές εικονογραφήσεις του είτε μέσα από την ευφάνταστη, τρυφερή και βαθιά γατόφιλη ποίησή του.
Το ποίημα "The Owl and the Pussy-Cat" αποτελεί την πιο εμβληματική στιγμή αυτής της σχέσης, όπου το χιούμορ, η φαντασία και η αγάπη για τα πλάσματα του κόσμου ενώνονται σε μια ποιητική σπουδή πάνω στη συνύπαρξη, τη διαφορετικότητα και την αποδοχή.