Translate

fb

Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2021

Mια παρτιτούρα "in honorem Caeciliae, Valeriani et Tiburtij"

"Η Καικιλία, ο Βαλεριανός και ο Τιβούρτιος", Boticcini


Σήμερα, 22 Νοεμβρίου η Εκκλησία, Ανατολική και Δυτική τιμά τρεις Αγίους: την Καικιλία που έζησε τον 3ο μ.Χ., το σύζυγό της Βαλεριανό και τον κουνιάδο της, Τιβούρτιο.

Οι γονείς της Καικιλίας ήταν ειδωλολάτρες ευγενείς, όμως εκείνη άκουσε τη διδασκαλία του Χριστού και ζήτησε να βαπτιστεί. Μετά από λίγο καιρό, την πάντρεψαν με το Βαλεριανό, που υπό την επίδρασή της ασπάστηκε κι αυτός τη Χριστιανική πίστη, ενώ λίγο αργότερα προσήλθε στους κόλπους της εκκλησίας και ο αδελφός του, Τιβούρτιος. Οι τρεις τους επιδόθηκαν σε φιλανθρωπικό έργο και κήρυτταν την πίστη στο Χριστό. Την περίοδο των Διωγμών συνελήφησαν και θανατώθηκαν με αποκεφαλισμό.


Στους τρεις Αγίους που γιορτάζουν σήμερα αναφέρεται το έργο ιερής μουσικής που προτείνω να ακούσουμε.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή...

Ήδη το 1675, η είκοσι έξι ετών δούκισσα Isabelle d'Orléans που είχε χάσει τον σύζυγό της, πριν λίγο διάστημα, θρηνούσε και το θάνατο του πεντάχρονου μοναχοπαίδου της, Φραγκίσκου-Ιωσήφ. Στοιχειωμένη από το θανατικό, διαμόρφωσε ένα προσωπικό χώρο στο Αββαείο του Αγίου Πέτρου στη Μονμάρτη, όπου η αδερφή της ήταν ηγουμένη και επιδόθηκε στην προσευχή και σε φιλανθρωπίες. 

Πάντα πολύ ευσεβής, η Iσαβέλλα παράγγελνε θρησκευτικά κομμάτια στον Marc-Antoine Charpentier, ο οποίος υπήρξε προσωπικός συνθέτης του Δούκα συζύγου της, για τον θάνατο του οποίου ο συνθέτης είχε γράψει κι ένα ρέκβιεμ.

Οι θεοσεβείς πράξεις της Δούκισσας με το ανυπέρβλητο ψυχικό σθένος έδωσε στον Charpentier  την ιδέα να δημιουργήσει μουσικά πορτρέτα στο ύφος των "histoires sacrées"  που απεικόνιζε γυναίκες ηρωίδες και αγίες.

Το πρώτο από αυτά τα μουσικά πορτρέτα είναι αφιερωμένο στην Ιουδήθ και το δεύτερο στην Εσθήρ.


Η Iσαβέλλα ήταν ένθερμος υποστηρικτής των πολιτικών του ξαδέλφου της Λουδοβίκου XIV, που στόχευε να επαναφέρει τους Ουγενότους στον κόλπο των Καθολικών. Έτσι, το 1676 ατενίζοντας τη μεταστροφή μιας προτεστάντριας γυναίκας, αναθέτει στον Σαρπαντιέ τη σύνθεση ενός ορατορίου βασισμένου στην  Αγία Καικιλία, που κατάφερε να μεταστρέψει το σύζυγο και τον κουνιάδο της στον Χριστιανισμό. 

"Καικιλία, Βαλεριανός και Τιβούρτιος"
Orazio Gentileschi
Ο Σαρπαντιέ υφολογικά το κατέταξε στα "canticum-τραγούδι", με τον πλήρη τίτλο: "In honorem Caeciliae, Valeriani et Tiburtij Canticum", καθώς ήταν προς τιμήν τριών μαρτύρων κι  όχι μόνο της Αγίας Καικιλίας. Γράφτηκε για  μικρή ομάδα ερμηνευτών, που όμως την επόμενη χρονιά ο συνθέτης παρουσίασε μια διευρυμένη έκδοσή του, τροποποιώντας και τον τίτλο σε: "Caecilia Virgo et Martyr".

Σε έντονη αντίθεση με το "τραγούδι" για τους τρεις μάρτυρες, αυτό το έργο απαιτούσε μια μεγάλη ομάδα μουσικών και ανέδειξε την ικανότητα του συνθέτη στη δραματουργία. 

Τα ορατόριο, "Caecilia virgo et martir" αναπτύσσεται  σε δύο πράξεις:

  • Η 1η αφηγείται πώς ο Τιβούρτιος πεπεισμένος από το πάθος της νύφης του, Καικιλίας και του αδελφού του Βαλεριανού μεταστρέφεται σε Χριστιανό. 
    Στην παρτιτούρα του Σαρπαντιέ, η Καικιλία και οι άνδρες σκιαγραφώνται με βαθιά επιθυμία και φλόγα να παραδώσουν ολοκληρωτικά την ψυχή τους στον Θεό!
    Η μελωδική γραμμή και οι αρμονίες τους που στήνει ο συνθέτης για να περπατήσουν οι ερμηνευτές δημιουργούν στον ακροατή -πιστό ή άπιστο-  θρησκευτική έκσταση. 

    Από την πράξη αυτή ακούμε το διάλογο περί πίστης ανάμεσα στους τρεις Αγίους:
"Acceptis autem ab Angelo flosculis-Δέχτηκα από τον Άγγελο, άνθη":



  • "Μαρτύριο της Αγίας Kαικιλίας",
    Carlo Saraceni 
    Στη δεύτερη πράξη του ορατορίου η Καικιλία συλλαμβάνεται και βασανίζεται.
    Η αλαζονεία του βασανιστή της απεικονίζεται με την τραχιάς αρμονίας γραφή. Η Καικιλία ακολουθώντας δύσκολα φωνητικά περάσματα, που υποστηρίζονται από το κοντίνουο κινείται σε παράλληλη εκφραστικά, οδό, άγρια και απότομη στάση απέναντι στον ειδωλολάτρη βασανιστή της.
    Μια συγκινητική κραυγή προς το Χριστό και τον σύζυγό της σηματοδοτεί το θάνατο της παρθενομάρτυρος Καικιλίας.
    Η χορωδία πιστών θρηνεί το θάνατό της, αμέσως όμως ο θρήνος μετατρέπεται σε κατανυκτική δοξολογία προς την Καικιλία και τελικά μαζί με τους Αγγέλους εξυψώνουν το όνομά της σε ένα τελετουργικής ατμόσφαιρας χορωδιακό. Ένα δοξαστικό που φωτίζεται από λειτουργική ομορφιά, με τον Σαρπαντιέ να σκαλίζει την πνευματική ιδέα και να οδηγεί στη γαλήνη και την ψυχική ηρεμία. Φινάλε ολοκληρωτικά ανεπιτήδευτο, χωρίς όμως να υστερεί σε μελωδική, αρμονική και εκφραστική μεγαλοσύνη.

1. "Heu, heu, nos dolentes - Αλίμονο, αλίμονο, στεναχωρηθήκαμε!"

2. "Cur ploratis fideles  - Γιατί κλαίτε, πιστοί;"

3. "Nolite flere fideles - Μην κλαίτε πιστοί αδερφοί":



Για την Αγία Καικιλία μπορείτε να διαβάστε παλαιότερα κείμενα εδώεδώ και εδώ.








Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2021

Henry Purcell: "Αμφιτρύων" και τα εύσημα ανήκουν στο συνθέτη και μόνο...

 



Το  σπουδαίο Άγγλο συνθέτη και οργανίστα της Μπαρόκ περιόδου, Χένρυ Πέρσελ, τιμάμε σήμερα, καθώς μια μέρα σαν τη σημερινή, 21 Νοεμβρίου 1695 πέρασε στην αιωνιότητα. 

Από πολλούς έχει χαρακτηριστεί "Βρετανός Ορφέας", επειδή ανέπτυξε ένα εξαιρετικά ιδιότυπο "Αγγλικό" ύφος, ενώ άλλοι του έδωσαν το προσωνύμιο:  "Βρετανός Μότσαρτ".

Ο Πέρσελ υπήρξε ο τελευταίος συνθέτης μιας μεγάλης γενιάς αξιόλογων μουσουργών της Αγγλικής Σχολής, που στην Αναγέννηση βρισκόταν σε μεγάλη άνθηση. 

Τα κουτσομπολιά κάνουν λόγο για έναν χαρακτήρα επιρρεπή στο αλκοόλ. Μάλιστα λέγεται ότι πιθανή αιτία του θανάτου του ήταν ένα γερό κρυολόγημα που άρπαξε μια νύχτα που άργησε να γυρίσει από το καπηλειό και η εξοργισμένη σύζυγός του τον κλείδωσε και τον άφησε μέχρι τα ξημερώματα έξω από το σπίτι! Ήταν 36 χρονών.


Στη σύντομη ζωή του, ο Πέρσελ έγραψε σημαντικό αριθμό έργων, ανάμεσά τους όπερες, καντάτες, λειτουργίες, τραγούδια, ύμνους, αλλά και έργα σκηνικής μουσικής.

John Dryden
Κυρίως τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του έγραψε μουσική υπόκρουση για αρκετά θεατρικά έργα, μουσική που ενίσχυσε τη δημοφιλία του, και στο σύνολό της περιλαμβάνει μερικές από τις καλύτερες μελωδικές εμπνεύσεις του συνθέτη. 


Στο είδος σκηνικής μουσικής ανήκει και η σύνθεσή του: "Amphitryon Z572" ή γνωστή και με τον υπότιτλο: "The Two Sosias".

Γράφτηκε για τη θεατρική κωμωδία του "ένδοξου Τζον", Τζον Ντράιντεν, "Αμφιτρύων", που βασίζεται στο ομώνυμο έργο του Μολιέρου.

"Ο Δίας, με τη μορφή του Αμφιτρύωνα,
προσεγγίζει την Αλκμήνη"
Marcantonio Raimondi, Βρετανικό Μουσείο
(pinterest)
Αναφέρεται στην ιστορία του μυθολογικού ήρωα, Αμφιτρύωνα, με το λιμπρέτο να στρέφεται γύρω από  τον Δία που προκειμένου να χαρεί τον έρωτά του με την Αλκμήνη, παίρνει τη μορφή του άντρα της, Αμφιτρύωνα, που λείπει στον πόλεμο.

Με τη βοήθεια του Ερμή, που παίρνει τη θέση του Σωσία, υπηρέτη του Αμφιτρύωνα, το σχέδιο του βασιλιά των θεών στέφεται με επιτυχία. Όμως αυτή η διπλή μεταμόρφωση γεννά μια σειρά από τρομακτικές παρεξηγήσεις όταν ο Αμφιτρύωνας επιστρέφει από τη μάχη. Μεγάλο το μπέρδεμα, με τις ανεξήγητες καταστάσεις να βρίσκουν τη λύση τους μετά από  θεϊκή παρέμβαση.


Καθώς το θεατρικό θίγει θέματα σεξουαλικής ηθικής, ερωτικού πόθου, εξουσίας και εκμετάλλευσης του αδύνατου από τον δυνατό, ο Πέρσελ στη μουσική του  αξιοποιεί στο έπακρο κάθε μέσο ώστε να φωτίσει με μαεστρία τους ήρωες και τις καταστάσεις.

Πανηγυρικές εισαγωγές, χαρούμενα και λυπητερά τραγούδια, καθώς και απολαυστικοί χοροί, είτε ενσωματωμένοι στη δράση του έργου είτε ως  ιντερλούδια ενισχύουν το κωμικό ή δραματικό στοιχείο, προσδίδουν ένταση στις σκηνές της μεταμόρφωσης και ιλαρότητα σε κείνες της παρεξήγησης  χωρίς να υποβαθμίζονται οι δραματικές πτυχές που κρύβονται στον αρχαιοελληνικό μύθο.

Το έργο έκανε πρεμιέρα στο Λονδίνο το 1690 με το κοινό να αποθεώνει λιμπρετίστα και μουσουργό. Για χρόνια υπήρξε από τα δημοφιλέστερα στην αγγλική σκηνή παρότι δέχτηκε επίθεση από ορισμένους μουσικοκριτικούς που έκαναν λόγο για υπονόμευση των κοινωνικών ηθών και τις πολιτικές αξίες της εποχής. 

"Η λογοτεχνία είναι ανώτερη από τη μουσική", είναι μια συχνά επαναλαμβανόμενη θέση του λιμπρετίστα, John Dryden.
Ωστόσο μετά την τεράστια επιτυχία του θεατρικού, αναγνώρισε τη σπουδαιότητα της μουσικής του Πέρσελ και το πόσο εκείνη συνέβαλε στο άψογο αποτέλεσμα, δηλώνοντας πως "τα εύσημα για την επιτυχία του έργου ανήκουν στο συνθέτη και μόνο...".


Henry Purcell: "Amphitryon Z572" ή "The Two Sosias":


Στη μνήμη του Πέρσελ μπορείτε να διαβάσετε παλαιότερα κείμενα εδώεδώ και εδώ.






Ο Μαγκρίτ, ο Κέιτζ και το μυστήριο της σιωπής τους...

 

Rene Magritte: "Η προδοσία των εικόνων - Aυτό δεν είναι μια πίπα"


"Χρησιμοποιώ τη ζωγραφική για να κάνω ορατές τις σκέψεις"
(Ρενέ Μαγκρίτ)

Mια από τις πιο ιδιότυπες καλλιτεχνικές φυσιογνωμίες γεννήθηκε σαν σήμερα, 21 Νοεμβρίου 1898. Ο Βέλγος Ρενέ Μαγκρίτ, ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του σουρεαλισμού με επιρροές από τον ντανταϊσμό.
Πειραματιζόμενος με διάφορες μορφές τέχνης εντάσσεται στο κίνημα του σουρεαλισμού, που βρίσκει πως τού ταιριάζει περισσότερο, όταν γνωρίζεται με τον Αντρέ Μπρετόν,  με τον οποίο συνδέεται με βαθιά φιλία. 

Είχε τη μοναδική ικανότητα να παρουσιάζει το συνηθισμένο με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο.
Τον έλκει το μυστηριώδες και ό,τι κρύβεται πίσω απ' αυτό που φαίνεται.  Έτσι ζωγραφίζει "οπτικά αινίγματα", που καλεί όποιον το επιθυμεί να ανακαλύψει τη λύση τους.


Από τα πιο διάσημα "αινίγματά" του είναι το έργο του: "Η προδοσία των εικόνων". Παρουσιάζει μια πίπα αποτυπωμένη με ρεαλιστικούς όρους συμπληρωμένη από κάτω με τη φράση: "αυτό δεν είναι μια πίπα". Δηλαδή το αντικείμενο αρνείται τον εαυτό του.  Ο βέλγος καλλιτέχνης "σχολιάζει" τη διττή φύση της πραγματικότητας και το παράδοξο που ενέχεται στην αναπαράστασή της.

Ο Ρενέ Μαγκρίτ κατηγορήθηκε σφοδρά γι' αυτή τη δημιουργία του, κάνοντάς τον να αντιδράσει εξηγώντας πως: "Αν σας ζητούσα να  γεμίσετε την πίπα, θα μπορούσατε; Όχι, φυσικά! Η πίπα λοιπόν είναι ένα σύμβολο! Άρα, αν κάτω από τη ζωγραφιά μου είχα γράψει "Αυτή είναι μία πίπα", θα είχα πει ψέματα!"

Ο πνευματώδης Μαγκρίτ φέρνοντας τον θεατή αντιμέτωπο με την απεικόνιση ενός αντικειμένου που αρνείται τον εαυτό του, φωτίζει το περίφημο "μυστήριο της πραγματικότητας" όπως το αποκαλούσε, πως το νόημα δεν είναι κρυμμένο πίσω από τα πράγματα αλλά επάνω στην επιφάνεια όσων βλέπουμε.

Το 1946, ο φίλος του, Aντρέ Μπρετόν  στην  εργασία του : "Η σιωπή είναι χρυσός" υποστήριξε ότι η μουσική μπορεί να είναι μια ισχυρή δύναμη για την επίτευξη "πυρακτώσεως", εννοώντας ότι η μουσική σε όποια μορφή της μπορεί να αποκαλύψει απόκρυφα νοήματα. Στο δοκίμιο του ο Μπρετόν  ισχυρίζεται πως  η μουσική του John Cage ομοιάζει στενά με τη σουρεαλιστική στρατηγική. 

Η προσέγγιση του αμερικανού συνθέτη στη διαδικασία της σύνθεσης με την "απροσδιοριστία" της είναι εννοιολογικά παράλληλη με όσα διακηρύττονται με το σουρεαλιστικό μανιφέστο του 1920. 

Ο Μπρετόν μάς καλεί να δούμε το "4'33''", το διασημότερο έργο του Cage, ως το ηθικό ισοδύναμο με το "Η προδοσία των εικόνων" του Ρενέ Μαγκρίτ, καθώς υποστήριξε πως τόσο ο Κέιτζ όσο και ο Μαγκρίτ προσπάθησαν να διεισδύσουν στην ουσία της σιωπής με επαναστατικό τρόπο.

Φίλοι μου, πολλοί είναι οι καλλιτέχνες που προβληματίστηκαν στη σύνδεση της σιωπηλής στιγμής με το μουσικό ήχο, την παρουσία ή την απουσία του...Ας θυμηθούμε τον Μαρσέλ Μαρσό, τον Ντεμπισί ή την Γκουμπαϊντούλινα, που θεωρώντας τη "σιωπή χώρο μέσα στον οποίο υπάρχει δυνατότητα να γεννηθεί ένα συμβάν", έγραψε το εμβληματικό της "Silenzio", με το μπαγιάν να συμβολίζει την "κραυγή της σιωπής"...

(από: azquotes)

Ο Τζων Κέιτζ ήταν πρωτεργάτης της μουσικής του τυχαίου(αλεατορισμού) και της αντισυμβατικής χρήσης μουσικών οργάνων. Yποστήριζε δε, ότι σιωπή δεν είναι απλά η απουσία του ήχου, αλλά μία κατασκευασμένη απουσία ήχων, το αποτέλεσμα μίας ηθελημένης προσπάθειας.

Το 4΄33'' που έγραψε το 1952 είναι από τις πιο αμφιλεγόμενες συνθέσεις του 20ου αιώνα. Και αλήθεια, πώς να μην προκαλέσει αντιδράσεις μια μουσική σύνθεση η οποία εκτελείται χωρίς να παίζεται ούτε μια νότα; Aκριβώς όπως το ακούτε! Για 4 λεπτά και 33 δευτερόλεπτα ο πιανίστας ακολουθώντας τις οδηγίες της παρτιτούρας δεν παίζει τίποτε, καθώς ο συνθέτης στοχεύει να παρουσιάσει μεν τη σιωπή, αλλά συγχρόνως να αναδείξει τους φυσικούς ήχους τριγύρω. 

Ο ίδιος ο Κέιτζ δήλωσε μετά την πρεμιέρα της σύνθεσης:

"Όσοι θεώρησαν πως μιλώ μόνο για τη σιωπή, έχασαν την ουσία. Νόμιζαν ότι ήταν σιωπή, γιατί δεν ξέρουν τον τρόπο να ακούνε. Η βραδιά ήταν γεμάτη τυχαίους ήχους. Κατά τη διάρκεια του πρώτου μέρους μπορούσες να ακούσεις τον άνεμο που σφυροκοπούσε έξω. Στο δεύτερο, οι σταγόνες της βροχής άρχισαν να χτυπούν τη στέγη δυνατά και κατά τη διάρκεια του τρίτου μέρους οι ίδιοι οι παρευρισκόμενοι δημιουργούσαν ενδιαφέροντες ήχους καθώς μιλούσαν ή σχολίαζαν κατά την έξοδό τους από την αίθουσα".

Ο πειραματιστής Κέιτζ δήλωσε πως κατά την άποψή του, το "4'33''" ήταν το πιο σημαντικό του έργο, ενώ ο ισχυρισμός του Μπρετόν πως η σύνθεση ταυτίζεται με τη σουρεαλιστική στρατηγική του τιμώμενου σήμερα, Ρενέ Μαγκρίτ, έχει σίγουρα γερές βάσεις και τρανταχτά επιχειρήματα ανάπτυξης αφού και τα δυο διερευνούν το ασυνείδητο, την απελευθέρωση της φαντασίας με την απουσία κάθε ελέγχου από τη λογική.

John Cage: 4' 33'':



Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2021

Φέλιξ Μέντελσον: έμπνευση απ' τα πειράγματα και των παιδιών το αστείρευτο γέλιο...

"O Μέντελσον με τα παιδιά του", (σκίτσο του συνθέτη)
(πηγή: gutenberg)


[Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για το Παιδί]



Μέρα αφιερωμένη στα παιδιά η σημερινή, στα παιδιά που είναι η ζωή, που είναι το μέλλον, η απόλυτη χαρά μας κι η ελπίδα του κόσμου! Μέρα, που μάς θυμίζει πως αυτά τα πλάσματα αξίζουν τα καλύτερα, αξίζουν την αγάπη μας, τη φροντίδα και την αγκαλιά μας!



Από τους συνθέτες που αγάπησαν πολύ τα παιδιά ήταν και ο Φέλιξ Μέντελσον. Εξάλλου με τη σύζυγό του Σεσίλ απέκτησαν πέντε απογόνους, δύο αγόρια και τρία κορίτσια, στα οποία αφιέρωνε αρκετό από τον ελεύθερο χρόνο του και συχνά εκτός από το να τούς παίζει μουσική -καθώς είχε ταλέντο στη ζωγραφική- μοιράζονταν εμπειρίες με πινέλα και χρώματα , όπως αυτή η ακουαρέλα που ο συνθέτης μας σχεδίασε για τον γιο του, Πωλ:

Το 1842 ο Φέλιξ επισκέφτηκε το Λονδίνο και έμεινε στο σπίτι των Benecke, οικογένειας της συζύγου του, στο 168 της Denmark Hill. Οι Beneckes είχαν επτά παιδιά, με τα οποία ο Φέλιξ απολάμβανε να παίζει και να διασκεδάζει στο μεγάλο κήπο του σπιτιού.
Μια μέρα κι ενώ ο συνθέτης δούλευε στο πιάνο τα "Τραγούδια χωρίς λόγια", έπρεπε να φροντίσει μόνος του τους μικρούς μπόμπιρες... Τα πιτσιρίκια ατίθασα, έτρεχαν πάνω κάτω, γελούσαν τρανταχτά και ζητούσαν την αμέριστη προσοχή του Μέντελσον.

Αρχικά ο συνθέτης απορροφημένος στην παρτιτούρα του δεν έδινε την απαιτούμενη σημασία. Oμως εκείνα επέμεναν κι άρχισαν τα πειράγματα τραβώντας τα χέρια του από το πληκτρολόγιο του πιάνου, δείχνοντάς του την επιθυμία τους να συμμετέχει στα αστεία τους και να παίξει μαζί τους...
Το παιχνιδιάρικο αυτό πάρε-δώσε με τις νότες να "κόβονται" απότομα και να επανέρχονται στο μοτίβο, λέγεται πως αντανακλάται στη μελωδική γραμμή της περίφημης και δημοφιλέστατης μελωδίας, που έγραφε εκείνη τη στιγμή.

Ήταν το "Ν. 6 από το Op.62" της συλλογής του Μέντελσον: "Tραγούδια χωρίς λόγια" , εκείνες τις εκπληκτικές πιανιστικές μινιατούρες ελεύθερης μορφής και αυτοσχεδιαστικού χαρακτήρα, που είναι συγκεντρωμένες σε οκτώ βιβλία, το καθένα από τα οποία περιλαμβάνει έξι συνθέσεις.

Ήταν το τελευταίο τραγούδι από τον πέμπτο τόμο(που ο Φέλιξ αφιέρωσε στην Κλάρα Σούμαν), με αρχικό τίτλο "Camberwell green", εμπνευσμένο από την ομώνυμη, εξοχική περιοχή στα νότια του Λονδίνου, όπου βρισκόταν η οικία της οικογένειας Benecke, που διέμενε ο Μέντελσον εκείνη την περίοδο.

Ήταν άνοιξη και η μελωδία του αναδύει την ηρεμία και τη γαλήνη της φύσης, που ανθοφορεμένη καλεί τους ανθρώπους να βγουν απ'τα σπίτια και να ξεχυθούν στις εξοχές.

Γι΄ αυτό και στη σύνθεση έχει δοθεί ο πρόσθετος τίτλος: "Tραγούδι της Άνοιξης". 

Έχει όμως και το παιχνιδιάρικο ύφος εκείνων των στιγμιοτύπων με τα πειράγματα των παιδιών, το τρεχαλητό και το αστείρευτο γέλιο τους.
Η σοφά ταξινομημένη παιγνιώδης μελωδική γραμμή με τα μελισματικά στοιχεία στη σύνθεση, τους καλλωπιστικούς φθόγγους, τις ανιούσες και κατιούσες επερείσεις και τις κοφτές, μικρής διάρκειας νότες να μαρτυρούν την παιδική διάθεση για σκανταλιές, αταξίες, κατεργαριές και αστεία. 
 Μια σύνθεση, που είτε απευθύνεται σε παιδιά είτε σε ενήλικες, δίνει την αίσθηση πως "κινείται" ανάμεσα στην πραγματικότητα και την φαντασία καθώς εμπνεύστηκε από τον αυθορμητισμό και το παιχνίδι, που είναι η γέφυρα ανάμεσά τους. Γιατί το παιχνίδι -σαν το νερό- εισέρχεται σ’ όλες τις καταστάσεις της ζωής ακόμη και σε χώρους που καμμιά φορά δεν του ανήκουν...

Τα παιδιά ερέθισαν κι έδωσαν την όμορφη μουσική έμπνευση, γέμισαν με φως το δημιουργό και τους αποδέκτες-ακροατές, καθώς αυτά είναι το φως και το όραμα της ανθρωπότητας!

Απολαυστική, χαρούμενη μελωδία, όπως ο κόσμος των παιδιών, που η ελπιδοφόρα ματιά τους και το γάργαρο γέλιο τους, μάς σηκώνει όταν οι κακουχίες της ζωής μάς "ρίχνουν" κάποιες φορές...



Προτείνω να το ακούσουμε από τον Βλαντίμιρ Χόροβιτς, μια ερμηνεία ξεχωριστή για την διαύγειά της, την εκφραστικότητα και την απόδοση της παλέτας του συνθέτη. Ο ρώσος πιανίστας αγαπούσε αυτή τη δημιουργία του Μέντελσον και συχνά επέλεγε να την εκτελεί ως encore στα ρεσιτάλ του.

Mendelssohn: "Lieder ohne Worte Op.62 Ν.6 - Frühlingslied" / Horowitz:

"


Αξίζει να προσθέσουμε πως η μελωδία αυτή του Μέντελσον, το 1909 σαγήνευσε τον Irving Berlin.
Πάνω της ο τραγουδοποιός συνέθεσε σε ύφος τζαζ-ραγκτάιμ με συγκοπτόμενους ρυθμούς το τραγούδι του: "The Mesmerizing Mendelssohn Tune-Η σαγηνευτική μελωδία του Μέντελσον", αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά αυτό που ο ίδιος έλεγε συχνά, τον μαεστρικό τρόπο του δηλαδή να επιλέγει και ερμηνεύει "γνωστές μελωδίες που εκφράζουν απλά συναισθήματα..."

"Αγάπη μου, άκου την ονειρική μελωδία που παίζουν,
Θα μου πεις πώς αποφεύγεις να αιωρείσαι;
Ω, αυτή η μελωδία του Μέντελσον
από το "Τραγούδι της Άνοιξης"
!
Αν μ' αγάπησες, δείξ'το μου τώρα ή ποτέ...
Θεέ μου, εύχομαι για πάντα να παίζουν αυτή τη μουσική..."





Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2021

Αγνή Μπάλτσα, μια από τις ωραιότερες Σαντούτσα όλων των εποχών...

 


"Εγώ, τόσα χρόνια δεν κατάφερα να δαμάσω το συναίσθημα του φόβου. Μας έλεγε παλιά ο Κάραγιαν ότι ο φόβος δείχνει έλλειψη προετοιμασίας και ανασφάλεια… Δεν είναι όμως πάντα αλήθεια κάτι τέτοιο. Αν σέβεσαι το κοινό και τη δουλειά σου, αν έχεις γράψει με μεγάλα γράμματα ότι ανεβαίνοντας στη σκηνή πρέπει να σε χαρακτηρίζει ήθος, τότε δεν μπορείς να αποφύγεις τον φόβο. Έτσι, κάθε φορά σκέφτομαι πώς θα "βολέψω" τον φόβο και τη μοναξιά μου πάνω στη σκηνή..."

(Αγνή Μπάλτσα)


"Καβαλερία Ρουστικάνα", Αγνή Μπάλτσα - Λούις Λίμα

Ανάμεσα στου ρόλους που η Λευκαδίτισσα λυρική τραγουδίστρια αγάπησε είναι και κείνος της Σαντούτσα από την "Καβαλερία Ρουστικάνα" του Πιέτρο Μασκάνι, ρόλο που ερμήνευσε στο πλευρό του Αργεντίνου τενόρου, Λούις Λίμα, του Πλάθιντο Ντομίνγκο, αλλά και στη Θεσσαλονίκη το 2003.

Πολλοί από τους μουσικοκριτικούς έγραψαν διθυραμβικές κριτικές για την ελληνίδα μέτζο ως την "ωραιότερη Σαντούτσα όλων των εποχών", ρόλος που ταυτίστηκε με την εύηχη, ομοιογενή και με στιβαρό όγκο, φωνή της.
Τον τοποθέτησαν δε σε ερμηνεία, υποκριτική και εκφραστικότητα, δίπλα στο ρόλο της Κάρμεν,  που χαρακτηριστικά ταυτίζεται με την Αγνή Μπάλτσα.


Αν και η πρώτη Σαντούτσα ήταν η δραματική σοπράνο Gemma Bellincioni, η μετζο-σοπράνο Μπάλτσα καθήλωσε κυριολεκτικά το κοινό με το υποκριτικό αλλά κυρίως το φωνητικό της ταλέντο.


Η τραγική ιστορία της Σαντούτσα και του Τουρίντου ξεδιπλώνεται στην κλειστή κοινωνία ενός Σικελικού χωριού. Με τις προκαταλήψεις, τα στερεότυπα και το θρησκευτικό πουριτανισμό, παρόντα, είναι αναπόφευκτες οι  συγκρούσεις και τα αδιέξοδα. Πάθη, προδοσία, εκδίκηση σε αυτό το σύγχρονο δράμα, συγκλονίζουν.

Η Σαντούτσα ειναι η γυναίκα, που ο νεαρός Τουρίντου συνάπτει μαζί της δεσμό προκειμένου να κάνει να ζηλέψει η αιώνια αγαπημένη του, Λόλα.
Τη θλίψη της για την εξέλιξη των γεγονότων περιγράφει στην  συγκλονιστική άρια:  "Voi lo sapete". 
Σε μια απόδοση  απολύτως εκθαμβωτική ανάμεσα στον οδυνηρό λυρισμό και την σπαρακτική απελπισία...

ΣΑΝΤΟΥΤΣΑ:

"Το ξέρετε, μάνα, προτού πάει φαντάρος,
ο Τουρίντου στη Λόλα ορκίστηκε αιώνια πίστη.
Γύρισε, την βρήκε παντρεμένη -
και μ’ ένα νέο έρωτα θέλησε να σβήσει τη φλόγα
που έκαιγε την καρδιά του.
Μ’ αγάπησε, τον αγάπησα.
Μα εκείνη, φθονερή για τη χαρά μου,
λησμόνησε τον άντρα της
και κορώνοντας από ζήλια, μου τον πήρε …
Απόμεινα ατιμασμένη.
η Λόλα κι ο Τουρίντου αγαπιούνται
κι εγώ κλαίω, αχ, κλαίω!"


Mascagni - Cavalleria rusticana, 'Voi lo sapete' / Agnes Baltsa:

Κι ένα συνταρακτικής ερμηνείας ντουέτο με τον Λούις Λίμα:


Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή τη σημερινή γενέθλια επέτειο της μεγάλης μας μέτζο (γεννήθηκε στη Λευκάδα 19 Νοεμβρίου 1944) .
Οι γερμανοί κριτικοί την χαρακτήρισαν "μαργαριτάρι στο περιδέραιο της Όπερας"..., ο  Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, με τον οποίο συνεργάστηκε επί 15ετία τη θεωρούσε τη "σπουδαιότερη μέτζο σοπράνο της εποχής μας"...ενώ διακεκριμένοι μουσικοαναλυτές τη χαρακτήρισαν ως "ένα από τα δώρα της Ελλάδας στον κόσμο της όπερας".


Για την Αγνή Μπάλτσα και τους ρόλους που ερμήνευσε και ταυτίστηκαν με τη φωνή της υπάρχουν πολλά κείμενα στο μπλογκ. Περιηγηθείτε!





Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2021

Μουσικές "συσσωρεύσεις" στο έργο ενός ιδιαίτερου εικαστικού καλλιτέχνη...


Γεννημένος στη Νίκαια το Νοέμβριο του 1928, ο Armand Pierre Fernandez, σαν  δημιουργικός, ευρηματικός και ανήσυχος Σκορπιός, έδειξε από μικρός το ταλέντο του στη ζωγραφική και το σχέδιο.
Θαύμαζε τον Βίνσεντ Βαν Γκογκ, έτσι αποφάσισε να υπογράφει όπως και κείνος με το μικρό του όνομα: "Αrman", κατά το "Vincent" του ινδάλματός του.


Ο πατέρας του εμπορευόταν αντίκες και συλλεκτικά αντικείμενα, ήταν όμως συγχρόνως και ερασιτέχνης τσελίστας. Έτσι, ο καλλιτέχνης γαλουχήθηκε διαμορφώνοντας έντονη εκτίμηση για τη συλλεκτική τέχνη και την τέχνη της μουσικής, καλλιεργώντας και εμπλουτίζοντας με αυτόν τον τρόπο την προσωπική του αισθητική. 


Καθιερώθηκε από το ιδιαίτερο στυλ του -από τα πλέον αναγνωρίσιμα στο χώρο της τέχνης- με έμφαση περισσότερο στις έννοιες: "Μουσική", "Συσσωρεύσεις", και "Συναρμολογήσεις", συλλογές καθημερινών πολύχρηστων αντικειμένων τοποθετημένων ενιαία σε θήκες ή στοιβαγμένων σε σωρό, υπογραμμίζοντας όμως έναν κώδικα που ο θεατής καλείται να ερμηνεύσει.


Ως καλλιτέχνης ο Armand Fernandez συχνά χρησιμοποιεί αντικείμενα με ισχυρή "ταυτότητα", όπως μουσικά όργανα (κυρίως βιολιά, κιθάρες, σαξόφωνα ή τρομπέτες). Εκφράσεις του πνευματικού-διαλογιστικού χαρακτήρα τους, αναζητήσεις τις οποίες μοιράστηκε και με την πρώτη σύζυγό του, Éliane Radigue, συνθέτιδα, πιανίστρια και αρπίστρια.


Armand Fernandez: "Music Power"


1. Το παραπάνω έργο τιτλοφορείται "Music Power" και παρουσιάζει συσσωρευμένα καθ' ύψος βιολιά στοχεύοντας στην αποτύπωση της ομορφιάς του γλυκύτατου ήχου αυτών των τοξοτών οργάνων, τη γνωστοποίηση -σε όσους συστήνεται- της αγάπης του δημιουργού για τη μουσική και τολμώ να προσθέσω της πίστης του στη δύναμη του "εμείς"... "Ισχύς εν τη ενώσει"...

Armand Fernandez: "Eroica"
(πηγή: armanstudio)


2. Χάλκινα πνευστά "συσσωρεύονται" στο επιτοίχιο ανάγλυφό του που επιγράφεται: "Eroica".
Εκφράζεται -μέσω των λαμπρών, φωτεινών ηχοχρωμάτων που αναδύονται απ'αυτή την κατηγορία οργάνων- ο εγκωμιαστικός, μεγαλοπρεπής, επικός και δοξαστικός χαρακτήρας μιας μουσικής σύνθεσης. 


Beethoven: "Eroica Symphony No.3, Mov. I:





Armand Fernandez: "24th Caprice de Paganini"
(πηγή: armanstudio)


3. Απ΄τη σειρά έργων με "κομμένα σε φέτες" μέρη ενός συνόλου είναι το εμπνευσμένο από το δεξιοτεχνικότατο: "24ο Καπρίτσιο του Παγκανίνι", που του δίνει τον ίδιο τίτλο: "24th Caprice de Paganini".
To εικαστικό συναρμολογείται από κομμάτια ενός βιολιού, του οργάνου που ο "σατανάς" ιταλός βιρτουόζος Νικολό "βασάνισε σφοδρά" με τις απαιτητικές δημιουργίες και εκτελέσεις του.
Το συγκεκριμένο μουσικό Καπρίτσιο του Παγκανίνι χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά γρήγορες κλίμακες, διασταυρώσεις χορδών και αρπίσματα.


Niccolò Paganini - Caprice No. 24:





Armand Fernandez: "Chopin's Waterloo"
(πηγή: centre pompidou)

4. Στις καλλιτεχνικές τάσεις που συνυπάρχουν στο έργο του Arman, εκτός των "Συσσωρεύσεων" μέσω των οποίων εκφράζεται η ανάγκη του να κρατήσει διαφορετικά αντίγραφα του ίδιου αντικειμένου, διακρίνεται και κείνη της "Οργής". Εκφράζει την τάση του ανθρώπου για καταστροφή.

Χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της σειράς είναι το έργο που βλέπετε στην παραπάνω εικόνα.
Ο καλλιτέχνης "επιτέθηκε" ανελέητα με σφυρί σε ένα πιάνο με ουρά (σύμβολο αρμονίας, σύμπνοιας, ισορροπίας και πολιτισμού).
Τα διάσπαρτα κομμάτια του 
μουσικού οργάνου (πληκτρολόγιο, σφυράκια, χορδές, καπάκι...) τα επανασυναρμολόγησε και τα στερέωσε σε ταμπλώ σαν σε κολάζ, δίνοντας τον τίτλο: "Βατερλό του Σοπέν". Ο ειρωνικός χαρακτήρας του τίτλου ενισχύεται από την ένταση του φλογερού κόκκινου χρώματος που ο καλλιτέχνης επέλεξε για φόντο.
Το εικαστικό της "οργής" εκτίθεται στο Κέντρο Ζωρζ Πομπιντού στο Παρίσι.




"Λαός ενωμένος - Ποτέ νικημένος"

 

"Οι φοιτητές",  Κώστα Περάκη

"Λαός ενωμένος - Ποτέ νικημένος"

Ο λαός όταν ξεφύγει από τη μοιρολατρεία και παλεύοντας, μπορεί να επιβάλει τα δικαιώματά του και όσα τού στέρησαν. Οι φοιτητές, μαζί με το λαό, με εργάτες, άνδρες και γυναίκες μάτωσαν παλεύοντας για "Ψωμί - Παιδεία - Ελευθερία", διαλαλώντας στα πέρατα της οικουμένης την ανάγκη δικαίωσης των αγώνων...Για να πάρουν τα όνειρα εκδίκηση...

"Εμπρός, να σταθούμε και να τραγουδήσουμε
"Θα νικήσουμε"
Ανεμίζοντας
τις σημαίες της ενότητας
Κι εσύ θα έρθεις
να περπατήσεις μαζί μου
και να δεις
το τραγούδι και τη σημαία σου να ανθίζουν

Και τώρα ο Λαός ξεσηκώνεται
και σαν ένας γίγαντας
φωνάζει: Μπροστά!
 
Λαός ενωμένος - Ποτέ νικημένος

Εμπρός, να σταθούμε και να τραγουδήσουμε
"Θα νικήσουμε"
Είναι μυριάδες
Ένας ατσάλινος στρατός
που φέρνει την αλήθεια,
Χέρια που φέρνουν το δίκιο
Η γυναίκα
με θάρρος και πυγμή
στέκεται δίπλα στον εργάτη
 
Και τώρα ο Λαός
ξεσηκώνεται
και σαν ένας γίγαντας
φωνάζει: Μπροστά!

Λαός ενωμένος - Ποτέ νικημένος"


Οι παραπάνω ελληνικοί στίχοι είναι από το γνωστή μελωδία του χιλιανού λαϊκού τραγουδιού "El pueblo unido jamás será vencido - Λαός ενωμένος, ποτέ νικημένος", που αποτελεί ύμνο της χιλιανής αντίστασης σε μουσική του Sergio Ortega και λόγια των Quilapayun.

Από τότε, έχει γίνει ύμνος κάθε αντίστασης προς ο, τιδήποτε καταπατά τις ανθρώπινες ελευθερίες.

"17 Νοέμβρη 1973", Τάσσος 

Βασικός εκπρόσωπος της σύγχρονης κλασικής μουσικής, ο Αμερικανός συνθέτης και πιανίστας, Frederic Rzewski συχνά ενσωματώνει στις δημιουργίες του κοινωνικά και πολιτικά θέματα.

Το 1975 και ως φόρο τιμής στον αγώνα των Χιλιανών, αλλά και τον αγώνα κάθε καταπιεσμένου συνέθεσε 36 Παραλλαγές για πιάνο πάνω στο χιλιανό τραγούδι του Ορτέγκα, ακολουθώντας τα πρότυπα των περίφημων Παραλλαγών Diabelli του Μπετόβεν.


Το πιανιστικό έργο διαπνέεται από αίσθηση αναπτέρωσης και ψυχικής ανάτασης, εκφράζει οικουμενικά μηνύματα που συγκινούν όποιον διδάχτηκε να πιστεύει σε διαχρονικές αξίες και ιδανικά, στην ελευθερία, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη, την κοινωνική αλληλεγγύη….

Το ακούμε με τον ίδιο το συνθέτη στο πιάνο:

Frederic Rzewski: "36 Variations - El pueblo unido jamás será vencido":







Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2021

Διομήδης Κομνηνός...."Μακάριοι αυτοί, που πέθαναν για μια ...ιδέα"...

 
Τάσσος: "Ο Διομήδης Κομνηνός στην Άσφαλτο – 16 Νοεμβρίου 1973"
(από: sotiriougiannis)



"Στο Διομήδη Κομνηνό"

"Μεταξύ των φονευθέντων, είναι ο Διομήδης Κομνηνός, ετών 17, με βεβαρυμένον παρελθόν".
Εφημερίδες - από επίσημη ανακοίνωση
Βεβαίως,
είχε βεβαρυμένο παρελθόν ο Διομήδης.
Πέντε χρονών, στους ώμους του πατέρα του
φώναζε για λευτεριά στην Κύπρο,
δέκα χρονών, ξυπόλυτος,
με μια φέτα ψωμί στην τσέπη,
βάδιζε στην πορεία της ειρήνης,
στα δώδεκα ζητούσε δημοκρατία.
Στα δέκα επτά
μ' ένα πλακάτ στο χέρι:
ψωμί - παιδεία - ελευθερία.

(Δημήτρης Ραβανής-Ρέντης)



Τo πρώτo θύμα της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου ήταν ο 17χρονος σπουδαστής, Διομήδης Κομνηνός, ο οποίος με διάθεση αυτοθυσίας ήρθε κείνες τις μέρες να βοηθήσει ως τραυματιοφορέας στο Πολυτεχνείο.
Το βράδυ της 16ης Νοέμβρη γαζώθηκε από σφαίρες κατά τη διάρκεια μεταφοράς. Έπεσε νεκρός λίγα μέτρα έξω από την πύλη του Πολυτεχνείου....
Ο πατέρας του τού είχε εμφυσήσει την πίστη στα ιδανικά και την αξία του αγώνα γι' αυτά. Κάθε μέρα που έφευγε για το Πολυτεχνείο μαζί με την ευχή του του έλεγε: "Κοίτα να γυρίσεις γερός"...


Αναφορά στο πρώτο θύμα κάνει ο καλλιτέχνης μας Τάσσος Αλεβίζος σε μια από τις ξυλογραφίες του με θέματα  το Πολυτεχνείο. Τιτλοφορείται: "Ο Διομήδης Κομνηνός στην Άσφαλτο – 16 Νοεμβρίου 1973" και τη βλέπουμε παραπάνω.


Ζοφερού χαρακτήρα είναι και το μουσικό  έργο που επιλέγω λόγω της ημέρας.

Ο Φραντς Λιστ γράφει την πρώτη Ωδή από την προγραμματικής έμπνευσης σύνθεσή του: "Τρεις Νεκρικές Ωδές" συντετριμμένος από το θάνατο του γιου του, Ντάνιελ. 

Επιγράφεται "Les Morts" και είναι εμπνευσμένη από το ομώνυμο ποίημα του  Hugues-Félicité Robert de Lamennais.
Γράφτηκε το 1860 για ορχήστρα και ανδρική χορωδία. Στην παρτιτούρα είναι γραμμένοι οι στίχοι του Λαμεναί οι οποίοι απαγγέλλονται στην αρχή του έργου από αφηγητή:


"Έζησαν κι αυτοί σ'αυτή τη γη.

Πέρασαν κάτω στο ποτάμι του χρόνου. 

Η φωνή τους ακούστηκε  στις όχθες του κι ύστερα σιώπησαν. Πού είναι τώρα; Ποιος ξέρει; 

Μακάριοι αυτοί, που πέθαναν για μια ...(ιδέα)"


Η σύνθεση ξεκινά στη μι ελάσσονα και ολοκληρώνεται στη Μι μείζονα, υπογραμμίζοντας τη διάθεση του δημιουργού να αποτυπώσει την πένθιμη ατμόσφαιρα και συγχρόνως το όραμα και την ελπίδα.


Liszt: "Trois Odes funèbres - Mov.1: Les morts":

H πιανιστική μεταγραφή του:




Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2021

Τζόρτζια Ο’ Κιφ: όταν η μουσική μεταφράζεται σε εικόνα...

 

Georgia O'Keeffe: "Blue and Green Music"



[Με αφορμή τη γενέθλια επέτειο της 
 Τζόρτζια Ο’ Κιφ]

Η αγαπημένη αμερικανίδα ζωγράφος γεννήθηκε σαν σήμερα, 15 Νοεμβρίου 1887 στο Ουισκόνσιν.

Μια ξεχωριστή προσωπικότητα,  μια ιδιαίτερης λάμψης εικαστικός, που το έργο της συνδέεται άμεσα με τη φύση, απ' την οποία αντλούσε διαρκώς έμπνευση!

Η φήμη της εδραιώθηκε με τις ποιητικές παραστάσεις της, που απεικονίζουν λουλούδια. Έργα, που εξερευνούν την σχέση της μορφής με το τοπίο, την μουσική, το χρώμα και την σύνθεση και αποκαλύπτουν την εξέλιξη της βαθιάς κατανόησης και συναισθησίας της δημιουργού.
Χαρακτηριστικά του ύφους της είναι τα τονισμένα περιγράμματα και οι λεπτές τονικές μεταβάσεις, που συχνά μετασχημάτιζαν το θέμα σε μια γεμάτη δυναμική αφηρημένη εικόνα.


"Music - Pink and Blue I"
(πηγή:wikiart)

Η  Τζόρτζια Ο’ Κιφ γοητεύτηκε από την "ιδέα ότι η μουσική θα μπορούσε να μεταφραστεί σε εικόνα".

Επίσης οι αναφορές της στη μουσική στους τίτλους των έργων της προέρχονται από την πεποίθησή της ότι η εικαστική τέχνη, όπως η μουσική, θα μπορούσε να μεταφέρει ισχυρά συναισθήματα.
Οι διογκωμένες, κυματοειδείς μορφές στα εικαστικά: "Music - Pink and Blue Ι και ΙΙ" και "Blue and Green Music" υποδηλώνουν τη σύνδεση μεταξύ οπτικού και ακουστικού πεδίου, όπως επίσης και τους ρυθμούς και τις αρμονίες που η O' Κιφ αντιλήφθηκε στη φύση. Γι' αυτήν, αποτελούν την οπτικοποίηση ακουστικών αισθήσεων-μουσικής και ήχων της φύσης και της γαλήνης του περιβάλλοντος που τόσο απολάμβανε στη λίμνη Τζόρτζ, αλλά και τον τρόπο να μεταδώσει μέσω χρώματος και εικαστικών μορφών-σχημάτων το ρυθμό και την κίνηση, όπως εκείνη τα αντιλαμβάνονταν...

Παραδείγματος χάριν στο εικαστικό της "Blue and Green Music " που φιλοτέχνησε το 1920 και βλέπουμε παραπάνω, η ζωγράφος χρησιμοποιεί χρωματικές και γεωμετρικές φόρμες για να μεταφέρει τον ρυθμό και την κίνηση της μουσικής. Και πραγματικά αποτυπώνει εκπληκτικά τη διακύμανση των τόνων που θα έβρισκε κανείς στη μουσική.

Η σειρά αυτή των έργων της είναι εμπνευσμένη από τις απόψεις του Ρώσου εξπρεσιονιστή Βασίλι Καντίνσκι, ο οποίος, στο κείμενό του "Για το Πνευματικό στην Τέχνη", υποστήριξε ότι οι εικαστικοί καλλιτέχνες πρέπει να μιμούνται τη μουσική για να επιτύχουν καθαρή έκφραση χωρίς λογοτεχνικές αναφορές.


 

"Music - Pink and Blue II"
(πηγή: seattleartmuseum)

H αμερικανίδα συνθέτις, Jennifer Higdon είναι μια πολλά υποσχόμενη εκπρόσωπος της σύγχρονης-κλασικήςμουσικής. 

Γεννήθηκε σε οικογένεια εικαστικών, έτσι γοητευμένη από τις κομψές κυματιστές φόρμες και ενθουσιασμένη από τις ιδιαίτερα σουρεαλιστικές εικόνες της Ο' Κιφ με μακρινά τοπία και λουλούδια που κυλούν πάνω από τους ουρανούς στους πίνακες  της, αποφάσισε πως η ζωγράφος θα είναι η πρώτη που θα αναπαραστήσει μουσικά στο έργο της: "American Canvas", όταν τής παραγγέλθηκε από το σύνολο  Dolce Suono ensemble.

Πρόκειται για πρωτοποριακή, προγραμματικού ύφους, σύνθεση για φλάουτο, τσέλο και πιάνο, μια μουσική έκφραση τριών αμερικανών ζωγράφων: της O'Keeffe, του Jackson Pollock και του Andrew Wyeth.

Το "Mov. I, O' Keefe", με θέματα ήρεμα ως επί το πλείστον στην διάθεσή τους. Με την σταδιακή δημιουργία έντασης τα κυρίαρχα μοτίβα ανατίθενται στο φλάουτο, η εξαϋλωτική διάσταση των οποίων γρήγορα μεταλλάσσεται σε ρομαντικές μελωδικές αύρες με αρμονίες και μουσικά περάσματα όλο μυστήριο και αινιγματισμό. Σύνθεση που χρωματίζεται από τα ιδιαίτερα ηχοχρώματα των τριών οργάνων με  πληθωρικές συγχορδίες, με απαλές και μυστηριώδεις χειρονομίες, ηδυπαθείς μελισματικές φιγούρες, που υποβάλλουν την εντύπωση μιας τελετουργικής σκηνής, όπου η εικόνα μυστηριωδώς μεταμορφώνεται σε ήχο και ο ήχος σε εικόνα. 


"American Canvas: No. 1, O'Keeffe":



Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2021

Φάννυ Μέντελσον: το μοναδικό γνωστό ορχηστρικό έργο της...

"Πορτραίτο της Φάννυ Μέντελσον"
Το  εικαστικό είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά πορτρέτα της Φάννυ, φιλοτεχνημένο την εποχή σύνθεσης της Ουβερτούρας από τον Καρλ Γιόζεφ Μπέγκας.



Όταν η μητέρα Λέα Μέντελσον-Μπαρτόλντι (πιανίστα η ίδια και μαθήτρια του Κίμπεργκερ, ο οποίος με τη σειρά του ήταν μαθητής του Γ.Σ.Μπαχ) πήρε το νεογέννητο στην αγκαλιά της, κοίταξε τα δάκτυλά του μωρού κι αναφώνησε:
"Το πεπρωμένο της μικρούλας είναι δεμένο με τη μουσική! Έχει δάκτυλα κατασκευασμένα να εκτελούν τις Φούγκες του Μπαχ!"

Το νεογέννητο ήταν η Φάννυ Μέντελσον μετέπειτα Χένσελ, η μεγαλύτερη αδελφή του Φέλιξ Μέντελσον και το ίδιο ταλαντούχα με τον διάσημο αδελφό της.

Η προφητεία της μαμάς επαληθεύτηκε, όταν η Φάννυ παιδάκι ακόμα έπαιξε από μνήμης και τα 24 Πρελούδια του κάντορα. Αγαπούσε πολύ την αντιστικτική του μορφή σύνθεσης και μεγαλώνοντας έγραψε και κείνη 32 Φούγγες σύμφωνα με το στυλ του Γ.Σ.Μπαχ.
Μάλιστα ο δάσκαλός της, Kαρλ Τσέλτερ, για την θαυμαστή επίδοσή της παρομοίασε τη Φάννυ με το Μπαχ...

Η περίπτωση της Φάννυ φέρνει στο προσκήνιο το θέμα των ταλαντούχων γυναικών που οι αστικές προκαταλήψεις εμπόδισαν την ανάδειξή τους. Ο πατέρα της επέμενε πως η σύνθεση δεν είναι για τις γυναίκες.
Η ιστορία της μουικής διασώζει ένα περιστατικό που φωτίζει την άποψη του πατέρα περί της σχέσης των κοριτσιών με τη μουσική:
Η Φάννυ ήταν στα δεκατέσσερα και ο Φέλιξ δέκα χρονών όταν έλαβαν από μια θεία τους κάποια δώρα: Για τη Φαννυ ένα λεπτεπίλεπτο περιδέραιο με πολύχρωμα πετράδια και για το νεαρό αγόρι εργαλεία γραφής για να συνθέσει την πρώτη του όπερα. Ο πατέρας είπε στη Φάννυ:
"Ίσως η μουσική να είναι το μελοντικό επάγγελμά του. Για σένα θα πρέπει να είναι μόνο ένα στολίδι, ποτέ η ρίζα της ύπαρξής σου και της δράσης σου".

Ευτυχώς, ο σύζυγός της, ζωγράφος Βίλχελμ Χένσελ, την ενθάρρυνε στην εξέλιξη του συνθετικού της ταλέντου.
Πορτρέτο της Φάννυ, φιλοτεχνημένο την εποχή σύνθεσης
της Ουβερτούρας από τον σύζυγό της
Έτσι, χάρη στον ανοιχτόμυαλο Χένσελ έχουμε δείγματα της συνθετικής της γραφής.

Το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής της γράφτηκε για φωνή ή για πιάνο και περιλαμβάνει πάνω από 460 μουσικά κομμάτια.

Το μοναδικό γνωστό ορχηστρικό έργο της Φάννυ Μέντελσον είναι η "Ουβερτούρα σε Ντο μείζονα" και συντέθηκε γύρω στο 1830, για να εκτελεστεί στις γνωστές εβδομαδιαίες συναυλίες στο Βερολινέζικο σαλόνι της συνθέτιδος.

Πρόκειται για σύνθεση που αποδεικνύει πως η Φάννυ είχε θαυμάσια αντίληψη για το πώς να αξιοποιεί τις δυνατότητες των πνευστών και άλλων οργάνων μιας ορχήστρας.

Το ήσυχο εναρκτήριο θέμα της Ουβερτούρας ωθεί σε δεξιοτεχνικές διαδρομές στα έγχορδα και τα πνευστά, αποκαλύπτοντας ένα έργο όχι λιγότερο εντυπωσιακό από τα αντίστοιχα των ανδρών της εποχής της.
Η μελωδική γραμμή παρουσιάζει έναν ιδιαίτερο δυναμισμό, που μαρτυρά την αστείρευτη φαντασία της συνθέτιδος, ιδιαίτερα στην αντιστικτική ανάπτυξη των θεμάτων.
Παρόλη την αίσθηση μεγαλοπρέπειας και ενεργητικότητας, η Ουβερτούρα δεν γίνεται βαρύγδουπη και διατηρεί τη φινέτσα και λεπτότητα που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος της μουσικής της ταλαντούχας Φάννυ.
Ανάλαφρα, ζωηρά συνδετικά περάσματα ενώνουν τις μουσικές ιδέες, η επεξεργασία των οποίων γίνεται χωρίς τολμηρές αρμονίες. Δομείται σε μορφή σονάτας με ευρηματική έκθεση πολλών μελωδικών θεμάτων, που επεκτείνονται και τροποποιούνται, επαναλαμβάνονται και καταλήγουν στο ζωηρόχρωμο, εκθαμβωτικό φινάλε.

Fanny Mendelssohn : Overture in C Major:





Η Φάννυ Μέντελσον γεννήθηκε σαν σήμερα, 14 Νοεμβρίου 1805 στο Αμβούργο και ήταν το μεγαλύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας.



Για τη Φάννυ Μέντελσον μπορείτε να διαβάσετε και παλαιότερο κείμενο εδώ.




Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2021

Ντοστογιέφσκυ: οι μουσικές προτιμήσεις...



Ο Φρίντριχ Νίτσε είπε για τον Ντοστογιέφσκι πως ήταν "ο μοναδικός ψυχολόγος από τον οποίο είχε κάτι να μάθει" και τον συμπεριελάμβανε ανάμεσα στα "πιο όμορφα που του έτυχαν στη ζωή του".

Ο Αϊνστάιν τον χαρακτήρισε "μεγάλο θρησκευτικό συγγραφέα, που εξερευνά το μυστήριο της πνευματικής ύπαρξης".

Ο Φραντς Κάφκα αποκάλεσε τον Ντοστογιέφσκι "συγγενή εξ αίματος", καθώς επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τα έργα του.



Αξίζει να σημειωθεί ότι, παρά το γεγονός ότι δεν είχε ίχνος μουσικής εκπαίδευσης, η αγάπη του Ντοστογιέφσκι για τη μουσική ήταν ειλικρινέστατη και γνήσια.  

Στη νεότητά του ήρθε σε επαφή με την κλασική μουσική της Δύσης παρακολουθώντας συναυλίες στην Αγία Πετρούπολη.
Έτσι το 1843 παραβρέθηκε στο ρεσιτάλ του βιρτουόζου Φραντς Λιστ και ενθουσιάστηκε με την δεξιοτεχνική ικανότητά του και το 1847 απήλαυσε την παράσταση της όπερας  του Εκτόρ Μπερλιόζ: "Romeo et Juliette"

Την ίδια εποχή παρακολούθησε επίσης την παράσταση "Ρούσλαν και Λουντμίλα" του συμπατριώτη του, Μιχαήλ Γκλίνκα. Από τότε, φαίνεται πως έγινε το αγαπημένο του έργο και την αγάπη του αυτή μεταλαμπάδευσε και στο συγγενικό και φιλικό περιβάλλον του. 

Συχνά στη διάρκεια της μέρας άκουγαν τον Ντοστογιέφσκι να σιγομουρμουρίζει άριες από ιταλικές όπερες, τις οποίες γνώρισε καλύτερα την περίοδο 1843-1846.
Ήταν η περίοδος που αρκετοί ιταλικοί θίασοι ήρθαν στο Θέατρο Μαριίνσκυ με διάσημους εκείνη την εποχή πρωταγωνιστές, όπως την Pauline Viardot, η οποία τον συγκίνησε βαθιά με την ερμηνεία της στο ρόλο της Ροζίνα στον "Κουρέα της Σεβίλλης" του Ροσίνι.
Τον άγγιξε δε τόσο, που πυροδότησε ιδέες να το συμπεριλάβει στην επόμενη νουβέλα του που πήρε τον τίτλο: "Λευκές Νύχτες".


Στη νουβέλα αυτή ένας νεαρός άνδρας ζει στην Αγία Πετρούπολη και υποφέρει από μοναξιά. Γνωρίζει και ερωτεύεται μια νεαρή γυναίκα, αλλά ο έρωτας παραμένει ανεκπλήρωτος καθώς η γυναίκα νοσταλγεί τον εραστή της, με τον οποίο τελικά ξανασμίγει.

Στη δεύτερη συνάντηση του ονειροπόλου μοναχικού και της αθώας Ναστένκα προσπαθεί ο ένας να μάθει για τη ζωή του άλλου. Η κοπέλα τού λέει πως μεγάλωσε με την αυστηρή γιαγιά της και πως για να συμπληρώνουν το πενιχρό εισόδημά τους νοικιάζουν ένα από τα δωμάτια του σπιτιού τους. Του εκμυστηρεύεται πως είχε ένα ειδύλλιο με το νεαρό ενοικιαστή, που την μύησε στη λογοτεχνία και τη μουσική. Κάποιο βράδυ εκείνος την κάλεσε με τη γιαγιά της σε μια παράσταση του "Κουρέα της Σεβίλλης".

 
"Δεν βαριέσαι", είπε, "να κάθεσαι όλη μέρα με τη γιαγιά σου;"

Όταν το ρώτησε, κοκκίνισα. Δεν ξέρω γιατί, ένιωσα ντροπή και προσβλήθηκα -επειδή κι άλλοι μου έκαναν την ίδια ερώτηση. Ήθελα να φύγω χωρίς να απαντήσω, δεν είχα τη δύναμη.

"Άκουσε", είπε, "είσαι καλό κορίτσι. Με συγχωρείς που σου μιλάω έτσι, αλλά σε βεβαιώ πως νοιάζομαι για το καλό σου, όσο η γιαγιά σου. Δεν έχεις φίλους;" 

Του είπα ότι δεν είχα κανέναν, εκτός από τη Μασένκα, που όμως είχε φύγει στο Πσκοφ.

"Άκου", είπε, "θα' θελες να πάμε μαζί στο θέατρο;"

"Στο θέατρο. Και η γιαγιά; τι θα κάνω με τη γιαγιά;"

"Καλύτερα να φύγεις χωρίς να το ξέρει η γιαγιά σου", είπε.

"Όχι", απάντησα, "δεν θέλω να κοροϊδέψω τη γιαγιά. Αντίο".

"Λοιπόν, αντίο", απάντησε και δεν είπε τίποτε άλλο.

Μόνο μετά το δείπνο ήρθε να μας δει, κάθισε αρκετή ώρα και μιλούσε με τη γιαγιά, τη ρώτησε αν είχε γνωστούς και ξαφνικά είπε: "Πήρα εισιτήρια για την όπερα γι' απόψε. Παίζουν τον "Κουρέα της Σεβίλλης". Οι φίλοι μου μετάνιωσαν, οπότε τα εισιτήρια περισσεύουν"

"Ω!Ο Κουρέας της Σεβίλλης" φώναξε με ενθουσιασμό η γιαγιά, "Είναι ίδια με την παλιά παράσταση;"

"Ναι, η ίδια", είπε, και μου έριξε μια ματιά. Κατάλαβα το νόημά της και κατακοκκίνησα, ενώ η καρδιά μου άρχισε να χτυπά γοργά.

"Τον ξέρω τον "Κουρέα", είπε η γιαγιά, "έπαιξα παλιά το ρόλο της Ροζίνας" σε μια ερασιτεχνική παράσταση. 

"Δηλαδή δεν θα θέλατε να πάτε σήμερα;" είπε ο ενοικιαστής. "Διαφορετικά τα εισιτήρια θα πάνε χαμένα".

"Οπωσδήποτε να πάμε", είπε η γιαγιά· γιατί όχι; Και η Ναστένκα μου δεν έχει πάει ποτέ θέατρο."

Rossini
Θεέ μου, τι χαρά! Ετοιμαστήκαμε αμέσως. Φορέσαμε τα καλά μας και ξεκινήσαμε. Αν και η γιαγιά ήταν τυφλή, ήθελε ν' ακούσει τη μουσική, έχει πολύ ευγενική ψυχή. Ήξερα πως κατά βάθος αυτό που την ένοιαζε ήταν να διασκεδάσω εγώ.

"Δεν θα σας πω ποιες ήταν οι εντυπώσεις μου από τον Κουρέα της Σεβίλλης, αλλά όλο εκείνο το βράδυ ο ενοικιαστής με κοιτούσε τόσο όμορφα, μίλαγε τόσο όμορφα! Ήμουν χαρούμενη!Πήγα για ύπνο με τόση ευφορία ψυχής, η καρδιά μου χτυπούσε τόσο που θαρρείς πως είχα πυρετό κι όλη τη νύχτα σιγομουρμούριζα την άρια της Ροζίνας"...


(Ντοστογιέφσκυ: "Λευκές Νύχτες, μια ρομαντική ιστορία από τα ημερολόγια ενός ονειροπόλου", -Νύχτα Δεύτερη-)



Rossini: "Barbiere di Siviglia", 
Rosina's aria: 
Una Voce Poco Fa / Maria Callas:

Μια φωνή πριν λίγο
ήχησε εδώ μες στην καρδιά μου
Η καρδιά μου είναι ήδη πληγωμένη
και ο Λιντόρο ήταν αυτός που την πυροβόλησε

Ναι, ο Λιντόρο θα γίνει δικός μου
τ'ορκίζομαι, θα τον κερδίσω 

Εκείνος θα το αρνηθεί
εγώ θα ακονήσω το μυαλό μου
Στο τέλος θα το δεχθεί
και εγώ θα αναπαυτώ ειρηνικά

Είμαι υπάκουη, σεβαστική
καλοσυνάτη, γλυκιά, αξιαγάπητη
αφήνω να με εξουσιάζουν, 
αφήνω να με καθοδηγούν

Αλλά, αν με αγγίξουν
εκεί που είναι η αδυναμία μου
γίνομαι οχιά και χίλιες παγίδες
πριν παραδωθώ θα τις στήσω"



Ωστόσο,  ο Ντοστογιέφσκυ ένιωσε μεγάλη αγάπη και βαθιά εκτίμηση για το έργο του Λ. Β.Μπετόβεν. Ιδιαίτερα απολάμβανε να ακούει την Παθητική του Σονάτα.
Στα χρόνια δε της Δρέσδης (1867 - 1871) παρακολούθησε με ενθουσιασμό τις υπαίθριες δημόσιες συναυλίες, όπου συχνά ερμήνευαν Μπετοβενικά έργα.
Κάποτε, ακούγοντας μια από τις Ουβερτούρες της μοναδικής όπερας του τιτάνα "Φιντέλιο" αναφώνησε: 
"Στον Μπετόβεν πάντα υπάρχει πάθος! Πάθος και αγάπη. Είναι ποιητής της αγάπης, της ευτυχίας και εκφραστής των δεινών από αγάπη!"


Beethoven - Fidelio, Overture / Otto Klemperer:


Το κείμενο γράφτηκε για τα 200 χρόνια από τη γέννηση του ρώσου, Φιόντορ Ντοστογιέφσκι (11 Νοεμβρίου 1821), μιας κορυφαίας μορφής της παγκόσμιας λογοτεχνίας.






ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ, κι είναι μακρύς ο δρόμος για το Tipperary...

 

 Walter Richard Sickert: "Tipperary" (1914)
(Τate.org)



"ΗMEΡΑ ΜΝΗΜΗΣ" η σημερινή, με όλη την Ευρώπη να γιορτάζει τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου…Την 11η πρωινή της 11ης ημέρας, του 11ου μήνα του 1918 έγινε η παύση των εχθροπραξιών μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών...

Ο εφιάλτης του πολέμου, η φρίκη του θανάτου, ο τρόμος, η πείνα, η αγωνία.. Όλα αυτά τα εγκλήματα πολέμου που έζησαν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή ήταν φρικαλέα...
Εγκλήματα κατά αθώων της ανθρωπότητας, που όμως δεν σταματά να ελπίζει σε καλύτερες μέρες, όπως δηλώνουν με τις δημιουργίες τους οι καλλιτέχνες μας!
Η Τέχνη δίνει μαθήματα ανθρωπιάς, ελπίδας και αισιοδοξίας...



Μ' ένα τραγούδι-σύμβολο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου θα σας ευχηθώ καλό απομεσήμερο.

Είναι το τιτλοφορούμενο: "It’s a Long Way to Tipperary".
Γράφτηκε από τον τραγουδοποιό των βρετανικών μιούζικ χωλς, Jack Judge πριν τον πόλεμο μέσα σε λίγα λεπτά και παρουσιάστηκε στο κοινό την επομένη.

Η ρυθμικότητά του ήταν που κέντρισε και καθιερώθηκε ως στρατιωτικό εμβατήριο με την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου πολέμου.
Ήταν ένα ιρλανδικό τάγμα, που έπιασε βηματισμό τραγουδώντας το. Έγινε ο απόλυτος ύμνος του πολέμου, καθώς εκτός από την ανύψωση του ηθικού περικλείει και όλη τη νοσταλγία για την πατρίδα και τους αγαπημένους που έχουν μείνει πίσω.

Το τραγούδι γράφτηκε αρχικά ως θρήνος από έναν Ιρλανδό εργάτη στο Λονδίνο, που του έλειπε η πατρίδα του, το Tipperary. Έτσι, μεταφέρει τη λαχτάρα για επιστροφή, των στρατιωτών που πολεμούν στο μέτωπο...

Η πρώτη ηχογράφηση έγινε από τον Ιρλανδό τενόρο John McCormack:

Jack Judge: "It’s a Long Way to Tipperary"

Είναι πολύ μακριά το Tipperary,
Είναι μακρύς ο δρόμος για να προχωρήσουμε.
Είναι πολύ μακριά το Tipperary
και το πιο γλυκό κορίτσι που γνωρίζω.


Αντίο Piccadilly,
Αντίο Leicester Square,
Είναι μακρύς ο δρόμο προς το Tipperary,
Αλλά η καρδιά μου βρίσκεται πάντα εκεί...




Το 1914 με την κήρυξη του Μεγάλου Πολέμου, ο βρετανός ζωγράφος Walter Richard Sickert εμπνέεται από το τραγούδι το εικαστικό του έργο "Tipperary", που βλέπετε παραπάνω.

Την προσοχή μας τραβά μια συντηρητικά ντυμένη γυναίκα, της οποίας δεν βλέπουμε το πρόσωπο επειδή καλύπτεται από το γείσο του γκριζόμαυρου καπέλου της κάθεται μπροστά σε ένα λουστραρισμένο πιάνο με ουρά και παίζει. Προφανώς, από τον τίτλο καταλαβαίνουμε πως η μελωδία που εκτελεί είναι το διάσημο -την εποχή δημιουργίας του εικαστικού- τραγούδι του Jack Judge, "Tipperary".
Παρόλο που ο ζωγράφος Walter Richard Sickert γεννήθηκε στο Μόναχο, όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος έμεινε άναυδος και τρομοκρατήθηκε με την επιθετικότητα της Γερμανίας...
Το συγκεκριμένο εικαστικό είναι ένα από τα πολλά παρόμοια θέματα πιάνου που έγιναν στις αρχές του πολέμου από τον Sickert στα οποία η χρήση ενός υποβλητικού τίτλου μεταμορφώνει την εικόνα, κάνοντας τον θεατή να φανταστεί τη μελωδία και το συναίσθημα της στιγμής...

Η μελωδία του τραγουδιού έχει χρησιμοποιηθεί σε αρκετές συνθέσεις, όπως επίσης ακούγεται από τη Τζένη Καρέζη στην ταινία: "Δεσποινίς διευθυντής".


Παλαιότερα κείμενα με αφορμή την "Ημέρα Μνήμης" μπορείτε να διαβάσετε εδώ,  εδώ και εδώ.